Λένε οι πολλοί πως τάχα αυτοί που θέλουν να είναι του Χριστού είναι είτε «ντεμοντέ», είτε «βαρεμένοι». Μάλιστα, τείνοντας να ερμηνεύσουν με ψυχολογικά κριτήρια την πίστη, μιλούν για τους –όχι κατ’ όνομα- χριστιανούς σαν αναγκεμένους ανθρώπους που η εξουθενωμένη τους ψυχή βρίσκει ανάπαυση στου Χριστού την πίστη και στην εκκλησία Του.
Μιλούν για ψυχικά ανώριμους ανθρώπους που καταφεύγουν νευρωτικά στην πίστη, σαν καταφύγιο.
Σπεύδουν επίσης να δικαιολογήσουν την δική τους απροθυμία για την εκκλησία και την χριστιανική πίστη, μιλώντας για το διαβλητό σύστημα της εκκλησίας, για ακατήχητους και ψυχο-πνευματικά ανεπαρκείς παπάδες, για το αναξιόπιστο εκκλησιαστικό ιερατείο, για αναχρονιστική σκέψη και λειτουργία, για κακή διοίκηση.
Μάλιστα αρκετοί αμφισβητούν την εγκυρότητα εκείνων των επιστημόνων που μιλούν με προθυμία για την πίστη στο Χριστό, τους χαρακτηρίζουν, περιπαιχτικά, «ρομαντικούς», και τείνουν να απορρίψουν συλλήβδην την επιστημοσύνη τους.
Ακόμα κι αν υποθέσει κανείς πώς τα πιο πολλά από τα παραπάνω ισχύουν. Αν και έχω σοβαρή ένσταση σ’ αυτό: Είμαι προσωπικά ιδιαίτερα «καχύποπτος» με τους ανθρώπους που εύκολα τείνουν να ταυτίζονται με τη «σαθρή» και προβληματική πλευρά των ανθρώπων και της ζωής, με την αντίστοιχη μερίδα του σώματος της εκκλησίας, καθώς και με τα αληθινά τους κίνητρα πίσω απ’ αυτήν την συνολική απόρριψη : με το πρόσχημα του ρεαλισμού και της ευθυκρισίας, εστιάζοντας στο «ξένο κακό», ακριβώς για να ακυρώσουν –χωρίς να το γνωρίζουν- στη συνείδηση τους το όντως καλό…
Παρόλο λοιπόν που οι περισσότεροι απ’ τους παραπάνω ισχυρισμούς ανταποκρίνονται στην ορατή πραγματικότητα, δεν είναι σε καμία περίπτωση, οι πραγματικοί λόγοι που αποτρέπουν την πλειοψηφία των βαπτισμένων –κατ΄όνομα- χριστιανών από το να προσπαθήσουν να συμμετέχουν στα μυστήρια της εκκλησίας, από το να πιστέψουν και να αγαπήσουν τον Χριστό.
Χριστιανός δεν είναι να πηγαίνεις στην εκκλησία, να σέβεσαι και να προσκυνάς τα εικονίσματα, να παρακολουθείς τα τυπικά και τις ακολουθίες, να είσαι ένας «καθώς πρέπει» «καλοκάγαθος» «ηθικός» οπαδός μιας ακόμη θρησκείας.
Την εκκλησία και την προσευχή την χρειάζεται ο πιστός για να ψυχωθεί, να παίρνει κουράγιο, για να συνεχίζει να μάχεται στον πόλεμο που δεν έχει, σ’ αυτήν τη ζωή, τελειωμό.
Μιλάει ο βουδισμός για συμπόνια.
Καλό κι ανθρώπινο, μα δεν έχει ιδέα για την «παράλογη» αγάπη, γιατί αυτή είναι ο ίδιος ο Χριστός.
Ο μωαμεθανισμός πνιγμένος στα τυπικά τερτίπια και την χρησιμοθηρία του.
Κανένας ποτέ δεν μίλησε, ούτε έγινε ο ίδιος το σύμβολο της, χωρίς όρια παράδοσης για χάρη του άλλου, σταυρική θυσία για όλους τους άλλους, που δεν ήταν «άλλοι», αλλά αδέρφια…
Ο Χριστός δεν είναι ιδεολογία, ούτε «μύστης» -όπως ισχυρίζονται οι νεοεποχήτες σχετικιστές. Δεν είναι ένας «καλός και σοφός δάσκαλος», ούτε ο ιδρυτής ενός φιλοσοφικού κινήματος.
Είναι πρώτος Αυτός που τον λόγο Του τον έκανε πράξη. Είναι ο Θεός, γιατί κανένας άνθρωπος δεν θα μπορούσε ποτέ να αρθρώσει ούτε να πραγματώσει την παραπάνω αρχή με τίμημα την δική του ζωή.
Στην σημερινή εποχή, που ο κόσμος έδωσε απόλυτη έμφαση στην αρχή της ατομικής ικανοποίησης, της ευκολίας, του ανέξοδου οφέλους, και της απροϋπόθετης –χωρίς δέσμευση- σχέσης,
σχεδόν κανείς δεν μπορεί, δεν θέλει, χωρίς κόπο να συν-χωρέσει τον λόγο και τη βιωτή του Χριστού.
Κι αν ακόμα τα δεχτεί διανοητικά, η σκοτισμένη από την φιληδονία ψυχή δεν βούλεται να προχωρήσει στον δρόμο με τ΄ αγκάθια. Κι αν ένα τμήμα της το ποθήσει, η μεγάλη στρατιά των προσωπείων του εγώ έρχεται να συντρίψει την προθυμία της βούλησης.
Κανένας λοιπόν δεν θέλει να γίνει χριστιανός, γιατί για να γίνεις μαθητής του Χριστού χρειάζεται να δεσμευτείς στην σχέση εκείνη που σου ζητά καθημερινά να παραδίδεσαι στον άλλον.
Κανείς ''λογικός'' άνθρωπος δεν θέλει να χύνει δάκρυα και ιδρώτα για τον άλλον, ούτε καν για τον ίδιο..
Χρειάζεται ανά πάσα στιγμή να είσαι έτοιμος να γονατίζεις αποκαμωμένος από την πάλη με το έσω θηρίο, «να νικιέσαι, αλλά να χρησιμοποιείς την «ήττα» σου ως ευκαιρία αυτογνωσίας κι ολοκλήρωσης.» Θέλει να μάθεις να συμφιλιώνεσαι πιότερο με τον μεταμορφωτικό πόνο, παρά με τον αυτοαπαξιωτικό φόβο.
Θυμήσου τον μέγα Ιεροεξεταστή του Ντοστογιέφσκι, που λέει στο Χριστό: «Εμείς δεν έχουμε πια ανάγκη από τον δικό σου Χριστιανισμό, αυτή την αλλόκοτη, την απόλυτη και την απάνθρωπη θρησκεία που θέλησες να διδάξεις στον κόσμο! Εσύ δεν πας να λες ό,τι θέλεις μέσα στο Ευαγγέλιο!
Εμείς φτιάξαμε έναν Χριστιανισμό βολικό, λογικό, ένα σύστημα σαν όλα τα συστήματα που κάνουνε οι άνθρωποι.
Τι ήρθες πάλι στον κόσμο να μας χαλάσεις ξανά ό,τι κάναμε;
Να ξέρεις λοιπόν, πως θα δώσω προσταγή, αύριο να σε κάψουνε και σένα εν ονόματί σου…».
Αυτά σας τα λέει ένας άνθρωπος που δεν έχει αγάπη, θα ήθελε όμως να αποκτήσει. Θα ήθελε να μάθει να δίνει στους αδερφούς του, ό,τι ο Χριστός απλόχερα και δίχως όρους, τού χάρισε δωρεάν.
Ένας άνθρωπος που –καθώς υποψιάζεται ότι το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο αυτόν είναι να γίνεσαι χριστιανός- ξέρει πως φυσικά δεν είναι χριστιανός, θέλει όμως κάθε ημέρα, κάποια μέρα, να είναι … του Χριστού !
Γρηγόρης Βασιλειάδης
Ψυχολόγος Ψυχοθεραπευτής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου