Συνέχεια από:Πέμπτη, 11 Φεβρουαρίου 2016
3. Η σοφή άγνοια [η Γνώση της αγνωσίας].
Πρόκειται για έναν Χριστιανικό στοχασμό στον οποίο υπάρχει μία σημαντική επεξεργασία μιάς φιλοσοφικής Χριστολογίας η οποία περιέχεται ουσιωδώς στην σοφή άγνοια. Αυτή η σοφία, όπως και η αντίστοιχη τού Πασκάλ, είναι το κλίμα και η συνθήκη μιάς σοφίας των υπερφυσικών μυστηρίων. Ταυτοχρόνως αποτελεί και τον σύνδεσμο με την φιλοσοφία, της οποίας το σημείο εκκίνησης είναι η ερώτηση και η αγνωσία. Η άγνοια όμως του Cusano είναι απαλλαγμένη απο την αύρα τού σκεπτικισμού και της κριτικής. Στον Σωκράτη η άγνοια είναι το κεντρί τής γνώσεως, δέν γνωρίζουμε για να μάθουμε ακόμη. Στον Κουζάνο η γνώση της αγνωσίας σημαίνει την γνώση στα όρια της αγνωσίας και της ακατανοησίας. Η επιστήμη είναι το ελατήριο της άγνοιας, γνωρίζουμε για να συνεχίζουμε να αγνοούμε. Παρ' όλα αυτά ο όρος δέν είναι η αποφατική σιωπή. Το βάθος της άγνοιας είναι εκεί για να προσελκύσει την κλήση και να εμπνεύσει την έλξη τής γνώσεως, σαν ένα ασύνδετο. Μία επιστήμη λεπτή, ακούραστη, διαλεκτική, ρίχνεται μπρός στην κατάκτηση τού αγνώστου, στην συνάντηση δέ με το μυστήριο τολμά να κάνει εικασίες, υποθέσεις, αναλύσεις, σχέδια, εμβλήματα. Είναι σαν σημάδια ή σαν υποκατάστατα τής μυστικής ανάβασης ριγμένα πρός την κατεύθυνση του ατελείωτου, του απέραντου.
Συνεχίζεται
Προλεγόμενα σε μία φιλοσοφική Χριστολογία.
Του Xavier Tilliette.
Του Xavier Tilliette.
PHILOSOPHIA CHRISTI.
Αυτό το σχόλιο: "Δέν γνωρίζουμε πιά τον Χριστό σύμφωνα με την σάρκα" δέν οδηγεί σε μία υποτίμηση τής ιστορίας, της μνήμης και των εικόνων, αλλά σε μία προτιμητέα τάξη, σε μία προϋπόθεση. Η μεταστροφή τής καρδιάς αποκτά τον Χριστό σαν Δάσκαλο και εσωτερικό Μοντέλο, και το υπόλοιπο προστίθεται. Εδώ βρίσκουμε το προσχέδιο μιάς φιλοσοφικής Χριστολογίας, παρά την αναφορά στο αρχέτυπο, απο την στιγμή που ο Έρασμος δέν εμπιστεύεται τις εθνικές παρεμβάσεις, όπως συμβουλεύει γενικώς, να "κικερωνίζουμε" πάνω σε Χριστιανικά πράγματα! Η ζωηρή πολεμική πάνω στην ελευθερία της βουλήσεως, ενάντια στον υποτιμητή τής νοήσεως που ήταν ο Λούθηρος, δέν ανάγκασε τον Έρασμο να βγάλει το φιλοσοφικό σπαθί: για να σώσει την ελευθερία επιχειρηματολογεί με αποσπάσματα καί ερμηνείες της Γραφής. Αποκαλύπτεται ένας οδοιπόρος τής στενής οδού του Κυρίου και του Σταυρού, δέν θέλει να γνωρίζει παρά μόνον τον εσταυρωμένο Ιησού Χριστό.
"Να πεθάνεις στην σάρκα με τον Χριστό, δέν σε αφορά καθόλου εάν η ζωή στο πνεύμα του Χριστού δέν σε αφορά καθόλου".
Το εγχειρίδιο δέν είναι απομονωμένο στα γραπτά τού στοχαστού του Ρότερνταμ, έτσι υπάρχει η τάση να τον καταχωρούμε στους μωρόσοφους, σ'αυτούς που πέτυχαν την διασταύρωση της σοφίας με την μωρία απέναντι στον κόσμο και στον Σταυρό.
" Είναι μία ευτυχής ανοησία, να έχουμε νούν Χριστού".
Παρ' όλα αυτά η επιμονή, που αυξάνει μάλιστα γύρω απο το μυστήριο του Χριστού, δέν τον κάνει να λησμονήσει τον ανθρωπισμό ώστε τα γραπτά τών εθνικών να τα καταδικάσει στον αφορισμό και την κατάρα.
Είδαμε ότι ο Όμηρος και ο Βιργίλιος είναι ολοκληρωτικώς αλληγορικοί: οι Πλατωνικοί πλησιάζουν περισσότερο στον τρόπο των προφητών. Και ο Σωκράτης είναι ο τύπος του Σειληνού τού οποίου ο Χριστός είναι το αντίτυπο. Η φιλοσοφία επομένως διαθέτει μία κάποια ανεξαρτησία και η διατύπωση Philosophia Christi σημαίνει μία φιλοσοφία η οποία οδηγεί στον Χριστό και μία φιλοσοφία η οποία απορρέει απο τον Χριστό. Η επιστήμη του Χριστού δανείζεται λίγο απο το μάννα των ξένων στα οποία κοινωνεί την γεύση της. Δέν πρέπει όμως να ψάξουμε στον Έρασμο μία φιλοσοφία μίας πρέπουσας και ορθής μορφής, ένα εννοιολογικό οπλοστάσιο, με τον σκοπό να προστατέψει την σοφία του Χριστού. Μπορούμε να αντιληφθούμε μία φιλοσοφία εξ' ολοκλήρου Χριστιανική η οποία χωρίς να αντικαθιστά την Θεολογία, πλέκει έναν στοχασμό ο οποίος έλκεται πρός και απο το μυστήριο τού ενσαρκωμένου Θεού. Όπως είναι η περίπτωση για παράδειγμα του Nicola Cusano, ο οποίος υπήρξε ένας αληθινός στοχαστής και στις δύο όχθες.
3. Η σοφή άγνοια [η Γνώση της αγνωσίας].
Πρόκειται για έναν Χριστιανικό στοχασμό στον οποίο υπάρχει μία σημαντική επεξεργασία μιάς φιλοσοφικής Χριστολογίας η οποία περιέχεται ουσιωδώς στην σοφή άγνοια. Αυτή η σοφία, όπως και η αντίστοιχη τού Πασκάλ, είναι το κλίμα και η συνθήκη μιάς σοφίας των υπερφυσικών μυστηρίων. Ταυτοχρόνως αποτελεί και τον σύνδεσμο με την φιλοσοφία, της οποίας το σημείο εκκίνησης είναι η ερώτηση και η αγνωσία. Η άγνοια όμως του Cusano είναι απαλλαγμένη απο την αύρα τού σκεπτικισμού και της κριτικής. Στον Σωκράτη η άγνοια είναι το κεντρί τής γνώσεως, δέν γνωρίζουμε για να μάθουμε ακόμη. Στον Κουζάνο η γνώση της αγνωσίας σημαίνει την γνώση στα όρια της αγνωσίας και της ακατανοησίας. Η επιστήμη είναι το ελατήριο της άγνοιας, γνωρίζουμε για να συνεχίζουμε να αγνοούμε. Παρ' όλα αυτά ο όρος δέν είναι η αποφατική σιωπή. Το βάθος της άγνοιας είναι εκεί για να προσελκύσει την κλήση και να εμπνεύσει την έλξη τής γνώσεως, σαν ένα ασύνδετο. Μία επιστήμη λεπτή, ακούραστη, διαλεκτική, ρίχνεται μπρός στην κατάκτηση τού αγνώστου, στην συνάντηση δέ με το μυστήριο τολμά να κάνει εικασίες, υποθέσεις, αναλύσεις, σχέδια, εμβλήματα. Είναι σαν σημάδια ή σαν υποκατάστατα τής μυστικής ανάβασης ριγμένα πρός την κατεύθυνση του ατελείωτου, του απέραντου.
Η Χριστολογία είναι ένα αγαπητό πεδίο της σοφίας "σε κυνήγι". Είναι επίσης ένα πολύτιμο είδος στοχαστικής επαλήθευσης και διαλεκτικής. Ο καρδινάλλιος δέν είναι λιγότερο έμπειρος στην παραδοξολογία απο τον Πασκάλ, τον Χάμανν ή τον Κίρκεγκαρντ. Το παράδοξο εισχωρεί στις εργασίες τής νοήσεως, και όχι μόνον επειδή η νόηση συγκρούεται με την πέτρα του σκανδάλου και τρεκλίζει. Ο Χριστός δέν παράγεται ξεκινώντας απο το σχίσμα ανάμεσα στον Θεό και στον κόσμο, απο το κενό, το χάσμα ανάμεσα στον Θεό και τον άνθρωπο. Ορίζεται σαν "η μέγιστη απόλυτη συστολή" μία αινιγματική μεταγραφή ή "μεταχρισματικότης" του Θεανθρώπου. Με άλλα λόγια είναι αυτός, είναι Θεός στην συστολή, στην μείωση (στην ανθρωπότητα). Όσο για το σύμπαν είναι η μέγιστη συστολή. Επιβάλλεται λοιπόν να δείξουμε την επάρκεια τού ορισμού, και εμμέσως τής ενσαρκώσεως. Ποιός δικαιώνει (θα δικαίωνε) την ύπαρξη ενός συσταλμένου απολύτου; Η εγκαθίδρυση ενός δεσμού ανάμεσα στον Θεό και το σύμπαν δέν είναι τυχαία. Αλλά γιατί λαμβάνει την μορφή ενός συσταλμένου απολύτου; Εδώ βρισκόμαστε στο έδαφος της εικασίας και της υποθέσεως, μίας Χριστολογίας η οποία θα μπορούσε να σχεδιάσει άλλα, διαφορετικά σχήματα.
4. Μία Χριστολογία εικαστική, υποθετική.
Ας το επαναλάβουμε: Δέν πρόκειται να συμπεράνουμε την Ενσάρκωση, αλλά να οδηγηθούμε σ'αυτή, να δούμε σε ποιές νοητές συνθήκες απαντά η έννοια του Θεού η οποία φανερώνεται στο σύμπαν σαν μέρος αυτού του σύμπαντος. Ο Θεός είναι το Μέγιστο απόλυτο, το κέντρο, η περιφέρεια, και ο συνδυασμός τού Παντός, η καταγωγή, η αρχή και το τέλος (όπου δέν είναι δύσκολο να δούμε τον αντίλαλο του Ενός και του Παντός και του Παντός και του Ενός, όπως και την άπειρη σφαίρα). Πολλοί αναρωτιούνται εάν το σύμπαν δέν θα μπορούσε να είναι ο μεσάζων ανάμεσα στον Θεό και τα πλάσματα. Πρέπει να αφαιρέσουμε αυτή την ασάφεια. Έξω απο την πολλαπλότητα και την σύσταση, το Σύμπαν είναι μόνον μία εικόνα του Μέγιστου απολύτου-και δέν υφίσταται καθαυτό. Όταν ο Κουζάνο λέει γι'αυτό ότι είναι η μέγιστη συστολή, αυτό σημαίνει μόνον οτι ο κόσμος υπάρχει στην πολλαπλότητα και στις χιλιάδες μειώσεις των πεπερασμένων όντων, σε ένα έρημο σύμπαν. Εξίσου και η ανθρωπότης υπάρχει μόνον μειωμένη, αποσπασματική, στην πολλαπλότητα και την απώλεια των ατόμων, χωρίς να εξαντλείται σε κανένα. Αλλά παρουσιάζεται μία υπόθεση: Εάν μπορούσαμε να σκεφθούμε ένα άτομο το οποίο θα ήταν η μέγιστη μείωση-και επομένως ατομικά και μοναδικά αυτό που είναι ο κόσμος κάτω απο την έκθεση στο διαφορετικό και το πολλαπλό, κάτι που θα συνεπάγετο ότι διαθέτει την ολοκληρωμένη τελειότητα του είδους του-αυτό το άτομο δέν θα μπορούσε να υπάρχει απλά στην συστολή και την μείωση αλλά και στην μέγιστη απολυτότητα. Αυτό το άτομο θα ήταν αναγκαίως και ταυτόχρονα Θεός και πλάσμα, απόλυτο και μειωμένο. Αυτή είναι η υπόθεση. Το μέγιστο σχετικό του κόσμου δέν αποκλείει την δυνατότητα να μπορεί να είναι το μέγιστο μειωμένο απόλυτο!
Ας το επαναλάβουμε: Δέν πρόκειται να συμπεράνουμε την Ενσάρκωση, αλλά να οδηγηθούμε σ'αυτή, να δούμε σε ποιές νοητές συνθήκες απαντά η έννοια του Θεού η οποία φανερώνεται στο σύμπαν σαν μέρος αυτού του σύμπαντος. Ο Θεός είναι το Μέγιστο απόλυτο, το κέντρο, η περιφέρεια, και ο συνδυασμός τού Παντός, η καταγωγή, η αρχή και το τέλος (όπου δέν είναι δύσκολο να δούμε τον αντίλαλο του Ενός και του Παντός και του Παντός και του Ενός, όπως και την άπειρη σφαίρα). Πολλοί αναρωτιούνται εάν το σύμπαν δέν θα μπορούσε να είναι ο μεσάζων ανάμεσα στον Θεό και τα πλάσματα. Πρέπει να αφαιρέσουμε αυτή την ασάφεια. Έξω απο την πολλαπλότητα και την σύσταση, το Σύμπαν είναι μόνον μία εικόνα του Μέγιστου απολύτου-και δέν υφίσταται καθαυτό. Όταν ο Κουζάνο λέει γι'αυτό ότι είναι η μέγιστη συστολή, αυτό σημαίνει μόνον οτι ο κόσμος υπάρχει στην πολλαπλότητα και στις χιλιάδες μειώσεις των πεπερασμένων όντων, σε ένα έρημο σύμπαν. Εξίσου και η ανθρωπότης υπάρχει μόνον μειωμένη, αποσπασματική, στην πολλαπλότητα και την απώλεια των ατόμων, χωρίς να εξαντλείται σε κανένα. Αλλά παρουσιάζεται μία υπόθεση: Εάν μπορούσαμε να σκεφθούμε ένα άτομο το οποίο θα ήταν η μέγιστη μείωση-και επομένως ατομικά και μοναδικά αυτό που είναι ο κόσμος κάτω απο την έκθεση στο διαφορετικό και το πολλαπλό, κάτι που θα συνεπάγετο ότι διαθέτει την ολοκληρωμένη τελειότητα του είδους του-αυτό το άτομο δέν θα μπορούσε να υπάρχει απλά στην συστολή και την μείωση αλλά και στην μέγιστη απολυτότητα. Αυτό το άτομο θα ήταν αναγκαίως και ταυτόχρονα Θεός και πλάσμα, απόλυτο και μειωμένο. Αυτή είναι η υπόθεση. Το μέγιστο σχετικό του κόσμου δέν αποκλείει την δυνατότητα να μπορεί να είναι το μέγιστο μειωμένο απόλυτο!
[Ίσως μία επιτυχημένη περιγραφή του Εωσφόρου].
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου