Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2022

Ἅγιος Παΐσιος: Καπακωμένη συνείδηση

                                                     


– Γέροντα, ὅταν μοῦ λένε: «αὐτὴ ἡ ἐπιθυμία εἶναι στὸ ὑποσυνείδητο, ἀλλὰ δὲν τὸ καταλαβαίνεις», πῶς θὰ τὸ καταλάβω;

– Ἂν προσέξης, θὰ δῆς πώς, ἐνῶ λὲς ὅτι δὲν ἔχεις τίποτε, δὲν νιώθεις καὶ καλά. Γι᾿ αὐτὸ χρειάζονται ἐξετάσεις. Ὅταν ἕνας δὲν νιώθη καλά, ἔχη μιὰ σωματικὴ κατάπτωση κ.λπ., τοῦ κάνουν ἐξετάσεις μικροβιολογικές, ἀξονικὴ τομογραφία, γιὰ νὰ βροῦν ἀπὸ ποῦ προέρχεται αὐτὸ ποὺ αἰσθάνεται. Ἂν βλέπης ὅτι δὲν ἔχεις γαλήνη ἀλλὰ στενοχώρια, νὰ ξέρης ὅτι ὑπάρχει μέσα σου κάτι ἀτακτοποίητο καὶ πρέπει νὰ τὸ βρῆς, γιὰ νὰ τὸ διορθώσης. Κάνεις, ἂς ὑποθέσουμε, ἕνα σφάλμα· στενοχωριέσαι, ἀλλὰ δὲν τὸ ἐξομολογεῖσαι. Σοῦ συμβαίνει μετὰ ἕνα εὐχάριστο γεγονὸς καὶ νιώθεις χαρά. Αὐτὴ ἡ χαρὰ σκεπάζει τὴν στενοχώρια γιὰ τὸ σφάλμα σου καὶ σιγὰ-σιγὰ τὸ ξεχνᾶς· δὲν τὸ βλέπεις, ἐπειδὴ καπακώθηκε ἀπὸ τὴν χαρά.

Οἱ χαρὲς σκεπάζουν τὸ σφάλμα, τὸ πᾶνε πιὸ κάτω, πιὸ βαθιά, ἀλλὰ ἐκεῖνο ἐσωτερικὰ δουλεύει. Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νὰ σκληραίνη, γιατὶ καταπατᾶ τὴν συνείδησή του καὶ ἡ καρδιά του πιάνει σιγὰ-σιγὰ γλίτσα. Ὕστερα τὸ ταγκαλάκι ὅλα τοῦ τὰ δικαιολογεῖ: «αὐτὸ δὲν εἶναι τίποτε, ἐκεῖνο εἶναι φυσιολογικό», ἀνάπαυση ὅμως δὲν ἔχει, γιατὶ ἡ στενοχώρια δουλεύει ἀπὸ κάτω. Νιώθει μιὰ ἀνησυχία, δὲν ἔχει ἐσωτερικὴ γαλήνη. Ζῆ μὲ ἕνα συνεχὲς ἄγχος. Εἶναι βασανισμένος. Δὲν βρίσκει τί φταίει, γιατὶ τὰ σφάλματά του εἶναι καπακωμένα. Δὲν καταλαβαίνει ὅτι ὑποφέρει, ἐπειδὴ ἁμάρτησε.

– Γέροντα, μπορεῖ νὰ βοηθηθῆ ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος, ἂν τοῦ πῆς ποιά εἶναι ἡ αἰτία τῆς ταλαιπωρίας του;

– Κοίταξε, θέλει προσοχή, γιατί, ὅταν τοῦ βάλης τὰ πράγματα στὴν θέση τους, ξυπνάει ἡ συνείδηση καὶ ἀρχίζει ὁ ἔλεγχος. Καὶ ἂν δὲν ταπεινωθῆ, μπορεῖ νὰ φθάση στὴν ἀπελπισία, ἐπειδὴ δὲν ἀντέχει τὴν ἀλήθεια. Ἂν ὅμως ταπεινωθῆ, θὰ βοηθηθῆ.

– Γέροντα, ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ γεννιοῦνται μὲ πωρωμένη συνείδηση;

– Ὄχι, δὲν ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ γεννήθηκαν μὲ πωρωμένη συνείδηση. Δὲν ἔκανε ὁ Θεὸς τέτοια συνείδηση. Ὅταν ὅμως καπακώνη κανεὶς τὰ σφάλματά του, ἡ συνείδησή του σιγὰ-σιγὰ πιάνει πουρὶ καὶ δὲν τὸν ἐλέγχει.

– Γίνεται, Γέροντα, αὐτόνομος, κάνει δικούς του νόμους.

– Ναί, εἶναι φοβερό.

– Εἶναι πλάνη;

– Ἔμ, πλάνη εἶναι.


Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Γ' «Πνευματικὸς ἀγώνας»

«Πᾶνος» 

Δεν υπάρχουν σχόλια: