Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2025

Heidegger και Αριστοτέλης 9

Συνέχεια από 15 Οκτωβρίου 2025

Heidegger και Αριστοτέλης 9
Του Franco Volpi


Κεφάλαιο 3

Αλήθεια, υποκείμενο, χρονικότητα: η παρουσία του Αριστοτέλη στα μαθήματα του Μάρμπουργκ και στο «Είναι και Χρόνος» ε

3. Το πρόβλημα του «υποκειμένου» β


Η μεταφυσική παράδοση θεμελιώνει, ακριβώς, το οντολογικό πρωτείο του ανθρώπου επάνω στην ικανότητα που έχει η ανθρώπινη ζωή να αντικατοπτρίζει γνωστικά ολόκληρη την εξωτερική πραγματικότητα καθώς και τον ίδιο της τον εαυτό· η ανθρώπινη ζωή ταυτίζεται, έτσι, με τη συνείδηση και την αυτοσυνείδηση.

Σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ, η παραδοσιακή παραδοχή της θεωρητικής-καταστατικής στάσης ως του αρχικού και καθοριστικού γνωστικού τρόπου συνεπάγεται μια διπλή παρερμηνεία. Πρώτον, συνεπάγεται μια παρερμηνεία του αρχικού τρόπου με τον οποίο το είναι-εκεί (Dasein) σχετίζεται με τα πράγματα, δηλαδή του φροντίζειν (Besorgen), το οποίο αρχικά και κατά κανόνα συνίσταται σε μια πρακτική-τεχνική ενασχόληση με αυτά (Zuhandenheit) και μόνον δευτερευόντως μπορεί να γίνει παρατήρησή τους ως απλών παρουσιών (Vorhandenheit).
Αλλά κυρίως, πρόκειται για μια παρερμηνεία του πρακτικό-ηθικού χαρακτήρα της σχέσης του Είναι-εκεί προς το ίδιο του το Είναι· διότι αυτός ο χαρακτήρας δεν μπορεί να συλληφθεί στην ιδιαιτερότητά του, εάν νοηθεί μέσα από τις αντικειμενοποιητικές κατηγορίες της απλής παρατήρησης.

Από τη δική του αυτή ανακάλυψη, ο Χάιντεγκερ αντλεί, στο οντολογικό πεδίο, ορισμένες θεμελιώδεις συνέπειες για τον καθορισμό του θεμελιώδους τρόπου ύπαρξης της ανθρώπινης ζωής:

Κριτικάροντας τις μεταφυσικές διακρίσεις —ανεπαρκώς ριζικές— μεταξύ ανθρώπου και φύσης, υποκειμένου και αντικειμένου, συνείδησης και κόσμου, ο Χάιντεγκερ αναθεμελιώνει ριζικά, στη βάση του πρακτικού προσδιορισμού του Είναι του Dasein, την οντική και οντολογική πρωτοκαθεδρία του τελευταίου. Διακρίνει, επομένως, ριζικά την οντολογική σύσταση του Είναι-εκεί από εκείνη των άλλων όντων.

Χαρακτηρίζοντας αυτή τη σύσταση ως χρονικά προσδιορισμένη, θεμελιώνει, ενάντια στην μεταφυσική πρωτοκαθεδρία του παρόντος, την προτεραιότητα της διάστασης του μέλλοντος· και τούτο βάσει της σκέψης ότι είναι το μέλλον εκείνο για το οποίο η πρακτική διάθεση πρέπει να μεριμνά, είναι το μέλλον εκείνο για το οποίο λαμβάνονται οι αποφάσεις. (Αυτό το είναι φέρει επιπλέον τον χαρακτήρα του «είναι-πάντοτε-δικό-μου» —δηλαδή τον χαρακτήρα που ο Χάιντεγκερ δηλώνει με τον όρο Jemeinigkeit.)

Τέλος, ο Χάιντεγκερ δηλώνει την ανάγκη να ανανοηματοδοτηθούν, πάνω στο θεμέλιο αυτής της ανακάλυψης, όλοι οι θεμελιώδεις προσδιορισμοί της ανθρώπινης ζωής, ως προς την εσωτερική τους διάρθρωση και την ενότητά τους.

Αυτό που τώρα προτίθεται να δείξει ο συγγραφέας είναι ότι η δομή της ανθρώπινης ζωής, την οποία εδώ ο Χάιντεγκερ αναδεικνύει και αξιοποιεί ως οντολογική σύσταση του Είναι-εκεί (Dasein), αποτελεί, στην ουσία, μια ανάληψη και επαναδιατύπωση του ουσιαστικού νοήματος εκείνης της χαρακτηριστικής θεώρησης του Είναι και της ηθικής ζωής του ανθρώπου που ο Αριστοτέλης επεξεργάζεται στο έκτο βιβλίο των Ηθικών Νικομαχείων.

Αυτό μπορεί να φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, παράδοξο, αν σκεφτεί κανείς ότι ο Χάιντεγκερ, ακριβώς κατά την παρουσίαση του έργου της υπαρξιακής αναλυτικής, ασκεί κριτική σε δύο παραδοσιακές θέσεις οι οποίες, στη πρωταρχική τους διατύπωση, ανάγονται στον Αριστοτέλη· δηλαδή:
(1) στη θέση σύμφωνα με την οποία η πρωτοκαθεδρία του ανθρώπου θεμελιώνεται στην ψυχή ως γνωστικό καθρέφτισμα του όντος,
και (2) στη θέση ότι ο άνθρωπος έχει τον ουσιώδη του προσδιορισμό στο ότι είναι ζῷον λογικόν (animal rationale).


Ωστόσο, πέρα από την αντιπαράθεση του Χάιντεγκερ προς ορισμένες αριστοτελικές θέσεις —ιδίως εκείνες που ενσωματώθηκαν στην παραδοσιακή μεταφυσική της Δύσης—, μια ανάγνωση του Είναι και Χρόνος που φωτίζεται από τη μελέτη των μαρβουργιανών παραδόσεών του επιβεβαιώνει την υπόθεση που μόλις υποδείχθηκε. Ο ίδιος ο Χάιντεγκερ, εξάλλου, αναγνωρίζει ρητά ότι οικειώθηκε θετικά τον Αριστοτέλη. Έτσι, για παράδειγμα, σε μια σημείωση του §42 του Είναι και Χρόνος, στο πλαίσιο του καθορισμού του είναι του Dasein ως μέριμνας (Sorge) υπό το φως μιας ερμηνείας του αρχαίου μύθου της Μέριμνας (Cura), δηλώνει ότι:

«Η οπτική που υιοθετείται στην παρούσα αναλυτική του Είναι-εκεί σχετικά με τη μέριμνα, αποκαλύφθηκε στον συγγραφέα κατά την προσπάθεια ερμηνείας της αυγουστίνειας (δηλ. ελληνοχριστιανικής) ανθρωπολογίας, σε συνάρτηση με τα ουσιώδη θεμέλια που επιτεύχθηκαν στην αριστοτελική οντολογία.»

Οι έως τώρα αναλύσεις έχουν ήδη προσφέρει ορισμένα στοιχεία για να κατανοήσουμε τους τρόπους με τους οποίους ο Χάιντεγκερ οικειώνεται τα “ουσιώδη θεμέλια” που κατέκτησε η αριστοτελική σκέψη. Πράγματι, από αυτές προκύπτει ότι ο Χάιντεγκερ στρέφεται στον Αριστοτέλη για να αναζητήσει τους θεμελιώδεις προσδιορισμούς της ανθρώπινης ζωής, ως εναλλακτική λύση απέναντι στη θεωρητικιστική ερμηνεία που έδωσε ο Χούσσερλ.

Έχει επίσης ήδη αναδειχθεί η αντιστοιχία ανάμεσα στις αριστοτελικές διακρίσεις της πρᾶξις, της ποίησεως και της θεωρία, και στη χαϊντεγκεριανή διάκριση των τριών θεμελιωδών τρόπων του είναι: του Dasein, της Zuhandenheit και της Vorhandenheit.

Μπορούμε τώρα να προχωρήσουμε σε μια περαιτέρω παρατήρηση, από την οποία θα φανεί ότι ο Χάιντεγκερ αναφέρεται ιδίως στην αριστοτελική έννοια της πρᾶξις, ως εκείνου του τρόπου του Είναι-εν-αληθεία της ψυχής, που έχει εντός του τον ίδιο του τον σκοπό· και ότι αξιοποιεί αυτήν ακριβώς την έννοια για να προσδιορίσει τη δομή του Είναι-εκεί (Dasein).

Πράγματι, εάν ληφθεί υπόψη η ριζική διάκριση που εισάγει ο Χάιντεγκερ, βάσει του πρακτικού προσδιορισμού του Είναι του Dasein, ανάμεσα στον τρόπο ύπαρξης της ανθρώπινης ζωής και στον τρόπο ύπαρξης των άλλων όντων, μπορεί να διαπιστωθεί ότι αυτή αντιστοιχεί, στην ουσία, σε όσα παρατηρεί και ο Αριστοτέλης στο πλαίσιο της πρακτικής του φιλοσοφίας σχετικά με τον ανθρώπινο βίο.

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, στην περίπτωση του ανθρώπινου ζῆν δεν πρόκειται για ένα απλό και καθαρό ζῆν (ζῆν), αλλά για το πῶς ζῆν, δηλαδή για το ζῆν κατ’ ἀρετήν, το εὖ ζῆν, το ζῆν καλῶς. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι εκείνο το ιδιαίτατο ον που οφείλει να αποφασίζει για τους τρόπους και τις μορφές του ίδιου του βίου του, επιλέγοντας τον άριστο μεταξύ αυτών.

Κατά ανάλογο τρόπο, για τον Χάιντεγκερ, το Είναι-εκεί (Dasein) είναι εκείνο το ιδιαίτερο ον για το οποίο τίθεται εν κινδύνω το ίδιο του το Είναι, το ον δηλαδή που οφείλει να αναλαμβάνει πάντοτε το βάρος τού να αποφασίζει για το ίδιο του το Είναι. Μάλιστα, η αυθεντική πραγμάτωση της ύπαρξης επιτυγχάνεται μόνο εκεί όπου το Είναι-εκεί αναγνωρίζει αυτό το δικό του χρέος απόφασης, το οποίο αντανακλά την πρακτική δομή του Είναι του, και δεν το αποφεύγει, αλλά το αντικρίζει και το αναλαμβάνει.

Ωστόσο, μέσα σε αυτήν τη βαθιά αντιστοιχία με τον Αριστοτέλη, ο Χάιντεγκερ πραγματοποιεί μια ριζική μετατόπιση, την οποία πρέπει να τονίσουμε.
Ο Αριστοτέλης θεμελιώνει αυτό το χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ζωής στην έννοια του ανθρώπου ως animal rationale, δηλαδή ως ζῷου προικισμένου με λόγον· ακριβώς επειδή έχει λόγον, ο άνθρωπος είναι σε θέση να αξιολογεί και να αποφασίζει σχετικά με τη ζωή του και με τους τρόπους και τις μορφές της πραγμάτωσής της.

Ο Χάιντεγκερ, αντίθετα, αναστρέφει αυτό το θεμέλιο: στη δική του θεώρηση, ο λόγος (λόγος / logos) θεμελιώνεται πάνω στην ιδιομορφία τού Είναι του Dasein και ερμηνεύεται ως τρόπος πραγματώσεως αυτού τού Είναι, όχι το αντίστροφο.
Η αρχική ουσιώδης καθοριστικότητα του ανθρώπου, επομένως, δεν έγκειται στο ότι είναι ζῷον λογικόν, αλλά στη διάθεση και στον πρακτικό χαρακτήρα του τρόπου ύπαρξής του.

Με άλλα λόγια:
στην αριστοτελική σύλληψη, έχουμε έναν καθορισμό του ανθρώπου ως ζῴου λογικού, ο οποίος προκύπτει από θεωρητικές, ανθρωπολογικές και μεταφυσικές σκέψεις· μέσα σ’ αυτό το θεωρητικό πλαίσιο, η πρακτικοηθική θεώρηση εξετάζει κατόπιν το είναι και το ζῆν του ανθρώπου υπό αυτόν τον εκ των προτέρων καθορισμένο ορίζοντα.

Αντίθετα, στην χάιντεγκεριανή σύλληψη, κάθε θεωρητικού τύπου καθορισμός —είτε μεταφυσικός, είτε ανθρωπολογικός, είτε ψυχολογικός— θεωρείται μη πρωταρχικός σε σχέση με τον κατεξοχήν πρακτικό χαρακτήρα του Είναι του Dasein· γι’ αυτό και παραμερίζεται στην ανάλυση της ύπαρξής του.

Το αποτέλεσμα είναι ότι η πρακτική διάθεση που χαρακτηρίζει το Είναι του Dasein απολυτοποιείται και ριζικοποιείται, μέχρι του σημείου να καταστεί η θεμελιώδης οντολογική του καθοριστικότητα.

Συνεπώς, η πρακτικό-ηθική χροιά του ανθρώπινου ζῆν όπως την προσδιορίζει ο Χάιντεγκερ, παρά τη βαθιά αναλογία με τον Αριστοτέλη, εντάσσεται σε διαφορετικό οντολογικό πλαίσιο και, εξαιτίας αυτού, αποκτά διαφορετικές σημασίες και αξίες.

Έτσι, στον Αριστοτέλη, η πρακτική θεώρηση έχει να κάνει με τον άνθρωπο ως υποκείμενο της πράξης, και, ως θεώρηση μιάς συγκεκριμένης μόνο όψεως της ανθρώπινης ζωής, συνυπάρχει δίπλα σε πολλές άλλες δυνατές θεωρήσεις, οι οποίες εξετάζουν τον άνθρωπο υπό άλλες όψεις. Επομένως, καθόσον εξετάζει το ζῆν ως πράττειν, η αριστοτελική πρακτική φιλοσοφία δεν εξαντλεί τη θεώρηση του Είναι εκείνου του όντος που είναι ο άνθρωπος.

Αντίθετα, στον Χάιντεγκερ, ο πρακτικό-ηθικός προσδιορισμός δεν είναι απλώς μία όψη ανάμεσα σε πολλές, αλλά αποτελεί την θεμελιώδη συνδήλωση του Είναι-εκεί (Dasein). Μετατρέπεται, έτσι, σε οντολογικό καθορισμό του Dasein και, γι’ αυτό, λαμβάνει, σε σχέση με την πραγμάτωσή του, μια καθολική και παμπεριεκτική διάσταση. Δηλαδή, η πρακτικό-ηθική αναφορά του Dasein προς το ίδιο του το Είναι δεν ενεργοποιείται μόνο όταν αυτό εκτελεί συγκεκριμένες πράξεις ή επιδιώκει συγκεκριμένους σκοπούς, αλλά υπάρχει τόσο στο πράττειν όσο και στο μη πράττειν, τόσο στο επιδιώκειν όσο και στο μη επιδιώκειν.
Με άλλα λόγια, αφορά το ίδιο το ζῆν στην ωμή γυμνότητά του.

Κατ’ επέκταση, το ζῆν λαμβάνει για τον άνθρωπο τον χαρακτήρα ενός αναπόδραστου και αναγκαίου γεγονότος: δεν μπορεί να αποφευχθεί, αλλά πρέπει να αναληφθεί στο βάρος του.

Το δύνασθαι-είναι (poter-essere) του Dasein, που βρίσκεται στη βάση της συγκεκριμένης του προβολής (του σχεδιασμού του εαυτού του), δεν εκδηλώνεται ούτε πραγματώνεται τόσο στην επιλογή συγκεκριμένων σκοπών ή στην απόφαση για συγκεκριμένες πράξεις, όσο προγενέστερα από κάθε επιλογή και απόφαση, στο ίδιο το γεγονός ότι δεν μπορεί να μην επιλέγει και να μην αποφασίζει.
Διότι και το να αποφεύγει κανείς τις επιλογές και τις αποφάσεις είναι, στην ύστατη ανάλυση, ένας τρόπος επιλογής και απόφασης, δηλαδή ένας τρόπος με τον οποίο το είναι του Dasein πραγματοποιείται.

Θεμελιωμένη πάνω στον πρακτικό προσδιορισμό του δύνασθαι-είναι, και η ίδια η έννοια της ελευθερίας αποκτά, στον Χάιντεγκερ, ένα διαφορετικό νόημα. Δεν σημαίνει πλέον απλώς το να μπορεί κανείς να αποφασίζει θετικά υπέρ του ενός ή του άλλου, αλλά γίνεται η θεμελιώδης δομή που στηρίζει κάθε δυνατότητα απόφασης.
Ή, ειπωμένο παραδόξως: στη βάση κάθε δυνατότητας απόφασης βρίσκεται η ελευθερία ως ένα “μη δυνάμενον να μη αποφασίζει”.

Η ελευθερία είναι, επομένως, για το Dasein, εκείνο το βάρος που, ως βάρος του ίδιου του Είναι του —και σε αντίθεση με κάθε άλλο βάρος— δεν μπορεί ούτε να αποβληθεί ούτε να ελαφρυνθεί.
Ακριβώς στην απουσία κάθε πράξης και στην έλλειψη κάθε αρετής, αποκαλύπτεται, μέσα από το θεμελιώδες συναίσθημα της αγωνίας, το αληθινό βάρος — εκείνο δηλαδή το βάρος του οποίου το Dasein, είτε το θέλει είτε όχι, οφείλει να επωμισθεί την ευθύνη, και το οποίο δεν είναι το βάρος των επιμέρους πράξεων, αλλά το βάρος του ίδιου τού Είναι και του ζῆν του στην ολότητά του.

Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια: