Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2018

ERNST TOPITSCH-ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ (7)

Συνέχεια από  Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2018  

Μαρξισμός και Γνωστικισμός 

Έτσι λοιπόν, εκεί όπου η διάψευση δεν είναι δυνατή, και προπάντων εκεί όπου ισχυρά αξιακά και ιδεολογικά μοτίβα ή πολιτικά συμφέροντα παίζουν κάποιο ρόλο, μπόρεσαν να επικρατήσουν, επιδεικνύοντας απίστευτη αντοχή, υπολείμματα μυθικών αντιλήψεων. Επιπροσθέτως, τις(τις αντιλήψεις αυτές) βοηθά στην πράξη, ακριβώς εκείνη η ιδιότητα τους, η οποία από την σκοπιά τής επιστημονικής θεωρίας είναι το αδύνατο τους σημείο, η κενότητά τους δηλαδή. Επειδή είναι κενές δεν μπορούν να καταρριφθούν. Αυτό σημαίνει πως, επειδή δε λένε τίποτα περί ελέγξιμων γεγονότων(σχέσεων πραγμάτων- Sachverhalte), δεν μπορούν βάσει αυτών να τεθούν εκτός ισχύος. Και επειδή δεν διαθέτουν κανένα δικό τους αξιακό περιεχόμενο, συμφωνούν με οποιαδήποτε αξία και στάση, και με τον τρόπο αυτό μπορεί να δημιουργήσουν την εντύπωση πως πρόκειται περί καθολικών και αιώνιων αξιακών αρχών. 
Τέτοιου είδους κενοί τύποι προκύπτουν συχνά από φιλοσοφικές εκλογικεύσεις των κοινωνικών και τεχνικών ερμηνειών του κόσμου και του ανθρώπου, αλλά και από μυθικές αντιλήψεις, όπως πτώσης και ανάστασης της ψυχής, ή του θεού που φεύγει από τον κόσμο και μετά ενώνεται και συμφιλιώνεται πάλι μαζί του. Τα τελευταία αποτελούν την σημαντικότερη πηγή της εγελιανής-μαρξιστικής διαλεκτικής. Τώρα λοιπόν μπορεί-όπως υπονοήθηκε πολλές φορές-να χρησιμοποιηθεί η διαλεκτική και το σχετικό με αυτήν λεξιλόγιο, για την περιγραφή πρακτικά κάθε διαδικασίας και συσχετίσεως στην φύση και την κοινωνία. Έτσι λοιπόν, είναι σε κάθε στιγμή δυνατό, η πορεία τής ιστορίας τής πολιτικής ή τού πνεύματος, να παρασταθεί ως διαλεκτικό δράμα. Ο τριφασικός ρυθμός τής διαλεκτικής, δηλ αρχική κατάσταση, πτώση και λύτρωση, είναι επίσης ανοικτός προς την αυθαιρεσία, ώστε κάθε δυσχερής κατάσταση να εμφανίζεται ως “αρνητική”, και κάθε ευμενής ή επιθυμητή, ως το θετικό τελικό στάδιο. Η διαλεκτική συν τοις άλλοις, έχει το πλεονέκτημα έναντι των κενών τύπων του φυσικού δικαίου, το ότι δεν παραθέτει την επιθυμητή κατάσταση ως απλή ηθική απαίτηση, η οποία μπορεί να εκπληρωθεί ή όχι, αλλά ως αναπόφευκτο και αναγκαίο αποτέλεσμα της ιστορικής-κοινωνικής διαδικασίας. Αυτό το τελευταίο χαρακτηριστικό έδωσε το δικαίωμα στον Μαρξ να δει τόσο περιφρονητικά τους σοσιαλιστές που ακολουθούσαν το φυσικό δίκαιο και την ηθική, τους οποίους ο Μαρξ ειρωνευόταν ως “ουτοπιστές”91.
Όσο όμως η διαλεκτική δεν περιορίζεται στο να περιγράφει τα γεγονότα και τα γενικώς γνωστά με το λεξιλόγιο της, αλλά-όπως ο Μαρξ-κάνει ιστορικές προβλέψεις, τότε ισχύει πλήρως η θέση, πως αυτή η υποτιθέμενη επιστημονική μέθοδος προέρχεται από την εσχατολογία, από ένα ατόφιο wishful thinking, οι στόχοι του οποίου αντιφάσκουν προς κάθε τι το επιστημονικό. Ο προφήτης τής διαλεκτικής δε θέλει να κάνει προβλέψεις βασιζόμενος στο ψύχραιμο ζύγισμα των γεγονότων, όπου βασικά δεν λαμβάνει υπόψιν την αξιολόγηση τών προς πρόβλεψη γεγονότων. Αντιθέτως, επιδιώκει να αποκτήσει μια απόλυτη βεβαιότητα, όποιο κι’ αν είναι το αντίτιμο, πως αυτό που με πάθος επιθυμεί θα πραγματοποιηθεί μελλοντικά. Γι’ αυτό δεν περίεργο που οι προφητείες τής διαλεκτικής αποτυγχάνουν κατά κανόνα. Με την εκμετάλλευση όμως τής ασάφειας και της δυνατότητας αυθαίρετης χρήσης τής διαλεκτικής, μπορούμε να εξηγήσουμε διαλεκτικά την αποτυχία των προβλέψεων92. Όποιος όμως ενδιαφέρεται για χρήσιμες προβλέψεις και όχι εκ των υστέρων δικαιολογίες, θα θεωρήσει μια τέτοια μέθοδο άχρηστη και μάλιστα παραπλανητική. Και όποιος εμπιστεύεται την διαλεκτική ως όργανο πρόβλεψης, θα απογοητευθεί πικρά.
Έτσι και η ιστορία των κινημάτων, που έχουν το ενδιαφέρον τους στραμμένο προς τα έσχατα, είναι γεμάτη συνταρακτικά παραδείγματα, από εσχατολογικές προφητείες που δεν έχουν εκπληρωθεί: την ώρα της ύψιστης ανάγκης δεν έλαβε χώρα καμιά λυτρωτική «ανατροπή», και η μοίρα των ανθρώπων εκείνων ακολούθησε ανελέητα την προδιαγεγραμμένη πορεία της. Σε μερικές χώρες, όπως στην Ισπανία, ο μαρξισμός είχε τέτοια τύχη. Μπορεί όμως να συμβεί να χαλαρώσουν τα πράγματα, να φύγει βαθμιαία η πίεση από την ομάδα που απειλείται, και να χάσει έτσι και την ανάγκη της για θεωρίες λυτρώσεως. Αυτό έγινε με τον μαρξισμό, προπάντων στις χώρες της δυτικής Ευρώπης, όπου η βιομηχανική εργατική τάξη κατάφερε να κατακτήσει ένα σημαντικό μερίδιο πολιτικής ισχύος και οικονομικής ευμάρειας. Για τον λόγο αυτό, τα σοσιαλιστικά κινήματα εργατών στην Δύση, αποστασιοποιήθηκαν πολύ γρήγορα από την προφητεία τής διαλεκτικής. Όπου όμως η μαρξιστική επανάσταση είχε πετύχει την μεγάλη της νίκη, δεν είχε ως αποτέλεσμα το ελπιζόμενο διαλεκτικό άλμα σε μια αταξική κοινωνία χωρίς ανάγκη και καταπίεση. Εμφανίστηκε μάλλον, κάτω από το στίγμα τού διαλεκτικού υλισμού, μια νέα μορφή κυριαρχίας, που είχε ξεπεράσει σε σκληρότητα το φεουδαρχικό-απολυταρχικό σύστημα, και η βαριά χείρα τού οποίου έγινε αισθητή και στο ιδεολογικό επίπεδο93. Η εξέλιξη αυτή ήταν προβλέψιμη με τα μέσα μιας εμπειρικής-λογικής κοινωνιολογίας94. Για τους πιστούς μαρξιστές όμως σήμαινε ανήκουστη έκπληξη και τραγική απογοήτευση95, πάνω στην οποία συντρίβονταν εσωτερικά, πριν τους «καθαρίσει» και φυσικά η νέα ολιγαρχία που είχε σχηματιστεί στο κόμμα και το κράτος. Στα πλαίσια αυτής της ιδρυματοποίησης96, η αρχική επαναστατική προφητεία του μαρξισμού προσαρμόστηκε στις ανάγκες για δικαιολογία «της νέας τάξης», και πήρε τον δρόμο που πριν από αυτόν διέσχισαν μερικές εκδηλώσεις του θρησκευτικού πνεύματος: τον δρόμο από την εσχατολογία στον σχολαστικισμό 97.


Aμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: