Η βελτίωση της ζωής
Ο κάθε άνθρωπος γίνεται manager του εγώ του
Ο κάθε άνθρωπος γίνεται manager του εγώ του
Γονίδια
Ο εγωισμός κατακτά το γενετικό υλικό
Ο Hugh Kenner γράφει για την κληρονομιά του Charles Babbage: «Ο υπολογιστής προσομοιώνει την σκέψη, όταν η σκέψη ορίζεται έτσι ώστε να είναι συμβατή με τον υπολογιστή. Το αυτόματο προσομοιώνει ένα άνθρωπο, όταν ο άνθρωπος προσομοιώνεται ώστε να είναι συμβατός με το αυτόματο.»
Κατά την εποχή του Vaucanson η μηχανή είχε την όψη του ανθρώπου. Στον 20ο αιώνα ο άνθρωπος έπρεπε να γίνει μηχανή.
Ίσως η εξουσία τού «νούμερο 2» να μην ήταν τόσο γενικευμένη, εάν είχε περιοριστεί στα οικονομικά μοντέλα. Την αποστολή όμως να καταστήσει τον άνθρωπο ένα εργοστάσιο που παράγει εγωισμό, την ανέλαβε η βιολογία. Οι ειδικοί του χώρου ανακάλυψαν στα τέλη της δεκαετίας του ’70, πως η θεωρία παιγνίων είναι ότι καλύτερο για να εξηγηθεί το δαρβινικό μοντέλο του αγώνα τής επιβίωσης, δηλαδή του αγώνα για πλεονεκτήματα, μεγιστοποίηση τού κέρδους και ευκαιριών αναπαραγωγής.
Ο Βρετανός βιολόγος Richard Dawkins είχε το 1976 για πρώτη φορά διατυπώσει την θέση του, πως οι ζωντανοί οργανισμοί είναι απλώς μηχανές επιβίωσης που σκοπό έχουν την συνέχιση της ύπαρξης των εγωιστικών γονιδίων. Ο Dawkins και οι συμπολεμιστές του ήταν πεπεισμένοι πως είχαν βρει μια γενική θεωρία των ανθρώπινων κοινωνιών. Στην αρχή όμως έπρεπε να ικανοποιηθούν μόνο με τον ρόλο τού προμηθευτή των νεοφιλελεύθερων οικονομολόγων, προ πάντων αυτών που δρούσαν στις ΗΠΑ, γιατί οι νεοφιλελεύθεροι της Ευρώπης δίσταζαν να θεμελιώσουν το μοντέλο του εγωιστή βάσει των επενδυτικών στρατηγικών που ακολουθούσαν τα γονίδια.
Στο σημείο αυτό αναφερόμαστε στον Dawkins μόνο και μόνο επειδή είναι ο πιο διάσημος πρωταγωνιστής. Όταν είχε γράψει το βιβλίο του, υπήρχε ήδη μια συμφωνία, που μιλώντας απλοποιημένα, η αυτοοργάνωση των αγορών αντιστοιχεί στην αυτοοργάνωση των ζωντανών οργανισμών. Η κυβερνητική, η οικονομική επιστήμη και η βιολογία, ανεξάρτητα η μια από την άλλη, είχαν κατά την δεκαετία του ’50 αντικαταστήσει την έννοια «ενέργεια» με την «πληροφορία». Με τον τρόπο αυτό είχαν δημιουργήσει την προϋπόθεση για την νέα γενική θεωρία, στην οποία οι «πληροφορίες», από το πεδίο του DNA μέχρι το πεδίο των αγορών, είναι η αρχή που διοικεί τα πάντα153. Ο Friedrich Hayek, που είχε ήδη το 1935 ανακαλύψει τον ρόλο τής πληροφορίας για τις αγορές, και αργότερα είχε μεταφέρει την επίγνωση του αυτή στην θεωρία της γνώσης, έπαιξε όπως πάντα ένα λαμπρό ρόλο154. Ο Dawkins όμως ήταν αυτός που τα εκλαΐκευσε όλα αυτά με ένα πρωτόγνωρο τρόπο.
Με κάθε διδασκαλία περί του μοιραίου, είτε είναι τα γονίδια ή ο καλός Θεός που καθορίζει την μοίρα του καθενός, πρέπει να λογαριάζουμε ότι η κοινωνία θα αντιδράσει, έχοντας ένα ένστικτο αυτοάμυνας. Δεν βοήθησε την κατάσταση ούτε η προσπάθεια των κοινωνιοβιολόγων που συμμάχησαν με τους θεωρητικούς των παιγνίων για να αποδείξουν, πως ο εγωισμός έχει εκπληκτικά κοινωνικά αποτελέσματα, όταν παραδεχθεί ο καθένας, πως τα ζωντανά βοηθούν εγωιστικά, όταν στην βοήθεια αυτή βλέπουν πλεονέκτημα για τον εαυτό τους. Η θεωρία λειτουργεί πάντα. «Χάρισε κάτι σε κάποιον για την δική σου χαρά», και όπως αλλιώς ακούγονται τα τσιτάτα μιας μειωμένης ψυχολογίας.
Τότε δεν έγινε κάτι λιγότερο από την βιολογιστική θεμελίωση μιας νέας ηθικής. Το εγωιστικό γονίδιο του «νούμερο 2» τα είχε καταφέρει να μπει στην βιολογία. Στις ΗΠΑ για παράδειγμα, ένας από τους μεγαλύτερους θαυμαστές του Dawkins ήταν ο Jeffrey Skilling, διευθυντής της γνωστής για τις απατεωνιές εταιρίας «Enron». Το βιβλίο του Dawkins το χαρακτήρισε ως «το αγαπημένο του βιβλίο και κύρια πηγή τής έμπνευσής του155». Στην Enron είχε εισάγει το σύστημα « rank and yank»: κάθε έξι μήνες γινόταν αξιολόγηση όλων των συνεργατών, το ανώτερο 5% έπαιρνε υψηλά boni, το κατώτερο 15% το απέλυαν ή μετέθεταν. Ο Skilling είχε πει πως αυτή ήταν η «διδασκαλία που πήρε από την φύση156».
Η ανοσία της Ευρώπης εναντίον αυτού του εγωιστικού κοκτέιλ δρούσε για όσο τέτοιες ιδεολογίες βρίσκονταν πάνω στο χαρτί και δεν ενσαρκώνονταν στις νέες και λειτουργικές τεχνολογίες. Γιατί όταν μια μηχανή είναι αρκετά πειστική, οι άνθρωποι είναι έτοιμοι, όπως είδαμε να συμβαίνει με τα αυτόματα του Vaucanson, να καταστήσουν την μηχανή αυτή σύμβολο(μεταφορά) της ζωής τους.
Με τον τρόπο αυτό η μηχανή γίνεται παγίδα, κλουβί, το αυτόματο από το οποίο δεν υπάρχει διαφυγή. Η διαβεβαίωση προς καθησυχασμόν που έδιναν κατά την δεκαετία του ’70 και ’80, πως η Ευρώπη δεν πρέπει να φοβάται πως θα δημιουργηθεί μια κοινωνία βάσει του βιολογιστικού εγωισμού, ήταν δυστυχώς βεβιασμένη.
Μόνο όταν διαβάσει κανείς εκ των υστέρων το μεγάλης επιρροής bestseller του Dawkins «Το εγωιστικό γονίδιο»(1976), θα αναγνωρίσει πως δεν ήταν τίποτα λιγότερο από την βιολογική θεμελίωση αγορών και κοινωνιών που ελέγχονται από τα ρομπότ και τους αλγόριθμους.
Ο Dawkins περιγράφει την εξέλιξη ως ένα γιγάντιο «βιολογικό υπολογιστή», μέσα στον οποίο «τα γονίδια ελέγχουν την συμπεριφορά των μηχανών που εξασφαλίζουν την επιβίωση τους, όχι μέσω νημάτων όπως κάποιος που παίζει με μαριονέτες, αλλά έμμεσα όπως κάποιος προγραμματιστής λογισμικού.157» Μέσα στον υπολογιστή αυτόν, το κέρδος και η απώλεια, η ιδιορρυθμία και η συνεργασία των εγωιστικών γονιδίων, υπολογίζεται στα πλαίσια μιας «οικονομίας βαμπίρ»(το αγαπημένο του παράδειγμα) βάσει των μοντέλων της θεωρίας των παιγνίων.
Το βιβλίο γραμμένο δέκα χρόνια πριν ο υπολογιστής γίνει ένα παγκόσμιο εργαλείο, έμοιαζε στην αρχή σαν ένα πείραμα σκέψης, το οποίο μπορούσε κανείς να αποδεχθεί ή να απορρίψει. Φαινόταν έτη φωτός απομακρυσμένο το ενδεχόμενο, πως η κοινωνία θα ανοικοδομούνταν με τον τρόπο αυτό, όπως κάποτε το είχαν κάνει οι θεωρίες περί «ισορροπίας», «δυνάμεως» ή «αυτορύθμισης». Θεωρίες που είχαν ενσαρκωθεί στην ατμομηχανή και επέφεραν την εποχή της βιομηχανίας.
Τότε όμως, μια μέρα, στεκόταν ο υπολογιστής σε κάθε γραφείο. Και κάποια άλλη μέρα, ο υπολογιστής είχε σε μια νύχτα δικτυωθεί με όλους τους άλλους υπολογιστές του κόσμου, και είχε προσλάβει μοντέλα της θεωρίας των παιγνίων, για να διαπραγματευθεί αυτόματα με τους άλλους περί φάσματος τού σήματος, μετατόπισης αποθηκευτικού χώρου και μεταφοράς πληροφοριών. Και μια Τρίτη μέρα εργάζονταν οι οικονομικοί αλγόριθμοι όπως τα εγωιστικά γονίδια. Και την στιγμή αυτή είχαν αλλάξει οι κανόνες του παιχνιδιού στον σκονισμένο κόσμο των ανθρώπων.
Εμφάνιση των αλχημιστών: οι νεοφιλελεύθεροι οικονομολόγοι με επικεφαλής τον Ken Binmore. Είχαν προσλάβει τα σύμβολα τού εγωιστικού βιολογικού υπολογιστή από τον χώρο της κοινωνιοβιολογίας, έτσι όπως και τον 19ο αιώνα είχαν δανειστεί τα σύμβολα τους από την φυσική. Το μεγάλο κόλπο των ταχυδακτυλουργών ήταν το εξής: δεν μιλούσαν πια περί βιολογίας, αλλά χειρίζονταν τα γονίδια ως μικροσκοπικούς οικονομικούς πράκτορες (η έννοια γονίδιο έχει το αντίστοιχο της στην κοινωνιολογία, όπου τα στοιχεία αυτά λέγονται meme-ιδέες, έννοιες, κοσμοθεωρίες-που υποτίθεται συμπεριφέρονται όπως το λογισμικό υπολογιστών). Σε ένα κόσμο στον οποίο υπήρχαν τότε μόνο τέσσερις υπολογιστές, αυτό ήταν αδιάφορο. Σε ένα κόσμο όμως, στον οποίο ο κάθε άνθρωπος επικοινωνούσε με τον υπολογιστή, αυτό ήταν μια επανάσταση. Μια επανάσταση που μπορεί να συγκριθεί μόνο, όχι με την επανάσταση του Gutenberg, αλλά με την γέννηση των μεγάλων ιδεολογιών του 20ου αιώνα.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Σημειώσεις
153. Bruce Clarke και Linda Dalrymple Henderson, Από την Ενέργεια στην Πληροφορία: Αντιπροσώπευση στην Επιστήμη και την Τεχνολογία, την Τέχνη και τη Λογοτεχνία.
154. Mirowski, Machine Dreams, σ. 235–6.
155. Stefan Klein, The Sense of Giving, θέση 354.
156. Eric Michael Johnson, ‘Survival of the Kindest’.
157. Richard Dawkins, The Selfish Gene, σ. 52.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου