Τετάρτη 15 Μαΐου 2019

HANS URS VON BALTHASAR--ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEO-LOGIK) (41)

Συνέχεια από Τετάρτη, 17 Απριλίου 2019
                                          
                                    HANS URS VON BALTHASAR
                                     ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ  (THEOLOGIK)
                                                 Τρίτος Τόμος
             ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ  (DER GEIST DER WAHRHEIT)
        (Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2)    Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
                                                      Johannes Verlag, 1987
                                                        4.  ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ
                    ΙV. O ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ
                       2.  ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
                                                α)  Δώρο – Χάρισμα

Είμαστε καλά ή τόχουμε χαμένο;
     Ως προς την ιστορία τής σωτηρίας ένα σημαντικό βήμα συντελείται απ’ την Παλαιά στην Καινή Διαθήκη. Στην Παλαιά Διαθήκη διακρατεί το Πνεύμα τού Θεού [οι άκτιστες ενέργειες] όλη τη Δημιουργία· μαρτυρώντας πως ο Θεός δωρίζει σε όλα τα ζωντανά όντα με την πνοή του την ζωή. Πνεύμα και Λόγος, με τα οποία γίνονται τα πράγματα (( Σημ. τ. μετ.: Όμως: «Είπε και εγένετο…»· και στο «Πιστεύω» λέμε: «…δι’ ού τα πάντα εγένετο…», του Κυρίου δηλ. Ιησού Χριστού… )) , είναι πολύ κοντινά: «Ο ουρανός έγινε με τον Λόγο τού Γιαχβέ, και όλο το πλήθος του με την πνοή τού στόματός του» (Ψαλμ. 33, 6)   (( Σημ. τ. μετ.: Πρόκειται για τον 32ο ψαλμό, όπου στον 6ο στίχο λέγεται: «Τώ λόγω Κυρίου οι ουρανοί εστερεώθησαν καί τώ πνεύματι τού στόματος αυτού πάσα η δύναμις αυτών»… )) . Εφ’ όσον δεν έχει ακόμα ‘αποξενωθή’ ή ‘απαλλοτριωθή’ (entäussern) σε άνθρωπο ο Λόγος, δεν δωρίζεται ακόμα ούτε το Πνεύμα ως ο ‘εγκαταλειπόμενος’ ή ‘διδόμενος’ Θεός. Το ‘αντίπερα’ Θεού (στον ουρανό) και ανθρώπου (στη γη) γεφυρώνεται με τη Διαθήκη, που βασίζεται κατ’ ουσίαν σε μιαν ελεύθερη σωτήρια πράξη τού Θεού. Γι’ αυτό και η Διαθήκη (η συμφωνία, ο δεσμός) εισάγεται με την ακόλουθη επεξήγηση: «Ο Γιαχβέ, ο Θεός, ο εύσπλαγχνος και ελεήμων, ο μακρόθυμος, ο μεγάλος σε εύνοια και πίστη» (Έξ. 34, 6). Η χάρις είναι η μη οφειλόμενη δωρεά τού Θεού στον άνθρωπο, η εύνοια και η βασιλική του ευμένεια, που μέσα στο δικό της ΄κλίμα’ (Klima) μπορεί να ζήση το έτερον μέλος τής Διαθήκης. Η ‘διάθεση’ όμως τού Θεού γνωστοποιείται στις σωτήριες πράξεις του, με τις οποίες συνοδεύει την πορεία τού λαού του· ακόμα και η «ζήλεια» του, ακόμα και οι τιμωρίες του δεν περιορίζουν την εύνοιά του, αλλά είναι αναγκαίες εκφράσεις της. Η απόσταση ανάμεσα στον πλήρη ευμενείας Θεό και τον άνθρωπο αμφισβητείται μόνο φαινομενικά, όταν εξοπλίζη ο Θεός άνδρες και γυναίκες με το πνεύμα του, ώστε να καταστή συγκεκριμένη η καθοδήγησή του εντός τής ιστορίας: ανάμεσα στους Κριτές, τους Βασιλείς και τους Προφήτες υπάρχουν κάποιοι προικισμένοι με δικαιοσύνη και πολεμική ικανότητα, άλλοι που τους διακρίνει βασιλική σοφία, ακόμα και προικισμένοι με τον λόγο τού Θεού και με θαυμαστή δύναμη, που είναι όλοι ιδιαίτερα όργανα της πρόνοιας του Θεού. Η βασιλική ευμένεια του Θεού απέναντι στο ενδεές «σκουληκάκι» τον Ισραήλ, διευκρινίζεται στη διαδρομή τής ιστορίας όλο και περισσότερο ως μια αναβλύζουσα εσώτατα (rahamim) αγάπη τού Θεού, που ζητά πιο πολλά απ’ την απλή πίστη στις εντολές τής Διαθήκης, μιαν απάντηση δηλ. αγάπης εκ μέρους ολόκληρου του ανθρώπου (Dt 6, 5 κ.ε.). Αν ήταν ήδη ακατανόητη για τον Ισραήλ η εύνοια του Θεού που συνήψε τη Διαθήκη, ‘ανοίγει’ με την αγάπη κάτι στον Θεό, που φαίνεται να είναι και για τον ίδιον ακατανόητο  (( ! )) : «Είναι λοιπόν ο Εφραίμ ένα τόσο αγαπητό παιδί, ένας τόσο ευνοημένος γιός, ώστε να πρέπη ύστερα από κάθε μου απειλή να τον ξανασκεφτώ, ώστε τα σπλάγχνα μου να διεγείρονται εξαιτίας του και να αυξάνη τόσο η τρυφερότητά μου γι’ αυτόν;» (Ιερ. 31, 20). Αυτό το ερώτημα, που θέτει ο Θεός στον εαυτό του (Hos 11, 8-9), απαντάται κατ’ αρχάς μόνο με την υπόσχεση: η ‘εξωτερικότητα’ της διαθηκικής σχέσης, στην οποίαν και αποδεικνύεται η εύνοια της χάριτος (hesed) του Θεού μέσα απ’ τους παραδιδόμενους απ’ τον ουρανό ή απ’ το όρος Σινά νόμους του, που καλούνται να αγιάσουν τον λαό όπως είναι άγιος ο Θεός, πρέπει να ξεπερασθή με μιαν εσωτερίκευση, όπως αυτή κλασσικά εκφράζεται στην εσχατολογική υπόσχεση μιας εμβαθυμένης («Καινής, Νέας») Διαθήκης: «Θα μεταφέρω τη διαθήκη μου στο βάθος τής ύπαρξής τους και θα την εγγράψω στις καρδιές τους» (Ιερ. 31, 33). «Και θα σας δώσω μια καινούργια καρδιά και θα τοποθετήσω μέσα σας ένα καινούργιο πνεύμα, θα απομακρύνω απ’ το σώμα σας την πέτρινη καρδιά και θα θέσω εντός σας μια πιο σαρκική καρδιά. Θα τοποθετήσω μέσα σας το πνεύμα μου» (Εζ. 36, 26 κ.ε.). «Θα εκχύσω το πνεύμα μου πάνω από κάθε σάρκα» (Jl 3, 1). Όλ’ αυτά μένουν στην Παλαιά Διαθήκη υπόσχεση, γιατί προϋποθέτουν την κένωση (Kenose) και ευχαριστία (Eucharistie) του Υιού, όσο κι αν εργαζόταν ήδη το θεϊκό πνεύμα στην Παλαιά Διαθήκη και «είχε μιλήσει μέσα απ’ τους Προφήτες», όσο κι αν είχε ήδη δώσει έγκυρες απαντήσεις ως προς τις βασικές υποδείξεις τής Διαθήκης τού Θεού, στην ύπαρξη των φοβουμένων τον Θεό, των φτωχών, και στις συμβολικές πράξεις τών πνευματοφόρων.
      Αυτό που ονομάσαμε ως donum doni (δώρο τών δώρων) σε συνάρτηση με τη «θέωση» του δημιουργήματος, μπορεί να αρχίση να διανέμεται, όταν ο Θεός, ο δωρητής τής αμφίπλευρης Διαθήκης, τελειοποιή αμφίπλευρα τον εαυτό του, όταν δηλ. ‘περνά’ εν τω θεϊκώ του Λόγω στην πλευρά τού ανθρώπου, συνενώνοντας σε ένα πρόσωπο τις δυό «φύσεις»   (( Σημ. τ. μετ.: Η Θεοτόκος;… )) . Τότε μπορεί και πραγματοποιείται επανειλημμένα το θαύμα τού «μη εκ-κενωμένου Πνεύματος» ανάμεσα στον Πατέρα και του εκ-κενωθέντος πλέον σε άνθρωπο Υιού, κατά την απόλυτη παράδοση όμως τώρα πια του Πατρός στον Ενανθρωπήσαντα, και την υπακοή τού ανθρώπου επίσης Υιού στον Πατέρα που τον ‘απελευθερώνει’, και τον εγκαταλείπει τελικά   (( Σημ. τ. μετ.: Πόσοι είναι τελικά αυτοί οι θεοί, πόσοι;…)). Το θαύμα είναι τώρα in Christo capite εσωτερικό στον άνθρωπο και μπορεί να ονομασθή από ’δώ και πέρα, στη βάση τής ενότητας του Χριστού με όλη την ανθρωπότητα – και διαφορετικά απ’ την παλαιοδιαθηκική απλή και μόνον εύνοια του Θεού – με μιαν ειδικήν έννοια «χάρις». Μια χάρις που πρέπει να ονομασθή τώρα χωρίς διάκριση «Πνεύμα τού Πατρός» και «Πνεύμα τού Χριστού» (Ρωμ. 8, 9. 11)   (( Σημ. τ. μετ.: Γράφει ο απόστολος Παύλος: «… οι δέ εν σαρκί όντες Θεώ αρέσαι ου δύνανται. υμείς δε ουκ εστέ εν σαρκί, αλλ’ εν πνεύματι, είπερ Πνεύμα Θεού οικεί εν υμίν. ει δέ τις Πνεύμα Χριστού ουκ έχει, ούτος ουκ έστιν αυτού. ει δέ Χριστός εν υμίν, τό μέν σώμα νεκρόν δι’ αμαρτίαν, τό δέ πνεύμα ζωή διά δικαιοσύνην. ει δέ τό Πνεύμα τού εγείραντος Ιησούν εκ νεκρών οικεί εν υμίν, ο εγείρας Χριστόν εκ νεκρών ζωοποιήσει καί τά θνητά σώματα υμών διά τό ενοικούν αυτού Πνεύμα εν υμίν.» … )), ένα Πνεύμα το οποίο έχει αποκτήσει, όπως ήδη αναφέρθηκε, στην ζωή και τον θάνατο του Χριστού την εμπειρία τού ανθρώπινου Είναι και μπορεί γι’ αυτό να «παρακινήση» και τον άνθρωπο κατά έναν  εσωτερικώτερο απ’ ό,τι μέχρι τώρα τρόπο (Mk 1, 12 – Ρωμ. 8, 14 – Γαλ. 5, 18)   (( Σημ. τ. μετ.: Γράφει ο απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή: «Άρα ούν αδελφοί, οφειλέται εσμέν ου τή σαρκί τού κατά σάρκα ζήν· ει γάρ κατά σάρκα ζήτε, μέλλετε αποθνήσκειν· ει δέ Πνεύματι τάς πράξεις τού σώματος θανατούσθε, ζήσεσθε. όσοι γάρ Πνεύματι Θεού άγονται, ούτοί εισιν υιοί Θεού. ου γάρ ελάβετε Πνεύμα δουλείας πάλιν εις φόβον, αλλ’ ελάβετε Πνεύμα υιοθεσίας, εν ώ κράζομεν· αββά ο Πατήρ. αυτό το Πνεύμα συμμαρτυρεί τώ πνεύματι ημών ότι εσμέν τέκνα Θεού. ει δέ τέκνα, καί κληρονόμοι, κληρονόμοι μέν Θεού, συγκληρονόμοι δέ Χριστού, είπερ συμπάσχομεν ίνα καί συνδοξασθώμεν. Λογίζομαι γάρ ότι ουκ άξια τά παθήματα τού νύν καιρού πρός τήν μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς…» - Και στην προς Γαλάτας: «Λέγω δέ, πνεύματι περιπατείτε καί επιθυμίαν σαρκός ου μή τελέσητε. η γάρ σάρξ επιθυμεί κατά τού πνεύματος, τό δέ πνεύμα κατά τής σαρκός· ταύτα δέ αντίκειται αλλήλοις, ίνα μή ά άν θέλητε ταύτα ποιήτε. ει δέ Πνεύματι άγεσθε, ουκ εστέ υπό νόμον…» … )) . Το ότι αυτός ο «παρακινούμενος» άνθρωπος μπορεί ταυτόχρονα να αποφασίζη συνειδητά μιαν «αλλαγή στο πνεύμα» (Γαλ. 4, 16), ανήκει στο επόμενο χαρακτηριστικό τού Πνεύματος: ότι είναι δηλ. ταυτόχρονα ελευθερία και απελευθέρωση   (( σ.σ.: «Η πράξη τού χριστιανού είναι πάντοτε καθοδήγηση απ’ το Πνεύμα και απόφαση ταυτόχρονα»: H. Schlier, Rmerbrief, 1977 ))  -  (( Σημ. τ. μετ.: Γράφει πάλι ο απόστολος στους Γαλάτες: «Γίνεσθε ως εγώ, ότι καγώ ως υμείς, αδελφοί, δέομαι υμών. ουδέν με ηδικήσατε. οίδατε δέ ότι δι’ ασθένειαν τής σαρκός ευηγγελισάμην υμίν τό πρότερον, καί τόν πειρασμόν μου τόν εν τή σαρκί μου ουκ εξουθενήσατε ουδέ εξεπτύσατε, αλλ’ ως άγγελον Θεού εδέξασθέ με, ως Χριστόν Ιησούν. τίς ούν ήν ο μακαρισμός υμών; μαρτυρώ γάρ υμίν ότι ει δυνατόν τούς οφθαλμούς υμών εξορύξαντες άν δεδώκατέ μοι…» … )). Αυτό το μυστήριο μπορεί κατ’ αρχάς να μας οδηγήση σε μια σύντομη εξέταση της σχέσης ανάμεσα στο Πνεύμα ως την «άκτιστη» χάρι, και την εσωτερική του επίδραση στον άνθρωπο (μέσω τής επονομαζόμενης «κτιστής» χάριτος).
     (( Σημ. τ. μετ.: Νομίζουμε πως είναι ολοφάνερη η άκρως επισταμένη προσπάθεια αυτών τών δυτικών «θεολόγων» να προβάλουν το Πνεύμα – χωρίς διάκριση ανάμεσα στο Πνεύμα τού Θεού και την υπόσταση του Αγίου Πνεύματος – ως τον «κυρίαρχο Θεό» σ’ αυτήν την «Τρίτη εποχή» αποκαλύψεως του Θεού, όπως ακριβώς εισηγήθηκε κάποτε, ανοίγοντας τον δρόμο προς τη σημερινή αίρεση, ο Ιωακείμ ντα Φιόρε… Ερμηνεύοντας όχι μόνον κατά γράμμα, αλλά και εντελώς αποσπασματικά και αυθαίρετα, τα λόγια τών Ευαγγελίων και των Επιστολών τών Αποστόλων… ))

      ( συνεχίζεται )

ΣΕ ΑΠΟΛΥΤΗ ΑΓΝΟΙΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΝΟΜΙΖΟΥΝ, ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΟΤΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΑΚΟΜΗ-ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ Η ΑΝΑΠΝΟΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. 
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΤΟΥ ΖΩΝΤΟΣ-ΚΑΘΟΤΙ ΕΧΕΙ ΚΕΝΩΘΕΙ-ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΥΤΕ ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
ΑΓΝΟΟΥΝ ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΤΩΝ ΑΚΤΙΣΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΜΙΣΟΥΣ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΓΡΗΓΟΡΙΟ ΠΑΛΑΜΑ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΟΥΣΙΩΝΟΥΝ ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΝΥΠΟΣΤΑΤΕΣ, ΔΕΝ ΧΑΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΑΘΑΝΑΣΙΑ. ΟΠΩΣ Η ΧΑΡΙΣ ΤΗΣ ΥΙΟΘΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ.

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: