Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2018

Gottwerdung und Revolution - Θέωση και επανάσταση(1)

Από το βιβλίο: Gottwerdung und Revolution 
Θέωση και Επανάσταση
Beiträge zur Weltanschauungsanalyse und Ideologiekritik
Συμβολές στην ανάλυση της κοσμοθεωρίας και στην κριτική της ιδεολογίας
Ernst Topitsch
Verlag Dokumentation, Pullach bei München 1973

Αν και ο ομιλητής είχε αποφασίσει να κάνει αντικείμενο της εναρκτήριας ομιλίας του ένα πολύ “σύγχρονο” θέμα, αυτό δεν σημαίνει καθόλου πως αποδέχεται ότι οι μέρες που περνούμε είναι σύγχρονες. Το αντίθετο: όποιος είναι συνηθισμένος να βλέπει πίσω από τα παρασκήνια του φιλοσοφικού και φιλοσοφικού-κοινωνιολογικού θεάτρου, δε θα αποδώσει στα εναλλασσόμενα σενάρια, που παίζονται πάνω στην σκηνή του, καμιά υπερβολική σημασία γνωσιολογικής φύσεως. Και όποιος γνωρίζει κάποια πράγματα περί του ρεπερτορίου, από αυτόν δεν μπορεί να ξεφύγει, πόσα σαρακοφαγωμένα και σκουληκιασμένα κομμάτια ανεβάζονται σουλουπωμένα, με νέα σκηνικά, και τρομερές απαιτήσεις. Και το σουλούπωμα είναι τόσο, όσο χρειάζεται ώστε ο αδαής θεατής , να μην μπορεί να δει την πραγματική κατάσταση των έργων, αλλά και να μην μπορεί να αντιληφθεί πως στην πραγματικότητα το όλο εγχείρημα είναι χρεοκοπημένο. Αλλά και ο πληροφορημένος δε θα αγνοήσει έτσι απλά το όλο σύστημα, το οποίο κάθε άλλο παρά άξιο εμπιστοσύνης του φαίνεται. Και αυτό γιατί, οι παραστάσεις που ανεβάζει σε πολυποίκιλες παραλλαγές, ασχολούνται με μια μοίρα που μας αφορά όλους: την πολύπλευρη, πάντα όμως ίδια comedie humaine.

Μιλώντας χωρίς παρομοιώσεις: η παραδοσιακή φιλοσοφία, από την οποία εξαρτάται και ο διανοητικός κόσμος των νεώτερων νεαρών επαναστατών αλλά και των γερασμένων μεντόρων τους, βασίζεται στο μεγαλύτερο μέρος της σε έναν μικρό αριθμό μοτίβων και αντιλήψεων-μοντέλων. Αυτά σχετίζονται στενά με μερικές λίγες θεμελιώδεις, πρακτικής σημασίας, συναισθηματικά φορτισμένες καταστάσεις και περιστάσεις της ανθρώπινης ζωής. Αυτοί οι τύποι ερμηνείας του κόσμου και του εαυτού, αναγνωρίζονται(φαίνονται) ήδη στις αρχές της ιστορικής παράδοσης, και έχουν παραμείνει, με μια θαυμαστή σταθερότητα, μέχρι σήμερα ενεργοί, στα διάφορα μυθικά, θρησκευτικά, και μεταφυσικά διανοητικά οικοδομήματα. Και έχουν παραμείνει ενεργοί, παρόλο που στα πλαίσια τής επιστημονικής-βιομηχανικής επανάστασης των τελευταίων 200 ετών, υφίστανται όλο και πιο ριζικές κριτικές. Οι παραδόσεις αυτές, χρωστούν την απίστευτη αντοχή τους, όχι σε δοκιμασίες στις οποίες τέθηκαν τα περιεχόμενα τους, και στις οποίες επιτυχώς ανταπεξήλθαν, αλλά στην περίσταση, πως προσφέρουν στον άνθρωπο κάτι το οποίο συνεχώς απαιτεί στην πρακτική ζωή του: βεβαιότητα στην συμπεριφορά του και απαλλαγή από την πίεση της πραγματικότητας. Οι ανάγκες αυτές παραμένουν ως επί τω πλείστον σταθερές, και στις πιο διαφορετικές κοινωνικές καταστάσεις. Και εκείνα τα διανοητικά οικοδομήματα, προσαρμόζονται χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες στις εναλλασσόμενες κοινωνικές δομές και απαιτήσεις, ικανοποιώντας τους ευσεβέστερους των ευσεβών όχι λιγότερο, από τους αγριότερους των επαναστατών. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, παραμένουν οι αιώνιοι αυτοί τύποι σκέψης θεμελιώδεις στις κατά καιρούς συζητήσεις, ασχέτως αν στην αγορά των γνωμών επικρατεί ο ευσεβισμός ή η φωτιά της επαναστάσεως. 

Ο Sigmund Freud, τον οποίο μόλις υπονοήσαμε , τόνισε με έμφαση μια, για όλη την ανθρώπινη ύπαρξη, θεμελιώδη πραγματικότητα: ενώ οι δυνατότητά μας να χαιρόμαστε περιορίζεται από την δομή μας, η εμπειρία της δυστυχίας(ατυχία) βρίσκει μπροστά της πολύ λιγότερες δυσκολίες για να εκδηλωθεί. Η δυστυχία προέρχεται από την φύση, τον συνάνθρωπο και βέβαια όχι λιγότερο, από τον ίδιο μας τον ψυχοφυσικό οργανισμό, ο οποίος(προορισμένος να φθαρεί και να διαλυθεί) προσφέρει λαβές και για τις άλλες μορφές πόνου και βασάνων . Το ζώο είναι ένα ον υποταγμένο στον πόνο και μελλοθάνατο, και ο άνθρωπος είναι επίσης και γι' αυτό το γνωρίζει. Ένα γεγονός που βρίσκεται στο θεμέλιο, ιδιαίτερα εκείνων των σκέψεων, που ο άνθρωπος κάνει περί του θεϊκού και της σχέσης του προς αυτό .

Στο θεϊκό ον λοιπόν, αποδίδονται συχνά χαρακτηρισμοί που εκφράζουν πως βρίσκεται υπεράνω της πίεσης της πραγματικότητας-πόνος, ανάγκη, ενοχή, θάνατος. Αν και για τις προαναφερθείσες θεϊκές ιδιότητες κυριαρχεί γενική συμφωνία, για άλλες υπάρχουν μεγάλες, και για το θέμα μας σημαντικές, διαφωνίες. Η έννοια του Θεού περιέχει συχνά πολυάριθμους προσδιορισμούς, που προέρχονται από την περιοχή του ανθρώπινου, η επιλογή όμως των χαρακτηρισμών βασίζεται σε μια αυστηρή αξιολογική ιεράρχηση: όσες ιδιότητες θεωρούνται ανάξιες, κρατούνται μακριά από τον Θεό, όσες θεωρούνται άξιες του αποδίδονται στον ύψιστο βαθμό: παντοδυναμία, παντογνωσία, παναγαθοσύνη, κτλ. Ο 
χαρακτηρισμένος  με αυτόν τον τρόπο όμως, Θεός, ασκεί μια σειρά από λειτουργίες, που φέρουν ανθρώπινο χαρακτήρα. Δημιούργησε τον κόσμο, ως δημιουργός που τον σχεδίασε και ως ύψιστος καλλιτέχνης, και τον διατάζει και κυβερνάει ως Πατέρας-κυβερνήτης, νομοθέτης και δικαστής με ύψιστη αυθεντία . Ο δημιουργός και κύριος του κόσμου ως πρόσωπο, με τις ιδιότητες και λειτουργίες του αυτές, βρίσκεται σε μια αμετάθετη διαφορετικότητα προς τα δημιουργήματα του. “Η επιθυμία να γίνεις Θεός”, θα ήταν για το δημιούργημα το πιο αποτρόπαιο γέννημα βλάσφημης έπαρσης. Όποιος τολμούσε εντός τέτοιων θρησκειών να ισχυριστεί πως έγινε Θεός, έκφραζε συχνά την θανατική του καταδίκη-όπως ο μυστικός του ισλάμ, Halladsch . 

Ο μυστικισμός από την άλλη (όπως και συγγενή του πνευματικά ρεύματα), θεωρεί ως ύψιστη αποστολή του, να υποδείξει τον δρόμο, πάνω στον οποίο όντως, ο άνθρωπος μπορεί να ανέβει στον Θεό, να γίνει όμοιος του και τέλος να μπορέσει να συντηχθεί μαζί του Του. Δεν είναι σκοπός του έργου μας αυτού να παρακολουθήσουμε την καταγωγή αυτής της παράδοσης, από τις σαμανιστικές και συγγενείς μορφές εκστατικής μαγείας και μυστηρίων καθάρσεως, ή να παρουσιάσουμε την επανερμηνεία της κληρονομιάς αυτής, που από μέσο ενεργού κυριαρχίας του κόσμου πέρασε σε μια θεωρητική φυγή από τον κόσμο . Θα περιγράψουμε μόνο εν συντομία, με μια σχηματοποίηση των τυπικών χαρακτηριστικών, την μορφή της η οποία είχε τις πιο σημαντικές φιλοσοφικές συνέπειες.

Αν και η θεολογία του προσωπικού Θεού, του είχε αποδώσει ακόμα μια σειρά από χαρακτηριστικά που προέρχονται από τον χώρο του ανθρώπινου και του πεπερασμένου, οι ριζοσπαστικές απαιτήσεις για τελειότητα οδήγησαν πιο πέρα. Η “via eminentiae” θα εγκαταλειφθεί για χάρη της“via negationis”, βάσει της οποίας, η θεϊκή ουσία όχι μόνο ξεφεύγει από την πίεση της πραγματικότητας, όπως ορίστηκε πιο πάνω, αλλά είναι υπεράνω κάθε σύγκρισης με τον γεμάτο βάσανα και πεπερασμένο κόσμο της εμπειρίας . Αυτή η ουσία είναι η καθ' εαυτώ αιώνια και άφθαρτη, και γι' αυτό η καθ' εαυτώ μια, ενιαία και άτρεπτη, γιατί η πολλαπλότητα, η τροπή και η δημιουργία της, θα σήμαιναν φθαρτότητα και χρονικότητα. Βρίσκεται επίσης πέρα από και από την ιδανική πολλαπλότητα του μαθηματικού-λογικού εννοιολογικού οικοδομήματος, πέρα από την δυνατότητα συμπερίληψης μέσω της γλώσσας και της περιγραφικής σκέψης. Αυτό το σύμπλεγμα από χαρακτηρισμούς τελειότητος, αποδίδεται με τον ίδιο τρόπο στην θεϊκή ουσία που διαφέρει ριζικά από όλον τον αντικειμενικό κόσμο, και στο “αληθινό εγώ”, που διαφέρει ριζικά από τον ατομικό ψυχοφυσικό οργανισμό του ανθρώπου. Έτσι τα δυο μπορούν να εξισωθούν: ο “αληθινός εαυτός” είναι ταυτόχρονα το αληθινά θεϊκό, και ο δρόμος προς το ένα είναι ταυτόχρονα ο δρόμος προς το άλλο. 

1. Πρβλ. S. Freud: Das Unbehagen in der Kultur, Wien 1930, S. 136
2. S. Freud, (1) S. 25
3. Πρβλ. E. Topitsch: Phylogenetische und emotionale Grundlagen menschlicher Weltauffassung, Saggi Filosofici 9, Torino 1962. neu in W. E. Mühlmann-E.W. Müller, Kulturanthropologie, Köln-Berlin, 1966, S. 50
4. Πρβλ. E. Topitsch: Vom Ursprung und Ende der Metaphysik, Wien 1958
5. H. H. Schaeder: Der Mensch in Orient und Okzident, München 1960, S. 152 Το μοτίβο όμως της θέωσης του ανθρώπου είναι ενεργό και στον Χριστιανισμό, πρβλ. M. Werner: Die Entstehung des christlichen Dogmas, Bern-Tübingen, 1954, S. 470

6. Πρβλ. M. Eliade: Schamanismus und archaische Ekstasetechnik, Zürich 1957; του ιδίου : Yoga. Freiheit und Unsterblichkeit, Zürich 1960; ειδικά περί Ινδίας: J. W. Hauer: Der Yoga, Stuttgart 1958; ειδικά περί Ελλάδος: E. R. Dodds: The Greeks and the Irrational, Berkeley/Cal. 1951
7. Η πιο πρώιμη μαρτυρία περί μιας “αρνητικής θεολογίας” είναι ένας ύμνος στον Αμών, από την 19η αιγυπτιακή δυναστεία(13αι π.Χ), στο J. B. Pritchard: Ancient Near Eastern Texts relating to the Old Testament, 2. ed., Princeton 1955, S. 368: „One is Amon, hiding himself from them, concealing himself from the (other) gods, so that his (very) colour is unknown. He is far from heaven, he is absent from the Underworld, (so that) no gods know his true form. His image is not displayed in writings. No one bears witness to him...He is too mysterious that his majesty might be disclosed, he is too great that (men) should ask about him, too powerful that he might be known. (20) Instantly (one) falls in a death of violence at the utterance of his mysterious name, unwittingly or wittingly. No (other) god knows how to call him by it, the Soul who hides his name, according as he is mysterious“.

Mετάφραση : Πέτρος 
  
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: