ΟΙ ΣΥΣΤΑΤΙΚΟΙ ΔΕΣΜΟΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΘΕΟΥΡΓΙΑ ΣΤΟΝ ΙΑΜΒΛΙΧΟ
Του Giuseppe Coco.
Ι. Η ΝΕΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΤΟΥ ΙΑΜΒΛΙΧΟΥ.
Οι μελετητές οι οποίοι ασχολήθηκαν με την σκέψη τού Ιάμβλιχου βρέθηκαν συχνά απέναντι σε έναν φιλόσοφο ο οποίος στο καλό και στο κακό σημειώνει μία εξέλιξη στο εσωτερικό τής νεοπλατωνικής σχολής.
Το ανανεωτικό μέγεθος τής φιλοσοφίας του συνίσταται στο γεγονός ότι αυτός, διαφορετικά από τον Πλωτίνο και τον Πορφύριο, συντάσσεται πλήρως με την θεουργία τών Χαλδαϊκών Λόγων, σε τέτοιο βαθμό ώστε να τους θεωρήσει ολοκλήρωση και απαραίτητο μέρος τού φιλοσοφικού του συστήματος.
Μία τέτοια στάση ήταν εντελώς εναλλακτική στο νεοπλατωνικό πνεύμα, από την στιγμή που το μυστικο-νοητικό ίχνος τού Πλωτίνου δεν άφηνε χώρους στο παράλογο τών τελετών τής λατρείας ή τουλάχιστον όπως συνέβη με τον Πορφύριο, ανεχόταν με πολλές επιφυλάξεις τίς θεουργικές πρακτικές.
Η προσχώρηση του Ιάμβλιχου στην Θεουργία έθεσε το πρόβλημα τής κατανοήσεως τού ρόλου που διαδραμάτισε αυτή η τέχνη στην φιλοσοφία του και γενικότερα, άνοιξε τον διάλογο γύρω από την θετική ή αρνητική αξία τής στροφής που επέβαλλε στην νεοπλατωνική σχολή. Σχετικά μ’αυτά τα προβλήματα οι απαντήσεις τής κριτικής υπήρξαν διαφορετικές και αντιφατικές πολλές φορές, έτσι ώστε η κατανόηση τής φιλοσοφικής προσωπικότητας τού Ιάμβλιχου υπήρξε δύσκολη για πολύ καιρό.
Η πρώτη σοβαρή ερμηνεία τής σκέψης τού Ιάμβλιχου δόθηκε από τον Zeller στην δική του ιστορία τής Ελληνικής φιλοσοφίας: “Αυτό που γνωρίζουμε γι’αυτόν (τον Ιάμβλιχο) μάς τον παρουσιάζει όχι σαν φιλόσοφο, τον οποίο ενδιαφέρει η ακρίβεια και η επιστημονική λογική, όσο σαν Θεολόγο, στον οποίο ενδιαφέρει η στοχαστική αιτιολόγηση τής Θετικής θρησκείας και τών δογμάτων της”. Και πάντοτε ο Zeller σ’ένα άλλο σημείο λέει: “Είναι προφανές ότι οι φιλοδοξίες τού Ιάμβλιχου τείνουν περισσότερο στον Θεολογικό διαλογισμό παρά στις καθαρά φιλοσοφικές μελέτες. Ανάμεσα σ’αυτές τις τελευταίες μόνον οι ψυχολογικές έρευνες, οι οποίες έχουν κάποια αξία, αποκαλύπτουν μία κάποια ανεξαρτησία. Ενώ αυτός αφιερώνεται με πολύ μεγαλύτερο ζήλο στην απολογία και στην ερμηνεία τών πολυθεϊστικών θρησκειών.
Βάσει αυτών τών ιδεών ο Zeller συνεπέρανε ότι η σκέψη τού Ιάμβλιχου χαρακτηριζόταν ουσιωδώς από το θρησκευτικό στοιχείο και ότι όπως ήταν αναμενόμενο, ακόμη και το πρακτικό μέρος τής ειδωλολατρίας και τού πολυθεϊσμού, η θεουργία και η μαντική βρήκε στον Ιάμβλιχο έναν δυνατό υπερασπιστή”.
Έτσι λοιπόν στα μάτια τού Zeller ο Ιάμβλιχος φαινόταν περισσότερο Θεολόγος και ένας Θεουργός παρά ένας φιλόσοφος προικισμένος με φιλοσοφικό ειδικό βάρος. Στον Zeller όμως αυτή η σημείωση ήταν φορτωμένη με αρνητικούς τόνους, από την στιγμή που η έλλειψη απολύτου εμπιστοσύνης στην νόηση και στην επιστημονικότητα τής φιλοσοφίας ερμηνευόταν σαν το σύνδρομο ενός εκφυλισμού τού νεοπλατωνισμού (και γενικότερα τού ελληνικού ορθολογισμού) στο παράλογο τής θρησκείας και στη δεισιδαιμονία τής λατρείας. Και πράγματι στο σήμα τής ιστορίας τού νεοπλατωνισμού ο Zeller διέκρινε τρείς σχολές με τρείς αντίστοιχες τάσεις: την φιλοσοφικο-διαλογική σχολή τού Πλωτίνου, την Θεολογικο-θρησκευτική σχολή τού Ιάμβλιχου και την σχολή τής Αθήνας, η οποία χαρακτηριζόταν από την συνάντηση αυτών των δύο τάσεων.
Σύμφωνα μ’αυτόν τον ιστορικό λοιπόν, η σκέψη τού Ιάμβλιχου αντιπροσώπευε μία αντιθετική στάση στον Πλωτίνο λόγω τής απόσπασής της από το φιλοσοφικό στοιχείο και της προσκόλλησης της στην θρησκεία. Σε τελευταία ανάλυση το συμπέρασμα τού Zeller ήταν αρνητικό, ιδιαιτέρως διότι με την επιλογή του ο Ιάμβλιχος οδήγησε τον νεοπλατωνισμό σε μία μεταμόρφωση οπισθοδρομική σε σχέση με τον διανοητικό μυστικισμό τού Πλωτίνου.
Ο λόγος μίας φιλοσοφικής επανεκτίμησης τού Ιάμβλιχου βρέθηκε από τον Γερμανό ιστορικό Karl Praechter, στην έντονη εξηγητική εργασία αυτού τού νεοπλατωνικού την οποία είχε πραγματοποιήσει στους πλατωνικούς διαλόγους και στο αριστοτελικό έργο. “Αλλά δεν μπορούμε, όπως γίνεται συνήθως-ακόμη και από τον Zeller- να βάλουμε στην πρώτη γραμμή, στην προσωπικότητα τού Ιάμβλιχου το μυστικό-θρησκευτικό στοιχείο απέναντι από το φιλοσοφικό και να αφήσουμε να πέσει, ο Ιάμβλιχος, σαν Θεολόγος και Θεουργός, και να αποξενωθεί από την επιστημονικό-φιλοσοφική ανάπτυξη τού νεοπλατωνισμού. Η σπουδαιότης του συνίσταται στο φιλοσοφικό του ενδιαφέρον και ιδιαιτέρως στο γεγονός ότι προσέφερε μία σίγουρη μέθοδο για τον σχολιασμό τών πλατωνικών διαλόγων, η οποία ταίριαζε στις απαιτήσεις τής σχολής του. Ο νεοπλατωνισμός δεν χρειαζόταν άλλη ερμηνεία από την δική του”.
Η προσχώρηση τού Ιάμβλιχου στην Θεουργία μελετήθηκε και από τον Dodds, ο οποίος είδε ταυτοχρόνως στον Ιάμβλιχο έναν γενναιόδωρο φιλόσοφο με θεωρητικές προσφορές στον νεοπλατωνισμό και έναν εραστή τών μαγικό-θεουργικών πρακτικών.
Παρότι όμως ο Dodds υπολόγισε και τους δύο όρους τού νεοπλατωνισμού τού Ιάμβλιχου στα γραπτά του υπερίσχυσε μία αρνητική σκιά στην θεουργική πρακτική, θεωρώντας την μία διαφθορά τού πλατωνικού ορθολογισμού και επομένως μία δραστηριότητα αντίθετη στην φιλοσοφία.
“Όμως ένα αποφασιστικό και ανανεωτικό βήμα στην ερμηνεία τού ρόλου τής Θεουργίας στον νεοπλατωνισμό τού Ιάμβλιχου έγινε από τον G. Shaw σε ένα πρόσφατο άρθρο του: (G. Shaw, θεουργία: τελετουργικά τής ενοποιήσεως στον νεοπλατωνισμό τού Ιάμβλιχου, traditio, 41, 1985). Είναι πεπεισμένος ότι στον Ιάμβλιχο η θεουργία δεν αποτελεί καθόλου μία διαφθορά τού πλατωνικού ορθολογισμού, καθώς είναι σε στενή σχέση με τις μεταφυσικές του θεματικές : για τον Shaw η στοχαστική στιγμή και η Θεουργική δεν συνυπάρχουν απλώς, αλλά αντιθέτως συνδέονται με μία σχέση σύνθεσης: “Σαν πλατωνικός, ο Ιάμβλιχος ήταν πεπεισμένος ότι η Θεουργική πράξη δεν αντέφασκε την αυθεντία τού Πλάτωνος. Η περιγραφή του τής θεουργίας θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν την ανάπτυξη ορισμένων αρχών [μεταφυσικών] στους διαλόγους με τον σκοπό να βρει νέες προοπτικές στην εφαρμογή τους. Ορισμένα θέματα των διαλόγων θα μπορούσαν λοιπόν να χρειασθούν σαν γέφυρες για να κατανοήσουμε την νεοπλατωνική θεουργία, από την στιγμή που πρόσφεραν στον Ιάμβλιχο την θεωρητική δικαίωση τής εισαγωγής του στις Αιγυπτιακές τελετουργίες, όπως και στις χαλδαϊκές στό πλατωνικό βιογραφικό. Η θεουργία, με την σειρά της, έριχνε ένα φως σε μερικά πλατωνικά θέματα, καθώς έδινε μία συγκεκριμένη λύση, πρακτική, στο πρόβλημα τής ενσάρκωσης τής ψυχής το οποίο άφησε άλυτο ο Πλάτων”.
Η ανανεωτική ιδέα τού Shaw είναι ότι η προσχώρηση τού Ιάμβλιχου στην Θεουργία δεν εξαρτάται από τον θρησκευτικό φανατισμό, αλλά από ένα φιλοσοφικό στοχασμό στο μεταφυσικό πρόβλημα τής ενσαρκώσεως τής ψυχής: διότι καθώς η ψυχή κατέρχεται ολοκληρωτικώς στο σώμα και χωρίζει από την θεϊκή επαφή, αυτή για να επιστρέψει στην προεμπειρική ζωή πρέπει να ποντάρει στην βοήθεια τών θεών, μεσολαβημένη μόνον από την άσκηση τών θεουργικών τελετουργιών. Στην περίπτωση δε κατά την οποία η ψυχή δεν θα είχε ενσαρκωθεί πλήρως, αυτή θα μπορούσε να βρει στον εαυτό της τα μέσα για να ελευθερωθεί από τους δεσμούς τής υλικότητος και επομένως δεν θα είχε νόημα η Θεία βοήθεια η οποία προσφέρεται από την Θεουργία.
Πέραν όλων αυτών όμως, αυτό που μας ενδιαφέρει περισσότερο από την σκέψη τού Shaw είναι η αποκάλυψή του ότι ο Ιάμβλιχος πίστεψε στην θεουργία χωρίς να χάσει προ οφθαλμών την φιλοσοφία και ο τρόπος με τον οποίο ένωσε τήν θρησκευτική πράξη στην φιλοσοφική θεωρία. Ο Ιάμβλιχος βρήκε την θεουργία ξεκινώντας από την φιλοσοφία ή καλύτερα από την ανεπάρκεια τής μεταφυσικής στο να δώσει μία απάντηση συγκεκριμένη στο πρόβλημα τής σωτηρίας του ανθρώπου. Το άλλο μέρος όμως, η πίστη του στην Θεουργία στηριζόταν επίσης σε μερικές μεταφυσικές αρχές τού Νεοπλατωνισμού (όπως η επιρροή όλων τών ανωτέρων αρχών στην σφαίρα του πραγματικού, η οποία δικαιώνει θεωρητικά την Θεουργία), οι οποίες τής επέτρεπαν να ανυψωθεί υπεράνω τής κοινής πεποιθήσεως στην βάρβαρη μαγεία!
Συνεχίζεται
ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΡΟΚΥΨΕΙ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΡΙ ΜΕ ΤΗΝ ΘΕΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΚΟΙΝΕΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΣΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΕΣ ΨΕΥΔΟΘΕΟΛΟΓΟΙ ΠΑΡΕΔΩΣΑΝ ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΣΟΥΝ ΤΟΝ ΗΣΥΧΑΣΜΟ ΚΑΙ ΝΑ ΑΠΑΛΛΑΧΘΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑ.
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου