Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, η πτώση του ΑΕΠ του 2020 θα κυμανθεί στο 10% – αν και φοβόμαστε πως θα είναι μεγαλύτερη, αφού η μείωση του ρυθμού ανάπτυξης της χώρας είχε ήδη ξεκινήσει το τέταρτο τρίμηνο του 2019, με εξαιρετικά ανησυχητικό τον περιορισμό των ακαθάριστων παγίων επενδύσεων ακόμη μία φορά στο πρώτο τρίμηνο του 2020. Έστω όμως ότι θα περιορισθεί στο 10%, επομένως στα 18 δις €, με αποτέλεσμα το ΑΕΠ μας να μειωθεί στα 170 δις € – ενδεχόμενο που θα σημαίνει πως το δημόσιο χρέος μας ως προς το ΑΕΠ θα υπερβεί κατά πολύ το 200%, το κόκκινο ιδιωτικό επίσης, οι τράπεζες θα βρεθούν ξανά στα όρια της χρεοκοπίας κλπ. Το να προβλέψει λοιπόν κανείς ένα νέο μνημόνιο, το πέμπτο κατά σειρά, δεν απαιτεί μαντικές ικανότητες, ούτε απαισιοδοξία – όπως επίσης δεν απαιτεί οικονομικές γνώσεις το ότι, μετά από 25% πτώση του ΑΕΠ όταν οι υπόλοιπες χώρες της ΕΕ αναπτύχθηκαν πάνω από 10% κατά μέσον όρο τα τελευταία δέκα χρόνια, θα είναι το πλέον οδυνηρό όλων των προηγουμένων. Οι αγορές βέβαια το γνωρίζουν, αλλά αντιδρούν συνήθως πολύ αργότερα – ενώ αρκετά θα εξαρτηθούν από τη στάση της Ιταλίας που, εάν δεν εγκαταλείψει την Ευρωζώνη, κυριολεκτικά θα αυτοκτονήσει.
Επικαιρότητα
Όπως ανέφερε ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, «ο τουρισμός έφερε πέρυσι στη χώρα 18,2 δις €, συν ένα δισεκατομμύριο ο τομέας την κρουαζιέρας. Από αυτά, το 1/3 των εσόδων προέρχεται από το πρώτο εξάμηνο του έτους και τα 2/3 παράγονται κατά το δεύτερο εξάμηνο». Κατά τον ίδιο, έσοδα πάνω από 5 δις € φέτος συνολικά θα πρέπει να θεωρηθούν επιτυχία – αν και τα πράγματα αλλάζουν ημέρα με την ημέρα, οπότε η κατάσταση μπορεί να βελτιωθεί ή να χειροτερέψει.
Ο μέσος πολλαπλασιαστής τώρα, σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα του ΣΕΤΕ που δεν μπορούμε να εκτιμήσουμε όσον αφορά την αντικειμενικότητα του, είναι 2,65 – γεγονός που σημαίνει πως για κάθε 1 € άμεσα έσοδα, παράγονται 2,65 € συνολικά για την οικονομία. Επομένως, χωρίς την κρουαζιέρα, τα 18,2 δις € παράγουν 48,23 δις € ΑΕΠ – οπότε ο τουρισμός αντιστοιχεί στο 25,65% του ΑΕΠ μας των 188 δις € περίπου το 2019 (κατά τη EUROSTAT γύρω στο 21%).
Εάν τώρα τα άμεσα έσοδα του τουρισμού το 2020 διαμορφωθούν άνω των 5 δις €, έστω στα 8 δις €, τότε τα συνολικά με τον πολλαπλασιαστή 2,65 θα είναι 21,2 δις € – ίσα δηλαδή με το 11,27% του ΑΕΠ του 2020. Άρα θα έχουμε μία πτώση του ΑΕΠ μόνο από τον τουρισμό της τάξης των 27 δις € – δηλαδή, μείωση κατά 14,36% ως προς το ΑΕΠ του 2019. Ένα μέρος τους βέβαια θα καλυφθεί από το πακέτο στήριξης της οικονομίας των 24,5 δις € που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός – ενώ κάποιο άλλο μέρος των 24,5 δις € θα καλύψει την πτώση του ΑΕΠ από το «κλείδωμα» της οικονομίας, συμπεριλαμβανομένων των άλλων επιχειρηματικών τομέων.
Λογικά τώρα η πτώση του ΑΕΠ του 2020 θα κυμανθεί στο 10% – αν και φοβόμαστε πως θα είναι μεγαλύτερη, αφού η μείωση του ρυθμού ανάπτυξης της χώρας είχε ήδη ξεκινήσει το τέταρτο τρίμηνο του 2019, με εξαιρετικά ανησυχητικό τον περιορισμό των ακαθάριστων παγίων επενδύσεων ακόμη μία φορά στο πρώτο τρίμηνο του 2020. Έστω όμως ότι θα περιορισθεί στο 10%, επομένως στα 18 δις €, με αποτέλεσμα το ΑΕΠ μας να μειωθεί στα 170 δις € – ενδεχόμενο που θα σημαίνει πως το δημόσιο χρέος μας ως προς το ΑΕΠ θα υπερβεί κατά πολύ το 200%, το κόκκινο ιδιωτικό επίσης, οι τράπεζες θα βρεθούν ξανά στα όρια της χρεοκοπίας κλπ.
Περαιτέρω, η παραγωγικότητα της Ελλάδας είναι της τάξης των 50.000 € ετησίως ανά εργαζόμενο – οπότε κάθε πτώση του ΑΕΠ κατά 50.000 € σημαίνει απώλεια μίας θέσης εργασίας πλήρους απασχόλησης. Ως εκ τούτου, θα χαθούν 360.000 θέσεις εργασίας – αν και σταδιακά, αφού επιδοτούνται από την κυβέρνηση (πρόγραμμα SURE), σε συνδυασμό με την άνοδο της μερικής απασχόλησης. Με δεδομένο δε το ότι, το σύνολο των απασχολουμένων το Μάρτιο του 2020 ανήλθε στα 3.874.437 άτομα (πηγή) και οι άνεργοι στα 653.686 άτομα (σύνολο 4.528.123), οπότε η ανεργία στο 14,43%, η αύξηση τους κατά 360.000 στους 1.013.686 θα σημαίνει άνοδο της πραγματικής ανεργίας στο 22,38% ή κατά 8 περίπου μονάδες.
Σύμφωνα τώρα με τους ειδικούς της κοινωνικής ασφάλισης, για κάθε ποσοστιαία μονάδα αύξησης της ανεργίας το σύστημα καταγράφει απώλεια εισφορών 280 εκ. € το χρόνο – επειδή «χάνονται» περί τους 50.000 ασφαλισμένους. Εάν προστεθούν τα επί πλέον ποσά για επιδόματα ανεργίας που υπολογίζονται στα 150 εκ. €, τότε η συνολική επιβάρυνση για κάθε μονάδα αύξησης της ανεργίας κυμαίνεται στα 440 εκ. € – οπότε για τις 8 μονάδες στα 3,52 δις € ετήσια.
Από την άλλη πλευρά, η μείωση του ΑΕΠ κατά 18 δις € θα περιορίσει τα έσοδα του δημοσίου περίπου κατά 28% επί του συγκεκριμένου ποσού – άρα περί τα 5 δις €. Εκτός αυτών θα υπάρξουν απώλειες από την επέκταση των δόσεων απέναντι στο κράτος για μετά το 2020, από την αδυναμία αρκετών να ανταπεξέλθουν κοκ. – ένα ποσόν που δεν είναι εύκολο να υπολογισθεί, αλλά ασφαλώς θα υπερβεί τα 2 δις €.
Συμπερασματικά λοιπόν το δημοσιονομικό έλλειμμα, από τα μέτρα συν τα παραπάνω, θα αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό, οπότε το δημόσιο χρέος – σε επίπεδα που δεν θα είναι βιώσιμα, αν και τα 95 δις € που επιμηκύνθηκαν για μετά το 2032 από το ΣΥΡΙΖΑ το 2019, με πιθανότερο αντάλλαγμα την παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας, συν το μαξιλάρι των 37 δις €, καθιστούν εφικτή την εξυπηρέτηση του για κάποιο χρονικό διάστημα.
Όσον αφορά δε την αναμενόμενη στήριξη από την ΕΕ με τα 22 δις € επιδότηση συν τις δυνατότητες δανεισμού των 10 δις €, μείον όμως την αύξηση της συμμετοχής μας στον προϋπολογισμό της ΕΕ, το δήθεν γερμανικό σχέδιο Μάρσαλ δηλαδή (ανάλυση), ακόμη και αν εγκριθεί θα αφορά το 2021 – ενώ θα είναι ασφαλώς συνδεδεμένο με προϋποθέσεις που δεν είναι ακόμη γνωστές.
Εάν προσθέσουμε εδώ την άνοδο του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που είναι απολύτως προβλέψιμη, μεταξύ άλλων λόγω της πτώσης των τουριστικών εσόδων που αντιστάθμιζαν ανέκαθεν τα τεράστια πάγια εμπορικά μας ελλείμματα (τα οποία θα πιεσθούν από την πτώση των εξαγωγών, με κριτήριο την ύφεση στην ΕΕ), η εικόνα γίνεται ακόμη πιο σκοτεινή.
Σε κάθε περίπτωση πολύ πιο σκοτεινή συγκριτικά με το 2010 – όπου ναι μεν είχαμε σχετικά ανάλογα δίδυμα ελλείμματα, αλλά πολύ χαμηλότερο δημόσιο χρέος (στο 127% του ΑΕΠ), αμελητέο κόκκινο ιδιωτικό (10-20% του ΑΕΠ όταν σήμερα υπερβαίνει το 170%), πολύ υψηλότερα εισοδήματα, υγιείς τράπεζες, καμία ύφεση «πίσω» μας, μη υποθηκευμένη κρατική περιουσία κοκ.
Το να προβλέψει λοιπόν κανείς ένα νέο μνημόνιο, το πέμπτο κατά σειρά, δεν απαιτεί μαντικές ικανότητες, ούτε απαισιοδοξία – όπως επίσης δεν απαιτεί οικονομικές γνώσεις το ότι, μετά από 25% πτώση του ΑΕΠ όταν οι υπόλοιπες χώρες της ΕΕ αναπτύχθηκαν πάνω από 10% κατά μέσον όρο τα τελευταία δέκα χρόνια, θα είναι το πλέον οδυνηρό όλων των προηγουμένων. Οι αγορές βέβαια το γνωρίζουν, αλλά αντιδρούν συνήθως πολύ αργότερα – ενώ αρκετά θα εξαρτηθούν από τη στάση της Ιταλίας που, εάν δεν εγκαταλείψει την Ευρωζώνη, κυριολεκτικά θα αυτοκτονήσει (ανάλυση).
Ολοκληρώνοντας, οι δικές μας προβλέψεις ανάπτυξης για το 2021 είναι πολύ πιο συντηρητικές – με κριτήριο το μέσον όρο του ρυθμού ανάπτυξης των καλών εποχών στην Ελλάδα που δεν υπερέβαινε το 5% (γράφημα), το πέμπτο μνημόνιο, την πιθανότητα ενός δεύτερου κύματος του COVID-19, την παγκόσμια κρίση κλπ. Ως εκ τούτου, είναι καλύτερα να προετοιμαζόμαστε για πολύ δύσκολες ημέρες – έτσι ώστε να μη βρεθούμε ξανά προ απροόπτου.
από Βασίλης Βιλιάρδος9 Ιουλίου 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου