Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου 2017

George Prestige, "Ταυτότης ουσίας".

Συνέχεια από: Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου 2017

"Ταυτότης ουσίας".

Για τους Έλληνες ο Θεός είναι μια μοναδική αντικειμενική ύπαρξη παρότι είναι ακόμη επίσης τρία αντικείμενα.Αυτή η πίστη διαφέρει από την πίστη των Λατίνων για τους οποίους ο Θεός είναι ένα μοναδικό αντικείμενο και τρία υποκείμενα (una substantia, tres personae). Ούτε η Λατινική γλώσσα ούτε ο κοινός νους των Λατίνων μπορούσαν να παρακολουθήσουν τις λεπτές πτυχές της Ελληνικής θεολογίας. Η Λατινική θεολογία ακολούθησε τον δικό της δρόμο και ο Αυγουστίνος προσπάθησε, χωρίς μεγάλη επιτυχία, να συνδέσει τα τρία υποκείμενα μέσω της αναλογίας υποκειμένου, αντικειμένου και σχέσεως (De Trinitate, βιβλίο 9) παρουσιάζοντάς την μέσω του παραδείγματος του Νοός, της γνώσεως που έχει για τον εαυτό του ο Νους και της αγάπης με την οποία ο Νους αγαπά τον εαυτό του και τη γνώση του!Προσπάθησε και μια πιο σίγουρη μέθοδο στο βιβλίο 10, με το ψυχολογικό παράδειγμα του συντονισμού ανάμεσα στη μνήμη, στη νόηση και στη θέληση μέσα στα πλαίσια της ενωμένης συνειδήσεως του ανθρώπου! Έχοντας δε σαν αφετηρία τη νοητική δομή του ανθρώπου, της κορυφαίας δημιουργίας του Θεού, απέδειξε την ύπαρξη μιας πιο αντικειμενικής πολλαπλότητος μέσα στον Δημιουργικό ΝΟΥ. Τοιουτοτρόπως η προσοχή επικεντρωνόταν στην ουσιώδη ενότητα της θείας Τριάδος και ετοιμαζόταν ο δρόμος για την ερμηνεία των τριών προσώπων σαν σχέσεις!Ανάμεσα στους Λατίνους, όσοι διέθεταν αληθινά βαθειά σκέψη κατανοούσαν πολύ καλά το γεγονός πως το Ελληνικό Δόγμα περί της Αγίας Τριάδος ήταν βασικώς διαφορετικό από το δικό τους. Αναγνώριζαν πως είναι παράδοξη η προσπάθεια, παρότι αναγκαία, της πεπερασμένης ανθρωπίνου νοήσεως να θέλει να εκφράσει την φύση του απείρου μυστηρίου του Θεού!Αυτό τους βοήθησε να κατανοήσουν πως οποιοδήποτε δόγμα περί Θεού δεν είναι παρά μια απλή ανθρώπινη αλληγορία, τόσο αληθινή όσο παρουσιάζει μια πιστή απεικόνιση της αποκαλύψεως που μας έδωσε ο Θεός, ώστε να μάθει ο άνθρωπος όλα όσα είχε ανάγκη για την σωτηρία του, όμως απολύτως ακατάλληλη να περιγράψει αυτό που είναι ο Θεός στην τέλεια πραγματικότητά του.Σ' αυτή τη βάση ήταν έτοιμοι να δεχθούν πως δύο διαφορετικοί ορισμοί της Ουσίας του Θεού, μπορεί να είναι το ίδιο πιστοί στην θεϊκή πραγματικότητα. Και οι δύο έτσι κι αλλιώς στηρίζονται στην αναλογία και οι αναλογίες δεν μπορούν να είναι αναλυτικές σε όλες τις λεπτομέρειες, πέρα από το σημείο εκείνο το οποίο έχουν πρόθεση να εκφράσουν.Έτσι ο Αυγουστίνος δεν έδειξε καθόλου προβληματισμένος, ούτε έκπληκτος όταν επιβεβαίωνε πως οι Έλληνες ερμήνευαν την Τριάδα διαφορετικά από τους Λατίνους: «Προσπαθώντας να περιγράψουμε πράγματα άρρητα (De Trinitate 7, 4) και προκειμένου να εκφράσουμε με κάποιο τρόπο αυτό που δεν θα μπορέσουμε ποτέ μας να εκφράσουμε ολοκληρωτικά, οι Έλληνες φίλοι μας μας μίλησαν για μία Φύση και τρεις Ουσίες, ενώ οι Λατίνοι για μία Φύση ή Ουσία και για τρία Πρόσωπα». Και η μία και η άλλη μέθοδος είναι νόμιμες, εφόσον οι εκφράσεις αυτές γίνονται κατανοητές “μέσα στο μυστήριο”, καθότι τον Θεό κατανοούμε πιο αυθεντικά απ' όσο μπορούμε να τον εκφράσουμε και υπάρχει πιο αυθεντικά απ' όσο μπορούμε να τον κατανοήσουμε, η υπερβατικότης της θεότητος ξεπερνά τις δυνατότητες της ανθρώπινης γλώσσης.Τέσσερις αιώνες αργότερα η διαφορά ανάμεσα στους Έλληνες και στους Λατίνους, ανακαλύπτεται ξανά από τους Ιρλανδούς σοφούς. Κατανόησαν εύκολα πως υπόσταση, παρότι “θεολογικά” ισάξια με τον Λατινικό όρο πρόσωπο, δεν σήμαινε στην πραγματικότητα υποκείμενο, αλλά αντικείμενο. Έτσι ο Giovanni Scoto, ο οποίος μετέφρασε στα Λατινικά τον Αρεοπαγίτη και τον Μάξιμο τον Ομολογητή σκέφτεται με τους Ελληνικούς όρους: «Προκειμένου η νόηση των πιστών να διαθέτει κάτι για να σκεφτεί και να εκφράσει γύρω από το άρρητο και άγνωστο μυστήριο της πίστεως, οι άγιοι θεολόγοι μάς μετέφεραν την ομολογία πίστεως πως ο Αγαθός Θεός υπάρχει σαν τρία αντικείμενα (Substantiae), μιας μοναδικής φύσεως (essentia)».Ο Θωμάς Ακινάτης (Summa Theol. 1,29,3) κατάλαβε πολύ καλά το λάθος τού Αυγουστίνου, ο οποίος ερμήνευσε την υπόσταση με την αφηρημένη έννοια Substantia και ομολόγησε πως οι δύο λέξεις σημαίνουν ακριβώς το ίδιο πράγμα. Παρόλα αυτά, επειδή ο όρος Substantia μπορούσε να εκφράσει ταυτόχρονα και την αφηρημένη έννοια και τη συγκεκριμένη, κατήγγειλε τη χρησιμοποίηση τού όρου αυτού για τη μετάφραση της υποστάσεως και προτίμησε την λέξη Subsistentia στην θέση του, τον οποίο όριζε σαν αυτό που υπάρχει καθ' εαυτό και όχι ως προς άλλο, «Per se existit, et non in alio». Αυτή ήταν ακριβώς η σημασία του όρου υπόστασις. Αλλά ούτε και ο Ακινάτης απέδειξε πως κατανόησε μέχρι τέλους την αληθινή σημασία της διαφοράς. Καθότι σκεφτόταν πως υπόστασις σήμαινε απλώς “μοναδικό άτομο” όπως και ο Λατινικός όρος Persona (και θα μπορούσε να συμπληρώσει αλλά δεν το έκανε) και ο Ελληνικός όρος Πρόσωπον. Η μόνη διάκριση που έκανε ο Ακινάτης ανάμεσα στο πρόσωπο και την υπόσταση ήταν το ότι νόμισε πως υπόσταση σήμαινε ένα μοναδικό αντικείμενο ανάμεσα σε οποιοδήποτε είδος αντικειμένων, ενώ περιόριζε την έννοια του προσώπου σε ένα μοναδικό αντικείμενο «in genere rationalium substantiarum» δηλαδή σ' ένα άτομο του ανθρωπίνου είδους.

Στην συνέχεια θα προσπαθήσουμε να δούμε συνοπτικά τον μόχθο των Ελλήνων πατέρων να εκφράσουν το ανέκφραστο, αλλά όχι το άγνωστο, όπως “άπιστα” ισχυρίζεται ο Αυγουστίνος, ο οποίος μόχθος εγκαταλείπεται προδοτικά από τους συγχρόνους θεολόγους μας!
Μια μικρή γεύση των καταστροφών που έφεραν οι διαλογισμοί των Λατίνων γύρω από την Αγία Τριάδα, μπορούμε να πάρουμε από το μικρό απόσπασμα του Ratzinger, γύρω από τις σχέσεις του Αγίου Πνεύματος που βρίσκεται σε τούτο το ίδιο blog, κάτω από τον τίτλο «Πηγές της Νεωτερικής θεολογίας ΙΙΙ»!


Απόσπασμα από το δοκίμιο «ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΑΝ “ΚΟΙΝΩΝΙΑ”» του Joseph Ratzinger.

«Οι λέξεις “πνευματολογία” και “πνευματικότης” είναι ήδη συνδεδεμένες μεταξύ τους στην γλωσσολογία: η μία είναι η μετάφραση της άλλης! Το Άγιο Πνεύμα αναγνωρίζεται από τον τρόπο με τον οποίο μορφώνει την ανθρώπινη ζωή. Η ζωή της πίστεως επίσης, παραπέμπει στο Άγιο Πνεύμα. Ο στοχασμός πάνω στην “χριστιανική πνευματικότητα” σημαίνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο αναγνωρίζεται από το γεγονός πως η ανθρώπινη ζωή αποκτά ένα καινούριο κέντρο. Ο λόγος για το Άγιο Πνεύμα συνεπάγεται τον καθορισμό του μέσα στον άνθρωπο στον οποίο έχει δοθεί, δωρισθεί!!

Ο Αυγουστίνος, πάνω στον οποίο θα στηριχθεί το δοκίμιο, προσπαθεί να αντλήσει κατά κάποιο τρόπο την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του Αγίου Πνεύματος μελετώντας τις παραδοσιακές ονομασίες του και πάνω απ’ όλες αυτή του “Αγίου Πνεύματος”. Ακριβώς όμως αυτή η ονομασία τον θέτει μπροστά σε μια απορία. Ενώ στα ονόματα του “Πατρός” και του “Υιού” φανερώνεται αυτό που είναι ιδιαίτερο στο πρώτο και στο δεύτερο πρόσωπο της Τριάδος, δηλαδή το δόσιμο και η δεκτικότης, το Είναι σαν δώρο και το Είναι σαν δεκτικότης, σαν Λόγος και Απάντηση, παρότι πάντοτε κάτι απολύτως ένα, που γεννιέται σαν ενότης και όχι σαν κατωτερότης, το όνομα “Άγιο Πνεύμα” δεν φανερώνει καθόλου την ιδιαιτερότητα του τρίτου προσώπου. Αντιθέτως θα μπορούσαμε να ονομάσουμε μ’ αυτή την ονομασία οποιοδήποτε άλλο από τα άλλα πρόσωπα της Τριάδος και ιδιαιτέρως αυτόν τον ίδιο τον θεό, όπως διαβάζεται και στο κατά Ιωάννην 4, 24 “πνεύμα ο θεός”. Το πνεύμα και η Αγιότης αποτελούν την Ουσία αυτού του Ίδιου του θεού, αυτού που τον χαρακτηρίζει σαν θεό.

Έτσι λοιπόν προσπαθώντας να γνωρίσουμε κάτι από το Άγιο Πνεύμα, ξεκινώντας από τα ονόματά του, φτάνουμε ακριβώς στην αντίθετη πλευρά στην οποία αποδεικνύεται το Άγιο Πνεύμα άγνωστο. Και εδώ ακριβώς ο Αυγουστίνος βλέπει την Ιδιαιτερότητα του Αγίου Πνεύματος. Εάν ονομάζεται μέσω αυτού που είναι το θείο του θεού, αυτού που είναι κοινό στον Πατέρα και στον Υιό, αυτό ακριβώς σημαίνει πως η Ουσία του είναι ακριβώς αυτή, να είναι η κοινωνία (communio) ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό! Η Ιδιαιτερότης του Αγίου Πνεύματος είναι ξεκάθαρα το γεγονός ότι είναι η κοινή πραγματικότης ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό. Η μοναδική του Ιδιαιτερότης είναι να είναι ενότης. Έτσι λοιπόν είναι αυτή η γενική ονομασία “Άγιο Πνεύμα” ο πιο ταιριαστός τρόπος, μέσα στη γενικότητά του, να εκφραστεί εντελώς παράδοξα αυτό που έχει απολύτως Ιδιαίτερο, που είναι ακριβώς η κοινότης.

Από αυτή την ανάλυση προκύπτει κάτι πολύ σημαντικό: η σύνθεση του Πατρός και του Υιού σε μια τέλεια ενότητα δεν θεωρείται σαν μια γενική ομοουσιότητα, αλλά σαν κοινωνία (communio), όχι δηλαδή σαν μια ουσία με την μεταφυσική της έννοια, αλλά λόγω των προσώπων, σύμφωνα και με την φύση του θεού, η σύνθεση είναι κι’ αυτή προσωπική. Στην Τριάδα η Δυάς στρέφεται προς την ενότητα χωρίς να καταργεί τον διάλογο, ο οποίος αντιθέτως δυναμώνει. Μια ξανασύνθεση στην ενότητα, η οποία δεν θα ήταν και αυτή με την σειρά της πρόσωπο, θα διέλυε τον διάλογο των δύο προσώπων. Το πνεύμα είναι το πρόσωπο καθώς είναι ενότης, η ενότης καθώς είναι πρόσωπο!

Ο ορισμός του πνεύματος σαν Communio, που συνέλεξε ο Αυγουστίνος από την έκφραση “Άγιο Πνεύμα”, έχει βασικά εκκλησιολογική σημασία καθώς ανοίγει την πνευματολογία στην εκκλησιολογία και αναλόγως ξεκαθαρίζει την σχέση εκκλησιολογίας και θεο-λογίας! Να γίνεις Χριστιανός σημαίνει να γίνεις Communio και τοιουτοτρόπως την είσοδο στον ουσιώδη τρόπο υπάρξεως του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτόν τον λόγο όμως αυτό μπορεί να συμβεί μόνον μέσω του Αγίου Πνεύματος, που είναι η αρετή τής κοινωνίας, η δύναμις που μεσιτεύει, την προσφέρει και την κάνει δυνατή, και καθ’ εαυτή, είναι πρόσωπο και αυτή η ίδια!

Το πνεύμα είναι η ενότης την οποία δωρίζει ο θεός στον εαυτό του, στην οποία δωρίζεται στον εαυτό του, στην οποία Πατήρ και Υιός δωρίζονται μεταξύ τους. Η παράδοξη Ιδιαιτερότητά του είναι πως είναι communio, πως διαθέτει την υπέρτατη ταυτότητα του προσώπου ακριβώς επειδή υπάρχει ολόκληρο στην κίνηση της ενότητος. ΄Ετσι συμπεραίνεται εύκολα πως “πνευματικό” συνεπάγεται πάντοτε “ενοποιόν”, “κοινωνούν”!

Υπάρχει όμως και κάτι παραπάνω. Ο Αυγουστίνος κατόρθωσε να αναθεωρήσει την έννοια τού πνεύματος, να δημιουργήσει μια μεταφυσική τού πνεύματος (ή μονον αυτή;). Και κατ' αρχάς δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως εννοούσε τον λόγο τού Ευαγγελιστού (πνεύμα ο θεός) καθαρά οντολογικά: “πνεύμα” γι' αυτόν σήμαινε “όχι ύλη”.

Θα μπορούσαμε να διαφωνήσουμε μαζί του λέγοντας πως ο Ιωάννης δεν εννοεί τίποτε απ' αυτά, αλλά με την λέξη “πνεύμα” εκφράζεται η ετερότης του θεού όσον αφορά την κοσμική πραγματικότητα! Έτσι ώστε το αντίθετο του πνεύματος να μην είναι η “ύλη” αλλά “ο κόσμος τούτος”. Έτσι λοιπόν θάπρεπε να γίνει κατανοητός ο λόγος τού κατά Ιωάννην κατά μία αξιολογική έννοια και όχι οντολογική σύμφωνα με τον τρόπο των Ελλήνων, μ' ένα τρόπο που θα στοχεύει στην ειδική θρησκευτική ποιότητα της ετερότητας και γι' αυτό τον λόγο επομένως αναφέρεται στο Άγιο πνεύμα σαν έκφραση της παραμονής του θεού στον εαυτό του! Ότι δηλαδή αναφέρεται στην αγιότητα που υπονοείται στην ετερότητα!

Και να λοιπόν που από πολλές απόψεις υπονοείται τώρα μια αντίθεση απείρως πιο ριζική από την αντίθεση ανάμεσα στο “πνεύμα” και στην “ύλη”, διότι είναι αναμφίβολο πλέον πως το “πνεύμα” μπορεί να είναι ακόμη και μια γήινη πραγματικότης  η οποία δεν περιέχει ακόμη αναγκαίως μια υπέρβαση όλης της κοσμικής πραγματικότητος στο σύνολό της.

Μιλώντας λοιπόν σαν από το σύνολο τού στοχασμού τού Αυγουστίνου, μπορούμε να πούμε ότι μ' αυτή την κατάκτηση κάνει ένα μεγάλο άλμα μπρός, αφήνοντας στις πλάτες του την αρχαία μεταφυσική του πνεύματος, καθώς ο Αυγουστίνος εξηγεί το πνεύμα, όχι μεταφυσικά, αλλά ξεκινώντας από τον δυναμισμό Πατρός – Υιού. Έτσι λοιπόν η κοινωνία καταλήγει να είναι η ίδια η δομή του πνεύματος και γι αυτό τον λόγο απαιτεί περιεχόμενα και προσωποποιείται απολύτως .

Μόνον όποιος γνωρίζει τι σημαίνει “Άγιο πνεύμα” γνωρίζει τι σημαίνει γενικώς πνεύμα. Και μόνον όποιος αρχίζει να γνωρίζει τι σημαίνει θεός, μπορεί να καταλαβαίνει τι σημαίνει Άγιο Πνεύμα! Όπως επίσης μόνον όποιος αρχίζει να ψυχανεμίζεται τι είναι το Άγιο Πνεύμα αρχίζει να καταλαβαίνει τι είναι ο θεός».

Αυτός είναι ο κόπος του πάπα πλέον Joseph Ratzinger. Eν έτει 1974, στο συλλογικό τόμο Erfahrung und Theologie des Heiligeu Geistes!

Όλοι οι μεγαλύτεροι θεολόγοι της ορθοδόξου εκκλησίας εδώ τρώνε τον Μυστικό τους Δείπνο με χρυσά κουτάλια!
Εκείνο όμως που αληθινά εντυπωσιάζει είναι το πάθος των Ρωμαιοκαθολικών να ξεπεράσουν, να νικήσουν τους Έλληνες! Συνεχίζουν νά γράφουν τήν Summa contra Gentiles


Αμέθυστος

4 σχόλια:

ΑΡΧΑΙΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ είπε...

Γλώττα φρενίτις και πανδαιμόνιον αντικαταστάσεως της πραγματικότητος με ειδώλια,σκιές,παπυρικά σπαράγματα προσωπικής βιβλιοθήκης.Η σχεσιοκρατία μεγίστη πλάνη 'σε καιρούς απολύτου σχετικοποιήσεως των πάντων και ρευστοποιήσεως των υπαρχόντων αγαθών,ολοκλήρου περι-ουσίας αντικειμένων(αναπαράστασις και αυτοπροβολή εγωπαθείας κ'ενεργοπαθητικότητος).Αλληγορί',αναλογί',ανθρωπομορφισμός(σύμβολα εκφράσεως-και μόνον..-).Η πίστις 'στην εποχή μας είναι,πια,κάτ'υποκειμενικό ή εξαντικειμενικεύεται,αντικειμενοποιείται;Ο αγνωστικισμός ή και ο μυστικισμός εγκατελείφθη(ερευνούμε τας κλεις απλώς).Μένει,ακόμη*,ο αποφατισμός-καταφατισμός με αποκορύφωμ',απόγειο,ζενίθ υφίστης,πρωταρχικής σημασίας και πρωτευούσης,σημειολογικής-σημασιολογικής,θεμελιακής ανάγκης,ο αέναος πόλεμος γύρω από και η συνεχής διαμάχη με τους εωσφορικούς λογισμούς του κόσμου της μεγάλης(αλλά ψευδεστάτης)Δύσεως.

*Οντο-θεολογία και ομοούσιον-ομοιούσιο με τις αξίες και την αξιοκρατία 'στον αέρα,τες αξιολογήσεις κ'επαναξιολογήσεις κεκαυμένους δέλτους(αποδελτιώσεις κειμένων και-της ή μιας επιφυλλιδογράφων/ακατασχέτου επιφυλλιδογραφίας)-χάρτους.

amethystos είπε...


Προσπάθησε νά μήν πολλαπλασιάζεις τό αίσθημά σου.Οι λέξεις δέν είναι έννοιες.

ΑΡΧΑΙΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ είπε...

Ναι,'μπορεί και να παίζουμε με τις λέξεις αλλά είν'ένα εκφραστικό μέσο μοναδικό της μοναδικής ελληνικής αυδής.Δε γίνεται να γεννηθή κάτι άλλο,διαφορετικό σήμερα('μοιάζουν να έχουν εξαντληθή και ειπωθή τα πάντα και να επιβιούμε μόνο 'σε δεύτερο πλάνο χωρίς νου και λογική).Η εποχή ζη,διασκεδάζει και αναπνέει,άλλωστε,'στη σφαίρα της κενολογίας και ματαιοδοξίας της.Η έκφραση είναι το ελάχιστον,αδύναμη ωστόσον.Τώρα η έννοια μάς ήλθεν αλλαχόθεν(παρ-εισήχθη λόγω ακραιφνούς και κρυφίου μεταπρατισμού).

amethystos είπε...

Η ελληνική γλώσσα έχει ακρίβεια. Μήν αφήνεις τόν εαυτό σου νά φτιάχνεται μέ τίς λέξεις. Τήν εποχή ακολουθείς νομίζοντας ότι διαφέρεις.Η έκφραση απαιτεί νόημα. Η δικαιολογία είναι εύκολη.