SCHELLING: ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ (1809) 2
Του Martin Heidegger
ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ
§ 1. Το έργο του Schelling και το καθήκον της ερμηνείας
a) Η Πραγματεία περί Ελευθερίας σε συσχέτιση με ιστορικά γεγονότα του 1809
Ο Schelling εξετάζει τη φύση της ανθρώπινης ελευθερίας σε μια πραγματεία με τίτλο: Φιλοσοφικές έρευνες για τη φύση της ανθρώπινης ελευθερίας και τα συναφή ζητήματα. Αυτή η πραγματεία εκδόθηκε για πρώτη φορά μαζί με προηγούμενα δημοσιευμένα έργα του Schelling σε έναν τόμο, με τίτλο: Φιλοσοφικά γραπτά του F. W. Schelling. Πρώτος τόμος. Landshut, από τον πανεπιστημιακό βιβλιοπώλη Philipp Krüll, 1809.
1809: Ο Ναπολέων κυριαρχούσε, δηλαδή: καταπίεζε και ταπείνωνε τη Γερμανία. Από το 1806 η αυτοκρατορία υπήρχε μόνο κατ’ όνομα. Την ίδια χρονιά, δεκαέξι Γερμανοί ηγεμόνες είχαν ενταχθεί στο προτεκτοράτο του Ναπολέοντα και σχημάτισαν τη Συνομοσπονδία του Ρήνου. Την 1η Αυγούστου ανήγγειλαν στη συνέλευση της ομόσπονδης Βουλής στο Regensburg την αποχώρησή τους από την Αυτοκρατορία. Στις 6 Αυγούστου ο Φραγκίσκος Β΄ απάντησε καταθέτοντας το αυτοκρατορικό στέμμα της Γερμανίας. Στις 14 Οκτωβρίου 1806, η Πρωσία υπέστη τη χειρότερη ήττα της, όταν ο Ναπολέων έγραψε στον Σουλτάνο: «Η Πρωσία έχει εξαφανιστεί». Ο βασιλιάς είχε διαφύγει στο τελευταίο άκρο της γερμανικής γης, στο Memel. Με την ειρήνη του Τίλσιτ, η Πρωσία απωθήθηκε στην ανατολική πλευρά του Έλβα. Οι Κούρσακοι (Kursachsen) πέρασαν στο Ρηνανικό ομοσπονδικό κράτος. Μέχρι τον ποταμό Έλβα, τα γαλλικά ήταν η επίσημη γλώσσα.
Το 1808, ο Ναπολέων συγκάλεσε μια συνέλευση ηγεμόνων στην Ερφούρτη. Εκεί ο Γκαίτε συνομίλησε με τον Ναπολέοντα. Συνομίλησαν για την ποίηση, και ιδιαίτερα για το δράμα και την αναπαράσταση της μοίρας. Ο Ναπολέων είπε: «Οι τραγωδίες ανήκουν σε μια σκοτεινότερη εποχή· τι θέλει κανείς πια με τη μοίρα; Η πολιτική είναι η μοίρα! …Ελάτε στο Παρίσι! Το απαιτώ απολύτως από εσάς. Εκεί υπάρχει μια ευρύτερη κοσμοαντίληψη».
1809: Ο Γκαίτε έγινε 60 ετών. Ο πρώτος τόμος του Φάουστ μόλις είχε εκδοθεί. Πέντε χρόνια νωρίτερα, το 1804, είχε πεθάνει ο Καντ σε ηλικία 80 ετών· τέσσερα χρόνια πριν, το 1805, είχε –πριν την ώρα του– παρασυρθεί από τον θάνατο ο Schiller. Το 1809 ο Ναπολέων υπέστη την πρώτη του βαριά ήττα στη μάχη του Άσπερν. Οι Τιρολέζοι αγρότες, υπό την ηγεσία του Αντρέας Χόφερ, εξεγέρθηκαν.
Στο μεταξύ, στον Βορρά, η Πρωσία είχε αρχίσει να ξαναβρίσκει ένα «σταθερό και καθαρό πνεύμα» (Φίχτε). Ο βαρόνος φον Στάιν ηγήθηκε της αναδιοργάνωσης της διοίκησης. Ο Σάρνχορστ δημιούργησε πνεύμα και μορφή για έναν νέο στρατό. Ο Φίχτε εκφώνησε στην Ακαδημία του Βερολίνου λόγους για το γερμανικό έθνος. Ο Σλάιερμαχερ έγινε μέσω των κηρυγμάτων του στον ναό της Αγίας Τριάδας ο πολιτικός δάσκαλος της κοινωνίας του Βερολίνου.
Το 1809, ο Βίλχελμ φον Χούμπολντ έγινε Πρώσος Υπουργός Πολιτισμού και προώθησε την ίδρυση του Πανεπιστημίου του Βερολίνου, ένα εγχείρημα που είχε προετοιμαστεί με τα υπομνήματα του Φίχτε και του Σλάιερμαχερ. Την ίδια χρονιά, η βασιλική αυλή επέστρεψε από το Κένιγκσμπεργκ στο Βερολίνο. Την επόμενη χρονιά πέθανε η βασίλισσα Λουίζα. Την επόμενη χρονιά, ο Χάινριχ φον Κλάιστ, ο ποιητής που για καιρό βασανιζόταν από το σκοτεινό σχέδιο να εξοντώσει βίαια τον Ναπολέοντα, αυτοκτόνησε στη λίμνη Βάνζεε (Wannsee) — τον Ναπολέοντα, που ο Γκαίτε θαύμαζε ως ένα μεγάλο «φυσικό φαινόμενο», που ο Χέγκελ, όταν τον είδε να περνάει έφιππος μέσα από την πόλη μετά τη μάχη της Ιένας, αποκάλεσε «παγκόσμιο πνεύμα», και για τον οποίο ο γηραιός Μπλύχερ είπε: «Αφήστε τον, είναι τελικά ένας ανόητος».
Στο μεταξύ, ο Χάρντενμπεργκ, ο διπλωμάτης, είχε γίνει καγκελάριος του Πρωσικού Κράτους· αυτός συγκράτησε την αυξανόμενη πρωσογερμανική εξέγερση από ένα πρόωρο ξέσπασμα.
Όλοι αυτοί οι νέοι άντρες, αν και πολύ διαφορετικοί και ιδιόρρυθμοι στον χαρακτήρα τους, ήταν ενωμένοι σε αυτό που επιδίωκαν. Αυτό που επιδίωκαν, εκφράζεται σε εκείνο το προειδοποιητικό ρητό που κυκλοφορούσε μεταξύ τους. Ονόμαζαν μεταξύ τους το αναδυόμενο Πρωσικό Κράτος ως το «Κράτος της Νοημοσύνης», δηλαδή του Πνεύματος. Πρώτος απ’ όλους, ο στρατιωτικός Σαρνχόρστ απαιτούσε όλο και πιο επίμονα για τον πόλεμο μεν ανδρεία, για την ειρήνη όμως, γνώσεις και ξανά γνώσεις και παιδεία. Παιδεία τότε σήμαινε: ουσιαστική γνώση, που διαμορφώνει όλες τις βασικές καταστάσεις της ιστορικής ύπαρξης – εκείνη τη γνώση που αποτελεί την προϋπόθεση κάθε μεγάλης βούλησης.
Και σύντομα θα αποκαλυπτόταν η βαθιά αναλήθεια εκείνης της φράσης που είπε ο Ναπολέων στον Γκαίτε στην Ερφούρτη: «Η πολιτική είναι η μοίρα». Όχι – το Πνεύμα είναι η μοίρα και μοίρα είναι το Πνεύμα. Η ουσία του Πνεύματος όμως είναι η ελευθερία.
Το 1809 δημοσιεύθηκε η πραγματεία του Σέλινγκ για την ελευθερία. Είναι το μεγαλύτερο έργο του Σέλινγκ και ταυτόχρονα ένα από τα βαθύτερα έργα της γερμανικής και, επομένως, της δυτικής φιλοσοφίας.
Δύο χρόνια πριν από την Πραγματεία περί Ελευθερίας του Schelling, το 1807, είχε εκδοθεί το πρώτο και μεγαλύτερο έργο του Hegel, η Φαινομενολογία του Πνεύματος. To προοίμιο αυτού του έργου περιέχει μια αυστηρή απόρριψη του Schelling και οδήγησε στη οριστική ρήξη μεταξύ των δύο παιδικών φίλων. Ο τρίτος της φιλίας αυτής των νεαρών Σουαβών (Schwaben), ο Hölderlin, είχε την ίδια περίοδο παρθεί από τους θεούς του, υπό την προστασία της τρέλας.
Έτσι, οι τρεις που ως φοιτητές στο θεολογικό ίδρυμα του Τύμπινγκεν (Tübinger Stift) είχαν μοιραστεί το ίδιο δωμάτιο, απομακρύνθηκαν στη ζωή τους — και δη στο έργο τους — ο ένας από τον άλλον, όχι όμως με έναν απλό και χαοτικό τρόπο. Ο καθένας ολοκλήρωσε, σύμφωνα με τον δικό του εσωτερικό νόμο, μια διαμόρφωση του γερμανικού πνεύματος, της οποίας η μεταμόρφωση σε ιστορική δύναμη δεν έχει ακόμη συντελεστεί – και δεν μπορεί να συντελεστεί παρά μόνο όταν θα έχουμε πρώτα ξαναμάθει να θαυμάζουμε και να τιμούμε το δημιουργικό έργο.
Όταν ο Schelling δημοσίευσε την Πραγματεία περί Ελευθερίας, ήταν 34 ετών. Το πρώτο του φιλοσοφικό έργο το εξέδωσε κατά το τελευταίο έτος των σπουδών του (1794): Περί της δυνατότητας μιας μορφής φιλοσοφίας εν γένει. Πιο διευρυμένη δεν θα μπορούσε να είναι η φιλοσοφική προβληματική. Από αυτό το έργο έως την «Πραγματεία περί Ελευθερίας», εξελίσσεται μια θυελλώδης ανάπτυξη της σκέψης του. Κάθε έτος αυτής της 15ετούς περιόδου φέρνει μία ή περισσότερες πραγματείες, και ενδιάμεσα κομβικά έργα όπως ο «Πρώτος Σχεδιασμός ενός Συστήματος της Φιλοσοφίας της Φύσης» (1799) και το «Σύστημα του Υπερβατικού Ιδεαλισμού» (1800). Το πρώτο μετέφερε τον ιδεαλισμό του Fichte σε εντελώς νέο πεδίο και τον ιδεαλισμό εν γένει σε νέα τροχιά. Το δεύτερο αποτέλεσε πρόδρομο της «Φαινομενολογίας του Πνεύματος» του Hegel και προϋπόθεση για τα μεταγενέστερα βήματα του ίδιου του Schelling. Το 1801 δημοσιεύθηκε η «Παρουσίαση του Συστήματός μου της Φιλοσοφίας».
Μετά την Πραγματεία περί Ελευθερίας, ο Schelling –με εξαίρεση μερικούς περιστασιακούς λόγους και την κατωτέρω αναφερόμενη πολεμική εναντίον του F. H. Jacobi– δεν δημοσίευσε τίποτε άλλο. Ωστόσο, αυτή η περίοδος των 45 ετών μέχρι τον θάνατό του το 1854 δεν συνιστά ούτε ξεκούραση πάνω σε όσα είχε ήδη κατακτήσει, ούτε πολύ περισσότερο, εξάντληση της διανοητικής του δύναμης. Αν δεν έλαβε μορφή το κύριο έργο του, αυτό οφείλεται στον τύπο των ερωτημάτων στα οποία είχε εισέλθει ο Schelling από την εποχή της Πραγματείας και εξής.
b) Άμεση πρόθεση και μέθοδος της ερμηνείας
Μόνο από εδώ μπορεί να κατανοηθεί η εποχή της σιωπής – ή μάλλον καλύτερα, αντιστρόφως: το γεγονός αυτής της σιωπής ρίχνει φως στη δυσκολία και τη νεωτερικότητα του ερωτήματος, και στη σαφή γνώση του στοχαστή γύρω από όλα αυτά. Όσα συνήθως παρατίθενται για να εξηγήσουν αυτήν την περίοδο της σιωπής του Schelling ανήκουν, κατά βάση, στη δεύτερη ή τρίτη τάξη και στην ουσία στον χώρο του κουτσομπολιού. Ο ίδιος ο Schelling φέρει κάποια ευθύνη για αυτό, στο βαθμό που δεν ήταν αρκετά απρόσβλητος απέναντί του. Όμως αυτό που πράγματι συνέβαινε σε αυτήν την εποχή της συγγραφικής σιωπής, ως στοχαστική εργασία, μπορούμε να το εκτιμήσουμε κάπως από τις περίπου 90 διαλέξεις που μας έχουν διασωθεί από την φιλοσοφική του παρακαταθήκη. Κάπως – γιατί ανάμεσα σε διαλέξεις και σε ολοκληρωμένο, κατασταλαγμένο έργο δεν υπάρχει μόνο μία βαθμιαία, αλλά μια ουσιώδης διαφορά.
Ο Schelling, όμως, έπρεπε –αν πρέπει να το πούμε– να αποτύχει στο έργο του, επειδή το ερώτημα, στο τότε δεδομένο πλαίσιο της φιλοσοφίας, δεν επέτρεπε κανένα εσωτερικό κέντρο. Ακόμα και ο μοναδικός στοχαστής μετά τον Schelling, ο Νίτσε, κατέρρευσε με το κύριο έργο του, «Η βούληση για δύναμη», και μάλιστα για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Όμως αυτή η διπλή μεγάλη αποτυχία των σπουδαιότερων στοχαστών δεν είναι ματαίωση ούτε κάτι αρνητικό – αντιθέτως: είναι ένδειξη της ανάδυσης ενός εντελώς διαφορετικού, μια πρώτη λάμψη μιας νέας αρχής. Όποιος θα γνώριζε πραγματικά και με επίγνωση το βαθύτερο νόημα αυτής της αποτυχίας, θα έπρεπε να γίνει ο θεμελιωτής αυτής της νέας αρχής της δυτικής φιλοσοφίας.
Ο Νίτσε έγραψε κάποτε, στην εποχή της μέγιστης δημιουργίας και της βαθύτερης μοναξιάς του, σε αφιέρωση ενός αντιτύπου του βιβλίου του «Αυγή» (1881), τους εξής στίχους:
«Όποιος είχε κάποτε πολλά να αναγγείλει,
σιωπά πολύ μέσα του.
Όποιος άναψε κάποτε την αστραπή,
πρέπει για πολύ καιρό – να είναι σύννεφο.»
Η πραγματεία του Schelling για την ελευθερία είναι ένα από εκείνα τα σπάνια έργα, στα οποία αρχίζει να σχηματίζεται ένα τέτοιο σύννεφο. Ακόμα αιωρείται πάνω από εμάς. Εμείς, οι μεταγενέστεροι, έχουμε μόνο αυτό το ένα ως το πιο άμεσο καθήκον: να δείξουμε προς αυτό το σύννεφο. Αυτό πρέπει να συμβεί, ερμηνεύοντας την πραγματεία για την ελευθερία.
Η άμεση πρόθεση αυτής της ερμηνείας είναι όμως τριπλή:
Να κατανοηθεί η ουσία της ανθρώπινης ελευθερίας και, ταυτόχρονα το ερώτημα περί της ελευθερίας. Έτσι, μεταφέρεται το εσωτερικό κέντρο της φιλοσοφίας στη γνώση – και μέσα από τη γνώση τοποθετούμαστε εμείς οι ίδιοι μέσα στο ερώτημα.
Να προσεγγίσουμε από εδώ τη φιλοσοφία του Schelling στο σύνολό της και στα βασικά της χαρακτηριστικά.
Μέσα από αυτόν τον δρόμο να αποκτήσουμε μια κατανόηση της φιλοσοφίας του γερμανικού ιδεαλισμού ως σύνολο, από τις κινητήριες δυνάμεις του· διότι ο Schelling είναι ο κατεξοχήν δημιουργικός και πιο εκτεταμένος στοχαστής αυτής ολόκληρης της εποχής της γερμανικής φιλοσοφίας. Είναι μάλιστα τόσο πολύ, ώστε ξεπερνά τον γερμανικό ιδεαλισμό εκ των έσω, με τη δική του θεμελιώδη τοποθέτηση.
Βέβαια, το ερώτημα δεν οδηγεί σε εκείνον τον μεταφυσικό τόπο, στον οποίο ο Hölderlin έπρεπε να εξοριστεί ποιητικά – και για τον οποίο έπρεπε να παραμείνει εντελώς μόνος. Η ιστορία της μοναξιάς αυτών των ποιητών και στοχαστών δεν χρειάζεται να ξαναγραφεί – κι ούτε είναι αναγκαίο. Αρκεί να την κρατήσουμε βαθιά μέσα στη μνήμη.
Θα ξεκινήσουμε με την Πραγματεία περί Ελευθερίας του Schelling. Το κείμενό της είναι διαθέσιμο ξεχωριστά σε μια έκδοση της «Φιλοσοφικής Βιβλιοθήκης». Η μέθοδος της ερμηνείας είναι η εξής: Ακολουθούμε βήμα προς βήμα την πορεία της πραγματείας και αναπτύσσουμε, σε επιμέρους σταθμούς, εκείνο που είναι ιστορικά και ταυτόχρονα ουσιαστικά απαραίτητο να γνωρίζουμε. Καθώς έτσι αποκτούμε μια κατανόηση της πραγματείας, προχωρούμε ταυτόχρονα από εμάς προς τα έξω και μέσα στο συμβάν (Geschehnis) της φιλοσοφίας του γερμανικού ιδεαλισμού· και αυτό αποκαλύπτει ταυτόχρονα τον εσώτατο νόμο αυτής της ιστορίας – και συνεπώς αυτό που κι εμείς οι ίδιοι έπρεπε να υπερβούμε, για να φτάσουμε στην ελευθερία.
Το ουσιώδες δεν υπερβαίνεται ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας απλώς και μόνο επειδή του γυρνάμε την πλάτη ή επειδή η λήθη φαίνεται να το απελευθερώνει. Διότι το ουσιώδες επιστρέφει ξανά και ξανά, και το ερώτημα παραμένει αν η εποχή είναι ώριμη και αρκετά δυνατή ώστε να το δεχτεί.
Συνεχίζεται
Ο Schelling εξετάζει τη φύση της ανθρώπινης ελευθερίας σε μια πραγματεία με τίτλο: Φιλοσοφικές έρευνες για τη φύση της ανθρώπινης ελευθερίας και τα συναφή ζητήματα. Αυτή η πραγματεία εκδόθηκε για πρώτη φορά μαζί με προηγούμενα δημοσιευμένα έργα του Schelling σε έναν τόμο, με τίτλο: Φιλοσοφικά γραπτά του F. W. Schelling. Πρώτος τόμος. Landshut, από τον πανεπιστημιακό βιβλιοπώλη Philipp Krüll, 1809.
1809: Ο Ναπολέων κυριαρχούσε, δηλαδή: καταπίεζε και ταπείνωνε τη Γερμανία. Από το 1806 η αυτοκρατορία υπήρχε μόνο κατ’ όνομα. Την ίδια χρονιά, δεκαέξι Γερμανοί ηγεμόνες είχαν ενταχθεί στο προτεκτοράτο του Ναπολέοντα και σχημάτισαν τη Συνομοσπονδία του Ρήνου. Την 1η Αυγούστου ανήγγειλαν στη συνέλευση της ομόσπονδης Βουλής στο Regensburg την αποχώρησή τους από την Αυτοκρατορία. Στις 6 Αυγούστου ο Φραγκίσκος Β΄ απάντησε καταθέτοντας το αυτοκρατορικό στέμμα της Γερμανίας. Στις 14 Οκτωβρίου 1806, η Πρωσία υπέστη τη χειρότερη ήττα της, όταν ο Ναπολέων έγραψε στον Σουλτάνο: «Η Πρωσία έχει εξαφανιστεί». Ο βασιλιάς είχε διαφύγει στο τελευταίο άκρο της γερμανικής γης, στο Memel. Με την ειρήνη του Τίλσιτ, η Πρωσία απωθήθηκε στην ανατολική πλευρά του Έλβα. Οι Κούρσακοι (Kursachsen) πέρασαν στο Ρηνανικό ομοσπονδικό κράτος. Μέχρι τον ποταμό Έλβα, τα γαλλικά ήταν η επίσημη γλώσσα.
Το 1808, ο Ναπολέων συγκάλεσε μια συνέλευση ηγεμόνων στην Ερφούρτη. Εκεί ο Γκαίτε συνομίλησε με τον Ναπολέοντα. Συνομίλησαν για την ποίηση, και ιδιαίτερα για το δράμα και την αναπαράσταση της μοίρας. Ο Ναπολέων είπε: «Οι τραγωδίες ανήκουν σε μια σκοτεινότερη εποχή· τι θέλει κανείς πια με τη μοίρα; Η πολιτική είναι η μοίρα! …Ελάτε στο Παρίσι! Το απαιτώ απολύτως από εσάς. Εκεί υπάρχει μια ευρύτερη κοσμοαντίληψη».
1809: Ο Γκαίτε έγινε 60 ετών. Ο πρώτος τόμος του Φάουστ μόλις είχε εκδοθεί. Πέντε χρόνια νωρίτερα, το 1804, είχε πεθάνει ο Καντ σε ηλικία 80 ετών· τέσσερα χρόνια πριν, το 1805, είχε –πριν την ώρα του– παρασυρθεί από τον θάνατο ο Schiller. Το 1809 ο Ναπολέων υπέστη την πρώτη του βαριά ήττα στη μάχη του Άσπερν. Οι Τιρολέζοι αγρότες, υπό την ηγεσία του Αντρέας Χόφερ, εξεγέρθηκαν.
Στο μεταξύ, στον Βορρά, η Πρωσία είχε αρχίσει να ξαναβρίσκει ένα «σταθερό και καθαρό πνεύμα» (Φίχτε). Ο βαρόνος φον Στάιν ηγήθηκε της αναδιοργάνωσης της διοίκησης. Ο Σάρνχορστ δημιούργησε πνεύμα και μορφή για έναν νέο στρατό. Ο Φίχτε εκφώνησε στην Ακαδημία του Βερολίνου λόγους για το γερμανικό έθνος. Ο Σλάιερμαχερ έγινε μέσω των κηρυγμάτων του στον ναό της Αγίας Τριάδας ο πολιτικός δάσκαλος της κοινωνίας του Βερολίνου.
Το 1809, ο Βίλχελμ φον Χούμπολντ έγινε Πρώσος Υπουργός Πολιτισμού και προώθησε την ίδρυση του Πανεπιστημίου του Βερολίνου, ένα εγχείρημα που είχε προετοιμαστεί με τα υπομνήματα του Φίχτε και του Σλάιερμαχερ. Την ίδια χρονιά, η βασιλική αυλή επέστρεψε από το Κένιγκσμπεργκ στο Βερολίνο. Την επόμενη χρονιά πέθανε η βασίλισσα Λουίζα. Την επόμενη χρονιά, ο Χάινριχ φον Κλάιστ, ο ποιητής που για καιρό βασανιζόταν από το σκοτεινό σχέδιο να εξοντώσει βίαια τον Ναπολέοντα, αυτοκτόνησε στη λίμνη Βάνζεε (Wannsee) — τον Ναπολέοντα, που ο Γκαίτε θαύμαζε ως ένα μεγάλο «φυσικό φαινόμενο», που ο Χέγκελ, όταν τον είδε να περνάει έφιππος μέσα από την πόλη μετά τη μάχη της Ιένας, αποκάλεσε «παγκόσμιο πνεύμα», και για τον οποίο ο γηραιός Μπλύχερ είπε: «Αφήστε τον, είναι τελικά ένας ανόητος».
Στο μεταξύ, ο Χάρντενμπεργκ, ο διπλωμάτης, είχε γίνει καγκελάριος του Πρωσικού Κράτους· αυτός συγκράτησε την αυξανόμενη πρωσογερμανική εξέγερση από ένα πρόωρο ξέσπασμα.
Όλοι αυτοί οι νέοι άντρες, αν και πολύ διαφορετικοί και ιδιόρρυθμοι στον χαρακτήρα τους, ήταν ενωμένοι σε αυτό που επιδίωκαν. Αυτό που επιδίωκαν, εκφράζεται σε εκείνο το προειδοποιητικό ρητό που κυκλοφορούσε μεταξύ τους. Ονόμαζαν μεταξύ τους το αναδυόμενο Πρωσικό Κράτος ως το «Κράτος της Νοημοσύνης», δηλαδή του Πνεύματος. Πρώτος απ’ όλους, ο στρατιωτικός Σαρνχόρστ απαιτούσε όλο και πιο επίμονα για τον πόλεμο μεν ανδρεία, για την ειρήνη όμως, γνώσεις και ξανά γνώσεις και παιδεία. Παιδεία τότε σήμαινε: ουσιαστική γνώση, που διαμορφώνει όλες τις βασικές καταστάσεις της ιστορικής ύπαρξης – εκείνη τη γνώση που αποτελεί την προϋπόθεση κάθε μεγάλης βούλησης.
Και σύντομα θα αποκαλυπτόταν η βαθιά αναλήθεια εκείνης της φράσης που είπε ο Ναπολέων στον Γκαίτε στην Ερφούρτη: «Η πολιτική είναι η μοίρα». Όχι – το Πνεύμα είναι η μοίρα και μοίρα είναι το Πνεύμα. Η ουσία του Πνεύματος όμως είναι η ελευθερία.
Το 1809 δημοσιεύθηκε η πραγματεία του Σέλινγκ για την ελευθερία. Είναι το μεγαλύτερο έργο του Σέλινγκ και ταυτόχρονα ένα από τα βαθύτερα έργα της γερμανικής και, επομένως, της δυτικής φιλοσοφίας.
Δύο χρόνια πριν από την Πραγματεία περί Ελευθερίας του Schelling, το 1807, είχε εκδοθεί το πρώτο και μεγαλύτερο έργο του Hegel, η Φαινομενολογία του Πνεύματος. To προοίμιο αυτού του έργου περιέχει μια αυστηρή απόρριψη του Schelling και οδήγησε στη οριστική ρήξη μεταξύ των δύο παιδικών φίλων. Ο τρίτος της φιλίας αυτής των νεαρών Σουαβών (Schwaben), ο Hölderlin, είχε την ίδια περίοδο παρθεί από τους θεούς του, υπό την προστασία της τρέλας.
Έτσι, οι τρεις που ως φοιτητές στο θεολογικό ίδρυμα του Τύμπινγκεν (Tübinger Stift) είχαν μοιραστεί το ίδιο δωμάτιο, απομακρύνθηκαν στη ζωή τους — και δη στο έργο τους — ο ένας από τον άλλον, όχι όμως με έναν απλό και χαοτικό τρόπο. Ο καθένας ολοκλήρωσε, σύμφωνα με τον δικό του εσωτερικό νόμο, μια διαμόρφωση του γερμανικού πνεύματος, της οποίας η μεταμόρφωση σε ιστορική δύναμη δεν έχει ακόμη συντελεστεί – και δεν μπορεί να συντελεστεί παρά μόνο όταν θα έχουμε πρώτα ξαναμάθει να θαυμάζουμε και να τιμούμε το δημιουργικό έργο.
Όταν ο Schelling δημοσίευσε την Πραγματεία περί Ελευθερίας, ήταν 34 ετών. Το πρώτο του φιλοσοφικό έργο το εξέδωσε κατά το τελευταίο έτος των σπουδών του (1794): Περί της δυνατότητας μιας μορφής φιλοσοφίας εν γένει. Πιο διευρυμένη δεν θα μπορούσε να είναι η φιλοσοφική προβληματική. Από αυτό το έργο έως την «Πραγματεία περί Ελευθερίας», εξελίσσεται μια θυελλώδης ανάπτυξη της σκέψης του. Κάθε έτος αυτής της 15ετούς περιόδου φέρνει μία ή περισσότερες πραγματείες, και ενδιάμεσα κομβικά έργα όπως ο «Πρώτος Σχεδιασμός ενός Συστήματος της Φιλοσοφίας της Φύσης» (1799) και το «Σύστημα του Υπερβατικού Ιδεαλισμού» (1800). Το πρώτο μετέφερε τον ιδεαλισμό του Fichte σε εντελώς νέο πεδίο και τον ιδεαλισμό εν γένει σε νέα τροχιά. Το δεύτερο αποτέλεσε πρόδρομο της «Φαινομενολογίας του Πνεύματος» του Hegel και προϋπόθεση για τα μεταγενέστερα βήματα του ίδιου του Schelling. Το 1801 δημοσιεύθηκε η «Παρουσίαση του Συστήματός μου της Φιλοσοφίας».
Μετά την Πραγματεία περί Ελευθερίας, ο Schelling –με εξαίρεση μερικούς περιστασιακούς λόγους και την κατωτέρω αναφερόμενη πολεμική εναντίον του F. H. Jacobi– δεν δημοσίευσε τίποτε άλλο. Ωστόσο, αυτή η περίοδος των 45 ετών μέχρι τον θάνατό του το 1854 δεν συνιστά ούτε ξεκούραση πάνω σε όσα είχε ήδη κατακτήσει, ούτε πολύ περισσότερο, εξάντληση της διανοητικής του δύναμης. Αν δεν έλαβε μορφή το κύριο έργο του, αυτό οφείλεται στον τύπο των ερωτημάτων στα οποία είχε εισέλθει ο Schelling από την εποχή της Πραγματείας και εξής.
b) Άμεση πρόθεση και μέθοδος της ερμηνείας
Μόνο από εδώ μπορεί να κατανοηθεί η εποχή της σιωπής – ή μάλλον καλύτερα, αντιστρόφως: το γεγονός αυτής της σιωπής ρίχνει φως στη δυσκολία και τη νεωτερικότητα του ερωτήματος, και στη σαφή γνώση του στοχαστή γύρω από όλα αυτά. Όσα συνήθως παρατίθενται για να εξηγήσουν αυτήν την περίοδο της σιωπής του Schelling ανήκουν, κατά βάση, στη δεύτερη ή τρίτη τάξη και στην ουσία στον χώρο του κουτσομπολιού. Ο ίδιος ο Schelling φέρει κάποια ευθύνη για αυτό, στο βαθμό που δεν ήταν αρκετά απρόσβλητος απέναντί του. Όμως αυτό που πράγματι συνέβαινε σε αυτήν την εποχή της συγγραφικής σιωπής, ως στοχαστική εργασία, μπορούμε να το εκτιμήσουμε κάπως από τις περίπου 90 διαλέξεις που μας έχουν διασωθεί από την φιλοσοφική του παρακαταθήκη. Κάπως – γιατί ανάμεσα σε διαλέξεις και σε ολοκληρωμένο, κατασταλαγμένο έργο δεν υπάρχει μόνο μία βαθμιαία, αλλά μια ουσιώδης διαφορά.
Ο Schelling, όμως, έπρεπε –αν πρέπει να το πούμε– να αποτύχει στο έργο του, επειδή το ερώτημα, στο τότε δεδομένο πλαίσιο της φιλοσοφίας, δεν επέτρεπε κανένα εσωτερικό κέντρο. Ακόμα και ο μοναδικός στοχαστής μετά τον Schelling, ο Νίτσε, κατέρρευσε με το κύριο έργο του, «Η βούληση για δύναμη», και μάλιστα για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Όμως αυτή η διπλή μεγάλη αποτυχία των σπουδαιότερων στοχαστών δεν είναι ματαίωση ούτε κάτι αρνητικό – αντιθέτως: είναι ένδειξη της ανάδυσης ενός εντελώς διαφορετικού, μια πρώτη λάμψη μιας νέας αρχής. Όποιος θα γνώριζε πραγματικά και με επίγνωση το βαθύτερο νόημα αυτής της αποτυχίας, θα έπρεπε να γίνει ο θεμελιωτής αυτής της νέας αρχής της δυτικής φιλοσοφίας.
Ο Νίτσε έγραψε κάποτε, στην εποχή της μέγιστης δημιουργίας και της βαθύτερης μοναξιάς του, σε αφιέρωση ενός αντιτύπου του βιβλίου του «Αυγή» (1881), τους εξής στίχους:
«Όποιος είχε κάποτε πολλά να αναγγείλει,
σιωπά πολύ μέσα του.
Όποιος άναψε κάποτε την αστραπή,
πρέπει για πολύ καιρό – να είναι σύννεφο.»
Η πραγματεία του Schelling για την ελευθερία είναι ένα από εκείνα τα σπάνια έργα, στα οποία αρχίζει να σχηματίζεται ένα τέτοιο σύννεφο. Ακόμα αιωρείται πάνω από εμάς. Εμείς, οι μεταγενέστεροι, έχουμε μόνο αυτό το ένα ως το πιο άμεσο καθήκον: να δείξουμε προς αυτό το σύννεφο. Αυτό πρέπει να συμβεί, ερμηνεύοντας την πραγματεία για την ελευθερία.
Η άμεση πρόθεση αυτής της ερμηνείας είναι όμως τριπλή:
Να κατανοηθεί η ουσία της ανθρώπινης ελευθερίας και, ταυτόχρονα το ερώτημα περί της ελευθερίας. Έτσι, μεταφέρεται το εσωτερικό κέντρο της φιλοσοφίας στη γνώση – και μέσα από τη γνώση τοποθετούμαστε εμείς οι ίδιοι μέσα στο ερώτημα.
Να προσεγγίσουμε από εδώ τη φιλοσοφία του Schelling στο σύνολό της και στα βασικά της χαρακτηριστικά.
Μέσα από αυτόν τον δρόμο να αποκτήσουμε μια κατανόηση της φιλοσοφίας του γερμανικού ιδεαλισμού ως σύνολο, από τις κινητήριες δυνάμεις του· διότι ο Schelling είναι ο κατεξοχήν δημιουργικός και πιο εκτεταμένος στοχαστής αυτής ολόκληρης της εποχής της γερμανικής φιλοσοφίας. Είναι μάλιστα τόσο πολύ, ώστε ξεπερνά τον γερμανικό ιδεαλισμό εκ των έσω, με τη δική του θεμελιώδη τοποθέτηση.
Βέβαια, το ερώτημα δεν οδηγεί σε εκείνον τον μεταφυσικό τόπο, στον οποίο ο Hölderlin έπρεπε να εξοριστεί ποιητικά – και για τον οποίο έπρεπε να παραμείνει εντελώς μόνος. Η ιστορία της μοναξιάς αυτών των ποιητών και στοχαστών δεν χρειάζεται να ξαναγραφεί – κι ούτε είναι αναγκαίο. Αρκεί να την κρατήσουμε βαθιά μέσα στη μνήμη.
Θα ξεκινήσουμε με την Πραγματεία περί Ελευθερίας του Schelling. Το κείμενό της είναι διαθέσιμο ξεχωριστά σε μια έκδοση της «Φιλοσοφικής Βιβλιοθήκης». Η μέθοδος της ερμηνείας είναι η εξής: Ακολουθούμε βήμα προς βήμα την πορεία της πραγματείας και αναπτύσσουμε, σε επιμέρους σταθμούς, εκείνο που είναι ιστορικά και ταυτόχρονα ουσιαστικά απαραίτητο να γνωρίζουμε. Καθώς έτσι αποκτούμε μια κατανόηση της πραγματείας, προχωρούμε ταυτόχρονα από εμάς προς τα έξω και μέσα στο συμβάν (Geschehnis) της φιλοσοφίας του γερμανικού ιδεαλισμού· και αυτό αποκαλύπτει ταυτόχρονα τον εσώτατο νόμο αυτής της ιστορίας – και συνεπώς αυτό που κι εμείς οι ίδιοι έπρεπε να υπερβούμε, για να φτάσουμε στην ελευθερία.
Το ουσιώδες δεν υπερβαίνεται ποτέ στην ιστορία της ανθρωπότητας απλώς και μόνο επειδή του γυρνάμε την πλάτη ή επειδή η λήθη φαίνεται να το απελευθερώνει. Διότι το ουσιώδες επιστρέφει ξανά και ξανά, και το ερώτημα παραμένει αν η εποχή είναι ώριμη και αρκετά δυνατή ώστε να το δεχτεί.
Συνεχίζεται
ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΚΑΠΟΙΟΣ ΞΕΡΕΙ ΝΑ ΓΡΑΦΕΙ ΚΟΛΥΜΠΩΝΤΑΣ ΣΤΑ ΗΣΥΧΑ ΓΑΛΑΖΟΠΡΑΣΙΝΑ ΝΕΡΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ. Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΛΙΑΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΙΕΡΗ ΠΑΡΑΛΙΑ ΤΗΣ ΔΗΛΟΥ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου