Αυτό που βλέπω είναι θρησκευτικές κι αντιθρησκευτικές φωνές, οι μεν να βρίζουν τις δε κι ανάποδα.
Ψυχολογικά διαβάζω πως θρήσκοι κι αντίθρησκοι παλεύουν μέσα τους με τη φωνή που πολεμάνε έξω τους. Κι οι μεν παλεύουν να πιστέψουν κι οι δε να μην πιστέψουν. Γι’ αυτό φωνάζουν ο ένας στον άλλο: αμφιβάλλουν πρώτα οι ίδιοι γι’ αυτά που πιστεύουν.
Θεολογικά, βρίσκομαι μπροστά σε ένα αληθινό ευαγγέλιο, όπου ρεμάλια, άνομοι και παράνομοι, χριστιανοκτόνοι και θεομάχοι, ζουν Χριστό και γίνονται άγιοι-πρότυπα, ενώ καθωσπρέπει, νομοταγείς κι ενάρετοι δε ζούνε τίποτα, δε ζει και κανένας τίποτα κοντά τους.
Για τις δύο αυτές κατηγορίες, που τελευταίως λογομαχούν μέσα από τα media (με αφορμή την σειρά του Αγίου Παϊσίου), θυμάμαι την αγαπημένη μου Σιμόνη (Η Βαρύτητα και η Χάρη) να λέει (και να απαντά) πως α) εκείνος που δεν έχει Θεό μέσα του, δε μπορεί να νιώσει την απουσία του (τέλος οι αντίθρησκοι) και β) ανάμεσα στους δύο ανθρώπους που δεν έχουν την εμπειρία του Θεού, εκείνος που τον αρνείται είναι ίσως ο πιο κοντινός του (τέλος και οι θρήσκοι).
Αυτό που λέω, μέσω Weil, είναι πως είτε έχεις την εμπειρία είτε όχι. Το όμορφο με τον Θεό και τους ανθρώπους του είναι πως μετά την εμπειρία Του, δε μιλάνε πολύ γι’ Αυτόν, αλλά μιλάνε πολύ με (μέσω) Αυτόν. Τώρα, αν ο κάθε γραμματόπληκτος πιστεύει (συγγραφέας όντας) ότι οι, π.χ., Ντοστογιέφσκι, Παπαδιαμάντης και Weil, ήταν καημένοι τύποι, ή καμμένοι εγκέφαλοι, ή (όπως ακούστηκε για τον Άγιο Παΐσιο) ψυχωτικοί ασθενείς, είναι τουλάχιστον ένα τραγικό πρόσωπο κι εύχομαι να αγαπηθεί κάποια στιγμή και να συνέλθει.
Παρόλα αυτά ας μην εξουθενώσουμε οριστικά κανέναν μέσα μας, ας έχουμε μνήμη ευαγγέλιου, μνήμη ολικής ανατροπής…
Ας διαλέξουμε τους 2 δρόμους που μας παρέχουν τα πρόσωπα της Ιστορίας κι ας μην γελάμε τον εαυτό μας:
Όποιος πιάνει ξίφος, θα χαθεί από το ξίφος. Κι όποιος δεν πιάνει ξίφος (ή το αφήνει) θα χαθεί πάνω στον σταυρό (ό.π.).
Ακόμα συντομότερα: καταπατητές ή καταπάτημα; Ιδού οι κύριοι και κυρίες, ιδού κι ο Κύριος. Ιδού εμείς, τα διψασμένα βαμπίρ, ιδού και οι Άγιοι (χόρτασαν αυτοί), που μάλλον θα αποτελέσουν και το Νο.1 κινηματογραφικό υλικό του Ελληνισμού, των επόμενων δεκαετιών.
Ας σημειωθεί πως δε βρίσκω ούτε μία τρίχα κατσαρή της Weil, στους σημερινούς επαναστάτες-διανοούμενους. Την ευχή της να ‘χουν.
Στην εικαστική πλαισίωση της σελίδας, φωτογραφία της Σιμόνης Βέιλ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου