ΜΙΑ ΑΤΥΧΗ, ΠΡΟΧΕΙΡΗ, ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΡΟΒΟΛΗΣ.
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΥΠΟΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Η Αγία Τριάδα Ο Θεός είναι Ένας , άναρχος , άπειρος και αΐδιος στην ουσία και τη φύση του.
Όμως αυτός ο Ένας στην ουσία Θεός είναι τριαδικός , διακρίνεται σε τρεις υποστάσεις , σε τρία πρόσωπα : τον Πατέρα , τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα . Πρόκειται για μια από τις βασικότερες αλήθειες της πίστης μας , που μας αποκάλυψε ο ίδιος ο Θεός με απλότητα και σαφήνεια.
Το δόγμα της τριαδικότητας του Θεού είναι αδύνατο να το διερευνήσουμε λογικά.
Το βρίσκουμε διατυπωμένο με ποικίλους τρόπους στην αγία Γραφή.
Στη μεν Παλαιά Διαθήκη με σαφείς υπαινιγμούς και προεικονίσεις, στη δε Καινή Διαθήκη ολοφάνερα όπως στη Βάπτιση του Χριστού, όπου ακούγεται η φωνή του Πατέρα και εμφανίζεται το Άγιο Πνεύμα σαν Περιστέρι, στην αρχιερατική προσευχή του Χριστού, όπου ο Χριστός λέει « εγώ ερωτήσω τον Πατέρα και άλλον Παράκλητον δώσει υμίν το Πνεύμα της αληθείας, ο παρά του Πατρός εκπορεύεται » (Ιω. 15,26) και στην τελευταία συνάντηση του με τους μαθητές του, όπου τους λέει : « Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος » (Ματθ. 28,18) κ.α.
Το καθένα από τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας είναι ο όλος Θεός και όχι ένα μέρος του Θεού , όλες τις ιδιότητες που έχει ο Πατέρας τις έχει και ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα . Ωστόσο τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδας δε συγχέονται μεταξύ τους , αλλά ξεχωρίζουν από το ότι ο Πατέρας γεννά τον Υιό και εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα , ο Υιός γεννιέται από τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα.
ΤΑ ΙΔΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Τα στοιχεία του Θεού είναι η μια ουσία, η τριαδικότητα και η πολυδυναμία.
Η ουσία του Θεού είναι μία, γιατί ένας είναι ο Θεός. Είναι απόλυτα υπερβατική, ανεξερεύνητη και αδιάγνωστη. Είναι το μυστήριο του Θεού, απρόσιτο σε κάθε κτιστή οντότητα, ανθρώπους και αγγέλους.
Μόνον ο άπειρος Θεός γιγνώσκει εαυτόν και κανένας άλλος.
Οι υποστάσεις είναι τρόπος της αϊδίου υπάρξεως του ενός Θεού. Κάθε υπόσταση είναι φορέας ολόκληρης της ουσίας του Θεού, ώστε ουσιαστικά να μην υπάρχουν τρεις Θεοί, αλλά ένας.
Τα πρόσωπα της Τριάδος είναι διακρίσεις οι οποίες ωστόσο δεν καταστρέφουν την ενότητα και απλότητα της θείας φύσεως . Κάθε πρόσωπο στην Τριάδα έχει και το υποστατικό του ιδίωμα το οποίο είναι αυστηρά προσωπικό, αμετάδοτο και ακοινώνητο, δηλαδή δεν μπορεί να μεταδοθεί στα δύο άλλα πρόσωπα της Αγίας Τριάδας.
Το υποστατικό ιδίωμα του Πατρός είναι το αγέννητο και άναρχο. Δεν έχει ούτε χρονική αρχή ούτε αρχή προελεύσεως. Είναι η πηγαία θεότης, από την οποία λαμβάνουν αϊδίως το είναι ο Υιός και το Πνεύμα το άγιο. Στο πρόσωπο του Πατρός στηρίζεται η μοναρχία (η μία αρχή) στην τριαδική θεότητα. Ό Πατήρ δεν είναι ανώτερος του Υιού και του αγίου Πνεύματος.
Τα θεία πρόσωπα είναι ομοούσια, ισότιμα και ισοδύναμα μεταξύ τους.
Ο Υιός γεννάται αϊδίως από τον Πατέρα. Το υποστατικό του ιδίωμα είναι η γέννηση της οποίας τη φύση αγνοούμε. Από τη γέννηση αυτή πρέπει ν’ απομακρυνθεί κάθε παράσταση φυσικής γεννήσεως, πράγμα ανήκουστο και βλάσφημο για την άϋλη φύση του Θεού. Και ενώ είναι άχρονος με τη χρονική αρχή της υποστάσεως του, η γέννηση του είναι αΐδια. Ό Υιός δεν υποτάσσεται στη βουλή του Πατρός, αλλά έχει την αυτήν ουσία, την αυτή τιμή και την αυτή δόξα με τον Γεννήτορα.
Την γέννηση του Υιού πρέπει να διαστείλουμε από την πρόοδο (= δημιουργία) των όντων από το Θεό.
Ή πρώτη είναι πρόοδος αναγκαία στο Θεό. Αντίθετα τα κτίσματα είναι προϊόντα της δημιουργικής βουλής του Θεού. Αν θέλει ο Θεός υπάρχουν, αν όχι μένουν ανύπαρκτα. Αυτό δε συμβαίνει και με τον Υίόν, ο οποίος δεν είναι προϊόν της βουλής του Πατρός, αλλ’ υπάρχει αναγκαίως στην αΐδια φύση του Γεννήτορα.
Το υποστατικό ιδίωμα του Πνεύματος είναι η εκπόρευση. Το Άγιο Πνεύμα υπάρχει, καθ’ όσον εκπορεύεται εκ του Πατρός. Και η εκπόρευση είναι πρόοδος μυστηριακή, της οποίας τη φύση αγνοούμε. Και το Πνεύμα είναι ομοούσιο και ομόθρονο μαζί με τα δύο αλλά πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Επομένως δεν υποτάσσεται στον Πατέρα και τον Υιό, ούτε είναι κτίσμα του Πατρός. Το Πνεύμα καλείται άγιο, γιατί είναι η πηγή, το πλήρωμα και ο φορέας κάθε άλλης υπαρκτής αγιότητος. Καθαγιάζει το «εκ Πατρός δι’ Υιού» έργο, συνάπτον με τη χάρη του τα λογικά όντα με το δημιουργό Θεό.
Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Την ενότητα του Θεού στοιχειοθετούν οι λεγόμενες « ενώσεις » οι οποίες είναι :
α) Η μία ουσία , ή οποία πληρούται απαράλλαχτα σε κάθε πρόσωπο της τριαδικής θεότητος , ώστε ν’ αποκρούεται η ιδέα του τριθεϊσμού.
β) η μία βουλή και ενέργεια , η οποία είναι κοινή σε όλα τα πρόσωπα της θεότητας και
γ) η αγαπητική περιχώρηση των προσώπων, το ότι δηλαδή τα θεία πρόσωπα, αν και επί μέρους και ίδια , δεν αποχωρίζονται αλλήλων, αλλά το ένα ενοικεί στα άλλα με αγάπη, η οποία είναι ο σύνδεσμος της θεότητας.
Όλα τα στοιχεία αυτά απεργάζονται τη θεότητα σε μία υπερφυσική ενότητα , η οποία αποκρούει κάθε ιδέα μονωτική και διασπαστική στο Θεό .Την πολυδυναμία αφ’ ετέρου του ενός Θεού συνθέτουν οι διακρίσεις πού υπάρχουν σ’ αυτόν , οι οποίες είναι :
α) η τριαδικότητα αυτού, το γεγονός δηλαδή ότι σ’ αυτόν υπάρχουν τρία αδιαχώριστα και αδιαίρετα πρόσωπα, τρεις διακεκριμένες και αχώριστες υποστάσεις πού εξαίρουν τον προσωπικό χαρακτήρα του χριστιανικού Θεού και
β) η πολλότητα των ενεργειών, των δυνάμεων εκείνων, πού δημιουργούν, ζωοποιούν και αγιάζουν τα κτιστά όντα . Η πολυδυναμία , τέλος , αναφέρεται στην ύπαρξη πολλών ενεργειών στη μία αμέριστη και αδιαίρετη ουσία του Θεού .
Οι ενέργειες είναι διακρίσεις θεοπρεπείς στη θεότητα . Δεν επιφέρουν μερισμό και κατατομή στη θεότητα , ούτε καταστρέφουν την απλότητα της άπειρης ουσίας του Θεού. Αν και δεν ταυτίζονται με τη θεία ουσία , διακρίνονται αυτής θεοπρεπώς , χωρίς να γνωρίζουμε σε τι συνίσταται η διάκριση αυτή , όπως δε γνωρίζουμε σε τι συνίσταται η διάκριση των θείων υποστάσεων.
Οι ενέργειες του Θεού είναι ο έμφυτος πλούτος της θεότητας , αΐδιες και άκτιστες. Μέσω αυτών κοινωνεί ο υπερβατικός Θεός με την εξωτερική κτίση . Είναι όμως διαφορετικές μεταξύ τους , πολλές τον αριθμό , ανάλογα με τις πολυποίκιλες σχέσεις της θεότητας με τον εξωτερικό φυσικό κόσμο . Δια των θείων ενεργειών κοινωνεί ο άνθρωπος με το Θεό , αγιάζεται και θεοποιείται . Οι θείες ενέργειες ταυτίζονται με τη χάρη του Θεού , με το άκτιστο Θαβώριο φως και με τη δόξα της αγίας Τριάδος.
orthodoxoiorizontes.
Περί θείων ενεργειών - Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς (9)
Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΞΕΧΑΣΑΝ ΟΙ ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΕΣ
Συνέχεια από: Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2024
25. Εάν δε την ενέργεια αυτή, ως κάτι διαφορετικό από την φύσιν -διότι η φύσις είναι ενεργητική, όχι ενέργεια-, ανακηρύξει κανείς κτιστήν, ή ούτε κτιστήν ούτε άκτιστον, όπως οι αντιλέγοντες προς εμάς, θα περιπέσει σε δεινές και ποικίλες βλασφημίες. Διότι ή θα συμβεί να μην υπάρχει καθόλου Θεός (εφ’ όσον το μη έχον ούτε κτιστή ούτε άκτιστον ενέργεια ανήκει στα μη όντα καθόλου και πουθενά) ή θα είναι και αυτός κτιστός˙ διότι παν το έχον κτιστή ένεργεια είναι και αυτό κτιστό. Αλλά οι λέγοντες τούτο θα παρουσιασθούν και ως μονοθελήτες χειρότεροι από τούς παλαιούς˙ διότι συνέπεια των απόψεών τους είναι να δέχονται μία ενέργεια επί Χριστού, και μάλιστα όχι άκτιστον αλλά κτίστην. Θα φανερώσει δε ότι πάσχουν ταύτα με ολίγες λέξεις ο ίδιος Δαμασκηνός, ο οποίος λέγει «εάν n ενέργεια του Χριστού είναι μία, θα είναι ή κτιστή ή άκτιστος˙ διότι στο μέσον τούτων δεν υπάρχει ενέργεια, όπως δεν υπάρχει ούτε φύσις. Εάν λοιπόν είναι κτιστή, θα δηλώνει κτιστή φύσιν, εάν δε είναι άκτιστος, θα χαρακτηρίζει άκτιστον ουσία. Διότι οπωσδήποτε τα φυσικά πρέπει να είναι κατάλληλα στις φύσεις».
26. Βλέπεις ότι η ενέργεια του Θεού δεν είναι ούτε φύσις ούτε ουσία, αλλά φυσικό και ουσιώδες; Και ότι είναι άκτιστο και όχι κτιστό, αν και είναι κάτι άλλο από την φύσιν; «Διότι εκ των λεγομένων επί Θεού άλλα μεν σημαίνουν τι δεν είναι, όπως είναι όλα τα αφαιρετικά, άλλα δε παρέπονται στη θεία φύσιν, όπως είναι η αγαθότης, η απλότης, η ζωή και γενικώς παν είδος αρετής, άλλα δε έχουν την σημασία της δυνάμεως και ενεργείας, όπως είναι και η θεότης»˙ διότι ο Θεός έλαβε το όνομα αυτό «από το ότι θεάται τα πάντα», δηλαδή γνωρίζει. Τί συμβαίνει λοιπόν; Αυτός ο όποιος εγνώρισε τα πάντα ακόμη και προ της γενέσεώς τους άρχισε κάποτε (εν χρόνω) την ενέργεια αυτή; Βλέπεις ότι η τοιαύτη ενέργεια είναι άκτιστος και άναρχος, υπάρχουσα άλλη από την ουσία του Θεού, ως υπάρχουσα όχι εκ των κατ’ αυτόν αλλ’ εκ των περί αυτόν; Τί συμβαίνει δε με τα παρεπόμενα στη θεία φύσιν; Υπήρχε εποχή κατά την οποία δεν ήταν επόμενα; Ώστε και αυτά όλα είναι άκτιστα, αν και δεν είναι θεία ουσία έκαστο εξ αυτών.
27. Ο δε λέγων ότι μόνον η θεία ουσία του Θεού είναι άκτιστος και ότι γι’ αυτό το άκτιστον είναι έν, και οτιδήποτε δεν είναι ουσία αλλά περί την ουσία του Θεού είναι κτιστό, αυτός θα πει ότι και τα υποστατικά όλα, όπως το αγέννητον, το γεννητόν, το εκπορευτόν, ως άκτιστα είναι ουσία του Θεού, και θα είναι ένας νέος Ευνόμιος. Εάν δε δεν λέγει μεν αυτά θείες ουσίες, αποφαίνεται όμως ότι ως όντα περί την ουσία είναι κτιστά, υπερβαίνει και τον Ευνόμιο κατά την δυσσέβεια. Διότι δεν καταβιβάζει μόνον το μονογενές φως στην κτίσιν, αλλά και το αγέννητον, και ευλόγως καταφέρεται ασυγκράτητος εναντίον ημών οι οποίοι δεχόμεθα ευσεβώς ένα άκτιστο κατά την ουσία Θεόν, όχι δε μόνον κατά την ουσία άκτιστον, αλλά και καθ’ όλες τις φυσικές ενέργειες και τις υποστατικές ιδιότητες. Διότι ούτε οι υποστάσεις θα ήταν άκτιστες, αν δεν ήταν άκτιστες οι υποστατικές ιδιότητες, ούτε η φύσις και η ουσία θα είναι άκτιστος, αν δεν έχει ακτίστους τις φυσικές και ουσιώδεις ενέργειες.
26. Βλέπεις ότι η ενέργεια του Θεού δεν είναι ούτε φύσις ούτε ουσία, αλλά φυσικό και ουσιώδες; Και ότι είναι άκτιστο και όχι κτιστό, αν και είναι κάτι άλλο από την φύσιν; «Διότι εκ των λεγομένων επί Θεού άλλα μεν σημαίνουν τι δεν είναι, όπως είναι όλα τα αφαιρετικά, άλλα δε παρέπονται στη θεία φύσιν, όπως είναι η αγαθότης, η απλότης, η ζωή και γενικώς παν είδος αρετής, άλλα δε έχουν την σημασία της δυνάμεως και ενεργείας, όπως είναι και η θεότης»˙ διότι ο Θεός έλαβε το όνομα αυτό «από το ότι θεάται τα πάντα», δηλαδή γνωρίζει. Τί συμβαίνει λοιπόν; Αυτός ο όποιος εγνώρισε τα πάντα ακόμη και προ της γενέσεώς τους άρχισε κάποτε (εν χρόνω) την ενέργεια αυτή; Βλέπεις ότι η τοιαύτη ενέργεια είναι άκτιστος και άναρχος, υπάρχουσα άλλη από την ουσία του Θεού, ως υπάρχουσα όχι εκ των κατ’ αυτόν αλλ’ εκ των περί αυτόν; Τί συμβαίνει δε με τα παρεπόμενα στη θεία φύσιν; Υπήρχε εποχή κατά την οποία δεν ήταν επόμενα; Ώστε και αυτά όλα είναι άκτιστα, αν και δεν είναι θεία ουσία έκαστο εξ αυτών.
27. Ο δε λέγων ότι μόνον η θεία ουσία του Θεού είναι άκτιστος και ότι γι’ αυτό το άκτιστον είναι έν, και οτιδήποτε δεν είναι ουσία αλλά περί την ουσία του Θεού είναι κτιστό, αυτός θα πει ότι και τα υποστατικά όλα, όπως το αγέννητον, το γεννητόν, το εκπορευτόν, ως άκτιστα είναι ουσία του Θεού, και θα είναι ένας νέος Ευνόμιος. Εάν δε δεν λέγει μεν αυτά θείες ουσίες, αποφαίνεται όμως ότι ως όντα περί την ουσία είναι κτιστά, υπερβαίνει και τον Ευνόμιο κατά την δυσσέβεια. Διότι δεν καταβιβάζει μόνον το μονογενές φως στην κτίσιν, αλλά και το αγέννητον, και ευλόγως καταφέρεται ασυγκράτητος εναντίον ημών οι οποίοι δεχόμεθα ευσεβώς ένα άκτιστο κατά την ουσία Θεόν, όχι δε μόνον κατά την ουσία άκτιστον, αλλά και καθ’ όλες τις φυσικές ενέργειες και τις υποστατικές ιδιότητες. Διότι ούτε οι υποστάσεις θα ήταν άκτιστες, αν δεν ήταν άκτιστες οι υποστατικές ιδιότητες, ούτε η φύσις και η ουσία θα είναι άκτιστος, αν δεν έχει ακτίστους τις φυσικές και ουσιώδεις ενέργειες.
29. Θέλεις λοιπόν να πληροφορηθείς ότι οι άγιοι για την επηγγελμένη ταύτη κληρονομία των αγαθών, για την οποία άκουσες ότι υπάρχει υπέρ τους αιώνες, λέγουν ότι είναι περί τον Θεόν και ότι το θείον είναι ανώτερο και υψηλότερο ταύτης κατά το παντελώς άρρητο και αμέθεκτο της ουσίας; Μάθε και διδάξου τούτο από τον ένθεο Γρηγόριο Νύσσης που λέγει: «εάν δεν είναι δυνατόν να εξερευνηθούν τα κρίματά του και οι οδοί του δεν εξιχνιάζονται, και η επαγγελία των αγαθών υπέρκειται από όλες τις εικασίες των στοχασμών, πόσο μάλλον αυτό τούτο το θείον είναι ανώτερο και υψηλότερο από τα περί αυτό νοούμενα κατά το άφραστο και απροσπέλαστον». Τί είναι λοιπόν και τα θεία κρίματα; Δεν είναι οι προορισμοί του Θεού; Είναι δυνατόν να έχουν αρχή ή να είναι κτιστοί οι προορισμοί του Θεού; Αλλά και γι’ αυτούς λέγει ότι είναι περί τον Θεόν, ανώτερο δε και υψηλότερο πάλι αυτών λέγει το θείον. Βλέπεις πολλά περί τον Θεόν άκτιστα και άναρχα, τα φυσικώς υπάρχοντα περί αυτόν, και τούτων ανώτερον και υψηλότερο το θείον; Κατά τι δε τούτων είναι υψηλότερο, αν όχι κατά την υπερώνυμον και ακατονόμαστον και απερινόητον και αμέθεκτον και αναίτιον φύσιν και ουσίαν, εάν βεβαίως ταύτα, τα νοούμενα περί αυτήν ως εξ αϊδιότητος φυσικώς, νοούνται κάπως και ονομάζονται και μετέχονται και κληρονομούνται από τους αξίους να κληρονομήσουν τον Θεόν;
30. Τί άλλο δε θα μπορούσε να είναι η θεοποιός δωρεά του Πνεύματος παρά η βασιλεία του Θεού; Διότι το ίδιο είναι να γίνει κανείς Θεός και να επιτύχει την βασιλεία του Θεού. Εάν λοιπόν η βασιλεία του θεού είναι άναρχος και άκτιστος τότε και το θεοποιό δώρο είναι άναρχο και άκτιστο. Γι’ αυτό ο μέγας Διονύσιος το ονόμασε και «θεαρχίαν» και «θεότητα», αλλά και λέγει, «και της ούτω λεγομένης θεότητος ως θεαρχίας και αγαθαρχίας ο Θεός είναι επέκεινα ως υπερκείμενος πάσης αρχής». Αρχή μεν και αίτιος των θεωμένων είναι ο Θεός ως μετεχόμενος, υπεράρχιος δε ως υπάρχων υπεράνω μετοχής. Ώστε υπέρκειται και των ακτίστων ενεργειών του, διότι ουδέποτε έως σήμερα ηκούσθη να λέγεται κτιστή θεότης ή και θεαρχία και αγαθαρχία, μολονότι ο ίδιος αλλού είπε ταύτην και «αυτοαγαθότητα», αλλού δε πάλι «αρχίφωτον» και «θεαρχικήν ακτίνα». Πώς δε και θεοποιό δώρο θα είναι και θα θεοποιήσει το κτιστό; Τότε θα έπρεπε να λέγεται μάλλον θεοποιημένο και όχι θεοποιό. «Αλλ' επειδή», εξηγεί (ο Ακίνδυνος) «λέγεται υφειμένη θεότης, αν και θεότης -και διότι υπέρκειται ταύτης ο Θεός-, είναι κτίστη».
31. Αλλά οι θεολόγοι λέγουν ότι ο Θεός είναι και της καθ' υπερουσιότητα θέσεως απείρως υπερβατικός. Τί λοιπόν; Θα πεις γι’ αυτό κτιστή την υπερουσιότητα, ώστε να μη σου γίνει σύνθετος από υπερκείμενο και υφειμένο ο Θεός; Λέγει δε και ο μέγας Βασίλειος ότι, «εις ημάς το πνεύμα είναι ως δώρον Θεού· αλλά δώρον ζωής, δώρον ελευθερίας, δώρον δυνάμεως· δια τούτο και είναι ομότιμο με τον δώσαντα». Διότι τίποτε δεν εμποδίζει να είναι ομότιμο με το υπερκείμενο κατά το αίτιον το αχωρίστως ενωμένο προς αυτό ως ομοφυές ή ως φυσική και ουσιώδης δύναμις. Και ο Υιός άλλωστε είναι ομότιμος με τον Πατέρα, ο οποίος είναι μεγαλύτερος κατά το αίτιον. Όποιος δε λέγει κτίσμα το θεοποιό τούτο δώρο, πώς θα το πει πάλι ομότιμο με τον δώσαντα αυτό κατά τον μέγα Βασίλειο; Και πάλι, όταν λέγει· «το πνεύμα της υιοθεσίας, το αίτιον της ελευθερίας το πνέον θειότητα όπου θέλει», δεν είναι σαν να λέγει ακριβώς εκείνο το «θεοποιό δώρο, η θεότης, η θεαρχία, η αγαθαρχία, η αρχή της θεώσεως»;. Διότι ό,τι είπε εκείνος αρχή, εκάλεσε ούτος αίτιο. Αλλ’ άκουε την συνέχεια· «διά τούτο όλοι οι άγιοι είναι ναοί Θεού και Υιού και Αγίου Πνεύματος, εφ’ όσον κατοικεί σε αυτούς η μία θεότης και η μία κυριότης».
(Συνεχίζεται)
ΙΔΙΩΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΤΟΠΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ, Η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΑΣ Η ΕΝ ΤΡΙΑΔΙ. ΔΕΝ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΣΧΕΣΕΙΣ. ΕΑΝ ΟΙ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΝΟΥΝ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ Η ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΗ ΤΙ;
ΠΑΛΑΒΩΣΕ Ο ΚΟΣΜΟΣ.
4 σχόλια:
Λέει επικίνδυνα πράγματα αμεθυστε. Δεν μπορώ να γράψω αλλά λέει τις ...... κιες του Ζηζιούλας εν μέρει.
Αγχρονος
Άχρονος με τη χρονική αρχή της υποστάσεως του. Το εννοεί ο ποιητής. Έχει μαργαριτάρια πολλά. Ο Θεός να μας φυλάει. Τα ισοπέδωσε η κενοδοξια όλα.
Ναι... προσπαθω και ευχαριστω...
AV
Δημοσίευση σχολίου