Ο Χριστός κυβερνάει τον κόσμο!
Ομιλίες εσχατολογικού περιεχομένου
Του π. Συμεών Κραγιόπουλου
Ο Χριστός κυβερνάει τον κόσμο-Στὴν Ἐκκλησία να φυτευθοῦμε, στον Χριστό να ριζώσουμε γ
Κάτι ἔχουμε πάθει
Ἀλλ᾽ οὔπω ἐστί το τέλος. Μή φοβάστε, λέει –ἀπό ὅλα αὐτά που θα γίνουν δηλαδή- δὲν εἶναι ἀκόμη το τέλος. Αὐτό το τέλος βέβαια ποῦ ἀναφέρεται τώρα; Δὲν θὰ γίνει ἀκόμη ἡ ἄλωση, ἄς ποῦμε, τῆς Ἱερουσαλήμ. Ὅλα αὐτά θα γίνουν πρίν ἀπό τό 70 μ.Χ. Λίγο αργότερα θά ἔλθει ἡ καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἀλλὰ αὐτὸ τὸ οὔπω ἐστί τό τέλος, «ἀκόμη δὲν θὰ ἔχει ἔλθει το τέλος», μπορεῖ νὰ ἀναφέρεται στο τέλος τοῦ κόσμου, στη Δευτέρα Παρουσία.
Εὔκολα οἱ ἄνθρωποι παρασύρονται ἀπό τέτοια καί ἀρχίζουν: «Θὰ ἔρθει το τέλος, ἔρχεται το τέλος. Πότε ἔρχεται το τέλος;» Ὁ Κύριος ὅμως βεβαιώνει τους μαθητάς: ἀλλ᾽ οὔπω ἐστί τό τέλος. Καί σήμερα ἀκοῦμε ὁρισμένα πράγματα. Μερικοί μάλιστα, κάτι κύριοι και κάτι κυρίες καί δέν ξέρω πόσοι ἄλλοι «προφῆτες», παρουσιάζονται καί λένε: «Νά, σε δυό χρόνια, να, σε τέσσερα χρόνια...» Δέν ἐννοῶ μόνο τους χιλιαστές ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι κάθε τόσο λένε ὅτι θά γίνει τοῦτο, θὰ γίνει ἐκεῖνο. Καί ἄλλοι οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι δὲν εἶναι χιλιαστές καί μάλιστα κά νουν τὸν ὀρθόδοξο, κάθε τόσο καί αὐτοί βάζουν ἡμερομηνίες: «Ἔρχεται το τέλος, ἔρχεται ἡ καταστροφή». Δέν το ξέρουμε αὐτό. Αὐτό μόνο ὁ Θεός το ξέρει.
Εγερθήσεται γάρ ἔθνος ἐπί ἔθνος και βασιλεία ἐπί βασιλείαν, καί ἔσονται λιμοί καί λοιμοί καί σεισμοί κατά τόπους. Θὰ ξεσηκωθεῖ τὸ ἕνα ἔθνος ἐναντίον τοῦ ἄλλου, ἡ μια βασιλεία ἐναντίον τῆς ἄλ λης, θὰ ἔρθει πείνα, θα μεταδοθοῦν καὶ θὰ ἐξαπλωθοῦν ἀσθένειες στοὺς ἀνθρώπους, σεισμοί θά γίνουν. Βλέπετε, κάθε τόσο συμβαίνουν τέτοια. Δέν ἀναφέρον ται δηλαδή αὐτά μόνο σ' ἐκεῖνα τὰ χρόνια ἀλλὰ σὲ ὅλη τή διάρκεια, ἄς ποῦμε, τῆς ζωῆς τῆς ἀνθρωπότητος, ἀπό τότε που μιλάει ὁ Κύριος μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία. Καί πόλεμοι καί ἐξεγέρσεις τοῦ ἑνὸς ἔθνους ἐναντίον τοῦ ἄλλου, τοῦ ἑνὸς κρά τους ἐναντίον τοῦ ἄλλου, καὶ ἀσθένειες καί πείνα καί σεισμοί...
Ἕως τότε δέν γίνονταν σεισμοί καί δὲν ἐρχόταν πείνα; Οπωσδήποτε εἶχαν ἔρθει καί πείνα καί ἀρρώστιες καὶ εἶχαν γίνει σεισμοί. Επομένως, μὲ τὸ νὰ λέει ὅτι θὰ ἔρθουν πείνα καὶ ἀσθένειες καὶ θὰ γί νουν σεισμοί, δέν θέλει νὰ πεῖ ὅτι θὰ παρουσιαστεῖ κάτι τὸ ὁποῖο δὲν ἔγινε ποτέ καί τώρα θὰ γίνει, ὥστε νὰ εἶναι σημάδι τοῦ τέλους.
Νομίζω, καθώς λέει αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Κύριος, ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος πρέπει νὰ δεχθοῦμε ὅτι νὰ, ἔτσι εἶναι ἡ ζωή: πείνα ἔχει, ἀρρώστιες ἔχει, σεισμούς ἔχει, τὰ ὁποῖα θυμίζουν ὅτι δὲν εἴμαστε ἐδῶ γιὰ πάντα· εἴμαστε προσωρινοί. Δηλαδή, κάτι τὸ ὁποῖο δέν εἶναι στέρεο, μᾶς θυμίζει πάντοτε ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ πάει πολύ. Σκεπτόμουν αὐτές τις ἡμέρες, καθώς εἰπαν ὅτι ὁ σεισμός στην Καλαμάτα ὀφείλεται στη σύγκλιση τῶν λιθοσφαιρικών πλακῶν ποὺ ὑπάρχουν ἐκεῖ, ὅτι εἶναι ἔτσι φτιαγμένη ἡ γῆ ἀπό τόν Θεό. Οἰκονόμησε ὁ Θεός νὰ εἶναι ἔτσι τὰ πράγματα. Ἄν δὲν ἔπεφτε, ἂν δὲν ἁμάρτανε ὁ ἄνθρωπος καί ζοῦσε ἐδῶ στή γῆ, δέν θά συνέβαιναν αὐτά, σεισμοί καί τέτοια.
Για να το καταλάβουμε καλύτερα, νὰ ποῦμε τὸ ἑξῆς. Ὅλοι οἱ πατέρες λένε ὅτι ὁ γάμος ἀρχίζει μετά την πτώση. Καί μερικοί θέτουν τὸ ἐρώτημα: Γιατί τότε ὁ Θεός ἔκανε τούς ἀνθρώπους ἄνδρα καί γυναίκα; Καί λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: Προβλέποντας ὁ Θεός ὅτι θα πέσουν οἱ ἄνθρωποι καί τούς χρειάζεται ὁ γάμος, πρόλαβε καί τούς ἔκανε ἄνδρα καί γυναίκα. Ἔτσι θα μπορούσαμε ἴσως νὰ ποῦμε -δέν ἀποκλείεται- ὅτι ὁ Θεός προβλέποντας πώς θα πέσουν οἱ ἄνθρωποι καί θά τους χρειάζονται παιδαγωγίες, ἔφτιαξε ἔτσι τὴ γῆ, ποὺ ὅταν θὰ ἔπεφτε ὁ ἄνθρωπος, να γίνονται σεισμοί. Ἂν δὲν ἔπεφτε ὁ ἄνθρωπος, δέν θα γίνονταν σεισμοί, ὥστε νὰ κινδυνεύει ὁ ἄνθρωπος· ὅπως καί ἀπό τόσα ἄλλα.
Παλαιότερα, ἄν ἐνθυμεῖσθε, ὑπῆρχαν οἱ καταστροφικές ἐκεῖνες ἀσθένειες. Τώρα ἡ ἐπιστήμη τίς ἔχει μπλοκάρει, ἄς ποῦμε, τίς ἀσθένειες αὐτές, ἀλλὰ ἔρχονται ἄλλες ἀσθένειες ποὺ δὲν μπορεῖ πάλι ἡ ἐπιστήμη να κάνει τίποτε. Ὁ καρκίνος θερίζει, δέν λογαριάζει κανέναν· οὔτε ἐπιστήμη οὔτε ἐργαστήρια οὔτε μέσα τεχνικά, που διαθέτει σήμερα ἡ ἀνθρωπότητα.
Ἑπομένως, γενικά ἄς ποῦμε, ὑπάρχει το φυσικό κακό: ἡ πείνα, οἱ ἀρρώστιες, οἱ σεισμοί, πού παιδαγωγοῦν τὸν ἄνθρωπο καί τοῦ θυμίζουν ὅτι δὲν εἶναι γιά ἐδῶ, εἶναι προσωρινός ὁ ἄνθρωπος· ἡ μόνιμη κατοικία του εἶναι ἀλλοῦ. Ἀλλά συγχρόνως, αὐτά σημαίνουν ἐπιπλέον ὅτι, ναί μέν πάντοτε γίνονται λιμοί καί λοιμοί καί σεισμοί, ἀλλά καθώς θά πλησιάζουμε πρός το τέλος, αὐτά θὰ αὐξηθοῦν πέρα ἀπό ὁποιαδήποτε πρόβλεψη και πέρα ἀπό ὁποιαδήποτε ἀνθρώπινα μέτρα καί στατιστικές.
Καί ἀσθένειες λοιπόν καί πείνα... Ἐμεῖς ἐδῶ στήν Ἑλλάδα δέν ξέρουμε τί νὰ φᾶμε γιὰ νὰ εὐχαριστηθοῦμε καλύτερα –τόσα πολλά ἔχουμε– ἐνῶ ἀλλοῦ, ὅπως ξέρετε, ὄχι ἁπλῶς πεινοῦν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά πεθαίνουν ἀπὸ τὴν πείνα. Και δεν ξέρω τί θὰ ποῦμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γι' αὐτό τό πράγμα. Νὰ τὸ δοῦμε καί ἔτσι λίγο: Τί θὰ ποῦμε;
Καμιά φορά ἔρχεται στο μυαλό μου ἡ σκέψη, ἄν μπορεῖ νὰ κάνει κανείς κάτι. Δηλαδή να γυρίζει κανείς ἀπό σπίτι σε σπίτι καί νά ρωτάει: «Τί σᾶς περισσεύει» Νὰ ἀρχίσει κανείς πρῶτα ἀπό τό περίσσευμα: «Τί σᾶς περισσεύει; Δώστε μου ἐκεῖνο, δῶστε μου το ἄλλο, ὅ,τι σᾶς περισσεύει». Νὰ τὰ μαζέψει κανείς και να πάει σ' ἐκεῖνα τὰ παιδάκια πού κάθε τόσο τὰ βάζουν στίς ἐφημερίδες, στα περιοδικά καί τά βλέπουμε σκελετωμένα, καί νά τους δώσει λίγο ζωή. Διότι, ἀφοῦ ἦλθαν στον κόσμο αὐτόν, πρέπει να ζήσουν. Ὁ Θεός τὰ ἔφερε στον κόσμο, ἀκριβῶς για νὰ ζήσουν καί αὐτά καί κάποια μέρα να ἐπιστρέψουν πάλι στον Θεό. Ἔχουν ὄχι μόνο δικαίωμα ἀλλά καί ὑποχρέωση να ζήσουν, ὅπως καί ἐμεῖς ἔχουμε καί δικαίωμα ἀλλά καί ὑποχρέωση να ζήσουμε. Και γιὰ νὰ ζήσει κανείς, χρειάζεται όρισμένα πράγματα.
Δέν ξέρω... Νὰ μοῦ ἐπιτρέψετε ἔτσι νὰ πῶς θολώνει το μυαλό μας, ἴσως ἀπό την πολλή καλοπέραση, καί δέν ἔρχονται καὶ ἰδέες νὰ σκεφτοῦμε ορισμένα πράγματα καί ὅ,τι κόπος χρειάζεται νὰ τὸν κάνουμε. Ἔχουμε ναρκωθεῖ. Ἀπό πολλές ἀπόψεις θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Κύριος ἀνοίγει θύρα, γιὰ νὰ ἀκουστεῖ καὶ τὸ Εὐαγγέλιο. Διότι, ὅταν πᾶς στὸν ἄλλο νὰ τοῦ δώσεις να φάει, δέν μπορεῖ παρά νὰ σὲ δεῖ καί σάν εὐεργέτη λίγο. Ἂν τοῦ πεῖς καί κανέναν καλό λόγο, μπορεῖ νὰ σε προσέξει. Ὄχι νὰ τοῦ τὸ ἐπιβάλεις, ἀλλά πιθανόν να σε προσέξει. Καὶ ἂν σὲ προσέξει καί μιλήσει μέσα του ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, θὰ μιλάει καί σ' ἐσένα ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, καί μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος να πιστέψει.
Πῶς δηλαδή ὁ ἀπόστολος Παῦλος πήγαινε στη μιά πόλη, στὴν ἄλλη καὶ κήρυττε, καί πίστευαν ἀμέσως· είδωλο λάτρες ἦταν και πίστευαν. Βέβαια, λίγοι ἦταν αὐτοί, ἀλλά πίστευαν. Γινόταν ἡ πρώτη μαγιά τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας. Πῆγε στούς Φιλίππους, ἦλθε στη Θεσσαλονίκη, πῆγε στη Βέροια, κατέβηκε και στην Αθήνα, πῆγε στην Κόρινθο και σε ἄλλα μέρη. Γιατί νὰ μὴν μπορεῖ νὰ γίνει καί σήμερα αὐτό; Κάτι ἔχουμε πάθει. Πῶς γεμίσαμε τόσο πολύ τη ζωή μας και πολύ κουραζόμαστε, και τελικά τι κάνουμε; Τίποτε δεν κάνουμε. Και τὰ ἀγαθά τα πετάμε ἀπό ἐδῶ καί ἀπό ἐκεῖ. Και χάνομε το νόημα τῆς ζωῆς.
Συνεχίζεται με την ομιλία: Μέσα στις δυσκολίες θα μαρτυρήσει κανείς το Ευαγγέλιο
Κάτι ἔχουμε πάθει
Ἀλλ᾽ οὔπω ἐστί το τέλος. Μή φοβάστε, λέει –ἀπό ὅλα αὐτά που θα γίνουν δηλαδή- δὲν εἶναι ἀκόμη το τέλος. Αὐτό το τέλος βέβαια ποῦ ἀναφέρεται τώρα; Δὲν θὰ γίνει ἀκόμη ἡ ἄλωση, ἄς ποῦμε, τῆς Ἱερουσαλήμ. Ὅλα αὐτά θα γίνουν πρίν ἀπό τό 70 μ.Χ. Λίγο αργότερα θά ἔλθει ἡ καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἀλλὰ αὐτὸ τὸ οὔπω ἐστί τό τέλος, «ἀκόμη δὲν θὰ ἔχει ἔλθει το τέλος», μπορεῖ νὰ ἀναφέρεται στο τέλος τοῦ κόσμου, στη Δευτέρα Παρουσία.
Εὔκολα οἱ ἄνθρωποι παρασύρονται ἀπό τέτοια καί ἀρχίζουν: «Θὰ ἔρθει το τέλος, ἔρχεται το τέλος. Πότε ἔρχεται το τέλος;» Ὁ Κύριος ὅμως βεβαιώνει τους μαθητάς: ἀλλ᾽ οὔπω ἐστί τό τέλος. Καί σήμερα ἀκοῦμε ὁρισμένα πράγματα. Μερικοί μάλιστα, κάτι κύριοι και κάτι κυρίες καί δέν ξέρω πόσοι ἄλλοι «προφῆτες», παρουσιάζονται καί λένε: «Νά, σε δυό χρόνια, να, σε τέσσερα χρόνια...» Δέν ἐννοῶ μόνο τους χιλιαστές ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι κάθε τόσο λένε ὅτι θά γίνει τοῦτο, θὰ γίνει ἐκεῖνο. Καί ἄλλοι οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι δὲν εἶναι χιλιαστές καί μάλιστα κά νουν τὸν ὀρθόδοξο, κάθε τόσο καί αὐτοί βάζουν ἡμερομηνίες: «Ἔρχεται το τέλος, ἔρχεται ἡ καταστροφή». Δέν το ξέρουμε αὐτό. Αὐτό μόνο ὁ Θεός το ξέρει.
Εγερθήσεται γάρ ἔθνος ἐπί ἔθνος και βασιλεία ἐπί βασιλείαν, καί ἔσονται λιμοί καί λοιμοί καί σεισμοί κατά τόπους. Θὰ ξεσηκωθεῖ τὸ ἕνα ἔθνος ἐναντίον τοῦ ἄλλου, ἡ μια βασιλεία ἐναντίον τῆς ἄλ λης, θὰ ἔρθει πείνα, θα μεταδοθοῦν καὶ θὰ ἐξαπλωθοῦν ἀσθένειες στοὺς ἀνθρώπους, σεισμοί θά γίνουν. Βλέπετε, κάθε τόσο συμβαίνουν τέτοια. Δέν ἀναφέρον ται δηλαδή αὐτά μόνο σ' ἐκεῖνα τὰ χρόνια ἀλλὰ σὲ ὅλη τή διάρκεια, ἄς ποῦμε, τῆς ζωῆς τῆς ἀνθρωπότητος, ἀπό τότε που μιλάει ὁ Κύριος μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία. Καί πόλεμοι καί ἐξεγέρσεις τοῦ ἑνὸς ἔθνους ἐναντίον τοῦ ἄλλου, τοῦ ἑνὸς κρά τους ἐναντίον τοῦ ἄλλου, καὶ ἀσθένειες καί πείνα καί σεισμοί...
Ἕως τότε δέν γίνονταν σεισμοί καί δὲν ἐρχόταν πείνα; Οπωσδήποτε εἶχαν ἔρθει καί πείνα καί ἀρρώστιες καὶ εἶχαν γίνει σεισμοί. Επομένως, μὲ τὸ νὰ λέει ὅτι θὰ ἔρθουν πείνα καὶ ἀσθένειες καὶ θὰ γί νουν σεισμοί, δέν θέλει νὰ πεῖ ὅτι θὰ παρουσιαστεῖ κάτι τὸ ὁποῖο δὲν ἔγινε ποτέ καί τώρα θὰ γίνει, ὥστε νὰ εἶναι σημάδι τοῦ τέλους.
Νομίζω, καθώς λέει αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Κύριος, ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος πρέπει νὰ δεχθοῦμε ὅτι νὰ, ἔτσι εἶναι ἡ ζωή: πείνα ἔχει, ἀρρώστιες ἔχει, σεισμούς ἔχει, τὰ ὁποῖα θυμίζουν ὅτι δὲν εἴμαστε ἐδῶ γιὰ πάντα· εἴμαστε προσωρινοί. Δηλαδή, κάτι τὸ ὁποῖο δέν εἶναι στέρεο, μᾶς θυμίζει πάντοτε ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ πάει πολύ. Σκεπτόμουν αὐτές τις ἡμέρες, καθώς εἰπαν ὅτι ὁ σεισμός στην Καλαμάτα ὀφείλεται στη σύγκλιση τῶν λιθοσφαιρικών πλακῶν ποὺ ὑπάρχουν ἐκεῖ, ὅτι εἶναι ἔτσι φτιαγμένη ἡ γῆ ἀπό τόν Θεό. Οἰκονόμησε ὁ Θεός νὰ εἶναι ἔτσι τὰ πράγματα. Ἄν δὲν ἔπεφτε, ἂν δὲν ἁμάρτανε ὁ ἄνθρωπος καί ζοῦσε ἐδῶ στή γῆ, δέν θά συνέβαιναν αὐτά, σεισμοί καί τέτοια.
Για να το καταλάβουμε καλύτερα, νὰ ποῦμε τὸ ἑξῆς. Ὅλοι οἱ πατέρες λένε ὅτι ὁ γάμος ἀρχίζει μετά την πτώση. Καί μερικοί θέτουν τὸ ἐρώτημα: Γιατί τότε ὁ Θεός ἔκανε τούς ἀνθρώπους ἄνδρα καί γυναίκα; Καί λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: Προβλέποντας ὁ Θεός ὅτι θα πέσουν οἱ ἄνθρωποι καί τούς χρειάζεται ὁ γάμος, πρόλαβε καί τούς ἔκανε ἄνδρα καί γυναίκα. Ἔτσι θα μπορούσαμε ἴσως νὰ ποῦμε -δέν ἀποκλείεται- ὅτι ὁ Θεός προβλέποντας πώς θα πέσουν οἱ ἄνθρωποι καί θά τους χρειάζονται παιδαγωγίες, ἔφτιαξε ἔτσι τὴ γῆ, ποὺ ὅταν θὰ ἔπεφτε ὁ ἄνθρωπος, να γίνονται σεισμοί. Ἂν δὲν ἔπεφτε ὁ ἄνθρωπος, δέν θα γίνονταν σεισμοί, ὥστε νὰ κινδυνεύει ὁ ἄνθρωπος· ὅπως καί ἀπό τόσα ἄλλα.
Παλαιότερα, ἄν ἐνθυμεῖσθε, ὑπῆρχαν οἱ καταστροφικές ἐκεῖνες ἀσθένειες. Τώρα ἡ ἐπιστήμη τίς ἔχει μπλοκάρει, ἄς ποῦμε, τίς ἀσθένειες αὐτές, ἀλλὰ ἔρχονται ἄλλες ἀσθένειες ποὺ δὲν μπορεῖ πάλι ἡ ἐπιστήμη να κάνει τίποτε. Ὁ καρκίνος θερίζει, δέν λογαριάζει κανέναν· οὔτε ἐπιστήμη οὔτε ἐργαστήρια οὔτε μέσα τεχνικά, που διαθέτει σήμερα ἡ ἀνθρωπότητα.
Ἑπομένως, γενικά ἄς ποῦμε, ὑπάρχει το φυσικό κακό: ἡ πείνα, οἱ ἀρρώστιες, οἱ σεισμοί, πού παιδαγωγοῦν τὸν ἄνθρωπο καί τοῦ θυμίζουν ὅτι δὲν εἶναι γιά ἐδῶ, εἶναι προσωρινός ὁ ἄνθρωπος· ἡ μόνιμη κατοικία του εἶναι ἀλλοῦ. Ἀλλά συγχρόνως, αὐτά σημαίνουν ἐπιπλέον ὅτι, ναί μέν πάντοτε γίνονται λιμοί καί λοιμοί καί σεισμοί, ἀλλά καθώς θά πλησιάζουμε πρός το τέλος, αὐτά θὰ αὐξηθοῦν πέρα ἀπό ὁποιαδήποτε πρόβλεψη και πέρα ἀπό ὁποιαδήποτε ἀνθρώπινα μέτρα καί στατιστικές.
Καί ἀσθένειες λοιπόν καί πείνα... Ἐμεῖς ἐδῶ στήν Ἑλλάδα δέν ξέρουμε τί νὰ φᾶμε γιὰ νὰ εὐχαριστηθοῦμε καλύτερα –τόσα πολλά ἔχουμε– ἐνῶ ἀλλοῦ, ὅπως ξέρετε, ὄχι ἁπλῶς πεινοῦν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά πεθαίνουν ἀπὸ τὴν πείνα. Και δεν ξέρω τί θὰ ποῦμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ γι' αὐτό τό πράγμα. Νὰ τὸ δοῦμε καί ἔτσι λίγο: Τί θὰ ποῦμε;
Καμιά φορά ἔρχεται στο μυαλό μου ἡ σκέψη, ἄν μπορεῖ νὰ κάνει κανείς κάτι. Δηλαδή να γυρίζει κανείς ἀπό σπίτι σε σπίτι καί νά ρωτάει: «Τί σᾶς περισσεύει» Νὰ ἀρχίσει κανείς πρῶτα ἀπό τό περίσσευμα: «Τί σᾶς περισσεύει; Δώστε μου ἐκεῖνο, δῶστε μου το ἄλλο, ὅ,τι σᾶς περισσεύει». Νὰ τὰ μαζέψει κανείς και να πάει σ' ἐκεῖνα τὰ παιδάκια πού κάθε τόσο τὰ βάζουν στίς ἐφημερίδες, στα περιοδικά καί τά βλέπουμε σκελετωμένα, καί νά τους δώσει λίγο ζωή. Διότι, ἀφοῦ ἦλθαν στον κόσμο αὐτόν, πρέπει να ζήσουν. Ὁ Θεός τὰ ἔφερε στον κόσμο, ἀκριβῶς για νὰ ζήσουν καί αὐτά καί κάποια μέρα να ἐπιστρέψουν πάλι στον Θεό. Ἔχουν ὄχι μόνο δικαίωμα ἀλλά καί ὑποχρέωση να ζήσουν, ὅπως καί ἐμεῖς ἔχουμε καί δικαίωμα ἀλλά καί ὑποχρέωση να ζήσουμε. Και γιὰ νὰ ζήσει κανείς, χρειάζεται όρισμένα πράγματα.
Δέν ξέρω... Νὰ μοῦ ἐπιτρέψετε ἔτσι νὰ πῶς θολώνει το μυαλό μας, ἴσως ἀπό την πολλή καλοπέραση, καί δέν ἔρχονται καὶ ἰδέες νὰ σκεφτοῦμε ορισμένα πράγματα καί ὅ,τι κόπος χρειάζεται νὰ τὸν κάνουμε. Ἔχουμε ναρκωθεῖ. Ἀπό πολλές ἀπόψεις θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Κύριος ἀνοίγει θύρα, γιὰ νὰ ἀκουστεῖ καὶ τὸ Εὐαγγέλιο. Διότι, ὅταν πᾶς στὸν ἄλλο νὰ τοῦ δώσεις να φάει, δέν μπορεῖ παρά νὰ σὲ δεῖ καί σάν εὐεργέτη λίγο. Ἂν τοῦ πεῖς καί κανέναν καλό λόγο, μπορεῖ νὰ σε προσέξει. Ὄχι νὰ τοῦ τὸ ἐπιβάλεις, ἀλλά πιθανόν να σε προσέξει. Καὶ ἂν σὲ προσέξει καί μιλήσει μέσα του ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, θὰ μιλάει καί σ' ἐσένα ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, καί μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος να πιστέψει.
Πῶς δηλαδή ὁ ἀπόστολος Παῦλος πήγαινε στη μιά πόλη, στὴν ἄλλη καὶ κήρυττε, καί πίστευαν ἀμέσως· είδωλο λάτρες ἦταν και πίστευαν. Βέβαια, λίγοι ἦταν αὐτοί, ἀλλά πίστευαν. Γινόταν ἡ πρώτη μαγιά τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας. Πῆγε στούς Φιλίππους, ἦλθε στη Θεσσαλονίκη, πῆγε στη Βέροια, κατέβηκε και στην Αθήνα, πῆγε στην Κόρινθο και σε ἄλλα μέρη. Γιατί νὰ μὴν μπορεῖ νὰ γίνει καί σήμερα αὐτό; Κάτι ἔχουμε πάθει. Πῶς γεμίσαμε τόσο πολύ τη ζωή μας και πολύ κουραζόμαστε, και τελικά τι κάνουμε; Τίποτε δεν κάνουμε. Και τὰ ἀγαθά τα πετάμε ἀπό ἐδῶ καί ἀπό ἐκεῖ. Και χάνομε το νόημα τῆς ζωῆς.
Συνεχίζεται με την ομιλία: Μέσα στις δυσκολίες θα μαρτυρήσει κανείς το Ευαγγέλιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου