Δευτέρα 17 Αυγούστου 2020

ΕΠΟΧΗ, ΚΑΙΡΟΣ, ΙΣΤΟΡΙΑ, ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟΝ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ (1)

ΕΠΟΧΗ, ΚΑΙΡΟΣ, ΙΣΤΟΡΙΑ, ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ  ΣΤΟΝ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ.            

Του Karl Lwith (Aπό «δοκίμια στον Χάιντεγκερ»).

Σε μια ομιλία τού 1924, για τον Χρόνο, ο Χάιντεγκερ δήλωσε πως ο φιλόσοφος δεν γνωρίζει τίποτε για τον Θεό και επομένως ούτε για την αιωνιότητα. [Παρότι δεν ταυτίζονται και παρότι ο αρχαίος φιλόσοφος γνώριζε ακριβώς την αιωνιότητα]. Ο φιλόσοφος δεν πιστεύει, και όταν θέτει το πρόβλημα του Χρόνου είναι «αποφασισμένος να κατανοήσει τον Χρόνο, ξεκινώντας από τον Χρόνο». Ακόμη και το αεί-όν της Ελληνικής σκέψης, που διαθέτει την εικόνα της αιωνιότητος, είναι στην πραγματικότητα ένα απλό παράγωγο του Χρονικού – Είναι. Σ’ αυτήν την πρώτη στοιχειοθέτηση του προβλήματος του Χρόνου ο Χάιντεγκερ παρέμεινε πιστός μέχρι τέλους, παρότι σήμερα, ίσως, δεν θα διατύπωνε πια τόσο καθαρά την αντίθεση χρονικότητος και αιωνιότητος, εάν είναι αλήθεια ότι ακόμη και η ξαφνική (εξαίφνης) κάθε φορά ανεπανάληπτη περιπέτεια του Είναι, φανερώνει ομοιότητα και παραμονή στην ταυτότητα με τον εαυτό του. Η «στροφή» δεν είναι, στο θέμα του Χρόνου, απομάκρυνση από το «Είναι και Χρόνος», ούτε από την «ενθαδικότητα» και τον «καιρό», αλλά αλλαγή της ιδανικής κατεύθυνσης της δυνατότητος θεμελίωσης του Χρόνου. Στο «Είναι και Χρόνος» ο Χρόνος της ιστορικής εποχής θεμελιώνεται αρχής γενομένης από τον καιρό, το απροσδόκητο του ενθαδικού περασμένου όντος. Μετά όμως το «Είναι και Χρόνος», θεμελιώνεται στο ίδιο το Είναι σαν η εποχή του Είναι. Και στις δύο περιπτώσεις αυτό που «είναι» είναι εποχή ιστορικο-χρονική, κάτι που βρίσκει γλωσσική έκφραση στους αναρίθμητους βερμπαλισμούς  (κενολογίες) των γραπτών του Χάιντεγκερ. Στην πραγματικότητα, ο Χάιντεγκερ σκέπτεται το Είναι ξεκινώντας από τον Χρόνο ο οποίος το σκεπάζει και το κρύβει, σαν ένας στοχαστής ιστορικός της εποχής, του πνεύματος της εποχής, σε μια «εποχή λήθης, ελλείψεως» του νοήματος του Είναι. Και η λήθη της εποχής συνίσταται στον πόνο της από μια διπλή έλλειψη, η οποία οφείλεται στο ότι «δεν υπάρχουν πλέον οι καταδιωγμένοι Θεοί, ούτε αυτοί που θα έρθουν στην θέση τους». [Σήμερα εμφανίζονται σαν αναδυόμενοι Θεοί από τις ίδιες τις θρησκείες, σαν κρυμμένοι Χριστοί που ωρίμασαν μέσα στην μεγάλη μήτρα των θρησκειών που θα συναντήσουν στην ιστορία τον συντονιστή τους, τον ΠΑΠΑ].
Απέναντι σ’ αυτή την αναποφασιστικότητα γύρω από τον Θεό και τους θεούς ο Χάιντεγκερ αναρωτήθηκε εάν το Είναι θα είναι ακόμη ικανό να δεχθεί τον Θεό. Και η εποχή της πενίας φαίνεται να ασχολείται ακόμη με τον Θεό και τους θεούς, παρότι χωρίς μια αιωνιότητα, χωρίς χρόνο. Έτσι ο Χάιντεγκερ σκέφτεται προς την κατεύθυνση ενός Ερχόμενου [η εσχατολογία του προτεσταντισμού και του Ζηζιούλα], στην προσμονή της παρουσίας τού Είναι, που θα διανοίξει το πλήρες και το Άγιο και σ’ αυτό θα καταστήσει εφικτό κάτι παρόμοιο μ’ έναν Θεό.
Η σύγχρονη χρήση μάς συνήθισε να ονομάζουμε «ιστορική» μια σκέψη, η οποία σαν αυτή, είναι στραμμένη στο μέλλον με μια προοπτική αποκαλυπτική και εσχατολογική, παρότι από καταγωγής το φυσικό νόημα της ιστορίας, σημαίνει ακριβώς το αντίθετο από αυτόν τον Φουτουρισμό (μελλοντολογία). Οι Έλληνες ιστορικοί εννοούσαν με ιστοριογραφία την επιβεβαίωση αυτού που υπήρξε, προϋποθέτοντας σ’ αυτό την ουσιαστική ταυτότητα με τον εαυτό της, της ανθρώπινης φύσεως, μέσω των μεταστροφών της φύσης, οι οποίες μοιραίως συμβαίνουν. Αυτό που υπάρχει και είναι, είναι το ίδιο που υπήρξε και θα υπάρχει ακόμη. Όταν όμως ο Χάιντεγκερ, σαν μοντέρνος στοχαστής, μεταχριστιανός, μιλά για την ανθρώπινη ύπαρξη σαν μια ιστορική ύπαρξη, αναμένει μια μετάλλαξη στην ουσία του ανθρώπου [όπως την μεταλλάσει ο αλκοολισμός, αλλά κυρίως ακολουθώντας την κακοδοξία του παπισμού περί μετουσιώσεως των θείων δώρων], σαν συνέπεια μιας στροφής στην περιπέτεια του Είναι, προϋπόθεση που έχει την Ιδέα πως δεν υπάρχει μια φύση του ανθρώπου πάντοτε ίση με τον εαυτό της. Ο άνθρωπος καθώς βρίσκεται σε πορεία προς κάτι είναι    εκ-στατικός.  Η κίνηση δεν επιτρέπει την ουσία, η οποία ερμηνεύεται στατικά, μέσω του σχολαστικισμού. Σύμφωνα μ’ αυτή την ιδέα λοιπόν [κοντά στο «τα πάντα ρει» του Ηρακλείτου], η σκέψη του Χάιντεγκερ δεν είναι ανατολικός διαλογισμός ή Ελληνική θεωρία του Είναι πάντοτε ταυτού (με τον εαυτό του), αλλά είναι και θέλει να είναι ένα ον, μια σκέψη, ένα είναι, πάντοτε σε πορεία, ένα ον μοντέρνο και ιστορικά προσδιοριζόμενο. [Γι’ αυτό και επέλεξε την γλώσσα σαν την εμφάνεια αυτού του Είναι σε συνεχή πορεία].
Η κίνηση της σκέψης του τρέχει ανάμεσα σ’ ένα σημείο εκκινήσεως και ένα τέρμα, καθορίζεται κυρίως από αυτά και πάνω απ’ όλα από έναν εχθρικό στόχο ενάντια στον οποίο κινείται το παν. Σημείο εκκινήσεως της παλιάς σκέψη και μελλοντικής μαζί τού Χάιντεγκερ είναι η Ελληνική πηγή της Δυτικής παραδόσεως. Τέρμα της, ο εσχατολογικός ορίζοντας μιας ερχόμενης στροφής του κόσμου. Και ο στόχος τον οποίο σημαδεύει ο Χάιντεγκερ, η παρακμή του πρωτογενούς «ιστορικού» στον σημερινό κόσμο.
Αρχή και τέλος, πρώτο και τελευταίο είναι ένα μόνον και διφορούμενο «μια φορά», καθότι το πρότερο που υπήρξε στην αρχή αποφασίζει και υπερβαίνει a priori το τελευταίο που είναι στο τέλος. Η ιστορία του Καιρού τού Είναι , διαβάζουμε στο δοκίμιο για τον Αναξίμανδρο, συγκεντρώνεται σ’ αυτή την απουσία, την αποχώρηση του ουσιώδους και κεκρυμμένου τα οποία ήταν μέχρι τώρα δικά του, σε μια ιστορική «εσχατολογία του Είναι» της εποχής. Αλλά το σημείο εκκίνησης αυτής της προνοητικής και αναδρομικής σκέψης είναι η εμπειρία του σήμερα. Και είναι ακριβώς ο χαρακτήρας της παρακμής της εποχής μας που κατευθύνει προς το μέλλον την σκέψη της ουσιαστικότητος και της εποχικότητος και δικαιολογεί την καταστροφική στάση και την κατάβαση πέραν της Εγελιανής κορυφής της δυτικής μεταφυσικής. Παρ’ όλα αυτά η εποικοδομητική πρόοδος του Χέγκελ και η ανυψωτική του κίνηση, και η καταστροφική οπισθοδρόμηση και η καθοδική κίνηση του Χάιντεγκερ δεν είναι διαφορετικές σύμφωνα με την κοινή του αρχή και την μοντέρνα ύβρη τού ιστορικισμού, είτε του πνεύματος είτε του Είναι, η οποία ιστορικοποιεί το απόλυτο τού Είναι όπως και του πνεύματος. Σ’ αυτόν τον ορίζοντα εκινείτο και ο σύγχρονος τού Ναπολέοντος (ο Χέγκελ), ο οποίος σκεπτόταν την δική του ολοκλήρωση τής Ευρωπαϊκής Ιστορίας της «έννοιας», σαν μια πληρότητα μιας αρχής, ενός ξεκινήματος , που καθ’ αυτό δεν ξεδιπλώθηκε! Ο σύγχρονος του Χίτλερ, με την σειρά του, σκέπτεται την ίδια ιστορία του Δυτικού Πνεύματος σαν την ανάδυση του μηδενισμού που φθάνει πλέον στην ολοκλήρωσή του.
Συνεχίζεται 
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: