ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΔΙΕΞΟΔΙΚΩΤΕΡΑ
Προς τους νομίζοντες ότι δεικνύονται δύο θεοί εκ του ότι η θεοποιός δωρεά του Πνεύματος, της οποίας υπέρκειται κατ' ουσία ο Θεός, ονομάζεται από τους αγίους όχι μόνον αγένητος θέωσις άλλα και θεότης,
ή περί θείων ενεργειών και της κατ’ αυτές μεθέξεως.
Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΞΕΧΑΣΑΝ ΟΙ ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΕΣ
Συνέχεια από: Κυριακή, 7 Ιανουαρίου 2018
28. Επομένως, είτε έργα τα ονομάσει κανείς είτε ενέργειες, αφού είναι άλλα από την ουσία του Θεού (διότι, όπως ακούεις, δεν είναι από τα κατ’ αυτόν αλλά από τα περί αυτόν), όλα αυτά λοιπόν είναι κατώτερα του Πνεύματος, όπως και ο μέγας Βασίλειος διεκήρυξε λίγο παραπάνω, εφ' όσον (τούτο) υπερέχει κατά το άφραστο και απροσπέλαστο της ουσίας. Άκουσες όμως επίσης και τον σεπτό Μάξιμο να λέγει ότι «η βασιλεία του Χριστού είναι κάτι υπέρ τους αιώνες, πιστεύομε δε ότι αυτή είναι η κληρονομιά των σωζομένων». Ο ίδιος πάλι λέγει αλλού ότι οι αξιωμένοι της χάριτος ταύτης «θα είναι υπέρ πάντες τους αιώνες και τους χρόνους και τους τόπους, αν βέβαια κληρονομιά των αξίων είναι ο ίδιος ο Θεός». Τί λοιπόν; Θα κληρονομήσουν την φύσιν και ουσία του Θεού; Όχι βέβαια· αλλά την θεοποιόν χάριν και την θεία βασιλεία, η οποία αν και δεν είναι φύσις Θεού -εφ’ όσον εκείνη είναι αμέθεκτος-, είναι όμως φυσική ενέργεια του Θεού, ακολουθούσα φυσικώς τον Θεόν και αχωρίστως περί αυτόν πάντοτε θεωρούμενη. Γι’ αυτό και ο κληρονόμος ταύτης λέγεται κληρονόμος Θεού.
29. Θέλεις λοιπόν να πληροφορηθείς ότι οι άγιοι για την επηγγελμένη ταύτη κληρονομία των αγαθών, για την οποία άκουσες ότι υπάρχει υπέρ τους αιώνες, λέγουν ότι είναι περί τον Θεόν και ότι το θείον είναι ανώτερο και υψηλότερο ταύτης κατά το παντελώς άρρητο και αμέθεκτο της ουσίας; Μάθε και διδάξου τούτο από τον ένθεο Γρηγόριο Νύσσης που λέγει: «εάν δεν είναι δυνατόν να εξερευνηθούν τα κρίματά του και οι οδοί του δεν εξιχνιάζονται και η επαγγελία των αγαθών υπέρκειται από όλες τις εικασίες των στοχασμών, πόσο μάλλον αυτό τούτο το θείον είναι ανώτερο και υψηλότερο από τα περί αυτό νοούμενα κατά το άφραστο και απροσπέλαστον». Τί είναι λοιπόν και τα θεία κρίματα; Δεν είναι οι προορισμοί του Θεού; Είναι δυνατόν να έχουν αρχή ή να είναι κτιστοί οι προορισμοί του Θεού; Αλλά και γι’ αυτούς λέγει ότι είναι περί τον Θεόν, ανώτερο δε και υψηλότερο πάλι αυτών λέγει το θείον. Βλέπεις πολλά περί τον Θεόν άκτιστα και άναρχα, τα φυσικώς υπάρχοντα περί αυτόν, και τούτων ανώτερον και υψηλότερο το θείον; Κατά τι δε τούτων είναι υψηλότερο, αν όχι κατά την υπερώνυμον και ακατονόμαστον και απερινόητον και αμέθεκτον και αναίτιον φύσιν και ουσίαν, εάν βεβαίως ταύτα, τα νοούμενα περί αυτήν ως εξ αϊδιότητος φυσικώς, νοούνται κάπως και ονομάζονται και μετέχονται και κληρονομούνται από τους αξίους να κληρονομήσουν τον Θεόν;
30. Τί άλλο δε θα μπορούσε να είναι η θεοποιός δωρεά του Πνεύματος παρά η βασιλεία του Θεού; Διότι το ίδιο είναι να γίνει κανείς Θεός και να επιτύχει την βασιλεία του Θεού. Εάν λοιπόν η βασιλεία του θεού είναι άναρχος και άκτιστος τότε και το θεοποιό δώρο είναι άναρχο και άκτιστο. Γι’ αυτό ο μέγας Διονύσιος το ονόμασε και «θεαρχίαν» και «θεότητα», αλλά και λέγει, «και της ούτω λεγομένης θεότητος ως θεαρχίας και αγαθαρχίας ο Θεός είναι επέκεινα ως υπερκείμενος πάσης αρχής». Αρχή μεν και αίτιος των θεωμένων είναι ο Θεός ως μετεχόμενος, υπεράρχιος δε ως υπάρχων υπεράνω μετοχής. Ώστε υπέρκειται και των ακτίστων ενεργειών του, διότι ουδέποτε έως σήμερα ηκούσθη να λέγεται κτιστή θεότης ή και θεαρχία και αγαθαρχία, μολονότι ο ίδιος αλλού είπε ταύτην και «αυτοαγαθότητα», αλλού δε πάλι «αρχίφωτον» και «θεαρχικήν ακτίνα». Πώς δε και θεοποιό δώρο θα είναι και θα θεοποιήσει το κτιστό; Τότε θα έπρεπε να λέγεται μάλλον θεοποιημένο και όχι θεοποιό. «Αλλ' επειδή», εξηγεί (ο Ακίνδυνος) «λέγεται υφειμένη θεότης, αν και θεότης -και διότι υπέρκειται ταύτης ο Θεός-, είναι κτίστη».
31. Αλλά οι θεολόγοι λέγουν ότι ο Θεός είναι και της καθ' υπερουσιότητα θέσεως απείρως υπερβατικός. Τί λοιπόν; Θα πεις γι’ αυτό κτιστή την υπερουσιότητα, ώστε να μη σου γίνει σύνθετος από υπερκείμενο και υφειμένο ο Θεός; Λέγει δε και ο μέγας Βασίλειος ότι, «εις ημάς το πνεύμα είναι ως δώρον Θεού· αλλά δώρον ζωής, δώρον ελευθερίας, δώρον δυνάμεως· δια τούτο και είναι ομότιμο με τον δώσαντα». Διότι τίποτε δεν εμποδίζει να είναι ομότιμο με το υπερκείμενο κατά το αίτιον το αχωρίστως ενωμένο προς αυτό ως ομοφυές ή ως φυσική και ουσιώδης δύναμις. Και ο Υιός άλλωστε είναι ομότιμος με τον Πατέρα, ο οποίος είναι μεγαλύτερος κατά το αίτιον. Όποιος δε λέγει κτίσμα το θεοποιό τούτο δώρο, πώς θα το πει πάλι ομότιμο με τον δώσαντα αυτό κατά τον μέγα Βασίλειο; Και πάλι, όταν λέγει· «το πνεύμα της υιοθεσίας, το αίτιον της ελευθερίας το πνέον θειότητα όπου θέλει», δεν είναι σαν να λέγει ακριβώς εκείνο το «θεοποιό δώρο, η θεότης, η θεαρχία, η αγαθαρχία, η αρχή της θεώσεως»;. Διότι ό,τι είπε εκείνος αρχή, εκάλεσε ούτος αίτιο. Αλλ’ άκουε την συνέχεια· «διά τούτο όλοι οι άγιοι είναι ναοί Θεού και Υιού και Αγίου Πνεύματος, εφ’ όσον κατοικεί σε αυτούς η μία θεότης και η μία κυριότης».
(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου