Συνέχεια από Τρίτη, 20 Ιανουαρίου 2015
IGNACE DE LA POTTERIE, S.J
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ
ΤΟΜΟΣ 1Ος
Ο Χριστός και η αλήθεια
Το Πνεύμα και η αλήθεια
2ο Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο : ΜΑΡΤΥΡΕΙΝ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ
Σε δύο σημεία του ευαγγελίου του αγ. Ιωάννη συναντάμε την έκφραση μαρτυρείν την αλήθεια της οποίας νόημα θα λέγαμε ότι είναι συγγενές με το λαλείν την αλήθεια το οποίο ερμηνεύσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο. Την πρώτη φορά όταν ο Ιησούς δηλώνει στους Ιουδαίους σχετικά με τον Ιωάννη τον Βαπτιστή: «μεμαρτύρηκε τῇ ἀληθείᾳ» (5, 33)· την δεύτερη φορά όταν λέει για τον εαυτό του ενώπιον του Πιλάτου: «εἰς τοῦτο γεγέννημαι καὶ εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον, ἵνα μαρτυρήσω τῇ ἀληθείᾳ» (18, 37).
Η διατύπωση «μαρτυρείν την αλήθεια» αναφέρεται στο 4ο Ευαγγέλιο για να προσδιορίσει τόσο την αποστολή του Βαπτιστή όσο και αυτήν του Ιησού. Εδώ γεννάται ένα ερώτημα: Φαίνεται ανάρμοστο, εκ πρώτης όψεως, να χρησιμοποιεί ο Ευαγγελιστής την ίδια ακριβώς έκφραση και στις δύο περιπτώσεις, ενώ ο ίδιος φροντίζει να υπογραμμίζει την ανωτερότητα του Ιησού σε σχέση με τον Πρόδρομο. Θα δούμε όμως ότι η φροντίδα αυτή διαφαίνεται και στα δύο αυτά αποσπάσματα. Πριν όμως προσεγγίσουμε την λεπτομερέστερη ανάλυσή τους ας εξετάσουμε το καθεαυτό νόημα της έννοιας της μαρτυρίας.
Ι. Η μαρτυρία στον Ιωάννη
Το νόημά της μαρτυρίας είναι κεφαλαιώδες για τον αγ. Ιωάννη. Στο σύνολό του το 4ο Ευαγγέλιο αποτελεί μαρτυρία (21, 24)· και είναι αξιοσημείωτη η συχνότητα με την οποία χρησιμοποιούνται οι λέξεις μαρτυρία ( 14 φορές) και μαρτυρείν (33φορές) ενώ όροι όπως το κήρυγμα (ευαγγέλιον, ευαγγελίζεσθαι, κηρύσσειν) απουσιάζουν παντελώς.
1. Η ορολογία
Παρότι η μαρτυρία του Ιωάννη διακρίνεται από τον κυρηγματικό λόγο, κατά κάποιο τρόπο τον προσεγγίζει: και οι δύο μορφές λόγου, σε ορισμένες περιπτώσεις τουλάχιστον, αποτελούν δημόσιες και επίσημες αναγγελίες. Λέει ο Ευαγγελιστής για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, αναφερόμενος στον σαρκωθέντα Λόγο: «Ἰωάννης μαρτυρεῖ περὶ αὐτοῦ καὶ κέκραγεν λέγων» (1, 15)· στη συνέχεια η μαρτυρία του Βαπτιστή (1, 19) ερμηνεύεται με τον ρήμα ομολογείν (1, 20)· και στην 1η Επ. 1, 12 η μαρτυρία συνδέεται με ένα κηρυγματικό ρήμα: μαρτυρούμεν και απαγγέλλομεν. Αν και σπάνιες αυτές οι περιπτώσεις υποδεικνύουν όμως ότι η μαρτυρία των ανθρώπων έχει επίσης έναν δημόσιο και ανοιχτό χαρακτήρα.
Ένας άλλος παραλληλισμός μας προσανατολίζει προς μια διαφορετική έννοια του όρου. Στο 3, 11 ο Ιησούς λέει στον Νικόδημο: «ὃ οἴδαμεν λαλοῦμεν καὶ ὃ ἑωράκαμεν μαρτυροῦμεν, καὶ τὴν μαρτυρίαν ἡμῶν οὐ λαμβάνετε». Σ’ αυτό το κείμενο μαρτυρείν ακολουθεί το λαλείν το οποίο όπως είδαμε στον Ιωάννη είναι όρος της αποκαλύψεως. Εάν ο Ιησούς ομιλεί περί αυτού που γνωρίζει και μαρτυρεί περί αυτού που είδε παρά του Πατρός μπορούμε να συμπεράνουμε ότι μαρτυρία στον Ιωάννη σημαίνει αποκάλυψη.
Ένα τρίτο χαρακτηριστικό της μαρτυρίας στον Ιωάννη το οποίο προβάλλουν σύγχρονες μελέτες είναι η δικανική της μορφή. Ο Ευαγγελιστής χρησιμοποιεί έννοιες της νομικής ορολογίας όπως: ελέγχειν, κατηγορείν, παράκλητος, κρίνειν, κρίσις, και επίσης μαρτυρία και μαρτυρείν. Οι περιπτώσεις στις οποίες εμφανίζεται αυτό το τελευταίο ρήμα υπογραμμίζουν την δικανική του χροιά. Συνηθέστερη είναι η έκφραση μαρτυρείν περι: όπως ενώπιον του δικαστηρίου ο μάρτυρας κατηγορίας ή ο μάρτυρας υπεράσπισης κάποιου προσώπου (του Χριστού: 3, 26) ή κάποιας έννοιας (της αλήθειας: 5, 33 και 18, 37). Αντιλαμβανόμαστε ότι στην σκέψη του Ιωάννη το έργο του Χριστού τελείται σε ένα ιδιαίτερα εχθρικό περιβάλλον που επομένως καθιστά αναγκαία την υπεράσπιση. Αυτό αποκαλείται και «μέγα δικαστήριο» στο οποίο φαίνεται να κρίνεται η ζωή του Ιησού. Το 4ο Ευαγγέλιο εμφανίζει τον Ιησού σε συνεχή αντιδικία με τους Ιουδαίους· κατά τον Ιωάννη η αντιδικία αυτή έχει την αξία σημείου: οι τυφλωμένοι Ιουδαίοι αντιπροσωπεύουν το σύνολο του εχθρικού κόσμου που αρνείται το φως. Και η άρνησή τους επιφέρει την κρίση, έναν ακόμη νομικό όρο που συνδέεται άμεσα με την έννοια της μαρτυρίας. Είναι επομένως σημαντική για την κατανόηση της μαρτυρίας η έρευνά της σύμφωνα με το νομικό της περιεχόμενο: κατά τον αγ. Ιωάννη πρόκειται για την μαρτυρία η οποία αποκαλύπτεται (λαλείν) σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζει όμως η αμφισβήτηση, η εχθρότητα και η δυσπιστία· ο αμαρτωλός κόσμος απορρίπτει τον λόγο του Χριστού, ο οποίος όμως του απευθύνεται με την μορφή της μαρτυρίας, της κλήσης στην πίστη.
2. Ο μάρτυρας που είδε.
Σε αρκετές περιπτώσεις το ρήμα «μαρτυρείν» συνδέεται με το ρήμα «βλέπειν»: αυτός που μαρτυρεί είναι αυτός που είδε. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής μετά τα Θεοφάνεια δηλώνει: «κἀγὼ ἑώρακα, καὶ μεμαρτύρηκα ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ» (1, 34)· ο Ιησούς που έρχεται εξ ουρανού μαρτυρεί περί αυτού που είδε και άκουσε (3. 11. 32)· ο Απόστολος Ιωάννης, που είδε να ρέει το αίμα και το ύδωρ από το πλευρό το Ιησού, γράφει: «καὶ ὁ ἑωρακὼς μεμαρτύρηκε» (19, 35)·
Τέλος στην 1η Επιστολή αναφέρεται δύο φορές: «καὶ ἑωράκαμεν καὶ μαρτυροῦμεν» (1, 2 και 4, 14). Σ’ αυτά τα κείμενα το ρήμα «βλέπω» (οράν ή θεάσθαι) είναι σε παρακείμενο χρόνο: αυτό που βλέπεται έχει διάρκεια· η επίδρασή του είναι βαθειά, δηλαδή η εξωτερική όραση συνοδεύεται από το βλέμμα της πίστης: η όραση γίνεται θεωρία.
Αλλά η σχέση ανάμεσα στην όραση και την μαρτυρία δεν είναι πάντοτε η ίδια. Βλέπειν και μαρτυρείν έχουν το ίδιο αντικείμενο μόνο στην περίπτωση που ο Χριστός «μαρτυρεί αυτό που είδε» (3, 32 και 3, 11): Ο Ιησούς εμφανίζεται επομένως ως αυτόπτης μάρτυρας των ουρανίων πραγματικοτήτων, όπως στις αποκαλύψεις. Η κατάσταση διαφέρει όταν πρόκειται για μάρτυρες ανθρώπους: υπάρχει διάσταση ανάμεσα σ’ αυτό που βλέπουν και αυτό που μαρτυρούν· το εξωτερικό συμβάν που «είδαν» είναι σημείο που τους εισάγει στην γνώση μιας άλλης πραγματικότητας που δεν μπορούν να δουν με τα σωματικά μάτια· η μαρτυρία τους αφορά άμεσα αυτήν την καλυμμένη πραγματικότητα όπως συμβολίζεται. Ο Βαπτιστής, για παράδειγμα είδε στα Θεοφάνεια το Πνεύμα υπό μορφήν περιστεράς, να κατέρχεται από τον ουρανό και να «μένει επί του Ιησού»· αυτό που μαρτυρεί όμως είναι η υιότητα του Ιησού (1, 34). Το αυτό παρατηρείται και στην μαρτυρία του Ευαγγελιστή (19, 35) και των μαθητών στην αρχή της 1ης Επ. 1, 1-3. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις το αντικείμενο της σωματικής όρασης είναι διαφορετικό από το αντικείμενο της μαρτυρίας: η πραγματικότητα που αντικρίζει κάνει τον μάρτυρα κοινωνό μιας αθέατης πραγματικότητας. Και αυτήν μαρτυρεί. Κατά τον άγιο Ιωάννη δεν πρόκειται για μαρτυρία γεγονότων αλλά για μαρτυρία πίστεως.
3. Το αντικείμενο της μαρτυρίας.
Η μαρτυρία δεν έχει πλέον αντικείμενο, όπως στις Πράξεις, το γεγονός της Αναστάσεως του Ιησού· αφορά σχεδόν αποκλειστικά το πρόσωπο του Ιησού. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής μαρτυρεί περί αυτού (Ιωαν., 1, 15)· το ρήμα «μαρτυρείν», στο στόμα του Ιησού, συνοδεύεται σχεδόν σε όλα τα αποσπάσματα από το περί εμού ( ή εμαυτού) (5, 31. 32. 36. 37. 39/8, 14. 18/ 10, 25/ 15, 26)· στο 8, 13 στο οποίο ομιλούν οι Ιουδαίοι, το ρήμα συνοδεύεται από το περί σεαυτού· κατ’ αντίστοιχο τρόπο λέγεται ότι ο Βαπτιστή ήρθε για να μαρτυρήσει το φως (1, 7.8) και ότι ο Θεός μαρτυρεί περί του Υιού του (1η Επ. Ιωαν. 5, 9). Επομένως η μαρτυρία αποβλέπει πάντοτε να μας γνωρίσει ποιος είναι ο Ιησούς: πέρα από την παρουσία του και πέρα από τις πράξεις του και τους λόγους του, ή ακριβώς μέσα από όλα αυτά τα σημεία, η κατά Ιωάννη μαρτυρία έχει αντικείμενο την ίδια την φύση του Ιησού που αυτά τα σημεία μας γνωρίζουν· μέσα από αυτά τα σημεία αναφέρεται άμεσα στο μυστήριο της ύπαρξής του, του προσώπου του.
Έτσι ο Βαπτιστής κατά την βάπτιση του Ιησού μαρτυρεί ότι Αυτός είναι ο Μεσσίας, ο Εκλεκτός του Θεού (Ιωαν. 1,32.34), και ότι προϋπήρξε αυτού (1, 15.30)· τα έργα του Χριστού μαρτυρούν ότι απεστάλη από τον Πατέρα (5, 36)· και όπως μαρτυρούν οι μαθητές, απεστάλη από τον Πατέρα ως Σωτήρας του κόσμου (1η Επ. Ιωάν. 4, 14). Αντικείμενο της μαρτυρίας είναι το πρόσωπο του Ιησού και η αποστολή του, όπως αποκαλύπτονται στην πίστη. Είναι επομένως ακριβές να συμπεράνουμε ότι «μαρτυρείν» (όπως και λαλείν) είναι όρος της αποκαλύψεως. Το περιεχόμενο αυτό της μαρτυρίας είναι χαρακτηριστικό στον αγ. Ιωάννη: επιμένει λιγότερο στην αποστολή της σωτηρίας από ότι στον ίδιο τον Ιησού, δια του οποίου αποκαλύπτεται ο ουράνιος κόσμος· και σ’ αυτό το σημείο η θεολογία του Ιωάννη επικεντρώνεται στο μυστήριο της Ενσάρκωσης.
4. Οι διάφοροι μάρτυρες
Ποιοι είναι αυτοί οι μάρτυρες; Ο Ιωάννης μας υποδεικνύει αρκετούς: Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, οι Γραφές, ο Ιησούς, τα έργα του Ιησού, ο Πατήρ· στους οποίους αργότερα προστίθενται: το Πνεύμα, το ύδωρ και το αίμα, ο Ευαγγελιστής, οι μαθητές, οι χριστιανοί, η ίδια η αλήθεια. Οι μαρτυρίες αυτές δεν έχουν φυσικά όλες την ίδια βαρύτητα: όλες όμως καταλήγουν, σε τελική ανάλυση, σε μια μοναδική, την μαρτυρία του Πατέρα, την οποία προεκτείνουν και μεταδίδουν στους ανθρώπους. Αξιοσημείωτο είναι ότι αυτές οι διαφορετικές μαρτυρίες έχουν κοινό στόχο και σκοπό: να μας γνωρίσουν τον Χριστό. Το διαπιστώσαμε ήδη στην προηγούμενη παράγραφο και θα το αποδείξουμε ακολούθως.
Το 4ο Ευαγγέλιο επιμένει εκτενώς στην μαρτυρία του Ιωάννη του Βαπτιστή. Η αποστολή του συνοψίζεται σε μία φράση: ἦλθεν εἰς μαρτυρίαν (1, 7). Που σημαίνει ότι δεν ανέλαβε ο ίδιος την πρωτοβουλία αλλά τον απέστειλε ως μάρτυρα ο ίδιος ο Θεός (1, 6.8)· η πρωτοβουλία ανήκει στον Θεό. Το αντικείμενο της μαρτυρίας του Βαπτιστή υπογραμμίζεται με έμφαση: ήλθε να μαρτυρήσει «περί του φωτός», περί του σαρκωθέντος Λόγου (1, 7.8.15)· για να φανερωθεί ο Χριστός στον Ισραήλ (1, 31)· βεβαιώνει ότι Αυτός είναι ο Υιός του Θεού.
Πριν απ’ αυτόν, οι Γραφές, μαρτυρούσαν ήδη περί του Χριστού (5, 39).Ο Ευαγγελιστής υπογραμμίζει συχνά την αναφορά της Π. Δ. στην αποστολή του Χριστού (1, 45/ 12, 14-16. 39-41/ 20, 9). Στις Γραφές όμως ομιλεί ο Θεός: πιστεύουμε στην Γραφή (2, 22/ 5, 47) όπως πιστεύουμε στον ίδιο τον Θεό που απέστειλε τον Υιό του (5, 24). Η μαρτυρία της Γραφής είναι η πρώτη μορφή μαρτυρίας του Θεού περί του Υιού του.
Η μαρτυρία του Ιησού είναι πολύ πιο σημαντική, αφού αυτός είναι που φέρνει στον κόσμο την οριστική αποκάλυψη, την αλήθεια. Αλλά η μαρτυρία του έχει επίσης ως αναφορά την μαρτυρία του Πατρός που τον απέστειλε (3, 34/ 14, 24)· από μόνη της δεν θα είχε αξία (5, 31)· έρχεται να την βεβαιώσει η μαρτυρία του Πατρός (5, 32)· η θεία μαρτυρία εκφράζεται μέσω του Ιησού και έτσι αποκτά ισχύ (8, 18). Η απόλυτη υπακοή του Ιησού στον Πατέρα εγγυάται το μήνυμά του· εξασφαλίζει την πλήρη συνέχεια ανάμεσα στην μαρτυρία του και εκείνη του Πατρός του. Και παρ’ όλα αυτά, αντικείμενο της μαρτυρίας του Ιησού είναι αυτός ο ίδιος (5, 31/ 8, 13. 14. 18). Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο οι Ιουδαίοι έβλεπαν την αδυναμία της μαρτυρίας του, από νομική άποψη· από την θεολογική σκοπιά όμως εδώ βρίσκεται ολόκληρο το βαθύ νόημά της, επειδή η μαρτυρία το Ιησού περί του ιδίου μας αποκαλύπτει πλήρως το μυστήριο: «Κἂν ἐγὼ μαρτυρῶ περὶ ἐμαυτοῦ, ἀληθής ἐστιν ἡ μαρτυρία μου, ὅτι οἶδα πόθεν ἦλθον καὶ ποῦ ὑπάγω» (8, 14)· «ἐγώ εἰμι ὁ μαρτυρῶν περὶ ἐμαυτοῦ, καὶ μαρτυρεῖ περὶ ἐμοῦ ὁ πέμψας με πατήρ… Οὔτε ἐμὲ οἴδατε οὔτε τὸν πατέρα μου· εἰ ἐμὲ ᾔδειτε, καὶ τὸν πατέρα μου ᾔδειτε ἂν» (8, 18.19). Η μαρτυρία του Ιησού περί του ιδίου αποκαλύπτει τις σχέσεις του με τον Πατέρα· γνωρίζει στον κόσμο «ότι είναι» (8, 24.28. 58), αποκαλύπτει ότι είναι πραγματικά απεσταλμένος από τον Πατέρα, ο Υιός του Πατρός.
Ο Ιησούς δεν μαρτυρεί μόνο με τους λόγους αλλά και με τα έργα του. Με ποιο τρόπο; Όταν επιμένει στην άμεση εξάρτησή του από τον Πατέρα και στην ένωση μαζί του: τα έργα που μαρτυρούν περί του Ιησού είναι αυτά που του «ανέθεσε» ο Πατήρ να φέρει σε πέρας (5, 36 και 17, 4)· Ο Ιησούς τα εκτελεί «εις το όνομα του Πατρός» (10, 25)· είναι τα έργα του Πατρός (9, 34 και 10, 37)· αφού ο Πατήρ παραμένει (εστί) εις τον Ιησού, αυτός είναι που εκτελεί τα έργα (14, 10). Είναι ταυτόχρονα έργα του Ιησού και έργα του Πατρός: δια των έργων του Ιησού, ο Πατήρ μαρτυρεί περί του Υιού του. Έτσι τα έργα λειτουργούν ως φανέρωση: μαρτυρώντας περί του Ιησού (περί εμού: 5, 36 και 10, 25) φανερώνουν ότι απεστάλη εκ του Πατρός (5, 36), ότι είναι ένα με τον Πατέρα (10, 30).
Αργότερα, στην Εκκλησία, θα μαρτυρήσει περί του Ιησού, το Πνεύμα της αλήθειας (15, 26), «υπενθυμίζοντας» όμως τους λόγους του (14, 26), και συνεισφέροντας στην κατανόηση της αξίας και της πληρότητας του νοήματός τους· όπως ακριβώς και ο Ιησούς, θα ομιλήσει όχι αφ’ εαυτού αλλά «όσα αν ακούσει λαλήσει» (16, 13): η διδασκαλία του θα προεκτείνει ταυτόχρονα αυτή του Ιησού και του Πατρός. Θα έχει όμως την άμεση εντολή να οδηγήσει (τους πιστούς) στην εσωτερική κατανόηση της αλήθειας του Ιησού (16, 13).
Ας εξετάσουμε τώρα την ίδια την μαρτυρία του Πατρός της οποίας οι υπόλοιπες αποτελούν μόνο εκδηλώσεις. Ο Ιωάννης το υπογραμμίζει τέσσερις φορές (5, 32.37/ 8, 18/ 1η Επ. 5, 9-10). Ολόκληρο το απόσπασμα 5, 31-40, που αναπτύσσει το θέμα της μαρτυρίας, γίνεται αντιληπτό μέσα από το πρώτο μέρος της ομιλίας (5, 19-30) που περιγράφει την ενότητα των έργων του Υιού και του Πατρός: «οὐ δύναμαι ἐγὼ ποιεῖν ἀπ’ ἐμαυτοῦ οὐδέν» (5, 30). Το ίδιο ισχύει και για την μαρτυρία του Ιησού: όταν ο Ιησούς μαρτυρεί περί αυτού, σ’ αυτόν μαρτυρεί ο Πατέρας. Αλλά το αντικείμενο της μαρτυρίας του Πατρός είναι ευρύτερο από του Ιησού: όταν τοποθετείται στο 5, 37 ανάμεσα στην μαρτυρία των έργων του Ιησού (στ. 36) και τις Γραφές (στ. 39) δεν ταυτίζεται με καμμία αλλά τις περιλαμβάνει και τις δύο· η έκφραση του Ευαγγελιστή (αυτός μεμαρτύρηκεν στον παρακείμενο) είναι ευρύτερη: η μαρτυρία του Πατρός περιλαμβάνει όλες τις ιστορικές μαρτυρίες διά των οποίων ο Πατήρ μαρτυρεί περί του Υιού του: τις μαρτυρίες των Γραφών, του Ιωάννη Βαπτιστή και του Ιησού. Την ίδια ερμηνεία μπορούμε να αποδώσουμε στην 1η Επ. 5, 9-10. Στους προηγούμενους στίχους αναφέρεται η μαρτυρία του Πνεύματος, του ύδατος και του αίματος, δηλαδή της πίστεως, του βαπτίσματος και της ευχαριστίας κατά την είσοδο στην Εκκλησία. Ο στ. 9 αναφέρεται, χωρίς προηγούμενη διευκρίνιση, στην μαρτυρία του Θεού. Πολλοί πιστεύουν ότι πρόκειται για μία νέα μαρτυρία. Είναι όμως πιθανότερο να πρόκειται για την ίδια μαρτυρία επεκτείνοντας το νόημά της: η μαρτυρία του Θεού είναι επανάληψη της μαρτυρίας του Πνεύματος, του ύδατος και του αίματος, διότι σ’ αυτήν την τριπλή μαρτυρία της πίστεως και των μυστηρίων εκδηλώνεται ο Θεός. Εδώ διακρίνουμε την πρόθεση του Ιωάννη για ενότητα: συνενώνει τις τρεις προηγούμενες μαρτυρίες στην μοναδική μαρτυρία του Θεού. Επιπλέον ο Ιωάννης αναφέρεται εδώ και στην μαρτυρία του Πατρός καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής του Ιησού: υπενθυμίζει την αρχή της περικοπής (στ. 6α) στην οποία το ύδωρ και το αίμα υποδεικνύουν τα ιστορικά γεγονότα της Βάπτισης του Ιησού και της Σταύρωσης· δεν χρησιμοποιεί πλέον το ρήμα μαρτυρείν στον ενεστώτα, όπως στους στ. 6 και 7, στους οποίους αφορά την σύγχρονη μαρτυρία εντός της Εκκλησίας, αλλά στον παρακείμενο (μεμαρτύρηκεν στ. 9), και ανακεφαλαιώνει ολόκληρη την παρελθούσα μαρτυρία – από τον Ιορδάνη ως τον Γολγοθά – και τις σύγχρονες επιπτώσεις της στην ζωή των πιστών. Ο επόμενος στ. 10 αποτελεί την κατάληξη αυτής της προοδευτικής ολοκλήρωσης: την μαρτυρία του Θεού, η οποία αναφέρεται στον στ. 9 και επαναλαμβάνει τις προηγούμενες μαρτυρίες, ο Ιωάννης την επαναφέρει υπό μορφή κατακλείδας ως την οριστική μαρτυρία. Τέλος στον στ. 11 ο Ιωάννης προσφέρει την ερμηνεία αυτής της μαρτυρίας του Θεού: «καὶ αὕτη ἐστὶν ἡ μαρτυρία, ὅτι ζωὴν αἰώνιον ἔδωκεν ἡμῖν ὁ Θεός, καὶ αὕτη ἡ ζωὴ ἐν τῷ υἱῷ αὐτοῦ ἐστιν». Πρόκειται για το συμπέρασμα όλων όσων προηγούνται: Ο Θεός μας έδωσε την θεία ζωή δια του Υιού του· με τον τρόπο αυτό αποκαλύπτεται και φανερώνει την αγάπη του για τους ανθρώπους· αυτή είναι η μεγάλη μαρτυρία του Θεού: εδόθη δι’ ενός έργου ιστορικής σημασίας ( έδωκεν στον αόριστο στ. 11) όχι σε κάποια συγκεκριμένη στιγμή της ζωής του Ιησού, αλλά στο σύνολο του έργου της σωτηρίας.
Ας μιλήσουμε τώρα και για την τελευταία ομάδα μαρτύρων: τους μαθητές. Είναι εξίσου σημαντική διότι μέσω αυτών μεταφέρονται στην Εκκλησία οι προηγούμενες μαρτυρίες. Ο Χριστός ανέθεσε αυτή την αποστολή τους μαθητές τους στον Μυστικό Δείπνο (Ιωαν. 15, 26-27)· υπέδειξε ταυτόχρονα την προϋπόθεση αυτής της αποστολής: για να γίνει κάποιος μάρτυρας του Ιησού θα έπρεπε να έχει ζήσει μαζί του και να έχει προηγουμένως λάβει την εσωτερική μαρτυρία του Παρακλήτου. Στην 1η Επ. υπάρχουν δύο παραδείγματα της μαρτυρίας των μαθητών: Ο μάρτυρας φανερώνει αυτό που «είδε» και «άκουσε» (1, 1-2), υπογραμμίζοντας το προνόμιο του αυτόπτη μάρτυρα· όμως το πραγματικό αντικείμενο της μαρτυρίας του ανάγεται στην πίστη: σ’ αυτό τον άνθρωπο που οι μαθητές είδαν, άκουσαν και άγγιξαν εκδηλώθηκε ο Λόγος της Ζωής. Το ίδιο ισχύει και για το 4, 14 της 1ης Επ.: «Καὶ ἡμεῖς τεθεάμεθα καὶ μαρτυροῦμεν ὅτι ὁ πατὴρ ἀπέσταλκε τὸν υἱὸν σωτῆρα τοῦ κόσμου»· αυτή η μαρτυρία έχει διάφορες προϋποθέσεις: την προσωπική επαφή με τον Χριστό, την διαρκή «θεωρία» της αποστολής του στο φως της πίστεως, την μαρτυρία εντός της Εκκλησίας όλων αυτών που το βλέμμα της πίστεως φανέρωσε στον Ιησού.
Όλα τα παραπάνω μας δείχνουν ότι η οι πολλαπλοί μάρτυρες στον Ιωάννη δεν πλήττουν την ενότητα της μαρτυρίας· την ενότητα αυτή εξασφαλίζουν τόσο η ομοιογένεια της προέλευσης των διαφόρων μαρτυριών όσο και η ταυτότητα του αντικείμενου τους: πρόκειται πάντοτε για την μαρτυρία του Θεού, και για την μαρτυρία υπέρ του Υιού του Θεού. Εκφράζεται και πραγματοποιείται στην ιστορία από διάφορες μαρτυρίες ανθρώπων, από την Π. Δ. ως την Εκκλησία του Χριστού· και ολοκληρώνεται με την μαρτυρία του Χριστού, η οποία με την σειρά της επεκτείνεται και εσωτερικεύεται δια του Πνεύματος. Αυτή η θεμελιώδης ενότητα της μαρτυρίας αποτελεί και εγγυάται την ζωντανή ενότητα της αποκαλύψεως.
5. Μαρτυρία και πίστη.
Η μαρτυρία στον αγ. Ιωάννη είναι ουσιαστικά ένα κάλεσμα στην πίστη, μία πρόσκληση προσχώρησης σ’ αυτήν. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήρθε ως μάρτυρας «ἵνα πάντες πιστεύσωσιν δι' αὐτοῦ» (1, 7)· ο ευαγγελιστής που βρισκόταν δίπλα στον Σταυρό δίνει επίσημη μαρτυρία για να πιστέψουμε και εμείς (19, 35). Για τον Ιωάννη «δέχομαι την μαρτυρία» και «πιστεύω» είναι πρακτικά συνώνυμα. Ο Ιησούς λέει στον Νικόδημο που εκπροσωπεί τους Ιουδαίους: «τὴν μαρτυρίαν ἡμῶν οὐ λαμβάνετε» (3, 11) ή κατ’ αναλογία «οὐ πιστεύετε» (3, 12)· και για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή « πιστεύειν εἰς τὸν υἱὸν» (3, 36) και «λαμβάνειν την μαρτυρία» (3, 33)είναι ταυτόσημα.
Η σχέση μαρτυρίας και πίστης διαγράφεται ανάγλυφα στη τέλος της 1ης Επιστολής (1 Ιωαν. 5, 6). Κυρίαρχο θέμα αυτού του αποσπάσματος είναι η πίστη η οποία ανοίγεται σε μια προοπτική από την οποία αναδύεται ένα νέο θέμα: «Πᾶς ὁ πιστεύων ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς, ἐκ τοῦ Θεοῦ γεγέννηται» (5, 1)· στη συνέχεια διαβάζουμε: «τίς ἐστιν ὁ νικῶν τὸν κόσμον εἰ μὴ ὁ πιστεύων ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ;» (5, 5)· και προς το τέλος της περικοπής: «αὕτη ἐστὶν ἡ μαρτυρία τοῦ Θεοῦ ἣν μεμαρτύρηκε περὶ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ. ὁ πιστεύων εἰς τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ ἔχει τὴν μαρτυρίαν ἐν αὑτῷ» (5, 9β-10). Αλλά αυτή η πίστη αποτυπώνεται εδώ με την μορφή της νίκης πάνω στον κόσμο: η χαρακτηριστική αυτή αντίθεση στον Ιωάννη, ανάμεσα στον κόσμο και τους πιστούς, επαναφέρει το θέμα της μεγάλης δίκης (αντιπαράθεσης). Στην διένεξη με τον κόσμο, η πίστη είναι το κυρίαρχο όπλο των πιστών, αυτή που θα τους οδηγήσει στην νίκη: «ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐν ὑμῖν μένει καὶ νενικήκατε τὸν πονηρόν» (2, 14)· ενίκησαν το πνεύμα του αντιχρίστου (4, 4) διότι είναι εκ του Θεού, ομολογούν Ιησού Χριστόν και μετέχουν του πνεύματος της αληθείας (4, 2.6)· «αὕτη ἐστὶν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τὸν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν. τίς ἐστιν ὁ νικῶν τὸν κόσμον εἰ μὴ ὁ πιστεύων ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ;» (5, 4β-5).Χάρη στην σταθερότητα της πίστης τους, αυτοί που εγγενήθησαν εκ του Θεού, δεν παρασύρονται στις ψευδαισθήσεις του κόσμου: νικούν την αμαρτία (3, 9).
Η νίκη των πιστών επί του κόσμου είναι έργο του Πνεύματος. Ο Ιησούς Χριστός τον οποίο ομολογούν οι πιστοί, ήλθε δι’ ύδατος και αίματος, αλλά «(το πνεύμα εστί το μαρτυρούν), διότι το Πνεύμα είναι η αλήθεια» (5, 6). Χάρη στην εσωτερική μαρτυρία του Πνεύματος οι πιστοί αποκτούν την σταθερότητα της πίστεως που τους εξασφαλίζει την νίκη επί του κόσμου. Ο Θεός μαρτυρεί περί του Υιού του κατά διάφορους τρόπους (5, 9)· και «ὁ πιστεύων εἰς τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ ἔχει τὴν μαρτυρίαν ἐν αὑτῷ» (5, 10). Η πίστη στον Χριστό είναι επομένως «η αποδοχή της μαρτυρίας του Θεού η οποία αντηχεί δια του Πνεύματος στις καρδιές των πιστών». Η εσωτερική μαρτυρία του Πνεύματος επομένως αντανακλά την αλήθεια του Χριστού στις καρδιές των πιστών και παγιώνει την πίστη τους.
6. Συμπέρασμα.
Το θέμα της μαρτυρίας στον άγιο Ιωάννη είναι πολύπλοκο, αλλά αποκτά μεγάλο θεολογικό βάθος. Η ιδιαίτερη σημασία του οφείλεται ακριβώς στην στενή σχέση του με την αποκάλυψη: η μαρτυρία του Θεού στον κόσμο δια των ανθρώπων-μαρτύρων έγινε δυνατή χάρη στην πίστη. Αλλά η μεγάλη καινοτομία της κατά Ιωάννη μαρτυρίας είναι ότι επικεντρώνεται ουσιαστικά στο πρόσωπο του ίδιου του Χριστού: οι μαρτυρίες περί του Ιησού αποβλέπουν στην φανέρωση του Μεσσία και Υιού του Θεού.
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου