Εκείνος, όστις όντως πιστεύει ότι αι ευαγγελικαί εντολαί εδόθησαν υπό του Μόνου αληθινού Θεού, αντλεί εκ της πίστεως αυτής δύναμιν προς ζωήν κατ’ εικόνα Χριστού. Ο πιστός δεν επιτρέπει εις εαυτόν κριτικήν προσέγγισιν του λόγου του Κυρίου, αλλά θέτει εαυτόν υπό την κρίσιν αυτού.
Γέροντα Σωφρονίου του έσσεξ
Δια της οδού ταύτης αναγνωρίζει εαυτόν ως αμαρτωλόν και συντρίβεται δια την οικτράν κατάστασιν αυτού. Η απουσία συντριβής δια τας αμαρτίας είναι ένδειξις ότι δεν απεκαλύφθη εισέτι εις αυτόν η θέα του σχεδίου εκείνου, συμφώνως προς το οποίον συνελήφθη ο άνθρωπος προ καταβολής κόσμου. Ο αληθώς μετανοών δεν αναζητεί ουράνιον θεωρίαν: Προσηλούται καθ’ ολοκληρίαν εις την πάλην κατά της αμαρτίας, κατά των παθών. Μόνον μετά την κάθαρσιν εξ αυτών (έστω και μη τελείαν έτι), παρουσιάζονται εις αυτόν κατά τρόπον φυσικόν και αβίαστον κατηυγασμένοι υπό του Φωτός πνευματικοί ορίζοντες, ανυποψίαστοι έως τότε, και ο νους και η καρδία αρπάζονται υπό της αγάπης του Θεού. Τότε αναπλάττεται η φύσις ημών, η τεθραυσμένη υπό της πτώσεως, και διανοίγονται αι θύραι προς τον χώρον της αθανασίας.
Δια της οδού ταύτης αναγνωρίζει εαυτόν ως αμαρτωλόν και συντρίβεται δια την οικτράν κατάστασιν αυτού. Η απουσία συντριβής δια τας αμαρτίας είναι ένδειξις ότι δεν απεκαλύφθη εισέτι εις αυτόν η θέα του σχεδίου εκείνου, συμφώνως προς το οποίον συνελήφθη ο άνθρωπος προ καταβολής κόσμου. Ο αληθώς μετανοών δεν αναζητεί ουράνιον θεωρίαν: Προσηλούται καθ’ ολοκληρίαν εις την πάλην κατά της αμαρτίας, κατά των παθών. Μόνον μετά την κάθαρσιν εξ αυτών (έστω και μη τελείαν έτι), παρουσιάζονται εις αυτόν κατά τρόπον φυσικόν και αβίαστον κατηυγασμένοι υπό του Φωτός πνευματικοί ορίζοντες, ανυποψίαστοι έως τότε, και ο νους και η καρδία αρπάζονται υπό της αγάπης του Θεού. Τότε αναπλάττεται η φύσις ημών, η τεθραυσμένη υπό της πτώσεως, και διανοίγονται αι θύραι προς τον χώρον της αθανασίας.
Η οδός προς την αγίαν θεωρίαν διέρχεται δια της μετανοίας. Όσον κυριεύει ημών η ζοφώδης υπερηφανία, η αλλοτρία του Θεού του Φωτός «εν ώ σκοτία ουκ έστιν ουδεμία» (πρβλ. Α’ Ιωάν. 1,5), δεν είμεθα δεκτοί εις την αιωνιότητα Αυτού. Αλλά το πάθος τούτο είναι εξαιρετικώς λεπτόν και ημείς δεν είμεθα εις θέσιν να διακρίνωμεν πλήρως την παρουσίαν αυτού εντός ημών. Ως εκ τούτου η προσευχή ημών είναι θερμή: «Εκ των κρυφίων μου καθάρισόν με. Και από αλλοτρίων φείσαι του δούλου Σου· εάν μη μου κατακυριεύσωσι, τότε άμωμος έσομαι και καθαρισθήσομαι από αμαρτίας μεγάλης. Και έσονται εις ευδοκίαν τα λόγια του στόματος μου και η μελέτη της καρδίας μου ενώπιον Σου διαπαντός, Κύριε, βοηθέ μου και λυτρωτά μου» (Ψαλμ. 18,13-15).
Ουδείς εξ ημών των υιών του Αδάμ, βλέπει ευκρινώς τας αμαρτίας αυτού. Μόνον κατά τας ώρας των ελλάμψεων του Θείου Φωτός ελευθερούμεθα εκ των φοβερών αυτών δεσμών. Και εάν τούτο δεν υπάρχη, είναι καλόν μετά κλαυθμού να κράζωμεν:
«Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον με τον αμαρτωλόν».
Η μετά ζήλου συμμόρφωσις προς τας εντολάς του Χριστού οδηγεί τον άνθρωπον εις συνάντησιν μετά πάντων των δυνατών εν τη πνευματική σφαίρα του κόσμου φαινομένων. Ο άνθρωπος μόνος δεν είναι εις θέσιν να αντισταθή εις αυτά, ούτε να διακρίνη ακριβώς τι συντελεί εις απώλειαν και τι εις σωτηρίαν. Εν απογνώσει ούτος θα επικαλήται το Όνομα του Ζώντος Θεού. Και μακάριος θα είναι, εάν επισκεφθή αυτόν ακτίς Φωτός εκ της απροσίτου περιοχής της Θεότητος, ήτις θα φανερώση την αληθή φύσιν παντός φαινομένου. Εάν όμως το Φως δεν ήλθεν εισέτι, τότε και πάλιν δεν πρέπει ούτος να φοβήται, αλλά μετά δυνάμεως να προσεύχηται: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού του Ζώντος, ελέησον με».
Και θα κατέλθη η σωτήριος δύναμις απαραιτήτως.
Πηγή: "Περί Προσευχής" Αρχιμανδρίτου ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ (Σαχάρωφ). Μετάφρασις εκ του Ρωσικού Ιερομονάχου Ζαχαρίου. Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου. Έσσεξ Αγγλίας 1993.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου