Σάββατο 13 Ιουλίου 2019

Η ΑΠΟΜΥΘΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ - Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΦΛΩΡΟΦΣΚΥ--Ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΡΙΓΚΗΠΑΣ ΤΟΥ ΠΣΕ(ματος)

Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΦΛΩΡΟΦΣΚΥ. 

Ο μεγαλύτερος ανατολικός ορθόδοξος Θεολόγος τού 20ού αιώνος, ο Γ.Φλωρόφσκυ, αντιπροσωπεύει το μεγαλείο και την ντροπή τής Ορθοδοξίας. Δάσκαλος όλων, από τον Ρωμανίδη και τον Ζηζιούλα, μέχρι τον Γιανναρά και την Ακαδημία Βόλου, την Σύναξη και τις Θεολογικές σχολές καί μέχρι τόν Ζήση, προσπαθώντας να μας απελευθερώσει από την Βαβυλώνειο αιχμαλωσία της λογικής μας, μάς υπέταξε στον εαυτό του. 

Και ενώ το μόνο Θεολογικό αξίωμα τής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Κυρίου είναι: εξουθένωσε την λογική σου, και ενώ διαθέτουμε δασκάλους και Θεολόγους που ανήκουν στην Πατερική μας παράδοση, όπως τους Γέροντες του αιώνος μας και τους Σιλουανό και Σωφρόνιο μαζί με τους μαθητές τους, τα καλύτερα πνεύματα τής Ορθοδοξίας κατασπαράσσονται μεταξύ τους, συνεχίζοντας την ατέρμονη διαμάχη του Φλωρόφσκυ με τον Μπουλγκάκοφ, για τα μάτια του Σολόβιεφ. 

Ο Φλωρόφσκυ, κήρυξε την επιστροφή στους Έλληνες Πατέρες για την Σωτηρία της Θεολογίας και ταυτοχρόνως εργάστηκε με ζήλο για την δημιουργία μίας μετα-πατερικής Θεολογίας που εκμηδένισε απολύτως την ιδέα τής σωτηρίας. Τελικώς χρησιμοποίησε τους Πατέρες για την υπεράσπιση των ιδεών του, για να νικήσει στην διαμάχη, σαν δικηγόρος υπεράσπισης τού εαυτού του στο δικαστήριο που έστησε, ενάντια στον Μπουλγκάκοφ. Όπως κάνουν όλοι οι σημερινοί Θεολόγοι, οι κατά φαντασίαν Χριστιανοί, οι «χαρισματούχοι» της λογικής, υπερασπιζόμενοι τον εαυτό τους. 

Στο περιοδικό ΘΕΟΛΟΓΙΑ (Τόμος 84, Τεύχος 1, Ιανουάριος-Μάρτιος 2013), που διευθύνεται από τον Γιαγκάζογλου, κυκλοφόρησε το κείμενο ενός Brandon Gallaher το οποίο επανεξετάζει την Νέο-Πατερική σύνθεση τού Φλωρόφσκυ. Αυτό το κείμενο μας αποκαλύπτει και την σκοτεινή προαίρεση τού μεγαλύτερου Θεολόγου του 20ού αιώνος. Έναν τίτλο που κληρονόμησε και ο μαθητής του ο Ζηζιούλας. Σήμερα έχουμε την χαρά να διαθέτουμε ξεχωριστούς διαδόχους των Αποστόλων στούς Επισκόπους και ξεχωριστούς διαδόχους τών Θεολόγων. Ο Ζηζιούλας είναι ο πρώτος που δοκίμασε την ενότητα αυτής τής ετερότητος, χωρίς να συνειδητοποιεί ακριβώς πώς η ενότης δεν διασπάσθηκε ποτέ και την διαθέτουμε, σε διαφορετικούς βαθμούς, στα πρόσωπα τού Σιλουανού και του Σωφρόνιου, τού Πορφύριου καί τού Παίσιου καί τού Εφραίμ τού κατουνακιώτου  π.χ. σήμερα. Όπως χθές στον Παλαμά και στον Άγιο Συμεών. Μαθαίνουμε λοιπόν πώς η Θεολογία του Φλωρόφσκυ (Florovsky) σφυρηλατήθηκε κατά την ανάμειξή του σε δύο έριδες με τον Μπουλγκάκοφ (Boulgakov). Το 1933 περίπου είπε πώς η διακοινωνία (intercommunion) δεν αποτελεί την μοναδική οδό προόδου. Αντίθετα πρόκειται για ένα αδιέξοδο, από το οποίο δεν υπάρχει διαφυγή [έχει ξανακουστεί τέτοιος Θεϊκός λόγος;] και το 1935-37, ακολούθησε η έριδα σχετικά με την Σοφιολογία [Την υπέρτατη ύβρι των Ρώσων που προσπαθούν να ματαιώσουν τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά αλλά θα ασχοληθούμε με την κακοδοξία αυτή στην συνέχεια]. Η σοφία για τον Μπουλγκάκοφ είναι ένα ζωντανό όν, αντικείμενο της Θείας αγάπης, που αγαπά με την σειρά της τον Θεό. Διαθέτει μία προσωπικότητα, δηλαδή μία υπόσταση, αλλά παρ’ότι είναι Θεία, δεν μετέχει της ενδοθεϊκής ζωής, δεν είναι Θεός [Είδαμε την Σοφία αυτή να αναπτύσσεται από τον Pannikar σαν Θεότης, της νέα θρησκείας, που γεννιέται από τους διαλόγους]. Δεν είναι στο ίδιο επίπεδο των τριών Θείων υποστάσεων αλλά είναι μία ειδική υπόσταση μίας άλλης τάξεως, ένα είδος τέταρτης υποστάσεως. Η διαφορά ανάμεσα στον Θεό και στην Σοφία είναι η αιωνιότης στην οποία μετέχει, χωρίς να την κατέχει κατ’ουσίαν. (Είναι το μεταξύ του Πλάτωνος). Η Σοφία είναι ένα τρίτο στοιχείο που βρίσκεται ανάμεσα στον κόσμο και την Τριάδα, ένα ιδιαίτερο και αληθινό ανεξάρτητο πρόσωπο που υφίσταται καθ’αυτό, ταυτισμένη μερικές φορές με μία Θεά και άλλες με το «Αιώνιο Θήλυ».[Οι άκτιστες ενέργειες τής ορθοδοξίας προσωποποιημένες]

Αυτή η σοφία είναι το αντικείμενο της Θέας του Θεού, της δόξας, που προσφέρει την Θέωση. [Είναι και η Θεοποιός άκτιστη ενέργεια του Ρωμανίδη]. Η Θέα αυτή και κατά τον Φλωρόφσκυ πλέον, ο οποίος άλλαξε τα ονόματά που χρησιμοποίησε ο Μπουλγκάκοφ, χωρίς να αλλάξει το περιεχόμενο τους, γεννά μία Καθολική συνείδηση, σύμφωνα με την οποία κατακτάται η ενότητα των πολλών και αντανακλά την ενότητα της Αγίας ΤριάδοςΑυτή η ενότης, η Sobornost ή καθολικότης είναι ο ορισμός τής Εκκλησίας. Στην Ελλάδα είναι γνωστή σαν Σύναξη. Είναι μία πληρότητα, ακεραιότητα, συνοδικότητα και ενότητα στην ποικιλία. Αυτή η ενότης διαμεσολαβείται σε εμάς μέσω της ζώσας παράδοσης, σαν μία δημιουργική κίνηση του πνεύματος που δρά στην εμπειρία της Εκκλησίας, από το Υπερώο μέχρι σήμερα (Περιοδικό Θεολογία, σελ. 62). Είναι έννοιες που χρησιμοποίησε πρώτος ο Αλέξεϊ Χομιακόφ (Aleksei Khomiakov) - από τους βασικούς συντελεστές της Β' Βατικάνειας συνόδου. 

Αυτή η καθολικότης αποτελεί μία τελειότητα στη ζωή τής Χάριτος (sobornost), στην οποία οι Χριστιανοί βρίσκονται σε αδιάσπαστη ενότητα κοινής ζωής και αγάπης με τους συνανθρώπους τους, αντανακλώντας την Αγία Τριάδα. Μία τέτοια ενότητα γεμάτη από χάρη συνιστά μία κλήση προς όλους τους Χριστιανούς. Οι Χριστιανοί καλούνται στην ένδοξο αυτή ελευθερία, προκειμένου να μετέχουν στην Εκκλησιοποίηση της ίδιας τους της ύπαρξης. Κάθε Χριστιανός καλείται να αγαπά ελεύθερα τον πλησίον του όπως τον εαυτό του, απαρνούμενος τον εαυτό του. Ο εαυτός αντανακλάται ακέραια στον Άλλον [πώς χάνεται τότε ο εαυτός; ξαναβρίσκεται μάλλον Θεοποιημένος στόν άλλον], επειδή μέσα από τον Άλλον ανταποκρίνεται ελεύθερα στον ίδιο τον Χριστό [χωρίς τόν Χριστό]

Η Χριστιανική ζωή είναι η ελεύθερη καλλιέργεια της Εκκλησιαστικής συνείδησης μέσα στην ιστορία, καθώς με την εν Χριστώ πίστη εσωκλείουμε τους πολλούς μέσα στον εαυτό μας, εικονίζοντας την Αγία Τριάδα στην οποία οι πολλοί γίνονται ένας. [Η Ορθόδοξη αυτοσυνειδησία. Γιατί δεν είναι μία ακόμη έπαρση; Δεν είναι ξεκάθαρο]. Αυτή η Εκκλησιαστική γνώση του Θεού αποκαλύπτεται σε κάθε Χριστιανό μέσα στην σιωπή της πίστης, στην σιωπή της Θέας. Αυτή η εμπειρία της σιωπηλής πίστης, η Θέα αυτής της πίστης μέσα στην οποία η αλήθεια γίνεται δεκτή είναι αυτό που οι Ρομαντικοί αποκαλούσαν νοερή διαίσθηση ή αίσθημα. [Τό γνωστό-άγνωστο υποκείμενο] Μία συμπαγής ενότητα στην σκέψη και τα αισθήματα. Ο Φλωρόφσκυ μετάλλαξε την ρομαντική έννοια τής δημιουργικότητος ως υπέρλογης και ημι-αποκαλυπτικής διαίσθησης, σε καθολικότητα (Περιοδικό Θεολογία, σελ. 63-66)

Αυτή η πίστη αντλείται από τον Σολόβιεφ και είναι μία οξυδερκής ματιά στην ύπαρξη, παρόμοια με την διαίσθηση του Μπερξόν, και προέρχεται από τον Σέλλινγκ (Schelling). Πρόκειται λοιπόν για μία Εκκλησιολογία η οποία διαμορφώθηκε στην βάση ιδεών δανεισμένων από το ρομαντικό ιδεαλισμό, ο οποίος στην συνέχεια συμπληρώθηκε με  Θεολογικές ιδέες παρμένες από τους Πατέρες της Εκκλησίας.

Η αρχή της καθολικότητας, η Σλαβόφιλη Sobornost και η Νέο-ορθόδοξη Σύναξη, είναι το πνεύμα/ενότητα. Ακολουθεί το Απόλυτο του Σέλλινγκ, στον οποίο το ιδανικό και το πραγματικό ταυτίζονται. Το απόλυτο μέσω της αυτο-αποκάλυψης τού πνεύματος, εισχωρεί στην χώρα του πραγματικού, στην ιστορία, μέσα σε μία ριζοσπαστική ελευθερία σαν το εξελισσόμενο ιδεώδες, το πνεύμα. Αυτή η αυτο-αποκάλυψη του πνεύματος ολοκληρώνεται στον Ιησού Χριστό και γίνεται αντιληπτή όχι μόνο από τις μεγάλες θρησκείες του κόσμου, αλλά ειδικά από την ιστορική εμπειρία των Εκκλησιών (Περ. Θεολογία, σελ. 75). 

Από εδώ ξεκινά η κακοδοξία του Φλωρόφσκυ. Ενώ καμία έννοια από όσες χρησιμοποιήθηκαν μέχρι στιγμής, δεν αναφέρεται στο Πνεύμα της Αληθείας, ο Φλωρόφσκυ διατείνεται πώς σε όλα αυτά τα δάνεια από την φιλοσοφία του Σέλλινγκ δεν υπάρχει «παν-ενότητα». Φυσική, δηλαδή ακούσια, αλλά αντιθέτως το Φυσικό όν περιέχει την διαίρεση, τον διαχωρισμό και τον Εγωϊσμό. Δηλαδή διατείνεται ότι ο Γερμανικός ιδεαλισμός κατανοεί την τραγικότητα της ιστορίας, δηλαδή την Ελευθερία που επιτρέπει στο άτομο να αμαρτήσει [Αυτή είναι η διαφορά της Δύσεως από την Ελληνική και Πατερική της κληρονομιά. Η ελευθερία επιτρέπει την αμαρτία. Και η ίδια ελευθερία επιτρέπει και την σωτηρία! Διότι αμαρτία σημαίνει περιορισμός της ελευθερίας και ζωή σημαίνει απελευθέρωση της ελευθερίας. Η ελευθερία είναι η ουσία του ανθρώπου, την οποία καλείται να ζήσει χωρίς περιορισμούς ηθικής τάξεως, βάσει του ορισμού της, όπως και ο Άσωτος της παραβολής του Κυρίου. Χωρίς τήν επιστροφή στόν Πατέρα.]. Αντιθέτως η αιτιοκρατία, η οποία επιβεβαιώνει την ατομική ύπαρξη, σαν το μόνο Φυσικό πράγμα, επιτρέπει την αίρεση και είναι το θεμέλιο κάθε αιρέσεως, διότι αναδεικνύει έναν φυσικό εγωϊσμό, ο οποίος πρέπει να εξασφαλίζει την απρόσκοπτη πρόοδο της αιτιοκρατίας ακριβώς. Η υπέρβαση του Φυσικού εγωϊσμού που δίνει την ανθρώπινη ακεραιότητα πραγματώνεται αποκλειστικά κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, εν Αγίω πνεύματι. Η Εκκλησία αποτελεί το έργο του πνεύματος.

Αυτή η υπέρβαση όμως στηρίζεται σε μία αυτό-φανερωμένη υποκειμενικότητα, στην οποία η ενότητα αποτελεί την εξελισσόμενη οργανική ταυτότητα του Θεού εν πνεύματι, μέσα στην Εκκλησία. Προκειμένου αυτή η πραγματικότης να γίνει συγκεκριμένη, αποκτά ύπαρξη μέσα σε μία ιδιαίτερη μορφή εσωτερικής πνευματικής ζωής ή εσώτερης ενότητας της ζωής, η οποία είναι μία Χριστιανική πίστη, συνείδηση ή αυθεντική συνείδηση της Εκκλησίας. Έτσι όλοι οι πιστοί δεν έχουν μόνο μία πίστη αλλά και μία συνείδηση. 

Η κοινή συνείδηση όμως δεν αναιρεί την ιδιαίτερη προσωπικότητα τού κάθε ατόμου, επειδή είναι η μία δύναμη του πνεύματος που μας μορφώνει όλους σε μία ύπαρξη μέσα στην Εκκλησία, ενώ το κάθε πρόσωπο χωριστά, μέσω της άμεσης θεωρίας πρέπει να κάνει δική του την εμπειρία τής Εκκλησίας, να αναπτύξει την Χριστιανική γνώση μέσα στον εξαγιασμένο νού [στο υποκείμενο πλέον]. 

Αυτή η εσώτερη ποιότητα της Χριστιανικής ζωής, το πνεύμα που ζεί σιωπηλά ανάμεσα στους πιστούς, αναζητά να εκφραστεί και να αποκαλυφθεί καθεαυτή, όπως στον Σέλλινγκ το Απόλυτο αποκαλύπτει τον εαυτό του μέσω του πνεύματος, στο πραγματικό, δηλαδή στην ιστορία. Επειδή το πνεύμα ζωογονεί τη συνείδηση των προσώπων μέσα στην Εκκλησία, το δόγμα αρχικά γεννάται σιωπηλά στην ατομική Χριστιανική συνείδηση και στην συνέχεια διακηρύσσεται. Η «παράδοση» ή η «ζώσα παράδοση», αποτελεί τον αποκαλυπτόμενο λόγο του πνεύματος. Είναι η ζωή και η δύναμη που εμποτίζει το Σώμα και αρθρώθηκε αρχικά και συνεχίζει να αναπτύσσεται μέσα στην Εκκλησία μ’έναν ζωντανό τρόπο, στην ομολογία της Εκκλησίας αλλά και όσων μετέχουν σ’αυτή από την εποχή των Αποστόλων.


Αυτή είναι η "νέα Εκκλησία". Η "εμπειρική", που δεν εξαρτάται πλέον από την Αγιότητα, που στηρίζεται στο υποκείμενο. Και το Άγιο Πνεύμα ταυτίζεται με το ανθρώπινο πνεύμα. Ο κλήρος παίζει εδώ τον πρώτο λόγο διότι αυτό που περιγράφεται είναι η πείρα ή η γνώση ή η δημιουργία ενός εκκλησιαστικού Εγώ από την συνεχή παρουσία και εμπειρία της Εκκλησιαστικής ζωής, της στρατευμένης Εκκλησιαστικής ζωής, που ποτίζεται διαρκώς από την Χάρη του Θεού που υπάρχει μέσα στην "Εκκλησία". Η "Εκκλησία" αυτή, η στρατευμένη, μπαίνει στο αίμα μας σιγά-σιγά, ενσαρκώνεται. Η "Εκκλησία" ενσαρκώνεται πλέον και όχι ο Κύριος. Και η "Εκκλησία" γίνεται μία τέταρτη υπόσταση, όπως και η Σοφία του Μπουλγκάκοφ. 

Υπάρχουν δύο τρόποι υποκειμενοποιήσεως της Εκκλησίας. Μέσω της υποκειμενοποιήσεως των κανόνων, δηλαδή ο τρόπος του Καθολικισμού. Αυτός ο τρόπος διδάχθηκε από τις οργανώσεις. Και η απελευθέρωση από τους κανόνες, και την ιεραρχία που μορφοποιεί τους Κανόνες. Ο προτεσταντικός τρόπος. 

ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΕΟ ΔΟΓΜΑ. 

Η Εκκλησία όμως του Κυρίου, των Αγίων, αποκαλύπτεται στις περιπέτειες ενός προσκυνητού και βασίζεται στην παραβολή του σπορέως.


Η παράδοση λοιπόν δεν είναι μία μηχανική συντήρηση εικόνων από το παρελθόν ή μία εξωτερική μετάδοση μέσω διαδοχής, αλλά η ζωντανή συνέχεια της πνευματικής ύπαρξης. Και αυτή η συνέχεια είναι εφικτή μόνον εφόσον υπάρχει ένα όραμα ενότητος, μία μορφή καθολικής συνειδήσεως. Αυτή η συνείδηση γίνεται η ζώσα ταυτότητα και η αμοιβαία κοινωνία όσων κατέχουν αυτή την συνείδηση δια μέσου των αιώνων. Σ’αυτή την προοπτική η αίρεση είναι ένα είδος λογοκρατικής εναντίωσης στην παράδοση. Έτσι ώστε η επιβεβαίωση της καθολικότητος να προϋποθέτει την άρνηση σε ό,τι δεν είναι καθολικό. 

Έτσι και η πίστη καταλήγει στα χέρια αυτής της μυστικής ενότητος, αυτής της καθολικής συνειδήσεως. Είναι ένα είδος νοητικής διαίσθησης, μία πνευματική σύλληψη, μία διαίσθηση μέσω της χάρης, μία άμεση γνώση, μία αδιαμεσολάβητη βεβαιότητα. Συγκεντρώνει ολόκληρο το οπλοστάσιο του Ρομαντισμού, στον οποίο η πίστη ταυτίζεται με την έμπνευση του ποιητού! Ο Σέλλινγκ περιγράφει την νοητική διαίσθηση σαν όργανο κάθε υπερβατικής σκέψης. Ταυτίζεται με την δημιουργική φαντασία ή με την διαισθητική θεωρία όπου το γενικό και το ειδικό αποτελούν μία ενότητα στην ιδέα. Αυτή η πίστη είναι το απροϋπόθετο της ανθρώπινης γνώσεως. 

Το υπεραισθητό είναι ο Θεός και η πραγματικότης και όχι η εν δυνάμει ύπαρξη των αντικειμένων. Και με την πίστη, αυτό το υπέρ-αισθητό, μπορεί να γίνει ένα πραγματικό αντικείμενο για την εμπειρία. Όπως ακριβώς με την διαίσθηση. 

Και τι γίνεται με την Εκκλησία, με τον Χριστό κεφαλή αυτής της Εκκλησίας που είναι ένα είδος συνέχειας του Χριστού; Το ενυπόστατο ανθρώπινο Σώμα Του; Ο Χριστός είναι το Εγώ ή η εμμενής (immanent) αυτοσυνειδησία του σώματός Του, μία οργανικά εξελισσόμενη πραγματικότητα μέσα στην ιστορία. Ένα ενσαρκωμενο Απόλυτο πνεύμα. 

Και αυτή όμως η έννοια περί της Εκκλησίας ως αδιάκοπης προέκτασης τής ενσάρκωσης δεν είναι ακριβώς πατερική. Ο Σέλλινγκ ξανά, υποστήριξε πώς ο Θεός/Απόλυτο ενανθρωπίζεται προαιώνια και πώς η αποκορύφωση της διαδικασίας αυτής είναι η ανάληψη ορατής ανθρώπινης μορφής από τον Χριστό. Η ενσάρκωση τού Χριστού αποτελεί την αρχή της διαδικασίας η οποία συνεχίζεται στους αιώνες με τους διαδόχους του που είναι μέλη ενός και του αυτού σώματος. Του οποίου είναι η κεφαλή. Εν Χριστώ ο Θεός έγινε για πρώτη φορά αντικειμενικός. Διότι ο Χριστός φανέρωσε το άπειρο μ’αυτόν τον τρόπο για πρώτη φορά. [ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΕΧΘΡΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ]. 

Μετά τον Φλωρόφσκυ η Θεολογία, Μανιχαϊστικά, έχει ανάγκη από κάτι που να μπορεί να προσδιορίζεται ως προσωποποίηση του αρνητικού, κρύβοντας όμως, λόγω της πολεμικής της προς την Δύση, την εξάρτηση από τον Άλλον, αυταπατόμενη ότι η ταυτότητά της είναι αυτάρκης, ότι δηλαδή αντλεί την προσωπική της ύπαρξη από τον εαυτό της. 

Η Ορθοδοξία πρέπει να αναγνωρίσει ότι η Θεολογική ανάγνωση των Πατέρων γίνεται πάντοτε στον ερμηνευτικό ορίζοντα της κάθε εποχής. Ο Δυτικός πολιτισμός λειτουργεί ως πρίσμα μέσω του οποίου ο κάθε θεολόγος ερμηνεύει τους Πατέρες. Η δυτικοευρωπαϊκή σκέψη έχει γίνει πλέον η κληρονομιά της Ορθοδοξίας. 

ΠΩΣ ΔΙΑΓΡΑΦΕΤΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ;

Σήμερα η Ορθόδοξη Θεολογία ασχολείται με την Εκκλησιαστική της ταυτότητα. Η ταυτότητα αντλείται αποκλειστικά μέσω της πολεμικής. Και η πολεμική προσέγγιση της ταυτότητος (της αυτο συνειδήσεως δηλαδή) απεδείχθη εσφαλμένη. Απομένει λοιπόν να περπατήσουμε έναν καινούργιο δρόμο, εάν θέλουμε να έχουμε μέλλον. ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ. Να προσεγγίσουμε κατ’αρχάς όσους μάς καλούν σε διάλογο μαζί τους υπενθυμίζοντάς μας να λάβουμε υπόψη την ελπίδα που υπάρχει μέσα μας στο μετα-εκκοσμικευμένο πλαίσιο μας (Α Πέτρου 3,15) [Μόνο που το απόσπασμα δεν μιλά για κάποια ελπίδα που βρίσκεται μέσα μας έτσι απλά. Λέει: Αλλά λατρεύσατε τον Χριστόν ως Κύριον είς τις καρδιές σας, και να είσθε πάντοτε έτοιμοι προς απολογίαν εις τον καθένα, που θα σας ζητήσει λόγον για την ελπίδα που έχετε μέσα σας (δηλαδή τον Κύριο)]. Πρέπει λοιπόν η Ορθόδοξη Θεολογία να καταστεί πραγματικά Οικουμενική και πρέπει συνειδητά, ελεύθερα και με αληθινή πνευματική διάκριση, απάθεια και νήψηΝΑ ΑΝΤΛΗΣΕΙ ΑΠΟ ΠΗΓΕΣ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΕΚΤΟΣ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΙΚΩΝ ΟΡΙΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΗ θεανθρώπινη κοινωνία στον εσταυρωμένο και αναστάντα Χριστό, μπορεί να είναι μία ερμηνευτική αρχή για μία νέα μορφή νέο-πατερικής σύνθεσης [η παληά μάς τελείωσε, ζήτω η νέα]. 

Εν Χριστώ βλέπουμε (;) την τέλεια σύνθεση (;) των αντιθέτων! (;) οι δύο πόλοι (;) της ανθρωπότητος και της θεότητας, ενυπάρχουν (;) τέλεια ο ένας μέσα στον άλλο σε μία ένωση, όπου οι φύσεις είναι ασύγχυτες και άτρεπτες αλλά παραμένουν αδιαίρετες και αχώριστες. Σ’αυτή την ένωση οι δύο πόλοι, ανθρωπότητα και θεότητα, αλληλοπεριχωρούνται σε μία τέλεια ένταση όπου ο ένας υπονοεί τον άλλο, εξαρτάται από τον άλλο και υπάρχει μέσω του άλλου [Είναι λεξιλόγιο, γλωσσάριο, παρμένο από την Αγία Τριάδα. Διότι ΘΕΛΟΥΝ ΚΑΤΑ ΒΑΘΟΣ ΚΑΙ ΞΕΚΑΘΑΡΑ ΝΑ ΔΙΔΑΞΟΥΝ ΤΟ ΟΜΟΟΥΣΙΟ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΟΣ ΚΑΙ ΘΕΟΤΗΤΟΣ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ]. 

Η ενανθρώπιση του Θεού και η θέωση του ανθρώπου βιώνεται στο σώμα της Εκκλησίας ως η συνεχής προέκταση της ενσάρκωσης (incarnation perennis, όπως religious perennis ή Sophia perennis). 

Αυτή τήν ενοποιημένη ένταση των αντιθέτων δεν θα μπορούσαμε να την θεωρήσουμε εξίσου, ως βάση για τις διαπροσωπικές μας σχέσεις; Με αυτή την λογική υπάρχω εν Χριστώ μόνον εφόσον βρίσκομαι σε ενότητα με τον αδελφό μου και ανακαλύπτω τον εαυτό μου μέσα και μέσω της ζωής του [Ενωμένος με τον Κύριο δηλαδή τι ανακαλύπτω; Τι γνωρίζω; Δεν γνωρίζω ούτε τον εαυτό μου; Τι είναι ο Χριστός; Σχήμα Λόγου;]. Αυτή την αρχή τής Θεανθρωπότητος, την αρχή της Εκκλησίας, εάν την αναγνωρίσουμε και στις ανθρώπινες σχέσεις, δεν θα μπορούσαμε να την αναγνωρίσουμε και στην ιστορία; Στις σχέσεις ανατολής και Δύσης; 

Η Εκκλησιαστική ταυτότητα μπορεί να ανακαλυφθεί και μέσα σε ο,τιδήποτε μοιάζει αλλότριο (ξένο). Μπορούμε να γνωρίζουμε τον εαυτό μας και μέσα από την θετική συνάντηση με ο,τιδήποτε δεν είμαστε, αναγνωρίζοντας πώς αναζητώντας τον εαυτό μας, εξαρτώμαστε από τον άλλο. Μέσα από την κοινή συνάντηση-αναγνώριση ανακαλύπτουμε πού ανήκει η καρδιά μας  [Ακριβώς όπως σύμφωνα με τον κομμουνιστικό δρόμο, προσπαθώντας με την κοινωνία να πολεμήσουμε την αποξένωση, την αλλοτρίωση, θα οδηγηθούμε στον κοινό και όμοιο για όλους παράδεισο της ισότητος και αδελφότητος]

[Έτσι, π.χ. αντιλαμβανόμαστε τον Γιανναρά όταν διακρίνουμε τον μοναδικό τρόπο που μετάλλαξε τον Χάϊντεγκερ και τον Λατινικό περσοναλισμό υπό το πρίσμα του Παλαμά, ώστε ο ίδιος να πλησιάζει τον Αυγουστίνο Εκτός από την εκθαμβωτική πορεία ένωσης των αντιθέτων, τί μετάλλαξε ο Γιανναράς, αφού πλησίασε τον Αυγουστίνο; Και ο Χάϊντεγκερ και ο περσοναλισμός από τον Αυγουστίνο ξεκινούν.] 

Όλα αυτά λοιπόν συμβαίνουν εφόσον η Ορθοδοξία αναζητά την ταυτότητά της. Και μοιραίως καταλήγει στην αγκαλιά του Σέλλινγκ, του φιλοσόφου της ταυτότητος. Και τι εισάγει αυτή η φιλοσοφία της ταυτότητος; Την διάκριση του Είναι από την Ουσία. Το είναι λέει, δεν συμπίπτει κατ’ανάγκην με το νοείν. Υπάρχει στον Θεό μία πλευρά (το πρωταρχικό δυνάμει είναι) η οποία δεν είναι εκ των προτέρων κατ’αναγκαιότητα νοητή, και αποτελεί την βάση της ελευθερίας. Το είναι επομένως γνωρίζεται κατά την πραγματική του ύπαρξη ιστορικά και εμπειρικά. Και η ουσία διακρίνεται επομένως από την ύπαρξη. Το Είναι νοείται μόνον από τους τρόπους της φανέρωσης του

Ο Σέλλινγκ όμως με την διανοητική εποπτεία ταυτίζει το Εγώ με τό μη-Εγώ και από την ταύτιση αυτή επανακάμπτει εκείνη η πρωταρχική ενότητα τού απολύτου όντος. Η διανοητική εποπτεία, η πίστη του Φλωρόφσκυ, είναι τόσο φιλοσοφική γνώση όσο και ενότητα με τον Θεό καθώς αποτελεί επιστροφή σε Αυτόν διά της υπερβάσεως της διαφοράς του υποκειμένου και του αντικειμένου. Έτσι το Εγώ, εννοημένο σαν υποκείμενο- αντικείμενο, μέσα σε μία διαλεκτικά προσδιορισμένη πορεία αναπτύσσει δύο υπαρκτικές μορφές, την φύση και το πνεύμα. Αυτή την διαφορά υπερβαίνει η διανοητική εποπτεία, ακριβώς. Και αν η πρωταρχική ενότητα του απολύτου όντος ονομασθεί μη-διαφορά, από την οποία τίθεται η διαφορά υποκειμένου και αντικειμένου, φύσεως και πνεύματος, τότε η διανοητική εποπτεία είναι η ταυτότητα αυτών των δύο παρά την διαφορά τους και μέσα σε αυτήν. 

Γιατί ανοίξαμε αυτή την παρένθεση με τον Σέλλινγκ. Διότι μάθαμε την εξάρτηση του Φλωρόφσκυ από τον Σέλλινγκ. Μάθαμε και την αποτυχία τής νεοπατερικής συνθέσεως, διότι η στάση του υπήρξε πολεμική απέναντι στην Δύση. Και τα δύο αντίθετα δεν κατόρθωσαν να ενωθούν. Η Ορθοδοξία όμως που εμπνέεται από τους Ρώσους και αντιπροσωπεύεται από τους μαθητές του Ζηζιούλα και την ακαδημία Βόλου, όπως είδαμε προχωρούν σε λύση του αδιεξόδου προτείνοντας μία νέα μετά-πατερική σύνθεση. Δυστυχώς όμως και αυτή η νέα σύνθεση πηγάζει από τον Σέλλινγκ και βρίσκεται στην έννοια της διανοητικής εποπτείας, όπως την περιγράψαμε πιο πάνω, της πίστεως αλλά Φλωρόφσκυ. Να τι λένε και πώς σχεδιάζουν αυτή την νέα σύνθεση. 

Η Ορθόδοξη ανατολική Θεολογία στην διαδικασία ανεύρεσης τής ταυτότητας της, στην κίνηση απεξάρτησής της από την μη-Ορθόδοξη Δύση (σαν το μη-Εγώ του ιδεαλισμού ακριβώς) δεν θα πρέπει να αποξενωθεί από αυτή. Κάθε διάσταση δεν είναι αληθινή απελευθέρωση. Οφείλει να περάσει από τους πειρασμούς και τις δοκιμασίες της, χωρίς να σαστίζει μπροστά τους, αλλά εξετάζοντάς τες δημιουργικά και μεταμορφώνοντάς τες, να δίνει μαρτυρία για μία καινή πραγματικότητα, δημιουργώντας ένα κοινό όραμα για μία Ορθόδοξη Ανατολή που εκπληρώνει το μέλλον δημιουργικά. Και μόνο με τον τρόπο αυτό, με την ευσπλαχνική συμπάθεια τής Ανατολής προς την Δύση,ανακαλύπτοντας το αντίθετο μέσα της θα μπορεί να υπάρξει ένα αξιόπιστο μονοπάτι προς την επανένωση του διεσπασμένου Χριστιανικού κόσμου. 

Ολόκληρος ο Σέλλινγκ. Ο Πατέρας των Πατέρων της νέας Εκκλησίας, όπως ονόμασαν παλιά τον Γρηγόριο Νύσσης. 

Ο Θεός ταυτισμένος με τον νοητό κόσμο, όπως και στον σχολαστικισμό, με την μόνη διαφορά πώς υπάρχει η ένωση των αντιθέτων, σαν θέωση, κάτι που δίδαξε πρώτος ο Cusano. Ο μυστικισμός της Φύσεως παίρνει την θέση της Θεοπτίας. Η κλοπή ολοκληρώνεται, η κλοπή της Σωτηρίας μας και ουδείς διαμαρτύρεται. 

Θα συνεχίσουμε με την άλλη μεταπατερική σύνθεση, του Μπουλγκάκοφ, διότι ο Κάλλιστος Γουέαρ, οραματίζεται σαν θρίαμβο της Ορθοδοξίας και δόξα του Θεού, την ένωση αυτών των δύο σχολών, του Φλωρόφσκυ και του Μπουλγκάκοφ, διότι έχουν κοινό παρονομαστή τον Σολόβιεφ, ο οποίος είναι πιστός μαθητής του Σέλλινγκ.]


Και όλα στην Ελληνική Ορθοδοξία τελειώνουν μέσα στην γενική ακατανοησία. Διότι εγκαταλείψαμε την πνευματική μας παράδοση, την προσευχή, για τα κατηχητικά σχολεία των οργανώσεων και την μετάνοια, για τους Κανόνες. 

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: