Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2025

Χάιντεγγερ και Αρεοπαγίτης - Χρήστος Γιανναράς (22)

  Συνέχεια από: Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2025

Χάιντεγγερ καὶ ᾿Αρεοπαγίτης
ή, Περί απουσίας και αγνωσίας του Θεού

Β' - Ο ΑΠΟΦΑΤΙΣΜΟΣ ΩΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΓΝΩΣΙΑΣ

2. Ὁ «μηδενισμός» τοῦ θεολογικοῦ ἀποφατισμοῦ (3η συνέχεια)

Αναπόφευκτα πάντως τὸ μηδὲν τοῦ θεολογικοῦ ἀποφατισμοῦ θὰ ὁδηγοῦσε στὸν ἀγνωστικισμὸ καὶ ἡ ἀπόσταση ἀνάμεσα στὸν Θεὸ καὶ στὸν κόσμο θὰ ἔμενε αἰνιγματική, ἂν ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἐπέμενε ἀνυποχώρητα στὸν προσωπικό τρόπο ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ. ᾿Αγνοοῦμε ἀπόλυτα τὸ τί εἶναι ὁ Θεός, γνωρίζουμε ὅμως, μέσα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῆς φυσικῆς καὶ ἱστορικῆς ἀποκάλυψής Του, τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ὑπάρχει. Καὶ αὐτὸς ὁ τρόπος (ποὺ «κατ' εἰκόνα» του ὑπάρχει καὶ ὁ ἄνθρωπος) δηλώνεται μέσω τῶν προσωπικῶν ᾿Ενεργειῶν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ ὡς πρόσωπο (τριάδα προσώπων), δηλαδὴ ὡς ὑπόσταση ἀναφορικῆς αὐτοσυνειδησίας, μὲ ἀπόλυτη ἑτερότητα ἀποκαλυπτόμενη στὴν ἐκ-στατικὴ σχέση, δηλαδὴ στὸν λόγο τῆς ποιητικῆς, προνοητικῆς, ἀγαπητικῆς καὶ ἄμεσα διαλογικῆς Του ἐνέργειας.[ΑΣΤΕΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ Ο ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ, ΟΙ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΟΥΣΙΩΝΟΥΝ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΥΣΙΑ . ΔΕΝ ΔΙΝΟΥΝ ΤΗΝ ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΑΛΛΑ ΤΟΝ ΚΟΙΝΟ ΤΡΟΠΟ ΖΩΗΣ, ΤΗΝ ΚΟΙΝΗ ΛΟΓΙΚΗ, ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΙΑΙΩΝΙΣΗ. ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΑΝΟΗΤΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΙΣΧΥΡΙΖΕΤΑΙ ΟΤΙ ΟΙ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΔΗΛ. ΟΙ ΔΕΡΜΑΤΙΝΟΙ ΧΙΤΩΝΕΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΤΡΟΠΟΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.. ΤΟ ΚΑΤ'ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΔΕΝ ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΟΥ ΕΩΣΦΟΡΟΥ. Ο ΚΥΡΙΟΣ ΑΝΑΚΑΙΝΙΣΕ ΜΕ ΤΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΤΗΝ ΑΝΥΠΑΡΚΤΗ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ, ΤΟ ΕΝΔΥΜΑ ΦΩΤΟΣ ΤΗΣ ΚΕΝΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΩΣΦΟΡΙΚΗΣ ΦΙΛΑΥΤΙΑΣ]

Τὸ Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ ὅπως ἐξ ἄλλου καὶ τὸ πρόσωπο τοῦ κάθε ἀνθρώπου - εἶναι ἀδύνατο νὰ ὁριστεῖ καὶ νὰ γνωσθεῖ μέσω ἀντικειμενικῶν προσδιορισμῶν, ἀναλογικῶν συσχετισμῶν καὶ νοητικῶν ἐπισημάνσεων.[Η PERSONA DEI TΟΥ ΚΑΝΤ. ΤΗΡΟΥΜΕ ΤΙΣ ΕΝΤΟΛΕΣ Ή ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ]  Γιατί κάθε πρόσωπο εἶναι ἕνα ὑπαρκτικὸ γεγονὸς μοναδικό, ἀνόμοιο καὶ ἀνεπανάληπτο, γεγονὸς ἀπόλυτης ὑπαρκτικῆς ἑτερότητας ἀνυπότακτης στὴν ἀντικειμενικότητα ποὺ ἔχουν ἐξ ὁρισμοῦ οἱ διατυπώσεις τῆς ἀνθρώπινης γλώσσας. Ἡ ὑπαρκτικὴ ἑτερότητα μᾶς γίνεται γνωστὴ καὶ μεθεκτὴ μόνο στὴν ἀμεσότητα τῆς σχέσης. Ὄχι μόνο τὸ Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ κι ἕνα ὁποιοδήποτε ἀνθρώπινο πρόσωπο τὸ γνωρίζουμε μόνο πραγματοποιώντας μιὰ σχέση μαζί του. Καὶ πραγματοποιοῦμε τὴ σχέση μέσω τῶν ἐνεργειῶν τοῦ προσώπου – στὴν περίπτωση τοῦ ἀνθρώπου μέσω τῶν σωματικῶν καὶ ψυχικῶν του ἐνεργειῶν: τῆς φυσιογνωμικῆς ἔκφρασης, τῆς ὁμιλίας, τῶν χειρονομιών, τῆς δημιουργικῆς πράξης, τῆς ἐρωτικῆς ἀναφορᾶς, τῶν θελητικῶν, νοητικῶν, κριτικῶν, συναισθηματικῶν του ἐκδηλώσεων, κλπ. Καὶ στὴν περίπτωση τῆς Θεότητας μιλᾶμε γιὰ μιὰ Τριάδα Προσώπων, ἀκριβῶς ἐπειδὴ πραγματοποιοῦμε μιὰ σχέση μὲ τὸ καθένα ἀπὸ αὐτὰ μέσω τῆς ποιητικῆς, προνοητικῆς, ἀγαπητικῆς καὶ ἄμεσα διαλογικῆς τους Ενέργειας. [ΤΟΣΟ ΠΛΑΝΕΜΕΝΟΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ. ΚΑΘΟΤΙ ΑΜΟΙΡΕ ΣΤΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΣΧΕΣΗ ΠΕΦΤΟΥΝ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΕΙΑ, ΦΑΝΕΡΩΝΕΤΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ . ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΥΠΟΚΡΙΝΕΤΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ. ΜΟΝΟ ΣΤΟ ΠΟΔΙ ΔΙΠΛΑ ΣΤΟΝ ΜΠΟΥΦΕ. ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΑΚΟΥΓΑΝ ΜΟΤΣΑΡΤ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΔΗΛΗΤΗΡΙΑΖΑΝ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ]

Στὶς ᾿Αρεοπαγιτικές Συγγραφές, ὅπως εἴδαμε παραπάνω, ἡ ἴδια ἡ οὐσία καὶ ὑπόσταση τῶν ὄντων ὁρίζεται ὡς ἀποτέλεσμα τῆς θελητικῆς καὶ τῆς δημιουργικῆς - ποιητικῆς Ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ. Τὰ «θεῖα θελήματα» εἶναι «τῶν ὄντων ἀφοριστικὰ καὶ ποιητικὰ» καὶ «κατ᾿ αὐτὰ ὁ ὑπερούσιος τὰ ὄντα πάντα καὶ προώρισε καὶ παρήγαγε»105. Επομένως, τὸ μηδὲν τοῦ θεολογικοῦ ἀποφατισμοῦ, τὸ ἐκτὸς τοῦ Θεοῦ (ἐκτὸς τοῦ μόνου Ὑπαρκτοῦ) θεμέλιο τῶν ὑπαρκτῶν, εἶναι ἀκριβῶς οἱ Ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ ἡ δυνατότητα τῆς θείας προσωπικῆς Ὑπαρξης νὰ ἐξ-ίσταται, νὰ ἴσταται-ἐκτὸς-ἑαυτῆς, ἐνεργώντας τὴν ὕπαρξη καὶ τὴ ζωὴ ἐκτὸς τῆς δικῆς της Ὑπάρξεως.[ΟΠΩΣ ΕΛΕΓΕ Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΤΩΝ ΥΠΑΡΚΤΩΝ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ ΕΡΓΑΖΕΤΑΙ ΚΑΙ ΠΕΘΑΙΝΕ, ΘΕΟΣ ΣΧΩΡΕΣΤΟΝ]

Ἡ Θεολογία τῆς ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας (ἡ δυνατότητα γνωστικῆς πρόσβασης στὸν Θεὸ) θεμελιώνεται σὲ αὐτὴ τὴν ὀντολογικὴ διάκριση τῆς «Οὐσίας» τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὶς Ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Ἡ διάκριση ἐπανέρχεται καὶ προϋποτίθεται σὲ κάθε πτυχὴ τῆς ἑλληνικῆς πατερικῆς γραμματείας (Γρηγόριο Νύσσης, Μέγα Βασίλειο, Γρηγόριο Ναζιανζηνό, Μάξιμο Ὁμολογητή, Ἰωάννη Δαμασκηνό, Γρηγόριο Παλαμᾶ) καὶ ὁρίζει τὴν εἰδοποιὸ διαφορὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς Θεολογίας ἀπὸ τὴ θρησκειοποιημένη μεταφυσικὴ τῆς δυτικο-ευρωπαϊκῆς παράδοσης106. Οἱ θεῖες Ἐνέργειες εἶναι ποὺ ἀποκαλοῦνται στὶς ᾿Αρεοπαγιτικές Συγγραφὲς καὶ «διακρίσεις», «πρόοδοι», «ἐκφάνσεις» τῆς θείας «Οὐσίας». Ως πρὸς τὰ ἀποτελέσματά τους εἶναι καὶ «οὐσιώσεις» (ποιητικὲς οὐσιῶν), «ζωώσεις» (ποιητικὲς ζωῆς), «σοφοποιήσεις» (ποιητικές σοφίας)107. Εἶναι ἡ δυνατότητα τῆς ἀμέθεκτης καὶ ἀκοινώνητης θείας «Οὐσίας» νὰ προσφέρεται ὡς θέληση προσωπικῆς κοινωνίας, θέληση που δὲν μένει ἀνυπόστατη, ἀλλὰ «καλεῖ» - ἱδρύει τὰ ὄντα, τὰ «ἀφορίζει» στὸ εἶναι, τὰ συγκροτεῖ σὲ κόσμο ἁρμονίας καὶ σου φίας[ ΚΑΙ ΜΕΤΑ Ο ΛΟΓΟΣ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΉΝ ΕΝ ΑΡΧΗ , ΔΙ ΟΥ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΕΓΕΝΕΤΟ ΕΝΣΑΡΚΩΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟ ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΑΣ.ΣΕ ΞΕΓΕΛΑΣΕ Ο ΜΕΓΕΝΤΟΡΦ ΔΥΣΤΥΧΙΣΜΕΝΕ].

Ἔτσι τὰ ὄντα, ὡς ἀποτελέσματα τῆς θείας θέλησης που ἐνεργεῖται ἐκτὸς τῆς θείας «Οὐσίας», δὲν ἔχουν καμιὰ ἀπολύτως ἀναφορὰ στὴν ἴδια τὴ θεία «Οὐσία», γι' αὐτὸ καὶ εἶναι ἀδύνατη ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ μὲ βάση τὴν «ἀναλογία τοῦ ὄντος» (analogia entis). Επιπλέον, ἀποκλείεται ἔτσι καὶ ὁποιοσδήποτε προκαθορισμὸς τῆς οὐσίας τῶν ὄντων ἀπὸ προϋπάρχουσες στὴν Οὐσία τοῦ Θεοῦ ἰδέες ἢ αἰτίες (ὅπως τὸ θέλησε ὁ Αὐγουστίνος, γιὰ νὰ τὸν ἀκολουθήσει μετὰ ἡ σύνολη δυτική θεολογική παράδοση)108. Ένας τέτοιος προκαθορισμὸς θὰ ἑρμήνευε τὸν κτιστὸ κόσμο ὡς ἐλλιπὴ ἀντανάκλαση τῆς θείας Οὐσίας, κατὰ τὶς δοξασίες τοῦ πλατωνισμοῦ, ἀφήνοντας ὀντολογικὰ ἀνερμήνευτη τὴν ὕλη καὶ ἀναιρώντας κάθε ὀντολογικὸ θεμέλιο τῆς ἐλευθερίας τοῦ κτιστοῦ.

Τὰ ὄντα, ὡς ἀποτελέσματα τῆς θείας θέλησης καὶ ἐνέργειας, εἶναι κάτι χωριστὸ καὶ διάφορο, κάτι «ἀφορισμένο» ἀπὸ τὴ θεία Οὐσία, δηλαδὴ κάτι ἀπόλυτα νέο ποὺ δὲν προέρχεται οὔτε ἀπὸ τὴ θεία Οὐσία, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἀπὸ κάτι διάφορο τοῦ Θεοῦ. Ὁ κτιστὸς κόσμος δὲν ἀποτελεῖ «ἀπορροή», «ἔκχυση» ἢ «προβολή» τῆς θείας Οὐσίας, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ διάφορη τοῦ Θεοῦ ὑπαρκτικὴ πραγματικότητα, ποὺ εἶναι ὅμως ταυτόχρονα καὶ ὑποστατικὴ πραγμάτωση τοῦ δημιουργικοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, ἀποκαλυπτικὴ πάντοτε τῆς θείας προσωπικῆς ἑτερότητας. Καὶ «ἵνα τοῖς καθ' ἡμᾶς χρήσωμαι παραδείγμασιν»: ἕνας ζωγραφικός πίνακας τοῦ Βὰν Γκόγκ (Van Gogh) εἶναι κάτι οὐσιαστικὰ διάφορο ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Βὰν Γκόγκ (– ἕνα τελάρο, μουσαμὰς καὶ χρώματα εἶναι κατὰ τὴν οὐσία κάτι διαφορετικὸ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο). Ὅμως αὐτὸς ὁ πίνακας εἶναι ταυτόχρονα ὑποστατική πραγματοποίηση τῆς δημιουργικῆς – καλλιτεχνικῆς ἐνέργειας τοῦ Βὰν Γκόγκ, ἀποκαλυπτικὴ τοῦ λόγου τῆς προσωπικῆς του ἑτερότητας. Μὲ τὴν ἀμεσότητα τέτοιων ἐμπειριῶν μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε πῶς ἡ Οὐσία τοῦ Θεοῦ διαφέρει ἀπὸ τὴν οὐσία τῶν κτισμάτων Του, ἐνῶ ὁ λόγος τῶν κτισμάτων μαρτυρεῖ καὶ ἀποκαλύπτει τὴ θεία προσωπικὴ ἑτερότητα.[ΤΟ ΤΑΛΕΝΤΟ ΔΕΝ ΔΙΝΕΙ ΥΠΟΣΤΑΣΗ ΙΣΩΣ ΜΟΝΟ ΔΟΞΑ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑ.]

Ἔτσι, στὴν προοπτικὴ αὐτή, ἡ ὕπαρξη τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπου ἀναδύεται μόνο ἀπὸ τὸ μηδὲν ἢ τὸ τίποτα, ἀπὸ τὸ κενὸ τῆς ἀνυπαρξίας τὸ ἐκτὸς τοῦ Θεοῦ, δίχως νὰ παύει νὰ εἶναι ποίημα καὶ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ὕπαρξη κτιστή, παραμένει οὐσιαστικὰ διάφορη ἀπὸ τὴν ἄκτιστη ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, γι' αὐτὸ καὶ μέσα στὰ δικά της ὅρια εἶναι ἀδύνατο νὰ ἐξαντλήσουμε τὴν ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα γιὰ τὸ Εἶναι καθεαυτό, τὴν αἰτιώδη ἀρχὴ τοῦ ὑπαρκτοῦ. Μοιάζει λοιπὸν νὰ δικαιώνεται ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ ὁ Χάϊντεγγερ, ὅταν ἑρμηνεύει τὴν ὕπαρξη μόνο ὡς ἀ-λήθεια, ὡς μή-λήθη, ὡς ἀνάδυση ἀπὸ τὸ μηδὲν (τὴν «ἄλλη ὄψη» τῆς ὀντικῆς φανέρωσης) στὴν ἐμφάνεια τῆς χρονικότητας. Μόνο ποὺ γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ὀντολογία αὐτὸ τὸ μηδὲν δὲν παραμένει ἡ ἀνερμήνευτη ὄψη τοῦ Εἶναι, ἡ μὴ - φανερούμενη, ἀλλὰ συνιστᾶ τὴν ἐκτὸς τοῦ Θεοῦ δυνατότητα ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ, δυνατότητα ποὺ ἐμπεριέχεται στὴ δυναμικὴ τοῦ τρόπου τῆς θείας προσωπικῆς Ὑπαρξης, καὶ ἀποδείχνει τὸν Θεὸ «καὶ τοῦ μηδενὸς αἴτιον».

ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΕΝΟΣ ΕΚ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΟΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΜΕΝΟΣ ΚΑΤ' ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ;

Δεν υπάρχουν σχόλια: