Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2019

Θεμελιακή οντολογία και το περί Θεού ερώτημα δ

Συνέχεια από: Tετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2018

Fundamentalontologie und Gottesfrage
Θεμελιακή οντολογία και το περί Θεού ερώτημα 
Του Friedrich-Wilhelm von Herrmann

4. Το περί Θεού ερώτημα στην θεμελιακή οντολογία ως διόρθωση των θεολογικών εννοιών (βάσει τής θεμελιακής οντολογίας)
Ο όρος «φαινομενολογία» στον τίτλο τής διάλεξης εννοεί την ερμηνευτική φαινομενολογία και το θεματικό της αντικείμενο, είναι η θεμελιακή οντολογία τού Dasein το οποίο (Dasein) κατανοεί το Είναι. Ο όρος «θεολογία» εννοεί εδώ την χριστιανική θεολογία. Ο τίτλος επομένως, «Φαινομενολογία και Θεολογία», υποδεικνύει την ερώτηση περί της σχέσης τής ερμηνευτικής φαινομενολογίας του Dasein προς την χριστιανική θεολογία, και το αντίστροφο. Η τοποθέτηση τού Heidegger είναι η εξής: «η θεολογία είναι μια θετική επιστήμη και ως τέτοια απολύτως διαφορετική από την φιλοσοφία (που είναι η επιστήμη του Είναι). Το Positum, το προκείμενο, για την θετική (positiv) επιστήμη της θεολογίας, ο Heidegger το ορίζει ως «χριστιανικότητα» (Christlichkeit) ή ως «πίστη». Την ουσία τής χριστιανικής πιστής ορίζει τυπικά (formal) ως «ένα τρόπο ύπαρξης (Existenzweise) τού ανθρώπινου Dasein». Αυτός ο τυπικός ορισμός (περιορισμός) της πίστης έχει μεγάλη σημασία, καθώς με τον τρόπο αυτό, η πίστη θεωρείται εξ’ αρχής από την προοπτική τής φαινομενολογίας του Dasein, μέσα στο καθεστώς τής ύπαρξης και του Dasein της. Υπενθυμίζει ταυτόχρονα τον προορισμό τής πίστης όπως παρουσιάστηκε στην σειρά διαλέξεων για τον Απόστολο Παύλο.  Η χριστιανική πίστη είναι επομένως ένας τρόπος ύπαρξης μέσα στο Da (εδώ, παρόν, για τον Heidegger το ξέφωτο, η ανοικτοσύνη προς), ως τής συμπερίληψης  του κόσμου τής σημασίας με άλλο Dasein, στο υπαρκτό που συναντάται εντός του κόσμου. Το χαρακτηριστικό αυτού του τρόπου ύπαρξης της πίστης , αυτό το πως τής ύπαρξης, επιδεικνύεται στο γεγονός, πως ο τρόπος αυτής της ύπαρξης «δεν επιδεικνύεται σαφώς και διακριτώς από και δια μέσου του Dasein», όπως οι άλλοι τρόποι και δυνατότητες ύπαρξης του Dasein. Ο τρόπος ύπαρξης τής πίστης επιδεικνύεται μάλλον «από το πιστευόμενο». Το πιστευόμενο είναι «το πρωταρχικώς για την πίστη και μόνο γι’ αυτήν αποκεκαλυμμένο», η αποκάλυψη, «ο Χριστός, ο σταυρωθείς Θεός». Το γεγονός τής σταύρωσης που αποκαλύπτεται στην αποκάλυψη έχει «χαρακτήρα θυσίας», «με μια συγκεκριμένη κατεύθυνση του μηνύματος προς τον κάθε μεμονωμένο άνθρωπο, που υπάρχει ιστορικά, ή προς το σύνολο αυτών μονάδων που υπάρχουν ως κοινότητα». Το μήνυμα καθιστά εκείνον που το συναντά «συμμέτοχο» στο συμβάν, που είναι αποκάλυψη, δηλαδή το μέσα στο μήνυμα αποκεκαλυμμένο. Στην συμμετοχή στο γεγονός τής σταύρωσης, «τίθεται ενώπιον του Θεού ολόκληρο το Dasein ως χριστιανικό, δηλαδή σχετιζόμενο προς τον σταυρό».

Ο Heidegger ορίζει την τοποθέτηση ενώπιον τού Θεού ως «μετάθεση τής ύπαρξης εντός και δια μέσου, δια τής πίστεως, συλληφθείσας φιλανθρωπίας τού Θεού». Η φράση «μετάθεση τής ύπαρξης» σημαίνει, πως το υπάρχον εν-τω κόσμω-είναι, προσλαμβάνει ένα νέο τρόπο (Modus) εφόσον καταλήξει στον τρόπο ύπαρξης της πίστεως, και μέσω του τρόπου αυτό το πιστεύον Dasein κερδίζει ένα νέο προσανατολισμό μέσα στον κόσμο του. Το κάθε εν-τω-κόσμω-είναι παραμένει όπως είναι, ο προσανατολισμός του είναι που μεταβάλλεται. Η δυνατότητα ύπαρξης της πίστης είναι τέτοια, «ώστε το εν λόγω Dasein δεν είναι από μόνο του ικανό προς αυτήν (την δυνατότητα ύπαρξης)». Γιατί στην δυνατότητα ύπαρξης της πίστεως, το Dasein «κατέστη σκλάβος, που τον έφεραν ενώπιον του Θεού και έτσι γεννήθηκε εκ νέου». Αυτή η νέα γέννηση είναι σύμφωνα με τον Heidegger «το πραγματικό υπαρξιακό νόημα της πίστης». Ο Heidegger θεωρεί την αναγέννηση ως «τρόπο του ιστορικού υπάρχειν, τού πραγματικού εν πίστει Dasein». Η ιστορικότητα αυτού του «ιστορικού υπάρχειν» καθορίζεται-σύμφωνα με τον Heidegger- «από την ιστορία, που με το γεγονός της αποκάλυψης ανυψώνει». Η αναγέννηση είναι ο νέος τρόπος ύπαρξης, στον οποίο το Dasein συνεχίζει να υπάρχει ως εν-τω-κόσμω-είναι, όμως έτσι, ώστε το εν-τω-κόσμω-είναι του να δέχεται τον πρωταρχικό του προσανατολισμό από την αναγέννηση. Η πίστη η ίδια είναι «οικειοποίηση της αποκάλυψης».

Η θεολογία οικοδομείται ως επιστήμη «μέσα από την διαπραγμάτευση των θεμάτων της πίστεως και των μέσα σε αυτήν αποκεκαλυμμένων». Ο Heidegger ορίζει την θεολογία ως επιστήμη βάσει τεσσάρων πτυχών: 1) είναι επιστήμη του «αντικειμένου τής πίστεως», 2) επιστήμη τής «πιστεύουσας συμπεριφοράς, της πιστότητας», 3) επιστήμη της πίστεως, «εφόσον πηγάζει από την πίστη», και 4) επιστήμη της πίστεως, εφόσον έχει ως σκοπό να «οικοδομήσει την πιστότητα στο μέρος (έδαφος) της». Η θεολογία είναι περαιτέρω «εννοιολογική αυθερμηνεία τής πιστεύουσας ύπαρξης», που στοχεύει στον «μέσο όρο του χριστιανικού συμβάντος». Ο Heidegger χαρακτηρίζει την πιστότητα και την πίστη ως «δωρισμένο τρόπο ύπαρξης»-δωρισμένο από την παροχή ελέους. Το δώρο της ικανότητας προς πίστη πρέπει να συλληφθεί από κάθε μεμονωμένη ύπαρξη, και μάλιστα μέσα σε μια σύλληψη, όπου η ελευθερία του ατόμου εισέρχεται στο παιχνίδι.

Πως καθορίζει λοιπόν ο Heidegger, από την μια την σχέση τής θεολογίας, ως επιστήμης τής πίστεως, προς την οντολογία τού Dasein το οποίο κατανοεί το Είναι, και από την άλλη την σχέση της φαινομενολογικής οντολογίας του Dasein προς την χριστιανική θεολογία; «Η πίστη (ακόμα και εκτός της θεολογίας) δεν έχει ανάγκη την φιλοσοφία», δηλαδή την ερμηνευτική-φαινομενολογική οντολογία του Dasein. Η θεολογία όμως ως επιστήμη της πίστεως έχει ανάγκη την φιλοσοφία με την μορφή της υπαρκτικής οντολογίας του Dasein. Από ποια κατεύθυνση προέρχεται αυτή η ανάγκη; Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει η εξής διάκριση: η θεολογία δεν χρειάζεται την υπαρκτική οντολογία του Dasein «προς θεμελίωση και πρωταρχική αποκάλυψη της θετικότητας της, της χριστιανικότητας». Γιατί το αντικείμενό της, η χριστιανικότητα, αποκαλύπτεται και θεμελιώνεται από μόνο του μέσα στην αποκάλυψη, η οποία ως αυτόνομη πραγματικότητα (Faktizität) εισέρχεται ως συμβάν στο πραγματικό (faktisch) Dasein. Η θεολογία έχει ανάγκη την υπαρκτική οντολογία του Dasein «μόνο για την επιστημονικότητα της». Μέσα στην πίστη ως «του χριστιανικού συμβάντος με την μορφή της αναγέννησης» βρίσκεται ως τετελεσμένο, «πως η προ-πίστεως και η άνευ-πίστεως ύπαρξη του Dasein έχει αναιρεθεί». Η χρήση της συνδετικής γραμμής στους όρους προ-πίστεως και άνευ-πίστεως, υποδεικνύει πως εδώ εννοείται η ύπαρξη και το υπάρχειν πριν την πρόσληψη του νέου τρόπου ύπαρξης της πίστεως. Με την πρόσληψη του νέου τρόπου ύπαρξης της πίστεως αναιρείται ο προ της πίστεως τρόπος ύπαρξης, δηλαδή, «ανυψώνεται στην νέα δημιουργία, στην οποία παραμένει και φυλάγεται». Η ύπαρξη προσλαμβάνει τον νέο τρόπο ύπαρξης κατά την μετάβαση από την προ-πίστη στην πίστη. «Προχριαστιανικός» έχει επομένως στον Heidegger δυο σημασίες: από την μια τον προχριστιανικό τρόπο ύπαρξης, από την άλλη την υπαρκτική-οντολογική κατάσταση της ύπαρξης, που από την μεριά της είναι καθοριστική για την τόσο για τον προ-χριστιανικό όσο και για τον χριστιανικό τρόπο ύπαρξης.

Συνεχίζεται

ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΤΗΣ ΜΑΣ ΝΕΟ-ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑ-ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΟΥ ΑΝΑΛΥΕΙ ΟΡΘΟΔΟΞΑ: ΤΟ ΠΕΡΙ ΘΕΟΥ ΕΡΩΤΗΜΑ Α,Β ΤΟΥ ΜΕΓΑ ΦΑΡΑΝΤΟΥ.