O Doctor Angelicus συναντά
τον Κάλλιστο Αγγελικούδη.
τον Κάλλιστο Αγγελικούδη.
Ο Κάλλιστος Αγγελικούδης αναλύει και σχολιάζει
το κατά των Ελλήνων βιβλίο του Θωμά Ακινάτη
244. Γιατί λέει αλλού ο ίδιος˙ « είναι ανάγκη να γνωρίζη τα άλλα, όχι και να τα θέλη ο Θεός ». Αν γνωρίζη λοιπόν κάτι, το οποίο δεν θέλει, είναι άλλο απ’ τη θεία θέληση η θεία γνώση ˙ κι αν είναι και τα δυό αυτά ουσία, υπάρχει άρα διφυής ουσία και σύνθεση στον Θεό, το χείριστο της ατοπίας. Και επειδή νομίζει, μάλλον, όλα όσα αναφέρονται ( λεγόμενα ) στον Θεό σφαλερώτατα ουσία του Θεού ο Θωμάς, και πως διαφέρουν μετά αναμεταξύ τους, νομίζει ολοφάνερα σύνθετο, ως άθεος, από πάρα πολλές ουσίες τον Θεό. « Είναι η ουσία του το νοείν (το ότι νοεί...) του Θεού ». Κι ακόμα˙ « συνεπάγεται απ’ το ότι είναι νοών ο Θεός, πως είναι και το νοείν σ’ αυτόν η ουσία του, γιατί είναι ενέργεια τού νοούντος, που υπάρχει σ’ αυτόν, το νοείν ». Βλέπετε, πώς νομίζει το όν κι αυτό που υπάρχει σ’ αυτό ( το ον και το εν αυτώ ) με ελληνικό τρόπο ουσία ; Και λέει ακόμα πιο φανερά˙ « είναι η θεία ουσία αυτό που υπάρχει στον Θεό. Είναι η θεία ουσία και το θείο είναι, κι ο ίδιος ο Θεός άρα το νοείν του Θεού˙ γιατί είναι η ουσία του και το είναι του ο Θεός ».
245. Κι ακόμα˙ « είναι η ουσία του η γνώση του Θεού ». Και λέει, μεταστρεφόμενος˙ « δεν μπορεί να υπάρχη παρά φυσική γνώση στον Θεό ». Πώς ταυτίζεται λοιπόν η ουσία με τα φυσικά ; γιατί το μέν προτάσσεται στον ενικό, η θεία φύση, τα δε στον πληθυντικό, τα φυσικά˙ και υπάρχει (εστί) μεν η ουσία, υπάρχουν δε στην ουσία τα φυσικά. Είναι ψέμμα άρα το να νομίζης πως ταυτίζεται με τα ενυπάρχοντα σ’ αυτήν φυσικά η ουσία, όπως (το...) λέει κι ο ίδιος˙ « Είναι ενέργεια του νοούντος Θεού, που υπάρχει σ’ αυτόν, το νοείν »˙ κι αν είναι ενέργεια, είναι φανερό, ότι είναι διαφορετικό απ’ την ουσία, όπως ήδη αποδείξαμε. Είναι ψέμμα άρα το να νομίζης πως είναι η γνώση του Θεού η ουσία του.
246. « Είναι η ουσία του Θεού η θεία δύναμη ». Κι ακόμα˙ « όπως ακριβώς διακρίνεται ( οροθετείται … ) με τη δική της δύναμη σε ένα η φύση, έτσι διακρίνεται (οροθετείται…) με τη δική της σοφία σε ένα και η θέληση ». Κι αν ισχύουν αυτά, είναι διαφορετικό η θεία σοφία, που οροθετεί τη θέληση, και διαφορετικό η θεία δύναμη, που οροθετεί τη φύση˙ κι είναι απλώς διαφορετικά αναμεταξύ τους η θεία φύση και η θεία δύναμή της και η θεία θέληση και η σοφία, όπως το ον και τα προσόντα. Κι αν ταυτίζονται όλα αυτά με την ουσία του Θεού, έχει συσταθή από πολλά διαφορετικά η ουσία και είναι πράγμα αναγκαστικά σύνθετο, που είναι βέβαια κάτι εξαιρετικά ανόητο και αιρετικό.
247. Κι ακόμα˙ « είναι ιδιαίτερο αντικείμενο της θελήσεως » λέει « το αγαθό και το τέλος ». Και μετά˙ « δεν υφίστανται σε έναν βαθμό αγαθότητας όλα τα κτίσματα ». Κι ακόμα˙ « συνίσταται εν τάξει το αγαθό». Κι ακόμα˙ « είναι αιτιατό μετέχοντας στη θεία ομοιότητα κάθε αγαθό ». Αν εκχέεται δε έτσι σε όλα η θεία αγαθότητα, που δεν υφίστανται σε έναν βαθμό αγαθότητας, αλλά συνίστανται εν τάξει, φαίνεται ολοφάνερα το περισσότερο και το λιγότερο στη μετοχή τής αγαθότητας και δεν θα ταυτίζεται με τη θεία ουσία η αγαθότητα. Θα εκβάλη θρήνο λοιπόν ο Θωμάς, που θεωρώντας αδιαίρετη τη θεία ουσία, τα διακηρύττει μετά αυτά για τη θεία αγαθότητα, κι αφού τής απέδωσε το περισσότερο και λιγότερο, λέει πως είναι η θεία ουσία η αγαθότητά της και διαβεβαιώνει τομή και διαίρεση ενάντια στη θεία ουσία.
248. « Είναι μιά ενέργεια του Θεού το να θέλη. Είναι αναγκαίο λοιπόν να θέλη σύμφωνα με τη δική του ουσία ο Θεός˙ είναι λοιπόν η ουσία του η θέλησή του ». Κι αυτός που κακώς τα λέει αυτά, κακώς και τα αναιρεί˙ « ανήκει ( εστί ) στην τελειότητα της θείας φύσης το να έχη και βούληση». « Είναι ανάγκη λοιπόν να υπάρχουν δυό θελήσεις στον Χριστό ». Κι ακόμα˙ « είναι άλλη και άλλη η θέληση και η ενέργεια της θείας και ανθρώπινης φύσης στον Χριστό ». Κι ακόμα˙ « φανερώνεται καθαρά απ΄τις παραδόσεις της Γραφής πως υπάρχουν δυό θελήσεις στον Χριστό˙ γιατί λέει ο Ίδιος˙ ‘ καταβέβηκα εκ του ουρανού, ουκ ίνα ποιώ το θέλημα το εμόν, αλλά το θέλημα του πέμψαντός με Πατρός ’ ( Ιωαν. στ΄38 ). Κι είναι φανερό, ότι υπήρχε σ’ αυτόν και θέληση που ήταν δική του και του Πατέρα˙ γιατί όπως ακριβώς υπάρχει μιά φύση του Πατέρα και του Υιού, έτσι και μιά θέληση. Και είναι το ίδιο φανερό και στις ενέργειες˙ γιατί υπήρχε και μιά οικεία ( ιδιαίτερη..) και σ΄αυτόν τον ίδιον και στον Πατέρα ενέργεια. Γιατί λέει ο ΄Ιδιος˙ ‘ όσα ποιεί ο Πατήρ, ταύτα και ο Υιός ομοίως ποιεί ’ » ( Ιωάν. ε΄19 ).
249. Κι ακόμα˙ « είναι ανάγκη να έχουν και την ίδια φύση αυτοί που έχουν την ίδια ενέργεια. Και είναι ίδια η ενέργεια του Υιού και του αγίου Πνεύματος˙ είναι άρα ίδια και η φύση τους ». Αν υπάρχουν λοιπόν και ουσία και δύναμη και θέληση και ενέργεια στον Πατέρα και τον Υιό και το άγιο Πνεύμα, και φανερώνουν αυτά τη θεία ουσία, πώς δεν είναι ολοφάνερα διαφορετικό η θεία ουσία και διαφορετικό αυτά; Ψεύδεται άρα και παραφρονεί ο Θωμάς, που λέει˙ « είναι ουσία του κάθε τι, που υπάρχει στην ουσία του Θεού ». Γιατί αν ίσχυε αυτό, είναι ψεύτικη η ρήση που λέει˙ έχουν αναγκαίως και την ίδια φύση αυτά που έχουν την ίδιαν ενέργεια ».
250. Και γίνεται φανερό το ότι είναι διαφορετικό η θεία ενέργεια και διαφορετικό η θεία φύση, απ’ το ότι δεν μπορείς να τοποθετήσης τη φύση όπου η ενέργεια, ώστε να πης˙ είναι αναγκαίο να έχουν και την ίδια φύση αυτά που έχουν την ίδια ενέργεια. Κι αν είναι άτοπο να το πης αυτό, είναι διαφορετικό η θεία ενέργεια και άλλο η φύση. Γι’ αυτό και είναι επιπόλαιο να πης˙ είναι αναγκαίο να έχουν και την ίδια φύση αυτά που έχουν την ίδια ενέργεια, και πως είναι αναγκαίο να έχουν και την ίδια φύση κι αυτά που έχουν την ίδια θέληση κι αυτά που έχουν την ίδια δύναμη κι αυτά που έχουν την ίδια γνώση κι αυτά που έχουν την ίδια σοφία και καθ’ εξής τα άλλα που ενυπάρχουν στον Θεό.
251. « Ταυτίζεται στον Θεό το να είναι και να είναι αληθινός και να ζή και να είναι σοφός και να είναι μακάριος κι ό,τι ακριβώς άλλο φαίνεται ( δοκεί ) να ταιριάζη στην αγαθότητα και τελειότητα ». Επιστρέφει πάλι στον προηγούμενο εμετό και είναι άκριτος ( αγνωμονεί ) περί τα θεία, νομίζοντας αθέμιτα πως ταυτίζεται το ον, δηλαδή η ουσία του Θεού και όσα προσυπάρχουν ή ενυπάρχουν στην ουσία του Θεού, με την ουσία του. Αλλ’ ας τον ντροπιάσουν τα λόγια του, που λέει˙ « δεν αντιτίθεται στη θεία απλότητα, αν αναφέρονται ( λέγονται ) περισσότερες σχέσεις γι’ αυτόν, αν και δεν φανερώνουν την ουσία του », « μπορείς να συναντάς κάθε τελειότητα της κτίσης στον Θεό », « όπως είναι ακριβώς η αγαθότητα, η σοφία, το είναι και τα τοιαύτα ».
252. Κι ακόμα˙ « έτσι είπαμε πως απονέμονται όλες οι τελειότητες, που συναντώνται στα άλλα πράγματα, στον Θεό, όπως ακριβώς συναντώνται τα αποτελέσματα στις ίδιες τους τις αιτίες, όπως ακριβώς στον ήλιο η θέρμη ». Πώς ταυτίζεται λοιπόν η θεία ουσία με όσα ενυπάρχουν σ’ αυτήν; γιατί δεν ταυτίζεται και η θέρμη στον ήλιο με τον ήλιο, όπως ακριβώς πάλι λέει˙ « αν και δεν φανερώνουν τα ονόματα που αναφέρονται στον Θεό το ίδιο πράγμα, δεν είναι όμως πολυώνυμα , επειδή δεν φανερώνουν τον ίδιον λόγο ». Πώς θα ταυτιστούν λοιπόν αυτά που δεν φανερώνουν τον ίδιον λόγο και συναντώνται στη θεία ουσία, με τη θεία ουσία ; Γιατί αν το παραδώσης αυτό, θα αποδώσης πολλούς λόγους στην ουσία˙ και θα είναι σύμφωνα μ’ αυτό αναγκαστικά σύνθετη και πολυσύνθετη και η θεία ουσία. Γιατί λες πως αυτά που δεν έχουν τον ίδιον λόγο και είναι πολλά, ότι είναι ουσία του Θεού, πράγμα ακριβώς άτοπο και αιρετικό.
253. Όταν λέη ο Θωμάς πως «δεν μπορεί να περιλάβη τη θεία δύναμη, που είναι άπειρη, κανένας κτιστός νους, όπως ακριβώς ούτε και την ουσία του », δεν διακρίνει άρα τη θεία δύναμη απ’ τη θεία ουσία, που ενυπάρχει στη θεία ουσία και είναι τελειότητά της, και μαρτυρείται εμφανώς απ’ τη θεία ενέργεια ; όπως ακριβώς αποδείχθηκαν λοιπόν κάποιες προαναφερθείσες τελειότητες διαφορετικές απ΄την ουσία, έτσι βέβαια και η θεία δύναμη, που είναι τελειότητα της θείας ουσίας˙ και είναι διαφορετικές οπωσδήποτε και οι άλλες όλες καθεξής τελειότητες, όπως ομολογεί και ο Θωμάς, όταν έρθη στον εαυτό του, όπως το έχουμε ήδη εκφράσει σαφώς.
254. Λέει, ως αναίσθητος και παραπαίοντας ο Θωμάς˙ « έχει γεννητική δύναμη για να γεννά ο Πατήρ ». Κι ακόμα˙ « είναι ανάγκη να υπάρχη δύναμη στον Θεό για να γεννά, όπως ακριβώς και δύναμη για να νοή τον εαυτό του ». Και λέει, έχοντας ξεχάσει γρήγορα τα ίδια του τα λόγια κι ερχόμενος στον εαυτό του˙ « δεν έχει καμμιά δύναμη ο Πατέρας, που δεν την έχει ο Υιός ». Είναι άρα κάποιου υγιούς οι προτάσεις αυτές ; γιατί σε ποιά βλάσφημα προσκρούει! Γιατί αν δεν έχη καμμιά δύναμη ο Πατήρ, που δεν την έχει ο Υιός, κι έχει δύναμη στο να γεννά ο Πατήρ, θα την έχη αυτήν κι ο Υιός. Αλλ’ είναι βέβαια άτοπο και ασεβές αυτό.
255. Γιατί θα έχη αναγκαστικά άλλον Υιό δικό του ο Υιός του Θεού. Γιατί όπως έχει ακριβώς γεννήσει, σύμφωνα με τον Θωμά, έχοντας δύναμη γεννητική ο Πατέρας τον Υιό, έτσι θα γεννήση , έχοντας αυτή τη δύναμη τη γεννητική, αναγκαστικά κι ο Υιός Υιό. Κι αν δεν έχη γεννήσει Υιό, είναι φανερό, πως δεν έχει ούτε και γεννητική δύναμη, γιατί δεν έχει στερηθή καμμιά δύναμη την ενέργεια˙ κι αυτή η γεννητική δύναμη, την οποία έχει ο Πατέρας και δεν έχει ο Υιός, κάνει – αλλίμονο στην πλάνη – να έχη άλλην ουσία ο Πατέρας και διαφορετική ο Υιός. Γιατί αυτά που δεν έχουν την ίδια δύναμη, αυτά δεν έχουν και την ίδια ουσία.
256. Αλλ’ είναι φανερό, ότι δεν είναι δύναμη της φύσης το να γεννάς, όπως ακριβώς ούτε το να εκπορεύης, είναι δε προσωπική ιδιότητα κι έτσι ομολογείται απ’ τους ευσεβείς. Γιατί αν ανάγη κάποιος σε δύναμη φυσική το να γεννάς, ανάγει βέβαια και το να εκπορεύης, και θα συμπεράνη έτσι πως είναι διαφορετική η φύση του Πατέρα απ’ τον Υιό και το Πνεύμα, και θα τοποθετήση πιο χαμηλά το Πνεύμα, που δεν έχει ούτε δύναμη στο να γεννά, ούτε βέβαια στο να εκπορεύη. Αλλ’ είναι τα παραληρήματα της κακοδοξίας του Ευνόμιου και του ΄Αρειου και του Μακεδόνιου αυτά. Γιατί είναι αδιαίρετη, με μιά φύση και δύναμη και ενέργεια, η Αγία Τριάδα.
257. Και πώς δεν αντιλαμβάνεται αυτό που λέει, ότι δεν έχει καμμιά δύναμη ο Πατέρας, που δεν την έχει ο Υιός ; γιατί με το να πή «καμμιά», φανέρωσε πολλές. Αν είναι πολυδύναμος λοιπόν ο Θεός, θα έχη και διαφορετικές αυτές τις δυνάμεις. Γιατί ανάγονται σε αριθμό οι πολλές, και εισάγει ομολογουμένως διαφορά ο αριθμός. Αν είναι λοιπόν σύμφωνα μ’ αυτόν, αυτό που έχει ο Θεός ουσία του Θεού, θα είναι κι οι πολλές και διαφορετικές αυτές δυνάμεις, που έχει ο Θεός, ουσία του και θα είναι σύνθετη από πολλά και διαφορετικά η ουσία του Θεού, που είναι ακριβώς υπερβολή μανίας και ασέβειας να το νομίζης . Δεν ταυτίζονται άρα με την ουσία του οι δυνάμεις του Θεού, αλλ’ είναι κατά κάποιον τρόπο διαφορετικές.
Συνεχίζεται
ΣΧΟΛΙΟ: Σ' αυτές τίς λίγες παραγράφους, εάν προσέξουμε, αναιρούνται όλες οι θεο-λογικές πλάνες τού Ζηζιουλα καί τού Γιανναρά, ακόμη καί η ψευδο-θεολογία τών σχέσεων, η οποία κατάγεται από τόν Αυγουστίνο καί υιοθετείται από τόν Ακινάτη. Ακόμη καί η διάσημη αριστοτελική αιτιώδης αρχή.
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου