Ο π. Διονύσιος υπήρξε κορυφαία προσωπικότητα στον χώρο του ιεροψαλτικού στασιδίου. Επί έτη πολλά υπηρέτησε από την θέση αυτή και κατανάλωσε τον εαυτό του «εν τω Οίκω του Θεού».
Γεννήθηκε στην Μεγάλη Παναγία Χαλκιδικής το 1912 και σε ηλικία οκτώ ετών περίπου, το 1920, πριν προλάβει να αισθανθεί τα του κόσμου ηδέα, μετοίκησε στον Άθωνα. Ονομαζόταν Δημήτριος Κούκος.
Ήρθε στις Καρυές, όπου με τον πατέρα του εργαζόταν στο Βατοπαιδινό Κονάκι. Στη συνέχεια αποφασίζει και μένει για πάντα κοντά στον θείο του, γερο-Χαράλαμπο Φιρφιρή, ιεροψάλτη, στο Κελλί του Προφήτου Ηλιού, όπου και παρέμεινε μέχρι τελευταίας πνοής. (Το επώνυμο Φιρφιρής έλαβε κατά διαδοχήν από τους παλαιότερους γεροντάδες του Κελλιού.)
Μικρός και σχεδόν αγράμματος, αφού δεν φοίτησε παρά μόνο στην Α’ Δημοτικού, με όρεξη και ζήλο για την μουσική, αναπαύεται κοντά στον θείο του και αρχίζει να καλλιεργεί την ψαλτική τέχνη κατά το δοθέν σε αυτόν χάρισμα. Συνοδεύει τον θείο του στο ψαλτήρι και τόσο ταυτίζονται οι φωνές τους, ώστε δεν ξεχωρίζουν εύκολα.
Παράλληλα επιδίδεται στην εκμάθηση και εμβάθυνση της μουσικής. Πολύ τον βοήθησε και η εκ φύσεως ανεπτυγμένη οξύνοιά του. Ήταν άνθρωπος που με ό,τι καταπιανόταν το πετύχαινε.
Είχε ως σύστημα και αρχή στον τρόπο μαθήσεως του να τους ακούει όλους και να κρατά για τον εαυτό του ό,τι καλύτερο έβλεπε. Έτσι σιγά-σιγά δημιουργούσε ένα προσωπικό ύφος και ήθος στο ψάλσιμό του, κάτι που ξεχώριζε ως το τέλος και που δεν του επέτρεπε να μπορεί να συμψάλλει με τον καθένα. Ευχαριστιόταν να έχει 2-3 βοηθούς που να ταιριάζουν.
Ακολουθεί μία μεγάλη περίοδος ιεροψαλτικής του διακονίας στον πάνσεπτο Ναό του Πρωτάτου. Στην αρχή με τον θείο του γερο-Χαράλαμπο και κατόπιν μόνος του. Το Πρωτάτο την εποχή εκείνη βρισκόταν σε αίγλη. Μεγάλοι ψάλτες κατένυσσαν το πολυπληθές εκκλησίασμα, από πατέρες και λαϊκούς, με τις λιτές και μελωδικές ψαλμωδίες τους. Ιδιαίτερη απήχηση είχαν τα αργά μαθήματα των παλαιών διδασκάλων της μουσικής, που ψάλλονται στις αγιορειτικές πανηγύρεις και αγρυπνίες.
Διηγούνται ότι, όταν επρόκειτο την Μ. Εβδομάδα να ψάλει το τροπάριο της Κασσιανής, έτρεχαν όλοι στο Πρωτάτο κλείνοντας και τα μαγαζιά τους για να τον ακούσουν, ενώ όταν για πρώτη φορά έψαλε, τόση εντύπωση έκανε η φωνή του και η ψαλμωδία του, ώστε σκαρφάλωσαν στα παράθυρα για να τον δουν. Έψαλλε με πάθος και μεράκι.
Το έτος 1955 έγιναν στις Καρυές εορταστκές εκδηλώσεις επί τη εις άγιον ανακηρύξει του Αγίου Νικοδήμου. Τα τροπάρια των ακολουθιών είχε συντάξει ο αγιορείτης Υμνογράφος π. Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης. Το μέλος ήταν του π. Διονυσίου. Όλοι και ιδίως ο π. Γεράσιμος θαύμασαν τον τρόπο ερμηνείας των τροπαρίων και μάλιστα των δοξαστικών. «Τέτοιο ψάλσιμο δεν είχα ξανακούσει», διαβεβαίωνε ο π. Γεράσιμος.
H παρουσία του στις διάφορες πανηγύρεις Ι. Μονών, Σκήτεων και Κελλίων ήταν πολύ τακτική. Οπουδήποτε τον καλούσαν, πάντα πρόθυμος και καταδεκτικός. Δεν ήθελε να στενοχωρήσει αδελφό ή να μην τον εξυπηρετήσει, εφόσον μπορούσε.
Το 1979 ασθένησε βαριά. Έπρεπε να εγχειρισθεί. Ως μοναχός ζήτησε να τακτοποιήσει πρώτα τα καλογερικά του. Γύρισε στο Όρος, ετοιμάσθηκε με εξομολόγηση, Ευχέλαιο, Θ. Κοινωνία, και κατόπιν κατέβηκε στην Αθήνα για την εγχείρηση. Ήταν σοβαρή. Έμεινε 5 1/2 ώρες στο χειρουργείο. Οι γιατροί δεν τούδωσαν και πολύ χρόνο ζωής. Σε λίγους μήνες, είπαν, θα τελείωνε. Όμως έζησε άλλα δέκα και πλέον χρόνια.
Εν τω μεταξύ έγινε και περισσότερο γνωστός στο ευρύτερο κοινό των πιστών με την παρουσίασή του από διάφορες θρησκευτικές – μουσικές εκπομπές του ραδιοφώνου. Παράλληλα, με τη βοήθεια ιεροψαλτών και μουσικών ερευνητών, μαγνητοφώνησε μία σειρά από κασέτες με ποικίλα μαθήματα από την αγιορειτική παράδοση και κατά το παλαιό αυστηρό ύφος.
Εντούτοις όλα αυτά, καθώς και η εκτίμηση κληρικών, μοναχών και λαϊκών προς το πρόσωπό του, ουδεμία έπαρση του προξένησαν. Αν τον ρωτούσες, θα απαντούσε: «Δεν έχω καμιά αξίωση ούτε πρωτοψάλτης να λέγομαι, απλώς ένας ταπεινός ψάλτης, όσο μπορώ να ξελειτουργώ τον παπά στην Εκκλησία».
Το αμέσως παρακάτω περιστατικό επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Είχε κληθεί να ψάλει στον Εσπερινό μιας Πανηγύρεως. Φθάνοντας στο ναό, είδε το κεντρικό στασίδι του δεξιού χορού να το έχει καταλάβει άλλος μοναχός. Χωρίς να ζητήσει εξηγήσεις ή να δημιουργήσει πρόβλημα, κάθισε δίπλα του, τον βοήθησε στο ψάλσιμο και στο τέλος αναχώρησε ειρηνικά σαν να μη συνέβαινε τίποτε.
Χαιρόταν όταν έβλεπε νέους μοναχούς να επιδίδονται στην Βυζαντινή Μουσική προσηλωμένοι στις παλαιές παραδόσεις του Όρους. Και με κάθε προθυμία τους βοηθούσε και τους παρέδιδε ό,τι είχε παραλάβει και αυτός από τους παλαιούς.
Τέλη του 1989 και αρχές του 1990 η ασθένειά του επανεμφανίσθηκε, εντονότερη αυτή τη φορά. Νοσηλεύθηκε αρχικά στην Καβάλα και κατόπιν στην Αθήνα. Πριν εγχειρισθεί και πάλι επέστρεψε στο Όρος, αν και σε κακά χάλια, να ετοιμασθεί όσο το δυνατόν καλύτερα. Εξομολόγηση στον Πνευματικό του, Ευχέλαιο και τακτική Θ. Κοινωνία ήταν τα απαραίτητα εφόδια. Είχε καρεί και μεγαλόσχημος πριν μερικά χρόνια. Τακτοποίησε τυχόν εκκρεμότητες προς τους αδελφούς του από το παρελθόν και μετά κατέβηκε στην Αθήνα.
Εκεί διαπιστώθηκε η ραγδαία εξάπλωση του καρκίνου σ’ όλον του τον οργανισμό. Κατάλαβε και ο ίδιος την κατάστασή του και ζήτησε επίμονα να επιστρέψει στον Άθωνα, να αφήσει την τελευταία του πνοή στο Κελλί του, όπου είχε κάνει υπομονή 70 χρόνια.
Εδώ τώρα υπομένει την βάσανο του σώματος που προκαλεί η ασθένεια. Δέχεται γνωστούς του αδελφούς και πατέρες που τον επισκέπτονται και τους αποχαιρετά.
Την προηγουμένη της κοιμήσεώς του δεν δέχεται να λάβει καμία τροφή, ούτε την συσκευή οξυγόνου προς ανακούφιση της δύσπνοιάς του, ούτε δέχεται επισκέψεις. Μένει μόνος, συγκεντρωμένος στον εαυτό του. Ξημερώνοντας η επομένη ημέρα, ήσυχα και ειρηνικά παραδίδει το πνεύμα του εις χείρας Θεού.
Ήταν ημέρα παραμονή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, προπαραμονή της Κυριακής των Βαΐων, και ο π. Διονύσιος μετέβαινε στο αναλόγιο των άνω, να ψάλλει το ερχόμενον πάθος του Κυρίου και το Πάσχα.
Από το περιοδικό “Ο ΟΣΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ”, Έκδ. Ι. Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, τ. 15-16 (1990-1), σελ. 84 (αποσπάσματα).
https://www.koinoniaorthodoxias.org/gerontes/diak-dionisios-firfiris/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου