Του Γιώργου Καπόπουλου
Το 1959 ο Αϊζενχάουερ, το 1991 ο Μπους πατήρ και το 1999 ο Κλίντον επισκέφθηκαν την Αθήνα με επόμενο σταθμό την Αγκυρα σε μία επίδειξη ενδιαφέροντος για τους δύο εταίρους των ΗΠΑ -και σε μόνιμες μεταξύ τους εντάσεις και τριβές- στη Νοτιοανατολική Πτέρυγα του ΝΑΤΟ.
Σήμερα το στίγμα της επικείμενης επίσκεψης Ομπάμα στην Αθήνα είναι εντελώς διαφορετικό, με την Ελλάδα να είναι για τις ΗΠΑ ένα από τα πολλά μέτωπα μιας πολυμέτωπης κρίσης στην ΕΕ – Ευρωζώνη και όχι ένας δυσπροσάρμοστος σε μια ευρωπαϊκή κανονικότητα εταίρος, στον οποίο πρέπει να γίνουν εκπτώσεις για γεωπολιτικούς λόγους.
Στη γερμανική πρωτεύουσα ο Ομπάμα θα συναντηθεί εκτός της Μέρκελ με τον Ολάντ, τον Ρέντσι και τη Μέι και έτσι, αν αθροίσουμε και τις επαφές του στην Αθήνα με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον πρωθυπουργό, προκύπτει μια εκ του σύνεγγυς ενημέρωση και διαβούλευση με τις ηγεσίες που εμπλέκονται σε όλα τα ανοικτά μέτωπα της ΕΕ – Ευρωζώνης από τη διαχείριση του Brexit, την ανάγκη σταθεροποίησης της Ελλάδας μέχρι την πολιτική και κοινωνική αποσταθεροποίηση στον Νότο και στη Γαλλία λόγω της μονομερούς δημοσιονομικής λιτότητας.
Η περιοδεία Ομπάμα, από μόνη της εξαίρεση στη διεκπεραιωτική κανονικότητα ενός απερχόμενου προέδρου, δεν θα έχει άμεσες και ορατές επιπτώσεις στους συσχετισμούς στην ΕΕ – Ευρωζώνη, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το μήνυμα του προέδρου των ΗΠΑ προς τη Γηραιά ήπειρο δεν θα γίνει κατανοητό.
Το μήνυμα, δυνατό και ευκρινές, είναι ότι εν όψει των εκλογικών ανατροπών και των συνεπακόλουθων οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών αναταράξεων που θα σκιάσουν την ΕΕ – Ευρωζώνη στο διάστημα από το δημοψήφισμα στην Ιταλία στις αρχές Δεκεμβρίου μέχρι και τις βουλευτικές εκλογές στη Γερμανία τον Σεπτέμβριο του 2017 η Ουάσιγκτον δεν πρόκειται να μείνει απαθής παρατηρητής, καθώς ο συνδυασμός της κρίσης στην Ευρωζώνη με τη διαχείριση του Προσφυγικού, με φόντο την άνοδο των αντισυστημικών λαϊκισμών και την εθνική προστατευτική αναδίπλωση είναι μια βαρύνουσα απειλή για τα ζωτικά συμφέροντα των ΗΠΑ.
Με τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων στην ΕΕ – Ευρωζώνη όχι μόνο δεν μπορεί να διαμορφωθεί μια κοινή στάση με τις ΗΠΑ για τη Συρία, την Ουκρανία και τις σχέσεις με τη Ρωσία, αλλά, όπως κατέδειξε το βραχυκύκλωμα στην επικύρωση της συμφωνίας CETA μεταξύ ΕΕ και Καναδά, δεν μπορεί να προχωρήσει η διαπραγμάτευση για τη Διατλαντική Εταιρική Σχέση Ελεύθερου Εμπορίου και Επενδύ-σεων, γνωστή με τα αρχικά ΤΤΙΡ.
Οι ΗΠΑ, που επέβαλαν μεταπολεμικά στη Δυτική Ευρώπη τη δυναμική της οικονομικής συνεργασίας στη λογική της πιο ορθολογικής διαχείρισης του Σχεδίου Μάρσαλ, ανησύχησαν όταν δημιουργήθηκε η Ευρωζώνη, το 1999, για την προοπτική μιας πλήρως χειραφετημένης ΕΕ που θα διεκδικούσε ρόλο ισότιμου εταίρου στη Διατλαντική Σχέση. Ετσι όταν Γαλλία και Γερμανία το 2003 εναντιώθηκαν στην εισβολή στο Ιράκ, οι ΗΠΑ μεθόδευσαν, υπό τον συντονισμό των Μπλερ, Αθνάρ και Μπαρόζο και την Ανατολική Ευρώπη, μια φιλοαμερικανική «συμμαχία προθύμων».
Σήμερα οι ΗΠΑ ανησυχούν για τον κίνδυνο ενός ανεξέλεγκτου ντόμινο αποσταθεροποίησης, που θα οδηγούσε σε διάλυση της Ευρωζώνης και της ΕΕ, μια εξέλιξη που εκ των πραγμάτων θα ακύρωνε τη βασική στρατηγική στόχευση της Ουάσιγκτον για Συνολική Διατλαντική Σχέση με πυλώνες το ΝΑΤΟ και τη Συνθήκη ΤΤΙΡ. Στην αποχαιρετιστήρια περιοδεία του στην Ευρώπη ο Ομπάμα θα θυμίσει στους συνομιλητές του στη γερμανική πρωτεύουσα ότι οι ΗΠΑ είναι θα παραμείνουν βαρύνουσα συνιστώσα της σταθερότητας της γηραιάς ηπείρου.
Πηγή "Έθνος"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου