ΕΡΩΤΗΣΗ ΠΡΩΤΗ
Άκουσα
μερικούς να λένε, ότι την εξωτερική σοφία πρέπει να την επιδιώκουν και
οι μοναχοί, γιατί χωρίς αυτήν τάχα δεν είναι δυνατόν να απαλλαγεί κανείς
από την άγνοια και τις ψευδείς δοξασίες, ακόμη και αν φθάσει στην
κορυφή της απάθειας, ούτε να φτάσει την τελειότητα και αγιότητα, εάν
δεν συλλέξει από παντού τις γνώσεις (το ειδέναι), και μάλιστα από την
αρχαία ελληνική παιδεία, γιατί και αυτή είναι δώρο του Θεού, όμοιο με τα προσφερόμενα στους προφήτες και τους αποστόλους μέσω αποκαλύψεως και με αυτήν προκαλείται στην ψυχή γνώση των όντων και κοσμεί το γνωστικό, το οποίο είναι το ανώτερο όλων των δυνάμεων της ψυχής, εφόσον κάθε πάθος από άγνοια φυτρώνει και ενδυναμώνει, αλλά και στη γνώση του Θεού καθοδηγεί τον άνθρωπο, καθόσον δεν είναι δυνατόν να γνωρίσει κανείς τον Θεό, παρά μόνο μέσω των κτισμάτων αυτού.
Όταν
λοιπόν άκουσα να λένε αυτά, κάθε άλλο παρά πείσθηκα, εφόσον η μικρή μου
πείρα στη μοναχική πολιτεία μου απέδειξε ακριβώς το αντίθετο, αλλά δεν
μπόρεσα ν’ απολογηθώ προς αυτούς, επειδή προβάλλουν και έναν υψηλότερο
λόγο. Λένε ότι τάχα «δεν είναι απλώς ότι πολυεξετάζουμε τα μυστήρια της
φύσεως και καταμετρούμε τον κύκλο του ουρανού και ερευνούμε τις
αντιπαρατασσόμενες κινήσεις των άστρων, κυνηγούμε τις συζυγίες και
αποστάσεις και ανατολές αυτών και όσα συμβαίνουν από αυτά και καυχόμαστε
γι’ αυτά, αλλά επειδή οι λόγοι
αυτών βρίσκονται στον θειο και πρώτο και δημιουργικό νου, και οι εικόνες
των λόγων που βρίσκονται σ’ αυτόν είναι εντεθειμένες μέσα στην ψυχή
μας, σπεύδουμε να γνωρίσομε αυτούς καλά και να απαλλάξουμε τον εαυτό
μας από τους τύπους της άγνοιας με μεθόδους διαιρετικές και
συλλογιστικές και αναλυτικές και έτσι να γίνουμε καθ’ ομοίωση του
δημιουργού (ποιήσαντος), και όσο ζούμε και μετά θάνατον».[ΣΗΜΕΡΑ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΑΥΤΟΝ ΕΠΑΝΕΛΑΒΕ Ο ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ ΚΑΙ ΚΕΚΡΥΜΜΕΝΩΣ ΚΑΙ Ο ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ]
Επειδή
λοιπόν έκρινα ότι δεν είμαι ικανός να αντικρούσω εσιώπησα τότε προς
αυτούς, παρακαλώ τώρα να διδαχθώ από σένα, πάτερ, τους λόγους υπέρ της
αλήθειας, ώστε να καταστώ έτοιμος, σύμφωνα με τον απόστολο, «να δίνω
λόγο για την ελπίδα την οποία έχουμε από την πίστη μας».
1,1
ΑΠΟΚΡΙΣΗ ΠΡΩΤΗ
ΛΟΓΟΣ
ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΙΕΡΩΣ ΗΣΥΧΑΖΟΝΤΩΝ
ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΙ ΚΑΙ ΜΕΧΡΙ ΠΟΙΟ ΒΑΘΜΟ ΕΙΝΑΙ ΩΦΕΛΙΜΗ Η ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ
1.
Αδελφέ, για να μιλήσω αποστολικά, «είναι καλό η καρδιά να λαμβάνει
διαβεβαιώσεις με τη βοήθεια της χάριτος», πώς όμως θα μπορούσε κανείς ν’
αποδείξει με λόγο το πάνω από τη λογική (υπέρ λόγον) αγαθό; Πρέπει λοιπόν και ως προς αυτό να ομολογείς ευγνωμοσύνη στον Θεό, γιατί σου έδωσε τέτοια χάρη, η
οποία ούτε στον νου έρχεται σε εκείνους που νομίζουν ότι από περίσσεια
σοφίας γνωρίζουν τα πάντα. Και αν δεν έχεις να τους αντικρούσεις, αν και
δεν έχουν ως στόχο την αλήθεια όπως γνωρίζεις, δεν πρέπει να
στεναχωρείσαι. Γιατί συ βέβαια,
πεπεισμένος με έργα, θα είσαι παντού και με κάθε τρόπο για πάντα
στηριγμένος και αμετακίνητος, αφού έχεις μέσα σου (σεαυτῷ) μόνιμη τη
θεμελίωση της αλήθειας, ενώ εκείνοι που στηρίζονται σε λογικές
αποδείξεις οπωσδήποτε θα εκτραπούν, έστω και αν όχι τώρα από σένα. Γιατί
«κάθε λόγος παλεύει προς άλλο λόγο», άρα και αντιπαλεύεται από λόγο,
και είναι αδύνατο να βρεθεί ο μέχρι τέλους νικητής λόγος, ώστε να μην
αναμένεται η δική του ήττα· και αυτό το έδειξαν οι Έλληνες και οι κατ’
εκείνους σοφοί και οι μαθητές τους, ανατρέποντας διαρκώς ο ένας τον άλλο
και ανατρεπόμενοι ο ένας από τον άλλο με ανώτερη φαινομενικά απόδειξη.
2.
Αφού λοιπόν πεις αυτά σ’ αυτούς που προσέχουν εκείνους σ’ όλη τη ζωή
τους και επιδιώκουν ν’ αποκτήσουν γνώση από την έξω παιδεία και
εγκωμιάζουν αυτήν τόσο πολύ, νομίζω ότι κατά τρόπο κατάλληλο και
πρέποντα να πεις επίσης σ’ αυτούς· «δεν εξασφαλίζετε στον εαυτό σας από
εκείνους, αγαπητοί, γνώση, αλλά μάλλον αγνωσία». Γιατί, όπως εκείνοι που
ποθούν την εκ μέρους των ανθρώπων δόξα και κάνουν γιά χάρη της τα πάντα
πετυχαίνουν αδοξία μάλλον, παρά δόξα, καθόσον σ’ άλλους αρέσουν άλλα,
κατά τον ίδιο τρόπο και εκείνοι που επιδιώκουν τη γνώση από τους έξω
σοφούς του κόσμου αποκτούν σύμφωνα με τη δική τους γνώμη μάλλον αγνωσία,
παρά γνώση· γιατί οι δοξασίες διαφέρουν
μεταξύ τους και διαφωνούν η μία πρός την άλλη και εκείνοι που
αντιτάσσονται σε κάθε δοξασία είναι περισσότεροι από αυτούς που
αποδέχονται αυτήν. Το να
πιστεύει όμως κανείς ότι μπόρεσε να βρει τους λόγους στον δημιουργικό
νού, ίσως να είναι και πολύ πλημμελές· γιατί λέγει ο απόστολος· «ποιος
γνώρισε τον νού του Κυρίου;». Και
αν δεν μπορεί να βρει τους λόγους αυτούς, δεν είναι δυνατόν ούτε τις
εντός της ψυχής εικόνες αυτών να κατανοήσει με την έξω σοφία. Επομένως το ν’ αναζητά θεία γνώση το κατ' εικόνα από αυτή την έξω σοφία είναι ψευδογνωσία. Η
ψυχή που έχει αυτή τη γνώση (από τους έξω σοφούς) δεν καθοδηγείται δι’
αυτής κατά κανένα τρόπο προς την αυτοαλήθεια, αλλ’ ούτε είναι δυνατόν να
καθοδηγηθεί από αυτήν προς την αλήθεια. Για το λόγο αυτόν λοιπόν είναι μάταια και η καύχηση εκείνων που καυχώνται γι’ αυτήν. Ας ακούσουν τον Παύλο ο οποίος καλεί «σαρκική σοφία» την εξωτερική και «νού σαρκός» λέγει «τη γνώση που φέρει αλαζονεία». Επομένως η σοφία της σάρκας πώς θα προσφέρει το κατ’ εικόνα στην ψυχή; «Βλέπετε», λέγει, «την κλήση μας· δεν είναι πολλοί σοφοί κατά σάρκα, δεν είναι πολλοί δυνατοί, δεν είναι πολλοί ευγενείς». Όπως
λοιπόν η ευγένεια και η δύναμη του σώματος δεν θα μπορούσαν να
ενδυναμώσουν ούτε να εξευγενίσουν την ψυχή, έτσι ούτε η σοφία της σάρκας
θα καταστήσει σοφή την διάνοια. Και
πράγματι αρχή της σοφίας είναι η γνώση της Σοφίας, ώστε να διακρίνει
και να προτιμήσει αντί την χαμερπή και γήινη και ανωφελή, τη μεγαλωφελή
και ουράνια και πνευματική, που παρέχεται από τον Θεό και κατευθύνεται
προς τον θεό και καθιστά σύμμορφους προς τον Θεό εκείνους που την
αποκτούν.
3. Αλλ’ όμως, επειδή, όπως λέγουν και εκείνοι, οι εικόνες των λόγων που υπάρχουν μέσα στον δημιουργικό νού βρίσκονται μέσα μας, ποιο είναι εκείνο που αχρείωσε στην αρχή τις εικόνες αυτές; Δεν είναι η αμαρτία και η άγνοια ή η περιφρόνηση του πρακτέου (εκείνου που οφείλει να πράττει κανείς); Γιατί δεν τις αντιλαμβανόμαστε χωρίς διδασκαλία, αφού είναι εντυπωμένες μέσα μας; Δεν συμβαίνει αυτό, επειδή το παθητικό μέρος της ψυχής, αφού επαναστάτησε κακώς, και αυτές διέστρεψε, και το διορατικό αυτής γέμισε με σύγχυση και το απομάκρυνε από την αρχέτυπη καλλονή; Επομένως εκείνος που θέλει να έχει το κατ’ εικόνα σώο και την αληθογνωσία, περισσότερο από κάθετι άλλο πρέπει να φροντίζει αυτό (το διορατικό), και να απέχει από την αμαρτία, και τον νόμο των εντολών να μελετά δια πράξεως, και ν’ αποκτήσει κάθε αρετή, και να επιστρέψει προς τον Θεό με προσευχή και αληθινή θεωρία. Γιατί χωρίς καθαρότητα, ακόμη και αν μάθεις τη φυσική φιλοσοφία από τον Αδάμ μέχρι τη συντέλεια, θα είσαι όχι λιγότερο μωρός, αν μη και περισσότερο, παρά σοφός· ενώ χωρίς εκείνη, αφού καθαρθείς και απαλλάξεις την ψυχή από τα πονηρά ήθη και δόγματα, θ’ αποκτήσεις τη σοφία του Θεού, η οποία νικά τον κόσμο, και θα ζήσεις αιώνια μαζί με «τον μόνον σοφό, τον Θεό» γεμάτος αγαλλίαση. Λέγοντας δόγματα, δεν εννοώ τα σχετικά με το μέγεθος και την κίνηση του ουρανού και των σωμάτων του ουρανού και τα όσα συμβαίνουν εξαιτίας αυτών, ούτε τα σχετικά με τη γη και τα γύρω από τη γη και τα θησαυρισμένα μέσα της μέταλλα και τους πολύτιμους λίθους, ούτε τα όσα συμβαίνουν στον αέρα από τη διπλή αναθυμίαση. Γιατί το να αφιερώνουμε όλον τον ζήλο και όλη την αναζήτηση αποβλέποντας στην μάθηση (επιστήμη) αυτών των πραγμάτων είναι προτίμηση (αίρεσις) ελληνική· καθόσον οί Στωϊκοί στο σύνολό τους σκοπό της θεωρίας ορίζουν την επιστήμην (επιστημονική μάθηση).
4. Τώρα λοιπόν, όπως ισχυρίζεσαι σύ, μερικοί, έχοντας περιφρονήσει ως ανάξιο λόγου τον προκείμενο στους Χριστιανούς σκοπό, δηλαδή τα ανέκφραστα αγαθά που μας έχει υποσχεθεί ο Θεός για τον μελλοντικό αιώνα, και έχοντας μετατρέψει την επιστήμη σε γνώση, την εισάγουν στην Εκκλησία εκείνων που φιλοσοφούν κατά Χριστόν. Γιατί χαρακτηρίζουν ως μη αγνούς και ατελείς εκείνους που αγνοούν τις μαθηματικές επιστήμες· και γι’ αυτό είναι ανάγκη όλοι να επιδίδονται με αφοσίωση στα ελληνικά μαθήματα, ενώ τα ευαγγελικά διδάγματα να τα περιφρονούν (καθόσον δεν θα ήταν δυνατόν ποτέ να εξασφαλισθεί με αυτά απαλλαγή από την άγνοια των σύμφωνα μ’ αυτούς επιστημών), και εκείνον που λέγει, «γίνεσθε τέλειοι», και «ο καθένας που ακολουθεί τον Χριστό είναι τέλειος», και «εμείς ομιλούμε στους τέλειους» να τον αποφεύγουν περιπαικτικά, ως εντελώς άπειρον μιας τέτοιας επιστήμης. Εγώ λοιπόν, μη εννοώντας την απαλλαγή αυτής της άγνοιας, την ονόμασα καθαρότητα σωτήρια (γιατί γνωρίζω και άγνοια απαλλαγμένη από κατηγορία και γνώση άξια κατηγορίας)· αν απαλλαγείς λοιπόν όχι από αυτήν, αλλά από την άγνοια σχετικά με τον Θεό και τα θεία δόγματα, για την οποία άγνοια μίλησαν οι δικοί μας θεολόγοι, και βελτιώσεις όλο το ήθος σου σύμφωνα με τις συμβουλές αυτών, θα γεμίσεις από σοφία Θεού, και θα γίνεις πραγματικά εικόνα και ομοίωμα του Θεού, καθιστάμενος τέλειος με μόνη την τήρηση των ευαγγελικών εντολών. Αυτό και ο υποφήτης (ερμηνευτής) της Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας Διονύσιος διεκήρυξε με σαφήνεια σ’ αυτήν, γιατί λέγει· «η προς τον Θεό αφομοίωση και ένωση, όπως διδάσκουν τα θεία λόγια, τελείται μόνο με την αγάπη και ιερουργία των σεβασμιωτάτων εντολών». Αν δεν είναι αληθινός αυτός ο λόγος, αλλ’ είναι δυνατόν να βρει και να δει ο άνθρωπος το «κατ’ εικόνα» από την έξω παιδεία, σαν αυτή να καθιστά καλύτερους τους χαρακτήρες και να απομακρύνει από την ψυχή το σκότος της άγνοιας, οι κατά τα ελληνικά πρότυπα σοφοί θα ήταν θεοειδέστεροι και θεοπτικώτεροι από τους πατέρες που έζησαν πριν από τον μωσαϊκό νόμο και τους προφήτες κατά το χρονικό διάστημα που ίσχυε ο νόμος, από τους οποίους οι περισσότεροι κλήθηκαν στο αξίωμα από τον αγροικικό βίο. Ο Ιωάννης, η τελευταία κορωνίδα των προφητών, δεν ζούσε από τη νεαρή ηλικία του στην έρημο; Δεν αποβλέπει λοιπόν προς αυτόν σαν προς αρχέτυπο και όσο μπορεί ο καθένας από αυτούς που απαρνούνται τον κόσμο; Είναι φανερό στον καθένα. Που λοιπόν υπάρχουν στην έρημο σχολεία τής μάταιας, όπως λένε αυτοί, σωτήριας φιλοσοφίας; Που υπάρχουν πολύπτυχα βιβλία και αυτοί που καταγίνονται μ’ αυτά σ’ όλη τη ζωή τους και πείθουν τους άλλους να κάμνουν το ίδιο; Σε ποιά μέρη των βιβλίων αυτών υπάρχουν προτροπές για τέτοιους τρόπους ζωής ερημικής και παρθενικής, και αναγράφεται αγώνας που προκαλεί τους αναγνώστες προς μίμηση;
5. Και για ν’ αφήσω αυτόν, τον υψηλότερο μεταξύ εκείνων που γεννήθηκαν από γυναίκες, o οποίος, ενώ ανέβηκε σε τόσο μεγάλο ύψος, δεν ενδιαφέρθηκε, όπως αυτοί λένε, καθόλου για την παιδεία που οδηγεί στον Θεό (αφού αυτός δεν διάβασε ούτε καν ιερά βιβλία)· για ν’ αφήσουμε λοιπόν αυτόν, πώς δεν πρόσφερε αυτήν, την μέσω των εξωτερικών μαθημάτων άνοδο, εκείνος που υπάρχει πριν από τους αιώνες και φανερώθηκε μετά από αυτόν, εκείνος που ήρθε στον κόσμο γι’ αυτό, να δώσει μαρτυρία υπέρ της αλήθειας, να ανακαινίσει το κατ’ εικόνα και να το επαναγάγει προς το αρχέτυπο; Και πως δεν είπε, “αν θέλεις να είσαι τέλειος, ασχολήσου με την έξω παιδεία, πήγαινε να παρακολουθήσεις τα μαθήματα, απόκτησε την επιστήμη των όντων”, αλλ’ είπε, «πούλησε τα κτήματά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς, σήκωσε τον σταυρό, και ακολούθησέ με μέ προθυμία»; Πώς δεν δίδαξε αναλογίες, σχηματισμούς, ποσότητες, τις πολυπλανείς αποστάσεις και συζυγίες των πλανητών, και δεν έλυσε τις απορίες των φυσικών προβλημάτων, για να απομακρύνει τάχα το σκότος της άγνοιας από την ψυχή μας; Και γιατί προσκάλεσε ως μαθητές του αλιείς, αγράμματους και αγροίκους, αλλ’ όχι σοφούς, όπως λέγει ο Παύλος; Πώς λοιπόν θα καταντροπιάσει, όπως λένε αυτοί, αυτούς που οδηγούν προς αυτόν; Και γιατί τη σοφία αυτών εμώρανε; Για ποιο λόγο επίσης θέλησε να σώσει εκείνους που πιστεύουν με τη μωρία του κηρύγματος; Όχι επειδή δεν γνώρισε ο κόσμος με τη σοφία τον Θεό; Και τί γίνεται με εκείνους που έμαθαν τους λόγους τους οποίους λέγεις εσύ; Ενώ ήρθε στον κόσμο σωματικά ο Λόγος του Θεού, ο οποίος έγινε για εμάς σοφία εκ μέρους του Θεού, και ανέτειλε το φώς το όποιο φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο, και γλυκοχάραξε η ημέρα και ανέτειλε ο αυγερινός μέσα στις καρδιές μας, δηλαδή των πιστών, σύμφωνα με τον κορυφαίο απόστολο, αυτοί χρειάζονται τεχνητό φυτίλι, τη γνώση από τους έξω φιλοσόφους που οδηγεί στή θεογνωσία, και τούς άλλους συμβουλεύουν, εγκαταλείποντας το έργο της καθάρσεως του εαυτού τους στην ησυχία με την επιστασία των λογισμών τους και την αφοσίωση στον Θεό με αδιάκοπη προσευχή, να καταγηράζουν μάταια καθισμένοι δίπλα στο λυχνάρι που κρυφοκαίει.
3. Αλλ’ όμως, επειδή, όπως λέγουν και εκείνοι, οι εικόνες των λόγων που υπάρχουν μέσα στον δημιουργικό νού βρίσκονται μέσα μας, ποιο είναι εκείνο που αχρείωσε στην αρχή τις εικόνες αυτές; Δεν είναι η αμαρτία και η άγνοια ή η περιφρόνηση του πρακτέου (εκείνου που οφείλει να πράττει κανείς); Γιατί δεν τις αντιλαμβανόμαστε χωρίς διδασκαλία, αφού είναι εντυπωμένες μέσα μας; Δεν συμβαίνει αυτό, επειδή το παθητικό μέρος της ψυχής, αφού επαναστάτησε κακώς, και αυτές διέστρεψε, και το διορατικό αυτής γέμισε με σύγχυση και το απομάκρυνε από την αρχέτυπη καλλονή; Επομένως εκείνος που θέλει να έχει το κατ’ εικόνα σώο και την αληθογνωσία, περισσότερο από κάθετι άλλο πρέπει να φροντίζει αυτό (το διορατικό), και να απέχει από την αμαρτία, και τον νόμο των εντολών να μελετά δια πράξεως, και ν’ αποκτήσει κάθε αρετή, και να επιστρέψει προς τον Θεό με προσευχή και αληθινή θεωρία. Γιατί χωρίς καθαρότητα, ακόμη και αν μάθεις τη φυσική φιλοσοφία από τον Αδάμ μέχρι τη συντέλεια, θα είσαι όχι λιγότερο μωρός, αν μη και περισσότερο, παρά σοφός· ενώ χωρίς εκείνη, αφού καθαρθείς και απαλλάξεις την ψυχή από τα πονηρά ήθη και δόγματα, θ’ αποκτήσεις τη σοφία του Θεού, η οποία νικά τον κόσμο, και θα ζήσεις αιώνια μαζί με «τον μόνον σοφό, τον Θεό» γεμάτος αγαλλίαση. Λέγοντας δόγματα, δεν εννοώ τα σχετικά με το μέγεθος και την κίνηση του ουρανού και των σωμάτων του ουρανού και τα όσα συμβαίνουν εξαιτίας αυτών, ούτε τα σχετικά με τη γη και τα γύρω από τη γη και τα θησαυρισμένα μέσα της μέταλλα και τους πολύτιμους λίθους, ούτε τα όσα συμβαίνουν στον αέρα από τη διπλή αναθυμίαση. Γιατί το να αφιερώνουμε όλον τον ζήλο και όλη την αναζήτηση αποβλέποντας στην μάθηση (επιστήμη) αυτών των πραγμάτων είναι προτίμηση (αίρεσις) ελληνική· καθόσον οί Στωϊκοί στο σύνολό τους σκοπό της θεωρίας ορίζουν την επιστήμην (επιστημονική μάθηση).
4. Τώρα λοιπόν, όπως ισχυρίζεσαι σύ, μερικοί, έχοντας περιφρονήσει ως ανάξιο λόγου τον προκείμενο στους Χριστιανούς σκοπό, δηλαδή τα ανέκφραστα αγαθά που μας έχει υποσχεθεί ο Θεός για τον μελλοντικό αιώνα, και έχοντας μετατρέψει την επιστήμη σε γνώση, την εισάγουν στην Εκκλησία εκείνων που φιλοσοφούν κατά Χριστόν. Γιατί χαρακτηρίζουν ως μη αγνούς και ατελείς εκείνους που αγνοούν τις μαθηματικές επιστήμες· και γι’ αυτό είναι ανάγκη όλοι να επιδίδονται με αφοσίωση στα ελληνικά μαθήματα, ενώ τα ευαγγελικά διδάγματα να τα περιφρονούν (καθόσον δεν θα ήταν δυνατόν ποτέ να εξασφαλισθεί με αυτά απαλλαγή από την άγνοια των σύμφωνα μ’ αυτούς επιστημών), και εκείνον που λέγει, «γίνεσθε τέλειοι», και «ο καθένας που ακολουθεί τον Χριστό είναι τέλειος», και «εμείς ομιλούμε στους τέλειους» να τον αποφεύγουν περιπαικτικά, ως εντελώς άπειρον μιας τέτοιας επιστήμης. Εγώ λοιπόν, μη εννοώντας την απαλλαγή αυτής της άγνοιας, την ονόμασα καθαρότητα σωτήρια (γιατί γνωρίζω και άγνοια απαλλαγμένη από κατηγορία και γνώση άξια κατηγορίας)· αν απαλλαγείς λοιπόν όχι από αυτήν, αλλά από την άγνοια σχετικά με τον Θεό και τα θεία δόγματα, για την οποία άγνοια μίλησαν οι δικοί μας θεολόγοι, και βελτιώσεις όλο το ήθος σου σύμφωνα με τις συμβουλές αυτών, θα γεμίσεις από σοφία Θεού, και θα γίνεις πραγματικά εικόνα και ομοίωμα του Θεού, καθιστάμενος τέλειος με μόνη την τήρηση των ευαγγελικών εντολών. Αυτό και ο υποφήτης (ερμηνευτής) της Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας Διονύσιος διεκήρυξε με σαφήνεια σ’ αυτήν, γιατί λέγει· «η προς τον Θεό αφομοίωση και ένωση, όπως διδάσκουν τα θεία λόγια, τελείται μόνο με την αγάπη και ιερουργία των σεβασμιωτάτων εντολών». Αν δεν είναι αληθινός αυτός ο λόγος, αλλ’ είναι δυνατόν να βρει και να δει ο άνθρωπος το «κατ’ εικόνα» από την έξω παιδεία, σαν αυτή να καθιστά καλύτερους τους χαρακτήρες και να απομακρύνει από την ψυχή το σκότος της άγνοιας, οι κατά τα ελληνικά πρότυπα σοφοί θα ήταν θεοειδέστεροι και θεοπτικώτεροι από τους πατέρες που έζησαν πριν από τον μωσαϊκό νόμο και τους προφήτες κατά το χρονικό διάστημα που ίσχυε ο νόμος, από τους οποίους οι περισσότεροι κλήθηκαν στο αξίωμα από τον αγροικικό βίο. Ο Ιωάννης, η τελευταία κορωνίδα των προφητών, δεν ζούσε από τη νεαρή ηλικία του στην έρημο; Δεν αποβλέπει λοιπόν προς αυτόν σαν προς αρχέτυπο και όσο μπορεί ο καθένας από αυτούς που απαρνούνται τον κόσμο; Είναι φανερό στον καθένα. Που λοιπόν υπάρχουν στην έρημο σχολεία τής μάταιας, όπως λένε αυτοί, σωτήριας φιλοσοφίας; Που υπάρχουν πολύπτυχα βιβλία και αυτοί που καταγίνονται μ’ αυτά σ’ όλη τη ζωή τους και πείθουν τους άλλους να κάμνουν το ίδιο; Σε ποιά μέρη των βιβλίων αυτών υπάρχουν προτροπές για τέτοιους τρόπους ζωής ερημικής και παρθενικής, και αναγράφεται αγώνας που προκαλεί τους αναγνώστες προς μίμηση;
5. Και για ν’ αφήσω αυτόν, τον υψηλότερο μεταξύ εκείνων που γεννήθηκαν από γυναίκες, o οποίος, ενώ ανέβηκε σε τόσο μεγάλο ύψος, δεν ενδιαφέρθηκε, όπως αυτοί λένε, καθόλου για την παιδεία που οδηγεί στον Θεό (αφού αυτός δεν διάβασε ούτε καν ιερά βιβλία)· για ν’ αφήσουμε λοιπόν αυτόν, πώς δεν πρόσφερε αυτήν, την μέσω των εξωτερικών μαθημάτων άνοδο, εκείνος που υπάρχει πριν από τους αιώνες και φανερώθηκε μετά από αυτόν, εκείνος που ήρθε στον κόσμο γι’ αυτό, να δώσει μαρτυρία υπέρ της αλήθειας, να ανακαινίσει το κατ’ εικόνα και να το επαναγάγει προς το αρχέτυπο; Και πως δεν είπε, “αν θέλεις να είσαι τέλειος, ασχολήσου με την έξω παιδεία, πήγαινε να παρακολουθήσεις τα μαθήματα, απόκτησε την επιστήμη των όντων”, αλλ’ είπε, «πούλησε τα κτήματά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς, σήκωσε τον σταυρό, και ακολούθησέ με μέ προθυμία»; Πώς δεν δίδαξε αναλογίες, σχηματισμούς, ποσότητες, τις πολυπλανείς αποστάσεις και συζυγίες των πλανητών, και δεν έλυσε τις απορίες των φυσικών προβλημάτων, για να απομακρύνει τάχα το σκότος της άγνοιας από την ψυχή μας; Και γιατί προσκάλεσε ως μαθητές του αλιείς, αγράμματους και αγροίκους, αλλ’ όχι σοφούς, όπως λέγει ο Παύλος; Πώς λοιπόν θα καταντροπιάσει, όπως λένε αυτοί, αυτούς που οδηγούν προς αυτόν; Και γιατί τη σοφία αυτών εμώρανε; Για ποιο λόγο επίσης θέλησε να σώσει εκείνους που πιστεύουν με τη μωρία του κηρύγματος; Όχι επειδή δεν γνώρισε ο κόσμος με τη σοφία τον Θεό; Και τί γίνεται με εκείνους που έμαθαν τους λόγους τους οποίους λέγεις εσύ; Ενώ ήρθε στον κόσμο σωματικά ο Λόγος του Θεού, ο οποίος έγινε για εμάς σοφία εκ μέρους του Θεού, και ανέτειλε το φώς το όποιο φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο, και γλυκοχάραξε η ημέρα και ανέτειλε ο αυγερινός μέσα στις καρδιές μας, δηλαδή των πιστών, σύμφωνα με τον κορυφαίο απόστολο, αυτοί χρειάζονται τεχνητό φυτίλι, τη γνώση από τους έξω φιλοσόφους που οδηγεί στή θεογνωσία, και τούς άλλους συμβουλεύουν, εγκαταλείποντας το έργο της καθάρσεως του εαυτού τους στην ησυχία με την επιστασία των λογισμών τους και την αφοσίωση στον Θεό με αδιάκοπη προσευχή, να καταγηράζουν μάταια καθισμένοι δίπλα στο λυχνάρι που κρυφοκαίει.
3 σχόλια:
"Διαφωνία μεταξύ των αγίων." Αμέθυστέ τι εννοείς;
Xρησιμοποιούν τόν Αγιο Μάξιμο, τόν φιλοσοφικώτερο από τούς Πατέρες π.χ. γιά νά στηρίξουν τήν οντολογία τους, ενάντια στήν παράδοση η οποία σύμπνοη ομολογεί ότι χωρίς τήν μετάνοια δέν υπάρχει ούτε εκκλησία, ούτε βασιλεία. Καί η μετάνοια ακριβώς παραιτείται οποιασδήποτε γνώσεως εκτός αυτής πού προσφέρει η Χάρις τού Κυρίου, η ίδια η αλήθεια καί η ζωή.
Οκ, το κατάλαβα τώρα. Αυτό που λες το ξεκαθαρίζει και ο Αγ. Γρ. Παλαμάς προς υπεράσπιση του ησυχασμού. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι και η οντολογία του Περγάμου χτυπάει τον μοναχισμό ως ατομισμό;!
Δημοσίευση σχολίου