Συνέχεια από Σάββατο, 29 Φεβρουαρίου 2020
HANS URS VON BALTHASAR
HANS URS VON BALTHASAR
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEOLOGIK)
Τρίτος Τόμος
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt),
2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
Johannes Verlag, 1987
4. ΓΙΑ
ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ
V. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
(
2η συνέχεια )
Αν η διάσταση (Diastase) μεταξύ ορατής Εκκλησίας και κόσμου έχει ήδη
ξεπερασθή στον Χριστό και το Άγιό του Πνεύμα, αυτό σημαίνει ότι η Εκκλησία
είναι «διευθετημένη» στην εσώτατή της ύπαρξη (μαζί με τα μυστήρια και τις
οργανικές της τάξεις) ιεραποστολικά προς τον κόσμο. Κάτι που το δείχνει
παραδειγματικά η ιστορία τών Αποστόλων, ενώ εκφράζεται σαφώς στο τέλος τών
Ευαγγελίων τού Ματθαίου και του Λουκά (( «Οι δέ ένδεκα μαθηταί επορεύθησαν εις τήν
Γαλιλαίαν, εις τό όρος ού ετάξατο αυτοίς ο Ιησούς. και ιδόντες αυτόν
προσεκύνησαν αυτώ, οι δέ εδίστασαν. καί προσελθών ο Ιησούς ελάλησεν αυτοίς
λέγων· εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ καί επί γής. πορευθέντες μαθητεύσατε
πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις τό όνομα τού Πατρός καί τού Υιού καί τού
Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν· καί ιδού
εγώ μεθ’ υμών ειμι πάσας τάς ημέρας έως τής συντελείας τού αιώνος. αμήν»
(Ματθαίος) – «Εξήγαγε δέ αυτούς έξω έως
εις Βηθανίαν, καί επάρας τάς χείρας αυτού ευλόγησεν αυτούς. καί εγένετο εν τώ
ευλογείν αυτόν αυτούς διέστη απ’ αυτών καί ανεφέρετο εις τόν ουρανόν. καί αυτοί
προσκυνήσαντες αυτόν υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ μετά χαράς μεγάλης, καί ήσαν διά
παντός εν τώ ιερώ αινούντες καί ευλογούντες τόν Θεόν. αμήν» (Λουκάς)
- Δεν θα ξεχάσουμε μ’ αυτούς
τούς ανθρώπους και το Ευαγγέλιο! … )) . Γι’ αυτό και δεν επιτρέπεται να
εκπονήσουμε οποιαδήποτε πνευματική Εκκλησιολογία, που να ασχολείται
αποκλειστικά με το ερώτημα της σχέσεως του Αγίου Πνεύματος προς τον Χριστό
και προς την Εκκλησία, χωρίς να συμπεριλάβουμε την κοσμική διάσταση
του Πνεύματος και την ιεραποστολική (εξαρχής κοσμική θα λέγαμε) τής
Εκκλησίας. Θα πρέπη να ελεγχθούν και να αναθεωρηθούν λοιπόν εδώ κάποια
συγγράμματα των Πατέρων: τού Ωριγένη, π.χ., ο οποίος αποδίδει την όλη
Δημιουργία στον Πατέρα, τα λογικά δημιουργήματα στον Υιό, και τους Αγίους (της
Εκκλησίας) στο Πνεύμα: «επενεργεί μόνο σε κείνους, νομίζω, το Πνεύμα, που έχουν
ήδη μεταστραφή προς το καλύτερο και βαδίζουν στον δρόμο τού Ιησού Χριστού» (Περί αρχών Ι 3, 5). Αλλά και το σύγγραμμα
τού Αυγουστίνου, ο οποίος παραχωρεί μεν ένα γνήσιο μυστηριακό βάπτισμα στους
Δονατιστές, αρνούμενος όμως πως χορηγούν το Άγιο Πνεύμα. Σ’ έναν τέτοιον
‘περιορισμό’ αντιλέγει η ιστορία (οι Πράξεις) τών Αποστόλων, εκεί όπου προϋποτίθεται η δωρεά τού Πνεύματος ή
τουλάχιστον η πίστη για το βάπτισμα. Κάτι που είναι σαφές στη
μεταστροφή τού Κορνήλιου, του «φοβούμενου τον Θεό» (Πρ. 10, 2), που οι
προσευχές και οι θυσίες του ανεβαίνουν στον Θεό, και τον ειδοποιεί ο Άγγελος,
ότι η σφοδρή επιθυμία του για την αλήθεια θα εκπληρωθή (( Πράξεις 10, 1 – 6 : «Ανήρ δέ τις εν Καισαρεία ονόματι Κορνήλιος, εκατοντάρχης εκ σπείρης
τής καλουμένης Ιταλικής, ευσεβής καί φοβούμενος τόν Θεόν σύν παντί τώ οίκω
αυτού, ποιών τε ελεημοσύνας πολλάς τώ λαώ καί δεόμενος τού Θεού διά παντός,
είδεν εν οράματι φανερώς ωσεί ώραν ενάτην τής ημέρας άγγελον τού Θεού
εισελθόντα πρός αυτόν καί ειπόντα αυτώ· Κορνήλιε. ο δέ ατενίσας αυτώ καί
έμφοβος γενόμενος είπε· τί εστι, κύριε; είπε
δέ αυτώ· αι προσευχαί σου καί αι ελεημοσύναι σου ανέβησαν εις μνημόσυνον
ενώπιον τού Θεού. καί νύν πέμψον εις Ιόππην άνδρας καί μετάπεμψαι Σίμωνα τόν
επικαλούμνεον Πέτρον· ούτος ξενίζεται παρά τινι Σίμωνι βυρσεί, ώ εστιν οικία παρά θάλασσαν…» ))
. «Ενώ τού μιλούσε ο Πέτρος, κατήλθε το Άγιο Πνεύμα σε όλους που τον άκουγαν»,
ώστε να εκπλήττονται οι πιστοί εκ του Ιουδαϊσμού, «ότι εκχυνόταν και στους
εθνικούς η δωρεά τού Πνεύματος, γιατί τούς άκουγαν να μιλούν γλώσσες και να
ανυμνούν τον Θεό, οπότε κατανοεί και ο Πέτρος, ότι «δεν μπορούμε να αρνηθούμε
το βάπτισμα σ’ αυτούς που δέχτηκαν, όπως και εμείς, το Άγιο Πνεύμα» (Πρ. 10, 44
κ.ε.) (( «Έτι λαλούντος τού Πέτρου τά ρήματα ταύτα επέπεσε τό Πνεύμα τό Άγιον
επί πάντας τούς ακούοντας τόν λόγον. καί εξέστησαν οι εκ περιτομής πιστοί όσοι
συνήλθον τώ Πέτρω, ότι καί επί τά έθνη η δωρεά τού Αγίου Πνεύμαυτος εκκέχυται·
ήκουον γάρ αυτών λαλούντων γλώσσαις καί μεγαλυνόντων τόν Θεόν. τότε απεκρίθη ο
Πέτρος· μήτι τό ύδωρ κωλύσαι δύναταί τις τού μή βαπτισθήναι τούτους, οίτινες τό
Πνέυμα τό Άγιον έλαβον καθώς καί ημείς; προσέταξέ τε αυτούς βαπτισθήναι εν τώ
ονόματι τού Κυρίου. τότε ηρώτησαν αυτόν επιμείναι ημέρας τινάς» - Εδώ
βρισκόμαστε στα πρώτα χρόνια τής Εκκλησίας τού Κυρίου, και δεν θα μπορούσαμε με
κανέναν τρόπο να «προεκτείνουμε» αυτό το γεγονός – ενώ έχει «μεσολαβήσει» η
εντολή τού Κυρίου στους Αποστόλους: «Πορευθέντες, μαθητεύσατε πάντα τα
έθνη»…– λέγοντας «οικουμενιστικά» στις
μέρες μας, ότι μπορεί να δρά και εκτός Εκκλησίας το Άγιο Πνεύμα!… )) .
Αυτό μπορεί να είναι μια θεολογική διαπίστωση, αφηγηματικά επενδυμένη απ’ τον
Λουκά· αφορά όμως στον θεολογικό ακριβώς πυρήνα, ο οποίος και εκφράζεται με
γενικήν ισχύ στις Πράξεις, 11, 18 και
15, 8. Αποστέλλεται και ο Παύλος πριν
να λάβη το Άγιο Πνεύμα, με την «επίθεση των χειρών», και πριν απ’ το βάπτισμα
(Πρ. 9, 15 κ.ε.) (( «…είπε δέ πρός αυτόν (τον Ανανία) ο Κύριος· πορεύου, ότι σκεύος εκλογής μοί εστιν ούτος τού βαστάσαι τό
όνομά μου ενώπιον εθνών και βασιλέων υιών τε Ισραήλ· εγώ γάρ υποδείξω αυτώ όσα
δεί αυτόν υπέρ τού ονόματός μου παθείν. Απήλθε δέ Ανανίας και εισήλθεν εις τήν οικίαν, καί επιθείς επ’
αυτόν τάς χείρας είπε· Σαούλ αδελφέ, ο Κύριος απέσταλκέ με, Ιησούς, ο οφθείς
σοι εν τή οδώ, ή ήρχου, όπως αναβλέψης καί πλησθής Πνεύματος Αγίου. και ευθέως
απέπεσον από τών οφθαλμών αυτού ωσεί λεπίδες, ανέβλεψέ τε, καί αναστάς
εβαπτίσθη, καί λαβών τροφήν ενίσχυσεν»… )) , ενώ και ο ευνούχος Κανδάκης
πιστεύει χωρίς αμφιβολία, πριν τον βαπτίσει ο Φίλιππος (Πρ.8, 36 κ.ε) (( «…ανοίξας
δέ ο Φίλιππος τό στόμα αυτού καί αρξάμενος από τής γραφής ταύτης ευηγγελίσατο
αυτώ τόν Ιησούν. ως δέ επορεύοντο κατά τήν οδόν, ήλθον επί τι ύδωρ, καί φησιν ο
ευνούχος· ιδού ύδωρ· τί κωλύει με βαπτισθήναι; είπε δέ ο Φίλιππος· ει πιστεύεις
εξ όλης τής καρδίας, έξεστιν {είναι δυνατόν}· αποκριθείς δέ είπεν· πιστεύω
τόν υιόν τού Θεού είναι τόν Ιησούν Χριστόν. καί εκέλευσε στήναι τό
άρμα, καί κατέβησαν αμφότεροι εις τό ύδωρ, ό τε Φίλιππος καί ο ευνούχος, καί
εβάπτισεν αυτόν· ότε δέ ανέβησαν εκ
τού ύδατος, Πνεύμα Κυρίου ήρπασε τόν Φίλιππον, καί ουκ είδεν αυτόν ουκέτι ο
ευνούχος· επορεύετο γάρ τήν οδόν αυτού χαίρων…» )) .
Η αποστολή τής Εκκλησίας στον κόσμο
επιτελείται, πέραν τούτου, με δυό δεδομένα. Πρώτον, με το ότι υπάρχουν
σήμερα πολυάριθμες χριστιανικές κοινότητες, στις οποίες δεν μπορούμε να
αρνηθούμε ένα έγκυρο βάπτισμα. Όσο λίγο κι αν προβλέπεται μια τέτοια
(«οικουμενική») πολυδιάσπαση της εκκλησιαστικής ενότητας στη Γραφή, τόσο πολύ
συνιστά αυτή η πολυδιάσπαση ένα γεγονός, που αντιτίθεται σε κάθε
άμεση αντιπαράθεση Εκκλησίας και «κόσμου»
(( ! )) (( Ο κάθε «μικρό-κοσμος»
έχει και τη δική του «Εκκλησία»… Ό,τι θέλει ο κόσμος…)) . Και δεύτερον, η
προφανής, έστω και στατιστικά σπάνια με ακρίβεια διαπιστούμενη ακτινοβολία
τής χριστιανικής πίστης και των αγαθών τής σκέψης της πέρα απ’ τα
όρια της Εκκλησίας: υφίσταται σήμερα κάτι σαν μια ανώνυμη «ζύμωση» κάθε
κουλτούρας, ανεξάρτητα απ’ το αν διάκειται φιλικά, αδιαφοροποίητα ή εχθρικά
απέναντι στον χριστιανισμό, με χριστιανική (ή γενικώτερα βιβλική) ουσία.
Το Ισλάμ είναι αδιανόητο χωρίς τη Βίβλο· το ίδιο και ο μαρξισμός, ενώ η
επίδραση ενός Γκάντι στον Ινδουισμό, και ορισμένοι κοινωνικοί «τόνοι» στον
βουδισμό Ζεν δεν εξηγούνται χωρίς μια τέτοια ακτινοβολία (( Το να είναι τόσο επιφανειακή η γνώση,
αλλά και η στάση ενός εξέχοντος δυτικού «θεολόγου», αυτό προσβάλλει κατάφωρα
και την απλή έστω ανθρώπινη νόηση… Γιατί οι όποιες «ομοιότητες» περιγράφει,
μπερδεύουν ακριβώς και πλανούν την πεπτωκυία φύση μας… )) . Μια ακτινοβολία που
δεν χρειάζεται να αναχθή μονόπλευρα στις ιστορικές επιρροές τής χριστιανικής
ιεραποστολής· υπάρχει (( ας μην το ξεχνάμε!... )) το Άγιο Πνεύμα που παρίσταται και επενεργεί σε
όλον τον κόσμο.
β) Η διπλή κίνηση της Εκκλησίας
«Εξέλθετε
και διδάξτε όλους τούς λαούς, βαπτίστε τους… και διδάξτε τους να τηρούν όλα όσα
σάς προσέφερα» (Ματθ. 28, 19 κ.ε.) ((
Για την ακρίβεια (βλ. και παραπάνω): «…εδόθη
μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ καί επί γής. πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις τό όνομα τού Πατρός
καί τού Υιού και τού Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες
αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν· και ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμι πάσας τάς ημέρας έως τής συντελείας τού
αιώνος. αμήν» -
Ένας είναι ο Θεός, και τρεις οι υποστάσεις… )) . Εδώ βρίσκεται η μέχρι
το τέλος τούκόσμου, μη διακρινόμενη καθαρά, διπλή κίνηση και
διπλή αποστολή τής Εκκλησίας: απ’ τη μια, να πορευθή πέρα απ’ τον εαυτό της, προς τους λαούς και να τους διδάξη τη
χριστιανική αλήθεια έτσι, ώστε να μπορούν να την καταλάβουν και να την
αποδεχθούν (το ζήτημα του εγκεντρισμού στην κάθε κουλτούρα – “Inkulturation”), κι απ’ την άλλη, να
μην αφήση να θρυμματισθή, με την πληθώρα τών λαών, η αλήθεια, αλλά να τη
διαφυλάξη στην ίδια της την «πληρωματική» (“pleromatische”) ενότητα. Όλα τα
ζητήματα της απολογητικής, του «σημείου συνάντησης», της θεμελιακής θεολογίας,
της θεολογικής «πλειοψηφίας», βρίσκονται εδώ συγκεντρωμένα. Μπορούν μάλιστα να
υπεισέλθουν εδώ, διαχωρισμένοι ή αναμεμειγμένοι, και οι δυό παράγοντες που
αναφέρθηκαν στο τέλος τού προηγούμενου κεφαλαίου: δυνάμεις μη χριστιανικών
παραδόσεων, φιλοσοφίες και θρησκείες μπορούν να διαμορφώσουν (προετοιμασμένες
ίσως απ’ το Πνεύμα) σημεία συνάντησης, που χρειάζονται ασφαλώς (και) ένα «βάπτισμα»,
για να γίνουν χριστιανικές (ας σκεφτούμε την επανερμηνεία τής ελληνικής
θεολογίας τού Άρειου απ’ τον Αθανάσιο και τη Νίκαια), ή μπορεί και το αρχικά
χριστιανικό, που αποξενώθηκε όμως μέχρι και τον αντι-χριστιανισμό, να επανέλθη
στην πατρίδα του. Ένα παράδειγμα αρκεί προς εξήγηση: κανείς δεν μπορεί να
αμφισβητήση στα σοβαρά (και το έχει αποδείξει ως κεντρική θέση ο Χέγκελ), ότι η
ερμηνεία τών δικαιωμάτων τού ανθρώπου στη βάση τών χριστιανικών απόψεων περί
αξιοπρέπειας και ελευθερίας τού προσώπου, ανατρέχει στον ίδιον τον απεικονισμό
τού Θεού, άρα και στην αδελφοσύνη όλων
τών ανθρώπων (σ.σ.: Η κοινωνία και η
πολιτεία βασίζονται τελικά στην αμοιβαία αναγνώριση της προσωπικής αξιοπρέπειας
και των δικαιωμάτων: μια σκέψη που εισήλθε κατ’ αρχάς με τον χριστιανισμό στην
ιστορία. Σ’ αυτήν την άποψη βασίζεται ολόκληρο το οικοδόμημα της εγελιανής
φιλοσοφίας τού δικαίου). Οι πρώτες χαρακτηριστικές συνέπειες στην Αγγλία, και
μετά στην Αμερική (Διακήρυξη της Βιρτζίνια, Τζέφφερσον) το δείχνουν καθαρά, ενώ
η γαλλική «Διακήρυξη των δικαιωμάτων τού ανθρώπου και του πολίτη» (“Déclaration des droits de l’ homme et du citoyen”) το 1789 αρνείται τη θεονομική
βάση, παράγοντάς τα όλα απ’ την «έκφραση της κοινής θελήσεως» (“expression de la vοlonté
générale”). Πρώτος ο Péguy αναγνώρισε το χριστιανικό νόημα
μέσα σ’ αυτήν τη ‘μεταμφίεση’, και οι τελευταίοι Πάπες τον ακολούθησαν δίχως
δεύτερη σκέψη. Ο πάπας Παύλος VI.
λέει σ’ ένα κήρυγμα, πως «υπήρχαν σημεία συμφωνίας ανάμεσα στον χριστιανισμό
και τις μεγάλες ιδέες τής επανάστασης, που δεν έκανε τίποτα άλλο στη συνέχεια,
παρά να οικειοποιηθή κάποιες σκέψεις τού
χριστιανισμού: την αδελφοσύνη, την ελευθερία, την ισότητα, την πρόοδο, την
προσπάθεια να ανέλθη το επίπεδο τών καταπιεσμένων στρωμάτων κ.τ.λ. Είναι
χριστιανικά όλ’ αυτά, μόνο που πήραν μιαν αντι-χριστιανική κατεύθυνση». Ο δε
πάπας Ιωάννης-Παύλος ΙΙ. διατύπωσε το ίδιο πράγμα πολύ πιο φανερά, με αφορμή το
πρώτο του ταξίδι στη Γαλλία.
( συνεχίζεται )
ΠΟΣΟ ΠΟΙΟ ΚΑΘΑΡΑ ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟ ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ ΟΤΙ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΥΜΕ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΑΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ.
ΠΟΣΟ ΠΟΙΟ ΚΑΘΑΡΑ ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟ ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ ΟΤΙ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΥΜΕ ΜΠΡΟΣΤΑ ΜΑΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου