Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012

ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΨΥΧΗ (23)

Συνέχεια από Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2012

Η ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ όπως αναπτύχθηκε από τον C.G.Jung.

Της Barbara Hannah
Κεφάλαιο 7ο (συνέχεια)

ANNA MARJULA : Η ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΕΠΊΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΣΕ ΜΙΑΝ ΕΙΔΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΝΕΥΡΩΣΗΣ

{S.O. S. Το κεφάλαιο πού ακολουθεί περιέχει ένα από τα πιο καλά κρυμμένα μυστικά της γυναικείας ψυχής και ταυτόχρονα και τη μεγαλύτερη ασθένειά της.} 

ΙΙΙ. Ερμηνεία του Μεγάλου Οράματος σε διάφορα επίπεδα της ψυχής

Στη Γιουγκιανή ανάλυση, βρίσκουμε επανειλημμένα ότι έχουμε φθάσει στα ίδια σημεία, αλλά κάθε φορά σε υψηλότερο επίπεδο, όπως το διατυπώνει ο Jung – επειδή ο δρόμος προς την εξατομίκευση έχει το σχήμα σπείρας, επάνω στην οποία ανεβαίνουμε.

Χωρίς αμφιβολία, η ασθενής είχε τώρα ανεβή σε μιαν ανώτερη στροφή της σπείρας, και η υψηλότερη οπτική της γωνία τής επέτρεπε να έχη μιαν πιο εκτεταμένη θέα. Αυτό είχε σαν συνέπεια να μπορέση να δώση ένα συμβολικό νόημα στο περίεργο φαινόμενο του Μεγάλου Οράματός της. Μαζί με την αναλύτριά της, η Άννα έφθασε αυτήν τη φορά σε μιαν ερμηνεία που ήταν τώρα αποδεκτή από ολόκληρη την ύπαρξή της.

Κυριολεκτική ή συμβολική υλοποίηση;

Μπορούμε να διαιρέσουμε το Μεγάλο Όραμα της ασθενούς σε δύο μέρη: το πρώτο μέρος ασχολείται με τις εξετάσεις της και με τον φόβο της για τη σκηνή, και το δεύτερο τής αναγγέλλει τον πραγματικό σκοπό της ζωής της. Το πρώτο μέρος τής ήταν πάντα σαφές· μπορούσε να ερμηνευθή κυριολεκτικά, και τον καιρό των εξετάσεων τής είχε προσφέρει μιαν ήρεμη και πρόθυμη ετοιμότητα να αποδεχθή τα πράγματα, όπως και αν έρχονταν. Μέχρις αυτό το σημείο, είχε καταλάβει το Όραμά της θαυμάσια. Αλλά το δεύτερο μέρος, που θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε «το Άγγελμα», ήταν πολύ πιο πολύπλοκο. Το νόημα θα πρέπει να αφορούσε προφανώς εδώ μια συμβολική υλοποίηση.

Αυτόν τον πρώιμο καιρό που είχε δει το Όραμα, η ασθενής δεν είχε ποτέ ακούσει για ψυχολογικά σύμβολα, και αντιλήφθηκε χωρίς αμφιβολία το νόημα των λόγων σαν κυριολεκτικό. Παρ’ όλα αυτά, ήταν αρκετά φυσιολογική ώστε να βλέπη οποιαδήποτε απόπειρα για κατά γράμμα υλοποίηση σαν έναν κίνδυνο, που θα μπορούσε να τη σπρώξη ακόμη πιο πέρα από τα όρια της ψυχικής υγείας. Δεν έκανε ποτέ τέτοιαν απόπειρα στην πραγματικότητα, αλλά είχε μπλεχθή σε ένα αδιέξοδο, και ήθελε με πάθος να απαλλαγή από την όλη υπόθεση. Δεν μπορούσε δυστυχώς να το διώξη, εξ αιτίας του θεϊκού του χαρακτήρα, που την κατέκλυζε. Καθώς ήταν εσωστρεφής και συναισθηματικός τύπος, με πολύ καλήν ενόραση, οι διαφοροποιημένες της λειτουργίες θα μπορούσαν να την είχαν κατευθύνει λίγο-πολύ με ασφάλεια στην πορεία της. Αλλά η κοπέλλα δεν έβλεπε τους γκρεμούς που άνοιγε στον δρόμο της η ασυνείδητη σκιά της, και δυστυχώς διάλεγε τον animus για οδηγό της.

Η συνεργασία της σκιάς και του animus

Τα θετικά σκιώδη μέρη της ασθενούς που τα ονομάζουμε θηλυκά ένστικτα, είχαν πληγωθή στην παιδική και την πρώτη νεανική της ηλικία. Όταν τα ένστικτα μείνουν ανάπηρα ή πληγωθούν, δεν μπορούν να λειτουργήσουν καλά· προκαλούν, πάνω απ’ όλα, πόνο. Η ασθενής τα είχε συνεπώς καταπιέσει. Αλλά όταν τα ένστικτα είναι καταπιεσμένα, η ανάπτυξή τους έχει μπλοκαρισθή. Έτσι έχασε η ασθενής το στήριγμα που θα μπορούσαν να της είχαν δώσει τα φυσιολογικώς αναπτυγμένα ένστικτα. Για να καταλάβη το μήνυμα της μυστηριώδους Φωνής, έπρεπε να προσπαθήση χωρίς τη βοήθεια μιας σκιάς που λειτουργεί ομαλά, μια βοήθεια που θα μπορούσε να την κρατήση με τα δυο πόδια στο έδαφος. Αντί γι’ αυτό, ο animus έγινε ο ίδιος κύριος των περιεχομένων τού Αγγέλματος. Το ότι ο animus είχε τη δύναμη να το κάνη αυτό, οφειλόταν στο ότι αυτός και η σκιά έπαιζαν μαζί το παιχνίδι τους εις βάρος τής ασθενούς. Τα πληγωμένα της ένστικτα προκαλούσαν αισθήματα κατωτερότητας, που ζητούσαν κάποιο είδος αντιστάθμισης. Αυτός ο μηχανισμός είχε προικίσει την κοπέλλα με την υπέρογκη φιλοδοξία της, Μόνον κατά τη διάρκεια της έντασης αυτών των ημερών των εξετάσεων άρχισε να αισθάνεται αμφιβολία σχετικά με το αν είχε αρκετά προσόντα για να ικανοποιήση τις απαιτήσεις της φιλοδοξίας της. Κι αυτή ήταν η στιγμή που περίμεναν από καιρό η σκιά και ο animus για να ορμήσουν εναντίον της, μ’ αυτό που έλεγαν πως θα ήταν μια εξαιρετική λύση γι’ αυτήν. Πραγματικά, τί θα ήταν απλούστερο από το να μεταβιβάση η ασθενής το βάρος ολόκληρης της σύγκρουσης στην ιδέα ενός προικισμένου παιδιού, και να μείνη έτσι ελεύθερος γι’ αυτήν ο δρόμος για να αποσυρθή, με τιμή και χωρίς πόνο, σε μια νόμιμη μητρική υπερηφάνεια; Πραγματικά, αυτή η ιδέα θα ήταν μια εξαιρετική απόδειξη της ιδιοφυίας αυτού του ζευγαριού!

Όπως ανέφερα πιο πάνω, το δεύτερο μέρος του Οράματος μπορεί να θεωρηθή σαν μια διαταγή για κατά γράμμα υλοποίηση (κι αυτό θα ήταν το κατώτερο επίπεδο) ή για συμβολική υλοποίηση (το ανώτερο επίπεδο). Ο animus είχε κλέψει το κατώτερο επίπεδο για λογαριασμό του, επειδή η εξαφάνιση της αγάπης και της σεξουαλικής ευχαρίστησης σε οποιαδήποτε μελλοντική σχέση ανάμεσα στο κορίτσι μας και σε έναν αρσενικό σύντροφο είναι ανοησία, και μια τέτοια ιδέα δεν θα μπορούσε να έχη προέλθει από κανέναν άλλον παρά από τον animus. Ίσως ακόμη και να άλλαξε λιγάκι τα λόγια – όχι πολύ , μόνο μιαν ιδέα (όσο ακριβώς χρειαζόταν για να πετύχη αυτό που ήθελε!). Δεν μπορεί να πη κανείς τίποτε σίγουρο σχετικά μ’ αυτό. Είναι μόνο μια υπόθεση, αλλά θα συμφωνούσε με τη φύση του, και το γεγονός είναι ότι το Όραμα δεν καταγράφηκε παρά μόνον πολλά χρόνια αργότερα. Σ’ ένα ανώτερο επίπεδο της ψυχής, το Άγγελμα είχε τελείως διαφορετικό, όπως θα δούμε, νόημα. Αλλά πριν αφήσουμε τις πρωτόγονες ιδέες του animus, θα πρέπη να ξεκαθαρίσουμε ότι ο animus έχει δύο διαφορετικά επίπεδα ή όψεις τής φύσης του ο ίδιος.

Οι δύο πλευρές του animus

Στην αρχική του όψη, ο animus είναι απλώς προσωπικός, αυτό το λίγο δηλαδή ποσοστό της μη ανεπτυγμένης αρσενικότητας που υπάρχει σε μια θηλυκή ψυχή. Μ’ αυτήν την όψη του κινείται από τον πειραχτικά ζαβολιάρικο ως τον διαβολικά καταστρεπτικό χαρακτήρα, αλλά πάντα στον προσωπικό χώρο. Μπορεί να είναι μια θετική μορφή ακόμη και σ’ αυτήν την προσωπική σφαίρα, και συχνά φαίνεται να είναι, ιδιαίτερα σήμερα που οι γυναίκες κάνουν «ανδρικές» δουλειές, στις οποίες δεν θα μπορούσαν με κανέναν τρόπο να ανταποκριθούν μόνο με τη θηλυκότητά τους. Στο υψηλότερο επίπεδο, μπορούμε να δούμε τον animus σαν ένα Μεγάλο Πνεύμα. Κάθε σπουδαία γυναικεία έμπνευση πρέπει να αποδοθή σ’ αυτήν τη μορφή. Τις περισσότερες φορές είναι εξαιρετικά θετικός. Εάν είναι αρνητικός σ’ αυτήν την ανώτερη σφαίρα, τότε είναι αρνητικός σε απρόσωπο επίπεδο. Σ’ αυτήν την περίπτωση, είναι ένα μεγάλο κακό πνεύμα με όλες τις δυνατές διαβαθμίσεις, φθάνοντας μέχρι τον ίδιον τον Σατανά!

Στην ζωή της κοπέλλας θα τον δούμε να ενεργή σχεδόν σε όλες τις όψεις του. Έχουμε ήδη ακούσει τα έξυπνα, πειραχτικά του αστεία σε μερικές από τις συζητήσεις, και στο ανώτερο επίπεδο θα πρέπη να τον αναγνωρίσουμε σαν αυτόν που έδινε έμπνευση στο δημιουργικό μουσικό της έργο. Στο δεύτερο μέρος του Οράματος καταστρέφει με μιαν του κίνηση και τη μελλοντική της καρριέρα (λέγοντας ότι δεν είναι αυτή η κλήση της) και τις δυνατότητες που είχε σαν γυναίκα (αφαιρώντας τις ομαλές αντιδράσεις από μια σεξουαλική σχέση). Αλλά στο ανώτερο πάλι επίπεδο, αυτός είναι ο μεσάζων, που στο τέλος τη βοηθάει να δη το συμβολικό νόημα αυτών που της είχε αναγγείλει η Φωνή.

Μια «Μαριολογική φαντασία»

Ο Jung είπε κάποτε στην ασθενή, ότι το Μεγάλο της Όραμα ήταν μια «Μαριολογική φαντασία», και έδειξε τρεις ομοιότητες ανάμεσα στην περίπτωση της Μαρίας και στο όραμα της ασθενούς: Πρώτα, η Μαρία συνέλαβε το παιδί της από το Άγιο Πνεύμα, προφανώς χωρίς σεξουαλική ευχαρίστηση· δεύτερον, η Μαρία γέννησε ένα θεϊκό παιδί, πράγμα που αντιστοιχεί με τη «μεγαλοφυΐα» του Οράματος· και τρίτον, το παιδί δεν ήταν νόμιμο.

Δεν θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ίσως από τα παραπάνω, ότι η Φωνή διάλεξε στο Όραμα αυτά τα τρία παράλληλα σημεία για να παρουσιάση μια «Μαριολογική φαντασία»;  Ότι μέσα απ’ αυτά προσπαθούσε να πη η Φωνή στην κοπέλλα, ότι έπρεπε να είναι σαν τη Μαρία, ταπεινή και υπάκουη, εκπληρώνοντας την ζωή που ο Θεός είχε διαλέξει γι’ αυτήν, κι ότι δεν θα έπρεπε να αγωνισθή για να αποκτήση φήμη και δόξα, εάν  α υ τ ά  ήταν μέχρι τότε ο σκοπός της ζωής της; Επειδή, αν αλλάξουμε κάπως το σημείο εκκίνησης και κοιτάξουμε την ζωή της Μαρίας σαν έναν μύθο, μπορούμε να ερμηνεύσουμε αυτόν τον μύθο (ή αυτήν την ζωή) σαν ένα σύμβολο της άκρας θηλυκότητας της ψυχής, αξεδίπλωτης και αφοσιωμένης στο να δεχθή το θέλημα του Θεού.

Στο «Βιβλίο των Ωρών» εκφράζει ο ποιητής Rilke αυτήν τη θηλυκή παράδοση της ψυχής στον Θεό. Ο Rilke χρησιμοποιεί τις εξής λέξεις: «Η ψυχή μου είναι σαν μια γυναίκα μπροστά Σου». Και πάλι: «Άπλωσε τα φτερά Σου πάνω από την παρθένα Σου». Αυτή η στάση ταπείνωσης και αφοσίωσης ήταν αυτό που έπρεπε να μάθη η κοπέλλα. Παρόμοια, είχε πη σε μια από τις συζητήσεις η Μεγάλη Μητέρα: «Εάν συνειδητά εκπληρώσουμε τη μοίρα μας με μια στάση πνευματικής αφιέρωσης, δημιουργούμε τον Θεό όσο και ο Θεός δημιούργησε εμάς» (Σημ.: Στην Πέμπτη συζήτηση με τη Μεγάλη Μητέρα). Με πιο θηλυκές λέξεις, το να δημιουργής τον Θεό είναι συνώνυμο με το να γεννάς τον Θεό. Κι αφού η Μεγάλη Μητέρα είχε επίσης αναφερθή στη μοίρα, ονομάζοντάς την «θεϊκό σπέρμα», μπορούμε να διαβάσουμε το σύμβολο του οράματος ως εξής: εάν ζήσουμε συνειδητά την αναπτυσσόμενη μοίρα μας με μια στάση πνευματικής αφοσίωσης, γεννάμε ένα  σ υ μ β ο λ ι κ ό  θεϊκό παιδί.
Από μερικά πράγματα που είπε κάποτε ο Jung στην ασθενή, αυτή σχημάτισε την εντύπωση ότι ο Θεός είναι η ζωή που υπάρχει μέσα μας, ότι εμείς είμαστε τα μάτια και τα αυτιά Του, κι ότι θα πρέπη να δώσουμε συνειδητότητα στον Θεό. Αυτή η τελευταία ιδέα μπορεί να εκφράση αυτό που ο Jung θεωρεί πως είναι ο σκοπός κάθε μιας ατομικής ζωής: πρέπει να δώσουμε συνειδητότητα στον Θεό!
Εάν μπορέσουμε να το κάνουμε αυτό, τότε η ανθρώπινη συνειδητότητά μας γίνεται θεία συνειδητότητα. Κι αυτή η θεία συνειδητότητα γεννιέται στην ψυχή μας μέσω της γήινης εμπειρίας μας ή μέσω της αποδοχής και της ενεργητικής βίωσης της μοίρας μας. Δεν θα μπορούσε να είναι αυτός  ο στόχος που έδειχνε η Φωνή στο Όραμα; Ο Θεός – σαν   δημιουργός τού σπέρματος της μοίρας μέσα στην ψυχή μας – ήταν ο μυστηριώδης «πατέρας του παιδιού» που η ασθενής είχε την εντολή να βρη, και η σημασία αυτού ήταν ότι έπρεπε να αποκτήση  σ υ ν ε ί δ η σ η  του Θεού σαν πατέρα του παιδιού. Και η κλήση της ήταν να βοηθήση στη συνέχεια αυτό το θείο σπέρμα να αυξηθή, έτσι ώστε να μπορέση να γεννηθή από αυτήν σαν θεία συνειδητότητα. Συμβολικά, όχι μόνον ο πατέρας τού παιδιού, αλλά επίσης και το ίδιο του παιδί έπρεπε να είναι : ο θεός. Το Όραμα αυτό είναι πραγματικά μια Μαριολογική φαντασία.
Φυσικά, το Ευαγγέλιο μάς λέει το ίδιο πράγμα με πολύ πιο σύντομο και άμεσο τρόπο, με τα λόγια του Χριστού: «Όχι το δικό μου θέλημα, αλλά το δικό Σου θέλημα ας γίνη». Αλλά ο Jung εξηγεί ότι κάθε σύμβολο, ακόμη και το πιο κατάλληλα και καλά διατυπωμένο, μπορεί να χάση τη θεϊκή του ιδιότητα (mana) τελικά. Ένα σύμβολο φθείρεται, τρίβεται, παλιώνει μερικές φορές. Όπου συμβαίνει αυτό, ένα καινούργιο σύμβολο πρέπει να γεννηθή μέσα στο πρόσωπο που έxει χάσει την επαφή του με το παλιό σύμβολο. Αυτή η ατομική γέννηση ενός νέου συμβόλου, ικανού να περιέχη το mana του προηγούμενου, ήταν στην πραγματικότητα η δύσκολη διαδικασία της ανάπτυξης στην εσωτερική ζωή της ασθενούς. Όταν αυτή η γέννηση επιτεύχθηκε και το σύμβολο μπόρεσε να αναδυθή στη συνείδηση, η ασθενής μπόρεσε να αποκτήση πάλι επαφή με τις βιβλικές λέξεις που αναφέραμε, στις οποίες μπορούσε να δώση τώρα όλο το mana που ήταν ικανή να χωρέση η ψυχή της. Στα επόμενα χρόνια, η αλλαγμένη στάση της απέναντι στην ζωή και τη μοίρα αποδείχθηκε πως ήταν η πηγή της θεραπείας της νεύρωσής της. Αλλά αυτό δεν λειτούργησε τόσο ραγδαία. Η ενόραση από μόνη της δεν ήταν αρκετή. Αυτή η ενόραση έπρεπε να γίνη ένας ζωντανός παράγοντας, που να εκφράζεται στην καθημερινή της ζωή.

Οι εξετάσεις της κοπέλλας

Ας επιστρέψουμε στο κορίτσι που είχε μόλις δει το Μεγάλο Όραμα, και που την επόμενη μέρα έδινε τις εξετάσεις της σαν πιανίστρια συμφωνικής ορχήστρας. Ίσως στο πρώτο μέρος του Οράματος η γεμάτη αυθεντία Φωνή να σήμαινε μιαν πρακτική βοήθεια για το κορίτσι, έτσι ώστε να μη χάση τις εξετάσεις της από τον φόβο της σκηνής. Ήδη έχουμε δει πως το Όραμα λειτούργησε πραγματικά βοηθητικά προς αυτήν την κατεύθυνση. Είναι πιθανόν, το πρώτο μέρος του Οράματος από μόνο του να ήταν αρκετό για να την κάνη ικανή να φθάση σ’ αυτόν τον στόχο, αλλά αυτό είναι αμφίβολο. Επειδή το πρώτο μέρος δεν ήταν τόσο βαρύ από mana όσο το δεύτερο μέρος. Η ασθενής δεν θα μπορούσε να είχε αισθανθή το απλούστερο πρώτο μέρος σαν μια θρησκευτική εμπειρία, τουλάχιστον στον βαθμό που να της χρησιμεύση τη στιγμή που θα επιχειρούσε να την προσβάλη ο φόβος της σκηνής. Πολύ πιο σημαντικό ήταν το δεύτερο μέρος, που είχε σαν θέμα όχι μόνον τις μουσικές της εμφανίσεις, αλλά επίσης ολόκληρη τη μελλοντική ζωή της και, κυρίως, τη μελλοντική ζωή της ψυχής της. Εδώ υπήρχε η θρησκευτική εμπειρία. Εκείνη τη σημαδιακή νύχτα είδε για μια στιγμή τον Θεό, και δεν μπορούσε ποτέ πια να είναι ο ίδιος άνθρωπος. Το επόμενο πρωί, όταν κάθισε στο πιάνο για να παίξη τα κομμάτια των εξετάσεων, βρισκόταν ακόμη εντελώς κάτω από τη μαγεία αυτού που της είχε συμβή τη νύχτα. Αυτός είναι και ο λόγος που έπαιξε τόσο καλά.. Ακόμη και η εξεταστική επιτροπή ένοιωσε το πλησίασμα του Θεού. Όταν τέλειωσε, όλα τα μέλη της επιτροπής ενστικτωδώς σηκώθηκαν από τις θέσεις τους για να την αφήσουν να περάση. Είχαν μείνει άναυδοι.

Αρχετυπικές μάχες μέσα στην ψυχή

Ακόμη κι αν το ασυνείδητο ήθελα μόνο να δώση στο κορίτσι την ικανοποίηση μιας επιτυχίας στις εξετάσεις, το δεύτερο μέρος τού Οράματος θα ήταν αναγκαίο για να το πετύχη αυτό. Εντούτοις το ασυνείδητο ήθελε πολύ περισσότερα απ’ αυτό· ήταν φανερό ότι είχε σκοπό να αγγίξη την κοπέλλα στα βάθη της ψυχής της, έτσι ώστε να αποκτήση συνείδηση της επικίνδυνα φιλόδοξης σκιάς της και του πανίσχυρου, δαιμονικού animus. Δεν θα της επιτρεπόταν να δώση την ψυχή της σαν αντάλλαγμα για την παγκόσμια φήμη που τόσο πολύ επιθυμούσε να αποκτήση στη μουσική. Ο διάβολος δεν επρόκειτο να αρπάξη αυτήν την ψυχή. Τουλάχιστον όσο η Μεγάλη Μητέρα ήταν σε επαφή μαζί της. Φαίνεται ότι αυτό το κορίτσι είχε σχεδόν έναν προσωπικό φύλακα άγγελο με τη μορφή της Μεγάλης Μητέρας. Είχε αυτό το γεγονός σκοπό να αντισταθμίση την αρνητική επίδραση του πανίσχυρου animus; Ποιος μπορεί να ξέρη; Τί ξέρουμε στ’ αλήθεια για τις αρχετυπικές δυνάμεις του φωτός και του σκότους, που πολεμούν μέσα στην ψυχή μας; Όσο έχουμε πλήρη ασυνειδησία αυτών των δυνάμεων, δεν μπορούμε ίσως να κάνουμε τίποτε περισσότερο από το να είμαστε το πεδίο των μαχών τους. Η δυνατότητά μας να παίξουμε έναν μικρό ρόλο οι ίδιοι αρχίζει μόνον αφού έχουμε αποκτήσει κάποιο τουλάχιστον μέτρο ενόρασης στο γεγονός. Ότι δεν είμαστε μόνον ένα συνειδητό εγώ, αλλά επίσης ένα ελάχιστο μόριο των απροσμέτρητων συλλογικών συμβάντων του ασυνειδήτου.

Αντιδράσεις: Κατάπτωση και επιστροφή στη Μεγάλη Μητέρα

Πρέπει τώρα να αφήσουμε την κοπέλλα και τις εξετάσεις της και να ασχοληθούμε με την ώριμη γυναίκα, που στην ανάλυσή της είχε ξαναζήσει το παρελθόν, προκειμένου να βρη μιαν ικανοποιητική εξήγηση για το Μεγάλο της Όραμα, και που αντιμετώπιζε τώρα το πρόβλημα τού πώς να επωφεληθή απ’ τη νεοαποκτημένη της γνώση.

Όπως γνωρίζουμε, είναι πολύ δύσκολο να μην πάθη κανείς διόγκωση όταν βρίσκεται, ή έχει βρεθή, σε επαφή με αρχετυπικές μορφές. Επειδή, εάν κάνουμε το λάθος να ταυτισθούμε μαζί τους, τότε είναι ορισμένο, πρώτα η διόγκωση και μετά η απο-διόγκωση να ακολουθήσουν. Αυτό ακριβώς συνέβη στην ασθενή μετά την τελευταία ερμηνεία του Μεγάλου της Οράματος. Αντί να χρησιμοποιήση την πρόσφατα κερδισμένη ενόρασή της για μιαν καλύτερη προσαρμογή στις απαιτήσεις της ζωής,  αισθανόταν τώρα – μετά από όλα όσα είχε περάσει στην ανάλυση! – σαν να είχε το  δ ι κ α ί ω μ α  να αποκτήση την υγεία της, πεσμένη, έτοιμη από τον ουρανό, για να την κατέχη και να τη χαίρεται και να τη χρησιμοποιεί αποκλειστικά για τον εαυτό της.

Μπορούσε πραγματικά να αναγνωρίση την παραπάνω ερμηνεία τού Μεγάλου Οράματός της σαν σωστή, αλλά δεν είδε να ανοίγουν με το κέρδος αυτής της ερμηνείας οι πύλες του Παραδείσου, όπως περίμενε. Χρειάσθηκε να περάση αντί γι’ αυτό από μιαν κατάπτωση, μιαν πικρή απογοήτευση. Είχε προσπαθήσει να βρη, όπως ξέρουμε, την πραγματική ερμηνεία στο διάστημα σχεδόν μιας ζωής. Είχε προσκολληθή σ’ αυτήν σαν να ήταν η μόνη δυνατότητα σωτηρίας της. Και τώρα που την είχε στα χέρια της, είδε ότι δεν είχε τη δύναμη να θεραπεύση τη νεύρωσή της. (Έκανε φυσικά το τρομερό λάθος, να επιμείνη τώρα να θεραπευθή, τη στιγμή ακριβώς που θα έπρεπε ταπεινά να μεταβάλη την προηγούμενη στάση της σε μιαν αφοσιωμένη υπηρεσία στις ασυνείδητες δυνάμεις που της είχαν αποκαλύψει τέτοιες σπουδαίες αλήθειες).

Μέσα στη μελαγχολία και την απελπισία της, ένας γνωστός παλιός φίλος έχωσε την αξιόπιστη μύτη του στην πόρτα και ξαναμπήκε στη σκηνή. Ο παλιός της animus, που είχε χάσει τα ίχνη του για ένα διάστημα, χωρίς κιόλας να το επιθυμήση πολύ, είχε έρθει τώρα πάλι για να την παρηγορήση, «να την κάνη να δη», όπως έλεγε ο ίδιος, και να ξανακερδίση επομένως (αλλά αυτό πρόσεχε να μην το αναφέρη) τη χαμένη του δύναμη επάνω της. Περίμενε απλώς για μια στιγμή ευνοϊκή, και νάτος, απαράλλαχτος, διαβεβαιώνοντάς την συνεχώς ότι είχε κάνει δύο βήματα πίσω για κάθε ένα που έκανε μπροστά σ’ αυτόν τον γλιστερό, σπειροειδή δρόμο που έπρεπε να σκαρφαλώση, και που τον ονομάζουν πορεία της εξατομίκευσης. Η άνοδος αυτή ήταν φυσικά, έλεγε ο animus, πολύ πάνω απ’ τις δυνατότητές της· θα έπρεπε να έβλεπε τώρα κι η ίδια, ότι αυτή η προσπάθεια μπορούσε μόνο να τραυματίση την υγεία της. Ήταν πια καιρός να σταματήση το τόλμημα. Τη βομβάρδιζε μ’ αυτούς και με πολλούς άλλους παρόμοιους υπαινιγμούς.

Είναι αλήθεια ότι η ασθενής τον άκουγε με το ένα αυτί, αλλά άκουγε με το άλλο την αμυδρή ηχώ μερικών λόγων που είχε πη η Μεγάλη Μητέρα, λόγοι που ευτυχώς δεν είχαν χαθή εντελώς γι’ αυτήν. Στους διαλόγους που αναφέρονταν στην εκπλήρωση της μοίρας, η Μεγάλη Μητέρα είχε πράγματι αγγίξει μιαν ευαίσθητη χορδή στην ψυχή της ασθενούς, και η στάση της τελευταίας απέναντι στην περασμένη και τη μελλοντική της ζωή είχε αλλάξει. Διέκρινε τώρα, για παράδειγμα, την πραγματική αιτία για την καθυστέρηση της αποκατάστασης της υγείας της, τον πεισματάρικο δηλαδή χαρακτήρα της, που πρόβαλλε τεράστια αντίσταση στην επιτυχημένη ανάλυσή της, επειδή είχε μια μοιραία τάση να έχη πάντα δίκιο! Όσο η ματαιόδοξη στάση της σκιάς της (που λειτουργούσε σαν αντιστάθμισμα για τα αισθήματα κατωτερότητας) δεν αγωνιζόταν αρκετά καθαρά, έφθανε να χρησιμοποιή κατά καιρούς η γυναίκα τις εκδηλώσεις επιστροφής της νεύρωσής της για να αποδείξη στις αναλύτριές της πόσο πολύ έκαναν λάθος, και πόσο αυτή (ή μήπως ο animus) είχε πάντα δίκιο! Όχι πολύ κατάλληλη μέθοδος για θεραπεία, πρέπει να παραδεχθούμε. Μ’ αυτήν τη στάση είχε προσφέρει έναν έξοχο κρυψώνα στις ασυνείδητες σκιώδεις περιοχές και στην αγαπημένη της κατοχή από τον animus. Όσο το μεγάλος της Άγγελμα δεν μπορούσε να ερμηνευθή πιο αποτελεσματικά μέσω της ανάλυσης, η σκιά και ο animus ήταν ευχαριστημένοι, και η ίδια η γυναίκα ήταν άρρωστη και δυστυχισμένη, αλλά παρηγοριόταν με την ιδέα ότι αυτή ήταν πάντα η ισχυρότερη, για να μην πούμε η επικρατούσα δύναμη! Έπρεπε να διώξη λοιπόν τώρα αυτές τις γνώμες του animus. Κατά τη διάρκεια της διόγκωσης που αναφέραμε πιο πάνω, είχε αυτός την ευκαιρία να τη φουσκώση με τις ιδέες του σαν ένα μπαλλόνι. Κι όταν ήρθε η απο-διόγκωση, η δυσάρεστη πτώση, είχε προσκολληθή αυτή επάνω του σαν να ήταν το μόνο της στήριγμα. Όλη αυτή η κατάσταση της κατοχής από τον animus λειτούργησε σαν ένα από εκείνα τα πέπλα, που ο animus αρέσκεται τόσο πολύ να ρίχνη επάνω στα θύματά του· ενώ αυτή ήταν τυφλωμένη από αυτό το πέπλο, δεν μπορούσε να δη ότι είχε ανέβει στην πραγματικότητα στην κορυφή της, από όπου θα είχε τη δυνατότητα να καταστρέψη τον κρυψώνα που κάλυπτε τη σκιά και τον animus και το συνδυασμένο σχέδιό τους εναντίον της.

Η ασθενής έπρεπε να διώξη μακριά τον αγαπημένο της αποπλανητή και να επιστρέψη στη Μεγάλη Μητέρα, όπως και έκανε, αλλ’ όχι χωρίς συχνές αμφιταλαντεύσεις και δισταγμούς. Ήξερε τώρα πια ότι ένας μόνον τρόπος υπάρχει για να αποκτήση κανείς δύναμη επάνω στον animus· να κοιτάξη δηλαδή βαθύτερα μέσα στο σκοτάδι της σκιάς, για να ξεχωρίση αυτήν τη μορφή (τη σκιά) απ’ αυτόν (τον animus)· και ήξερε ότι αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να έρθη πραγματικά σε αρμονία με την περασμένη της ζωή και τα οδυνηρά τραύματα που είχε δεχθή παλαιότερα. Η Μεγάλη Μητέρα είχε, φυσικά, τη δική της ιδέα σχετικά με το πώς να αντιμετωπίση κανείς τα πέπλα του animus. Άρχισε να διδάσκη στην ασθενή την ταπεινοφροσύνη και την ουσία του εγώ, προετοιμάζοντας ίσως έτσι τον δρόμο για μια βαθύτερη κατάδυση μέσα στο ασυνείδητο, από την οποία θα έπρεπε να βρη και να ψαρέψη η ασθενής αυτό που ήταν τώρα απαραίτητο για την πρόοδο της εξατομίκευσης. Ήταν, στην πραγματικότητα, η ζωή πίσω απ’ τη νεύρωση που μέχρι τώρα δεν είχε γνωρίσει, η ζωή που είχε ζήσει γι’ αυτήν η Μεγάλη Μητέρα, και που είχε υποσχεθή να της τη δώση πίσω μόλις θα ήταν αρκετά ώριμη για να την ζήση η ίδια.
(συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: