ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ ΠΕΜΠΤΗ, 30 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2010
FLORENSKIJ-Φλωρενσκι
Η απάντηση λοιπόν στην ερώτηση κλειδι, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ιδίου του Φλωρένσκι, γύρω απο την οποία γυρίζει ολόκληρο το οικοδόμημα του βιβλίου «Ο Στύλος και η βάση της αλήθειας», δηλ. «Πώς είναι δυνατή η νόηση;»[Αυτή είναι σήμερα καί η προβληματική τού Γιανναρά] Διαμορφώνεται σε αυτό το σημείο ώς εξής: « Η νόηση ή το νόημα δέν είναι δυνατά καθ’εαυτά αλλά μόνον μέσω του αντικειμένου τής σκέψεως τους, και μόνον όταν διαθέτει σαν αντικείμενο σκέψης ένα αντικείμενο στο οποίο συνέρχονται οι δύο νόμοι, αντιφατικοί μεταξύ τους και προς την λειτουργία της σκέψης, δηλ. οι νόμοι της ταυτότητος και της επαρκούς νοήσεως. Με άλλα λόγια είναι δυνατή η σκέψη μόνον σε ένα στοχασμό στον οποίο και οι δύο βάσεις του συλλογισμού, δηλ. οι αρχές του πεπερασμένου και του απείρου, γίνονται μία μόνο αρχή. Η νόηση είναι δυνατή όταν λόγω της φύσεως του αντικειμένου της η αυτοταυτότης του συλλογισμού είναι ταυτόχρονα και η ετερότης του, και αντιστρόφως όταν η ετερότης του είναι ταυτοχρόνως και η αυτοταυτότης του. Είναι δυνατή δηλαδή όταν η περατότης η οποία σκέφτεται είναι άπειρη και αντιστρόφως. Η νόηση είναι δυνατή μόνον εφόσον δίνεται η απόλυτη απειρία του παρόντος. Αυτή η απειρία είναι το αντικείμενο της σκέψεως που την καθιστά δυνατή, η τρισυπόστατη ενότης. Η τρισυπόστατη ενότης είναι το αντικείμενο όλης της θεολογίας, το θέμα όλης της λειτουργικής λατρείας και τέλος ο νόμος όλης της ζωής. Είναι επίσης και η ρίζα της σκέψεως. Ο συλλογισμός είναι δυνατός επειδή υπάρχει το τριλαμπές φώς, και διότι ζεί απο το φώς του Κυρίου».
Η τριαδική θεμελίωση της αλήθειας σιγουρεύει μια θεωρητική και πνευματική πληρότητα σε μια σκέψη που είναι αντικειμενικώς σύνθετη, μιας σπάνιας στοχαστικής εμβαθύνσεως και πνευματοφόρας δυνάμεως. Η σκέψη του Φλωρένσκι έχει ώς εξής: Η αλήθεια διαλογίζεται τον εαυτό της δια μέσου του εαυτού της και στον εαυτό της και κάθε στιγμή αυτής της απολύτου πράξεως είναι απόλυτη, είναι η αλήθεια.
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΥΤΟΣΤΟΧΑΣΜΟΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ ΣΤΟΝ ΤΡΙΤΟ: ΠΑΤΗΡ, ΥΙΟΣ, ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ.
Αυτός είναι ο μεταφυσικός ορισμός της ουσίας, τού αυτοαποδεικνυούμενου υποκειμένου, το οποίο όπως φαίνεται είναι μια ουσιώδης σχέση. Το υποκείμενο της αληθείας είναι μια σχέση τριών αλλά σχέση-ουσία. Το υποκείμενο της αληθείας είναι η σχέση των τριών. Και καθώς η συγκεκριμένη σχέση, είναι ένα άπειρο σύστημα πράξεων, ζωτικών ενεργημάτων, στην περίπτωση μας είναι ένα άπειρο σύστημα ενεργειών οι οποίες συντίθενται σε ενότητα (ή διαφορετικά μια άπειρη ενέργεια). Μπορούμε να δηλώσουμε πώς η ουσία της αλήθειας είναι η άπειρη ενέργεια των τριών στην ενότητα τους. Τί είναι όμως καθένα απο τα τρία, όσον αφορά την άπειρη ενέργεια-ουσία; Δέν είναι πραγματικά ολόκληρο το υποκείμενο και απο την άλλη είναι ακριβώς πραγματικό μόνον αυτό στο οποίο είναι ολόκληρο το υποκείμενο. Για να προχωρήσουμε στις απαραίτητες διευκρινίσεις, θα ονομάσουμε το «δέν είναι» υπόσταση και θα ονομάσουμε το «είναι ακριβώς» με τον όρο ουσία καταλήγωντας πώς η αλήθεια είναι μια ουσία σε τρείς υποστάσεις»
Αυτός ο ορισμός βάζει τις προυποθέσεις για ένα ξεκαθάρισμα του ζητήματος τής σχέσης που υπάρχει ανάμεσα στους δύο όρους: υπόστασις και ουσία, και πραγματικά ο Φλωρένσκι διευκρινίζει: "Στέκονται το ένα ώς προς το άλλο όπως το αντικείμενο στην εικόνα του στον καθρέφτη, όπως το ένα χέρι στο άλλο. Σε αυτές τις περιπτώσεις συλλαμβάνουμε την διαφορά του ενός αντικειμένου απο το άλλο, αλλά στο επίπεδο της λογικής δέν μπορούμε να ορίσουμε παρα μόνον το ένα με την βοήθεια τού άλλου". Στην αντίληψη τα πράγματα είναι διαφορετικά, αλλά όταν αναρωτώμεθα σε τί πράγμα ακριβώς διαφέρουν δέν μπορούμε παρα να θεωρήσουμε ταυτόσημο το διαφορετικό, είμαστε υποχρεωμένοι έστω και τυπικώς να αναγνωρίσουμε την ταυτότητα. Εάν απο απόψεως ονομαστικής, τυπικής, η λέξη υπόσταση ξεχώρισε καταρχάς απο τη λέξη ουσία, απο την άποψη του περιεχομένου και της λογικής σημασίας της, παραμένει ίση με την ουσία. Το μεγαλείο των Πατέρων της Νίκαιας αποκαλύπτεται στο γεγονός ότι τόλμησαν να χρησιμοποιήσουν μια έκφραση ταυτόσημη εντελώς στη σημασία της, υπερβαίνοντας τοιουτοτρόπως με την πίστη, την λογική, και ακριβώς λόγω της θαρραλέας εμπνεύσεως κατόρθωσαν να εκφράσουν το άρρητο μυστήριο της Τριαδικότητος. Προκύπτει λοιπόν πώς κάθε προσπάθεια να περιορίσουμε την ουσία και την υπόσταση, δίνοντας σε κάθε όρο μια αυτόνομη λογική θέση, κατανάγκην θα μας οδηγήσει στην εκλογίκευση του δόγματος, δηλ. να διαχωρίσουμε το αχώριστο, στην αίρεση του Τριθεϊσμού.
Η Τριάδα λοιπόν αποτελείται από τρία πρόσωπα, τά οποία μοιράζονται συμμετέχοντας τήν ίδια καί μοναδική ουσία, τό ίδιο καί μοναδικό είναι. Ο μοναδικός όρος πού εκφράζει σωστά, τό άρρητο Μυστήριο τής Τριάδος, είναι κατά τόν Φλωρένσκι ό όρος ομοούσιος, γύρω από τόν οποίο καί γιά τόν οποίο δόθηκαν όλες οι τριαδολογικές μάχες. Αυτός ό όρος επιλέχθηκε από τούς Πατέρες τής Νίκαιας σάν αντίθεση στόν όρο ομοιούσιος, γιά νά εκφραστεί τό ταυτόχρονο τής πραγματικής ενότητος καί διαφορετικότητος τών τριών θείων προσώπων. Ό όρος ομοούσιος εκφράζει ακριβώς τήν πραγματική ενότητα (καί όχι απλώς τήν ονομαστική) τού Πατρός καί τού Υϊού καί τού Αγίου Πνεύματος, αλλά ταυτοχρόνως αποκαλύπτει πώς κάθε μία απο τίς τρείς υποστάσεις είναι η προσωπική ουσία, μέ τήν έννοια πώς, παρότι κάθε υπόσταση είναι αχώριστη από τίς άλλες δύο, δέν μπερδεύονται κάι παραμένουν διακεκριμένες μεταξύ τους. Όταν όμως μιλούμε γιά ομοιούσιο διατρέχουμε τόν κίνδυνο νά κοιτάξουμε καί νά σκεφτούμε τόν κόσμο τών πραγμάτων, αντί γιά ΄κείνον τών προσώπων ή νά χρησιμοποιήσουμε γιά τά πρόσωπα χαρακτηριστικά απλώς εξωτερικά καί ανούσια, όπως τό χρώμα τών ματιών καί οι γραμμές τού προσώπου καί όχι τήν εσωτερική τους ενότητα, τόν πιό μυστικό καί βαθύ πυρήνα σέ σχέση μέ τόν οποίο τά πρόσωπα μπορούν νά είναι μόνο ίδια ή διαφορετικά, αλλά ποτέ όμοια ή ανάλογα, όπως συμβαίνει μέ τά πράγματα.
Εάν αυτό είναι αλήθεια γιά τά πρόσωπα γενικώς τόσο πιό πολύ πρέπει νά είναι αλήθεια γιά τά πρόσωπα τής Τριάδος : διότι νά εκλάβουμε τά θεία πρόσωπα τό ένα όμοιο στό άλλο, χωρίς νά είναι δεμένα από τήν ουσιώδη ταυτότητα, παρόλη τήν διάκρισή τους, η οποία εκφράζεται μέ τόν όρο ομοούσιος, θά σήμαινε νά μειώσουμε τήν Τριάδα σέ πραγματικότητα τών απλών πραγμάτων καί όχι τών προσώπων ή έστω νά μιλάμε γιά μιά απλή εξωτερική ομοιότητα τών προσώπων πού τήν αποτελούν.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
FLORENSKIJ-Φλωρενσκι
Η απάντηση λοιπόν στην ερώτηση κλειδι, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ιδίου του Φλωρένσκι, γύρω απο την οποία γυρίζει ολόκληρο το οικοδόμημα του βιβλίου «Ο Στύλος και η βάση της αλήθειας», δηλ. «Πώς είναι δυνατή η νόηση;»[Αυτή είναι σήμερα καί η προβληματική τού Γιανναρά] Διαμορφώνεται σε αυτό το σημείο ώς εξής: « Η νόηση ή το νόημα δέν είναι δυνατά καθ’εαυτά αλλά μόνον μέσω του αντικειμένου τής σκέψεως τους, και μόνον όταν διαθέτει σαν αντικείμενο σκέψης ένα αντικείμενο στο οποίο συνέρχονται οι δύο νόμοι, αντιφατικοί μεταξύ τους και προς την λειτουργία της σκέψης, δηλ. οι νόμοι της ταυτότητος και της επαρκούς νοήσεως. Με άλλα λόγια είναι δυνατή η σκέψη μόνον σε ένα στοχασμό στον οποίο και οι δύο βάσεις του συλλογισμού, δηλ. οι αρχές του πεπερασμένου και του απείρου, γίνονται μία μόνο αρχή. Η νόηση είναι δυνατή όταν λόγω της φύσεως του αντικειμένου της η αυτοταυτότης του συλλογισμού είναι ταυτόχρονα και η ετερότης του, και αντιστρόφως όταν η ετερότης του είναι ταυτοχρόνως και η αυτοταυτότης του. Είναι δυνατή δηλαδή όταν η περατότης η οποία σκέφτεται είναι άπειρη και αντιστρόφως. Η νόηση είναι δυνατή μόνον εφόσον δίνεται η απόλυτη απειρία του παρόντος. Αυτή η απειρία είναι το αντικείμενο της σκέψεως που την καθιστά δυνατή, η τρισυπόστατη ενότης. Η τρισυπόστατη ενότης είναι το αντικείμενο όλης της θεολογίας, το θέμα όλης της λειτουργικής λατρείας και τέλος ο νόμος όλης της ζωής. Είναι επίσης και η ρίζα της σκέψεως. Ο συλλογισμός είναι δυνατός επειδή υπάρχει το τριλαμπές φώς, και διότι ζεί απο το φώς του Κυρίου».
Η τριαδική θεμελίωση της αλήθειας σιγουρεύει μια θεωρητική και πνευματική πληρότητα σε μια σκέψη που είναι αντικειμενικώς σύνθετη, μιας σπάνιας στοχαστικής εμβαθύνσεως και πνευματοφόρας δυνάμεως. Η σκέψη του Φλωρένσκι έχει ώς εξής: Η αλήθεια διαλογίζεται τον εαυτό της δια μέσου του εαυτού της και στον εαυτό της και κάθε στιγμή αυτής της απολύτου πράξεως είναι απόλυτη, είναι η αλήθεια.
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΥΤΟΣΤΟΧΑΣΜΟΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ ΣΤΟΝ ΤΡΙΤΟ: ΠΑΤΗΡ, ΥΙΟΣ, ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ.
Αυτός είναι ο μεταφυσικός ορισμός της ουσίας, τού αυτοαποδεικνυούμενου υποκειμένου, το οποίο όπως φαίνεται είναι μια ουσιώδης σχέση. Το υποκείμενο της αληθείας είναι μια σχέση τριών αλλά σχέση-ουσία. Το υποκείμενο της αληθείας είναι η σχέση των τριών. Και καθώς η συγκεκριμένη σχέση, είναι ένα άπειρο σύστημα πράξεων, ζωτικών ενεργημάτων, στην περίπτωση μας είναι ένα άπειρο σύστημα ενεργειών οι οποίες συντίθενται σε ενότητα (ή διαφορετικά μια άπειρη ενέργεια). Μπορούμε να δηλώσουμε πώς η ουσία της αλήθειας είναι η άπειρη ενέργεια των τριών στην ενότητα τους. Τί είναι όμως καθένα απο τα τρία, όσον αφορά την άπειρη ενέργεια-ουσία; Δέν είναι πραγματικά ολόκληρο το υποκείμενο και απο την άλλη είναι ακριβώς πραγματικό μόνον αυτό στο οποίο είναι ολόκληρο το υποκείμενο. Για να προχωρήσουμε στις απαραίτητες διευκρινίσεις, θα ονομάσουμε το «δέν είναι» υπόσταση και θα ονομάσουμε το «είναι ακριβώς» με τον όρο ουσία καταλήγωντας πώς η αλήθεια είναι μια ουσία σε τρείς υποστάσεις»
Αυτός ο ορισμός βάζει τις προυποθέσεις για ένα ξεκαθάρισμα του ζητήματος τής σχέσης που υπάρχει ανάμεσα στους δύο όρους: υπόστασις και ουσία, και πραγματικά ο Φλωρένσκι διευκρινίζει: "Στέκονται το ένα ώς προς το άλλο όπως το αντικείμενο στην εικόνα του στον καθρέφτη, όπως το ένα χέρι στο άλλο. Σε αυτές τις περιπτώσεις συλλαμβάνουμε την διαφορά του ενός αντικειμένου απο το άλλο, αλλά στο επίπεδο της λογικής δέν μπορούμε να ορίσουμε παρα μόνον το ένα με την βοήθεια τού άλλου". Στην αντίληψη τα πράγματα είναι διαφορετικά, αλλά όταν αναρωτώμεθα σε τί πράγμα ακριβώς διαφέρουν δέν μπορούμε παρα να θεωρήσουμε ταυτόσημο το διαφορετικό, είμαστε υποχρεωμένοι έστω και τυπικώς να αναγνωρίσουμε την ταυτότητα. Εάν απο απόψεως ονομαστικής, τυπικής, η λέξη υπόσταση ξεχώρισε καταρχάς απο τη λέξη ουσία, απο την άποψη του περιεχομένου και της λογικής σημασίας της, παραμένει ίση με την ουσία. Το μεγαλείο των Πατέρων της Νίκαιας αποκαλύπτεται στο γεγονός ότι τόλμησαν να χρησιμοποιήσουν μια έκφραση ταυτόσημη εντελώς στη σημασία της, υπερβαίνοντας τοιουτοτρόπως με την πίστη, την λογική, και ακριβώς λόγω της θαρραλέας εμπνεύσεως κατόρθωσαν να εκφράσουν το άρρητο μυστήριο της Τριαδικότητος. Προκύπτει λοιπόν πώς κάθε προσπάθεια να περιορίσουμε την ουσία και την υπόσταση, δίνοντας σε κάθε όρο μια αυτόνομη λογική θέση, κατανάγκην θα μας οδηγήσει στην εκλογίκευση του δόγματος, δηλ. να διαχωρίσουμε το αχώριστο, στην αίρεση του Τριθεϊσμού.
Η Τριάδα λοιπόν αποτελείται από τρία πρόσωπα, τά οποία μοιράζονται συμμετέχοντας τήν ίδια καί μοναδική ουσία, τό ίδιο καί μοναδικό είναι. Ο μοναδικός όρος πού εκφράζει σωστά, τό άρρητο Μυστήριο τής Τριάδος, είναι κατά τόν Φλωρένσκι ό όρος ομοούσιος, γύρω από τόν οποίο καί γιά τόν οποίο δόθηκαν όλες οι τριαδολογικές μάχες. Αυτός ό όρος επιλέχθηκε από τούς Πατέρες τής Νίκαιας σάν αντίθεση στόν όρο ομοιούσιος, γιά νά εκφραστεί τό ταυτόχρονο τής πραγματικής ενότητος καί διαφορετικότητος τών τριών θείων προσώπων. Ό όρος ομοούσιος εκφράζει ακριβώς τήν πραγματική ενότητα (καί όχι απλώς τήν ονομαστική) τού Πατρός καί τού Υϊού καί τού Αγίου Πνεύματος, αλλά ταυτοχρόνως αποκαλύπτει πώς κάθε μία απο τίς τρείς υποστάσεις είναι η προσωπική ουσία, μέ τήν έννοια πώς, παρότι κάθε υπόσταση είναι αχώριστη από τίς άλλες δύο, δέν μπερδεύονται κάι παραμένουν διακεκριμένες μεταξύ τους. Όταν όμως μιλούμε γιά ομοιούσιο διατρέχουμε τόν κίνδυνο νά κοιτάξουμε καί νά σκεφτούμε τόν κόσμο τών πραγμάτων, αντί γιά ΄κείνον τών προσώπων ή νά χρησιμοποιήσουμε γιά τά πρόσωπα χαρακτηριστικά απλώς εξωτερικά καί ανούσια, όπως τό χρώμα τών ματιών καί οι γραμμές τού προσώπου καί όχι τήν εσωτερική τους ενότητα, τόν πιό μυστικό καί βαθύ πυρήνα σέ σχέση μέ τόν οποίο τά πρόσωπα μπορούν νά είναι μόνο ίδια ή διαφορετικά, αλλά ποτέ όμοια ή ανάλογα, όπως συμβαίνει μέ τά πράγματα.
Εάν αυτό είναι αλήθεια γιά τά πρόσωπα γενικώς τόσο πιό πολύ πρέπει νά είναι αλήθεια γιά τά πρόσωπα τής Τριάδος : διότι νά εκλάβουμε τά θεία πρόσωπα τό ένα όμοιο στό άλλο, χωρίς νά είναι δεμένα από τήν ουσιώδη ταυτότητα, παρόλη τήν διάκρισή τους, η οποία εκφράζεται μέ τόν όρο ομοούσιος, θά σήμαινε νά μειώσουμε τήν Τριάδα σέ πραγματικότητα τών απλών πραγμάτων καί όχι τών προσώπων ή έστω νά μιλάμε γιά μιά απλή εξωτερική ομοιότητα τών προσώπων πού τήν αποτελούν.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου