Συνέχεια από Παρασκευή, 5Μαίου 2017
HANS URS VON BALTHASAR
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEOLOGIK)
Τρίτος Τόμος
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1)
Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
3. ΑΝΑΔΡΟΜΗ
γ) Ματθαίος, Μάρκος
Tρεις
΄μαρτυρίες’ περί Πνεύματος είναι κοινές και στους τέσσερις Ευαγγελιστές: η
αναφερόμενη στη Βάπτιση του Ιησού, η βλασφημία ενάντια στο Πνεύμα, και η
υπόσχεση στους Μαθητές, ότι θα τους συμπαρασταθή στις μαρτυρίες μπροστά στο
δικαστήριο και θα τους δώση τα σωστά λόγια το Άγιο Πνεύμα. Στον Μάρκο είναι
αυτά τα τρία σημεία οι μοναδικές αναφορές στο Πνεύμα (1, 8. 3, 29. 13, 11). Το
γεγονός τής Βάπτισης με τον ανοιχθέντα Ουρανό και το αιωρούμενο με τη μορφή
περιστεράς Πνεύμα ανήκει στην αρχική υπόσταση της περί Χριστού παραδόσεως· και
ο λόγος για τη συμπαράσταση του Πνεύματος δεν μπορεί να αμφισβητηθή απ’ τον
Ιησού (ότι είναι δικός του λόγος…): είναι πιθανώς η μοναδική του αναφορά στο
Πνεύμα για τον καιρό τής Εκκλησίας, το οποίο (Πνεύμα…) θα είναι όμως, σύμφωνα
μ’ αυτόν τον λόγο, ο αυθεντικός του ερμηνευτής
στις επερχόμενες κρίσιμες ώρες γι’ αυτούς που τον πιστεύουν. Και τα τρία σημεία
έχουν ύψιστη σημασία για τη σχέση ανάμεσα στον Ιησού και το Πνεύμα. Με
τις διάφορες μαρτυρίες, που αφορούν στον Ιησού ως τον βαπτισμένο απ’ το Πνεύμα
αλλά και τον βαπτίζοντα στο Πνεύμα, τίθεται
στην αρχή τής κηρυγματικής δράσης τού Ιησού ένα γεγονός, που δεν διαθέτει
καμμιάν αναλογία στην Παλιά Διαθήκη. Υπάρχει μια αναλογία (Analogie) μόνον ανάμεσα στο βάπτισμα με
νερό τού Ιωάννη και το επόμενο βάπτισμα στο Πνεύμα (και τη φωτιά) τού Ιησού,
όπου απουσιάζουν ωστόσο πάλι παλαιοδιαθηκικές συγκρίσεις ως προς την πράξη τού
Βαπτιστή, ο οποίος και επιμένει στην απόλυτη διαφορά ανάμεσα στο δικό του
βάπτισμα και εκείνο τού Ιησού. Η ‘απόσταση’ αυτή (ανάμεσα στα δυό βαπτίσματα…)
υπογραμμίζεται δε με έμφαση απ’ όλους τούς Ευαγγελιστές: τονίζεται εκ προοιμίου
απ’ τον Βαπτιστή, εφ’ όσον περιμένει ακόμα τον αναμενόμενον εσχατολογικό (eschatologisch) συνεχιστή του, και
επιβεβαιώνεται ορατά (για τον ίδιον τον
Ιησού στον Μάρκο, για τον Βαπτιστή στον Ιωάννη, ίσως και για άλλους στον
Ματθαίο και τον Λουκά) με το άνοιγμα του ουρανού, τη φωνή τού Πατέρα και την
κάθοδο τού Πνεύματος (( Σημ. τ. μετ.:
Για τί ‘πράγμα’ μιλάνε αυτοί οι άνθρωποι;… Ίσως κι αυτοί δεν ξεύρουν… )) .
H
πρόρρηση (η προφητεία…) τού Βαπτιστή, ότι έρχεται μετά απ’ αυτόν ένας άλλος – ο
Τελευταίος, ο Έσχατος! -, που θα βαπτίση «εν Αγίω Πνεύματι και εν πυρί» (όπως
λένε ο Ματθαίος και ο Λουκάς, ενώ παραλείπει το «πυρ» ο Μάρκος), πρέπει να
είναι, όσον αφορά στην εσχατολογική αναμονή ενός τελικού μέσα στον χρόνο θεїκού
πυρός, που θα προπορεύεται κατευθύνοντας, χωρίζοντας και εξαγνίζοντας, πρέπει να είναι γνήσια· ήδη επειδή λέει
και το εξής ο Ιησούς για τον εαυτό του: «ήρθα να βάλω πυρ στη γη…» (Λουκ. 12,
49 – «…παντί δε ώ εδόθη πολύ, πολύ ζητηθήσεται παρ’ αυτού, και ώ παρέθεντο
πολύ, περισσότερον αιτήσουσιν αυτόν. Πυρ ήλθον βαλείν επί την γην, και τί θλέλω
ει ήδη ανήφθη! βάπτισμα δε έχω βαπτισθήναι, και πώς συνέχομαι έως ού τελεσθή! Δοκείτε ότι ειρήνην παρεγενόμην δούναι εν τη γη; ουχί, λέγω υμίν, αλλ’
ή διαμερισμόν. έσονται γαρ από τού νυν εν οίκω ενί διαμερισμένοι, τρεις επί
δυσί και δύο επί τρισί, διαμερισθήσονται πατήρ επί υιώ και υιός επί πατρί,
μήτηρ επί θυγατρί και θυγάτηρ επί μητρί, πενθερά επί την νύμφην αυτής και νύμφη
επί την πενθεράν αυτής»…), ένας εσχατολογικός κι αυτός λόγος, έστω και με
διαφορετική σημασία απ’ αυτήν που ανέμενε ο Βαπτιστής. Το ότι ‘εξοπλίζεται’ όμως οριστικά με το απεσταλμένο Πνεύμα ο Ιησούς (Ιωάν.: «Και έμεινε επ’
αυτόν» 1, 32), τον διακρίνει απ’ τους μόνον κατά καιρούς εμπνευσμένους
Προφήτες, όπως τον διακρίνει και η πατρική φωνή απ’ τον ουρανό. Εκφράζεται δε
παντού τριαδικά η Θεοφάνεια της Βάπτισης, έστω κι αν δεν στοχάζονται ένα τριαδικό δόγμα αυτοί που την περιγράφουν. Είναι
αποφασιστικό γι’ αυτούς, ότι προσδιορίζεται ουσιαστικά ο Ιησούς σ’ αυτό το
γεγονός στην αρχή τής δράσης του, ‘προκαταρκτικά’ προς κάθε ανθρώπινη υπόθεση
(εικασία…) για το ποιος μπορούσε να είναι ο Ιησούς. Η Θεοφάνεια προσδιορίζει
τον Ιησού με αφορμή τη Βάπτισή του ως ‘πνευματικό’ βαπτιστή, αντίστοιχα προς
τον προφητικό λόγο τού Προδρόμου του, που γι’ αυτό ‘αντιτίθεται’ κατ’ αρχάς
(Ματθ. 3, 14) στο να μεταθέση τον σημαντικώτερο βαπτιστή στη θέση τού
βαπτιζόμενου: «Εγώ θα είχα ανάγκη να
βαπτιστώ από σένα, κι εσύ έρχεσαι προς εμένα;». Η απάντηση του Ιησού, που
επιβεβαιώνει ως σωστό και «πλήρες δικαιοσύνης» αυτό το παράδοξο (Paradox), έχει εξέχουσα σημασία: πρέπει
να αναλάβη στον εαυτό του την Παλαιά Διαθήκη, που κορυφή της είναι ο Βαπτιστής
(Ματθ. 11, 9 – «…αλλά τί εξήλθετε ιδείν; προφήτην; ναι λέγω υμίν, και
περισσότερον προφήτου»…), ο Ιησούς, για να την εκπληρώση από μέσα
(‘εσωτερικά’…) και να της προσδώση κατ’ αρχάς την προδρομική της έννοια, κάτι
που το εκφράζει και με τη συμβολική συνάντηση των δυό μητέρων ο Λουκάς, όπου
και αγιάζεται προς αποστολήν εν Πνεύματι το παιδί τής Ελισάβετ απ’ το παιδί τής
Μαρίας. O
Λόγος τού Πατρός πρέπει να κατανοηθή ως λόγος αποστολής και επικύρωσης· κι ενώ πρόκειται για
παλαιοδιαθηκική αναφορά εδώ (Ιησ. 42, 1, όπου και προστίθεται ότι: «Σ’ αυτόν
έθεσα το Πνεύμα μου, για να φέρη δικαιοσύνη στους λαούς»· οράται λοιπόν το ίδιο
το Πνεύμα στη Βάπτιση του Ιησού), συμπληρώνει την εντολή (τη διαταγή, το
πρόσταγμα…) η φωνή στο Θαβώρ: «Αυτόν πρέπει ν’ ακούτε» (Ματθ. 17, 5). Και στις
δύο ‘σκηνές’ τονίζεται το αχώριστο Λόγου και Πνεύματος, ο Λόγος, ο οποίος και ‘ερμηνεύει’
ως ‘πνευματικός λόγος’ (Λόγος Πνεύματος…) τον Θεό και τον εαυτό του (( Ίσως δεν πιστεύουν ότι ο ‘Ιησούς’
είναι ο Θεός… )) . Στη Βάπτιση αιωρείται το Πνεύμα πάνω απ’ τον Ιησού και
‘εγγυάται’ την ‘επαρκή’ σχέση ανάμεσα στον Αποστέλλοντα και τον Λόγο του, στο
Θαβώρ συμβολίζεται το Πνεύμα με το «επισκιάζον φωτεινό σύννεφο» (Ματθ. 17, 5),
όπως «επεσκίαζε» στην Παλαιά Διαθήκη το ‘σύννεφο’ της δόξας τού Γιαχβέ τη
‘σκηνή τού μαρτυρίου’ (Έξ. 40, 35), κι όπως «επεσκίασε» η ίδια νεφέλη ως Άγιο
Πνεύμα στην Καινή Διαθήκη την καινούργια ‘σκηνή τού μαρτυρίου’, τη Μαρία (( Τη Θεοτόκο… )) (Λουκ. 1, 35), ενώ αναλύεται αυτός ο
‘επισκιασμός’ στο όραμα της αίθουσας του θρόνου τής Αποκάλυψης, σ’ ένα
επτάχρωμο ουράνιο τόξο που περιβάλλει τον Θεό και τον Αμνό του Θεού (Αποκ. 4, 3
– «…και ευθέως εγενόμην εν πνεύματι· και ιδού θρόνος έκειτο εν τω ουρανώ, και
επί τον θρόνον καθήμενος, όμοιος οράσει λίθω ιάσπιδι και σαρδίω· και ίρις
κυκλόθεν τού θρόνου, ομοίως όρασις σμαραγδίνων. και κυκλόθεν τού θρόνου θρόνοι
εικοσιτέσσαρες, και επί τούς θρόνους τούς εικοσιτέσσαρας πρεσβυτέρους
καθημένους, περιβεβλημένους εν ιματίοις λευκοίς, και επί τας κεφαλάς αυτών
στεφάνους χρυσούς. και εκ του θρόνου εκπορεύονται αστραπαί και φωναί και
βρονταί…»…). Όπως γνωστοποιείται όμως ήδη στην Έξ. 40, 35 μια διπλή παρουσία
τού Θεού, πάνω απ’ τη σκηνή και μέσα στη σκηνή, έτσι συμβαίνει και στη
Μαρία, και το ίδιο τελικά και στη ‘σκηνή’
((όπως λέμε: ‘σκηνοθεσία’…)) τής
Βάπτισης, όπου είναι ταυτόχρονα μια
εσωτερική εκπλήρωση του Υιού με όλην του την πληρότητα ο «υπεραιωρισμός» τού Πνεύματος: «αυτός που απέστειλε
ο Θεός, αυτός μιλά τούς λόγους τού Θεού, γιατί τού δίνει δίχως μέτρο το Πνεύμα»
(Ιωάν. 3, 34 – «όν γαρ απέστειλεν ο Θεός, τα ρήματα του Θεού λαλεί· ου γαρ εκ
μέτρου δίδωσιν ο Θεός το Πνεύμα. ο πατήρ αγαπά τον υιόν και πάντα δέδωκεν εν τη
χειρί αυτού. ο πιστεύων εις τον υιόν έχει ζωήν αιώνιον· ο δε απειθών τω υιώ ουκ
όψεται ζωήν, αλλ’ η οργή τού Θεού μένει επ’ αυτόν»…). Το ότι όμως είναι ο ίδιος ο Ιησούς απ’ τη στιγμή τής Βαπτίσεως ο πραγματικός ‘Πνευματικός’ (Pneumatiker), το δείχνει η εξής παρατήρηση
σε όλους τούς Συνοπτικούς (Ευαγγελιστές…), ότι τον οδηγεί δηλ. το Άγιο Πνεύμα
στην έρημο (τον «εκβάλλει», λέει ‘δραστικά’ ο Μάρκος, 1, 12)· το ότι δεν
ολοκληρώνεται δε με τη δοκιμασία (στην έρημο…) η συμπαράσταση του Πνεύματος, το
επισημαίνει ο Λουκάς, στον οποίον
και επιστρέφει «με την παρότρυνση του Πνεύματος στη Γαλιλαία» ο Ιησούς (Λουκ.
4, 14 – «Και υπέστρεψεν ο Ιησούς εν τη
δυνάμει τού Πνεύματος εις την Γαλιλαίαν…»…), αναλαμβάνοντας, όπως δείξαμε,
το προφητικό πνεύμα τού Ιησ. 61, 1-2 στο εναρκτήριό του κήρυγμα (4, 18),
προαναγγέλλοντας ωστόσο και καινούργιες δοκιμασίες ή πειρασμούς (4, 13 – 22,
28). Και καθίσταται έτσι περιττή μια συνεχής επανάληψη αυτού τού
‘δεδομένου’ (ότι ‘εμπνέεται’ δηλ.
συνεχώς απ’ το Πνεύμα – το Άγιο Πνεύμα κατά Μπαλτάσαρ – ο Χριστός…), στο οποίο
και αναφέρεται πλέον μόνον περιστασιακά, όταν το ‘υποβάλη’ η κατάσταση, ο Ιησούς,
όπως στο Ματθ. 12, 28: όπου πρόκειται για ένα θαύμα, το οποίο και αρνούνται να
δεχτούν οι παριστάμενοι ότι προέρχεται απ’ τον Θεό, και που το ‘πραγματοποίησε’
όμως εν Αγίω Πνεύματι ο Ιησούς (( ! ))
.
O
δεύτερος κοινός στους Συνοπτικούς λόγος είναι η προειδοποίηση για τη βλασφημία
τού Αγίου Πνεύματος. Η πιο απλή μορφή υπάρχει στον Λουκά: «Όποιος πη έναν λόγο
ενάντια στον Υιό του Ανθρώπου, αυτός θα συγχωρεθή. Όποιος όμως βλασφημήση το
Άγιο Πνεύμα, αυτός δεν θα συγχωρεθή» (12, 10 – «Λέγω δε υμίν· πας ός αν
ομολογήση εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, και ο υιός τού ανθρώπου ομολογήσει εν
αυτώ έμπροσθεν των αγγέλων τού Θεού· ο δε αρνησάμενός με ενώπιον των ανθρώπων
απαρνηθήσεται ενώπιον των αγγέλων τού Θεού. και πας ός ερεί λόγον εις τον υιόν
τού ανθρώπου, αφεθήσεται αυτώ· τω δε εις το Άγιον Πνεύμα βλασφημήσαντι ουκ
αφεθήσεται. όταν δε προσφέρωσιν υμάς επί τας συναγωγάς και τας αρχάς και τας
εξουσίας, μη μεριμνάτε πώς ή τι απολογήσησθε ή τί είπητε· το γαρ Άγιον Πνεύμα
διδάξει υμάς εν αυτή τη ώρα ά δει ειπείν»…). Είναι δε απομονωμένη και επιπλέον σε ένταση προς τα προηγούμενα λόγια, ότι
«όποιος με ομολογήσει μπροστά στους ανθρώπους», θα αναγνωρισθή απ’ τον υιό τού
ανθρώπου κατά την κρίση, όποιος «όμως με αρνηθή μπροστά στους ανθρώπους, θα τον
αρνηθούν και οι άγγελοι του Θεού». Μπορούν
δε μόνον τότε να συνδεθούν οι δυό
φράσεις, αν εννοηθή ως ανήκον στον υιό τού ανθρώπου το Πνεύμα στην πρώτη. Ο
Μάρκος διακρίνει αντίθετα και λέει, πως όλες οι βλασφημίες θα συγχωρεθούν (απ’
τον παντοδύναμο γι’ αυτό Ιησού), «όποιος
όμως βλασφημήση ενάντια στο Άγιο Πνεύμα, δεν θα συγχωρεθή στην αιωνιότητα, αλλά
θα έχη παντοτινή την αμαρτία». Και μας δίνει και την αιτία γι’ αυτό: «Γιατί
έλεγαν, πως έχει ακάθαρτο πνεύμα» (3, 28-30). Βλασφημούν άρα ενάντια στο Άγιο Πνεύμα που επενεργεί τα θαύματα στον Ιησού, και ενάντια έτσι στη μοναδική θεїκή
συγχωρητική δύναμη, που υπάρχει τώρα
πάνω στη γη (( Σημ. τ. μετ.:
‘Απαλείφεται’ σιγά-σιγά το πρόσωπο του Χριστού προς ‘όφελος’ του Αγίου
Πνεύματος! Φρικαλέα πράγματα ‘εντός’ τής Αγίας Τριάδος! Δεν ξεχωρίζουν την
οικονομία απ’ την αїδιότητα… Τονίζουμε με μαύρα γράμματα αυτήν τη ‘βλαμμένη’
προσπάθεια να φέρουν τον ίδιον τον λόγο τού Θεού στα μέτρα τής παράνοιάς τους…
)) . Για όσο ‘εξακοντίζεται’ μια βλασφημία κατά πρόσωπον της Χάριτος, δεν μπορεί
να ‘απονεμηθή’ συγχωρητική χάρις. Το ίδιο λέει δε και ο Ματθαίος, διατυπώνοντας
όμως διεξοδικώτερα αυτό που σημαίνει απλή τελεσιδικία για τον Μάρκο, ότι δεν
θα υπάρξη συγχώρεση «ούτε σ’ αυτόν ούτε στον μέλλοντα αιώνα» (Ματθ. 12, 32),
κάτι που παραπέμπει στον τρόπο σκέψης τής ιουδαιο-χριστιανικής
κοινότητας, απ’ της οποίας τον
(πνευματικόν…) ‘ορίζοντα’ και γράφει. Kαι
οι τρεις αυτοί τρόποι έκφρασης δείχνουν, προερχόμενοι απ’ το στόμα και την αυτοσυνείδηση του Ιησού, το ίδιο
πράγμα: τη βεβαιότητά του, ότι όχι μόνο μιλά, αλλά και πράττει εν Αγίω
Πνεύματι· σε ανθρώπους λοιπόν που δεν τον αναγνωρίζουν, και τον εκτιμούν και
τον υβρίζουν ως έναν απλόν άνθρωπο, μπορεί να παραβλεφθή η αμαρτία, σε κείνους
όμως που έχουν αναγνωρίσει την υψηλότερη
δύναμη σ’ αυτόν – και το έπραξαν αυτό, κατηγορώντας τον για δαιμονική δύναμη, οι Φαρισαίοι -,
βλασφημώντας έτσι καθαυτή την αναγνωρισμένη ‘πνευματική’ δύναμη, δεν υπάρχει
καμμιά ελπίδα συγχώρησης. Περιέχουν μιαν εσωτερική
αντίφαση αυτές οι εκφράσεις. Γνωρίζουμε απ’ τον Λόγο, πόσο πολύ αναγνωρίζει ο Ιησούς ως μιαν προερχόμενη απ’ τον Πατέρα, αγία
και αληθινά θεїκή πραγματικότητα το
Άγιο Πνεύμα που του έχει δοθή, απ’ την οποίαν προστατεύεται
(όμως…) κι ο ίδιος (λαμβάνει τα μέτρα του!...), ακόμα κι απ’ τον κίνδυνο, να συκοφαντηθή (( Σημ. τ. μετ.: Τα ‘πρόσωπα’ αυτά είναι
εντελώς ‘φαντασιακά’, και θα μπορούσαμε και να γελάμε ίσως, αν δεν
διαστρεβλωνόταν έτσι βάναυσα και ‘βάρβαρα’ η ελπίδα τής σωτηρίας μας… )) .
Τον τρίτο λόγο του περί Πνεύματος τον
εντάσσει μέσα σε μια μικρή Αποκάλυψη (Apokalypse)
και σ’ ένα παγκόσμιο πλαίσιο ο Μάρκος: «πρέπει να κηρυχθή σε όλους κατ’ αρχάς
τούς λαούς το Ευαγγέλιο». Και λέει μετά: «κι αν σας συλλάβουν και σας
παραδώσουν, μη φροντίσετε για το τί θα πήτε, γιατί δεν θα είστε εσείς που θα
μιλάτε, αλλά το Άγιο Πνεύμα» (Μαρκ. 13, 10-11 – «…όταν δε αγάγωσιν υμάς
παραδιδόντες, μη προμεριμνάτε τί λαλήσητε, μηδέ μελετάτε, αλλ’ ό εάν δοθή υμίν
εν εκείνη τη ώρα, τούτο λαλείτε· ου γαρ υμείς εστε οι λαλούντες, αλλά το Πνεύμα
το Άγιον. παραδώσει δε αδελφός αδελφόν εις θάνατον και πατήρ τέκνον, και
επαναστήσονται τέκνα επί γονείς και θανατώσουσιν αυτούς. και έσεσθε μισούμενοι
υπό πάντων δια το όνομά μου· ο δε υπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται»…).
«Μιλά εδώ ο ίδιος ο Ιησούς στους Μαθητές του με την υπόσχεση, που περιλαμβάνει
ο Ιωάννης στον παρακλητικό του λόγο», γράφει ο W. Grundmann στο βιβλίο του «Μάρκος» (1965).
Μιλά αυτονόητα για μια συνέχιση του Ευαγγελίου του μετά τον θάνατό του ο Ιησούς, και για το ότι εγγυάται το υπεύθυνο Άγιο Πνεύμα για το σωστό του κήρυγμα. Είναι αμφίβολο, αν προέρχεται απ’ τον
ίδιον τον Μάρκο η ‘παγκοσμιοποιητική’
μαρτυρία· είναι πασίδηλη όμως στα λόγια που ‘προσθέτει’ στον Ιησού, η ιδέα του για ένα Ευαγγέλιο που θα
διαρκέση πέρα κι απ’ τον χρόνο τής επίγειας ζωής Του (πρβλ. μόνο το 8, 35 και
το 10, 29). Και είναι σ’ αυτό το φερόμενο απ’ το Πνεύμα κήρυγμα του Λόγου τής
Εκκλησίας που εμφανίζεται πάλι ως ο αξιόπιστος
ερμηνευτής το Πνεύμα.
( συνεχίζεται )
Η ΑΠΟΘΕΩΣΗ ΤΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΟΣ.
ΚΑΙ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ ΟΡΕΓΕΤΑΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ, ΣΩΜΑΤΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΤΟ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου