"Ἐμπειρικὴ Δογματική της Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τὶς προφορικὲς παραδόσεις τοῦ π. Ι. Ρωμανίδη" Τόμος Β΄. Τοῦ σέβ. Μητρ. Ναυπάκτου Ἰεροθέου
Ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ καὶ κοινωνία Θεώσεως εἶναι μυστήριο καὶ ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου μέσα σὲ αὐτὴν εἶναι μέθεξη τοῦ μυστηρίου τῆς Θεώσεως. Ἔτσι, ὅ,τι γίνεται μέσα στὴν Ἐκκλησία εἶναι μυστήριο, ἀκόμη καὶ αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ προσευχή, ἀφοῦ ἡ νοερὰ προσευχὴ εἶναι ἔνδειξη ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει φθάσει στὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ, βιώνει τὴν φωτιστικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ.
Γενικά, ὅπως εἴδαμε προηγουμένως, ὁ πιστὸς Χριστιανὸς διὰ τῆς καθάρσεως, τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς Θεώσεως, μετέχει τῆς καθαρτικῆς, φωτιστικῆς καὶ θεοποιοῦ ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, καὶ αὐτὸ εἶναι μέθεξη τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας.
«Ἡ θέωση εἶναι τὸ κατ’ ἐξοχὴν μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ εἶναι τὸ μυστήριο. Καὶ ὁ φωτισμὸς εἶναι ἡ ἔκφανση τοῦ μυστηρίου τῆς Θεώσεως. Διότι θέωση εἶναι αὐτὴ ἡ Πεντηκοστή, ὅπως ἡ θέωση ἔχει φανεῖ κατὰ τὴν....
τελική της φάση. Ὁπότε, ὅταν λέμε θέωση, ἐννοοῦμε τὴν Πεντηκοστή, ἡ ὁποία Πεντηκοστὴ εἶναι τὸ κατ’ ἐξοχὴν μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας».
«Ὅταν φθάσει ὁ ἄνθρωπος στὸ στάδιο τοῦ "γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ", αὐτὸ σημαίνει ὅτι βρίσκεται στὸ στάδιο τοῦ φωτισμοῦ καὶ τῆς Θεώσεως».
Ἔτσι, τὸ κατ' ἐξοχὴν μυστήριο εἶναι ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ μέθεξη αὐτῆς τῆς ἐνδόξου παρουσίας. Ἡ βίωση αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας γίνεται ὕστερα ἀπὸ καθοδήγηση ἔμπειρου Πνευματικοῦ Πατρός.
«Ὅποιος θέλει νὰ μάθει τὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ πατερικῆς ἀπόψεως, πρέπει νὰ βρεῖ ἕναν καλὸ Πνευματικὸ Πατέρα, νὰ ἔχει τὸ κομβοσχοίνι καὶ νὰ περάσει τὰ διάφορα στάδια τῆς τελειώσεως, ἀπὸ τὴν κάθαρση στὸν φωτισμό. Καὶ ὅταν φθάσει στὴν θέωση, θὰ ἔχει μία γνώση περὶ Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι ἡ μόνη δυνατή, τὴν ὁποία μπορεῖ νὰ ἔχει ἕνας ἄνθρωπος σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο. Ἐξ ἐπόψεως ἀνθρωπίνων δυνατοτήτων εἶναι ἡ πλήρης γνώση τοῦ τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία».
Ἡ πορεία τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὴν κάθαρση, στὸν φωτισμὸ καὶ τὴν θέωση, ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν μεταβολὴ τῆς Ἐκκλησίας σὲ Σῶμα Χριστοῦ, γίνεται μὲ τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, διὰ τῶν ὁποίων ὁ ἄνθρωπος μετέχει τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Στὴν περίοδο τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἡ κάθαρση, ὁ φωτισμὸς καὶ ἡ θέωση συνδέονται μὲ τὸ Βάπτισμα, τὸ Χρίσμα καὶ τὴν Θεία Εὐχαριστία. Ἔτσι, ὑπάρχει ἑνότητα μεταξύ των Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τῆς μεθέξεως τῆς ἀκτίστου Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
«Ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖται ἀπὸ Μυστήρια. Αὐτὰ τὰ Μυστήρια εἶναι τὸ κέντρο τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Θεία Εὐχαριστία, Βάπτισμα, μετάνοια κλπ. Αὐτὰ εἶναι ὁ πυρήνας τῆς παραδόσεως καὶ εἶναι μία ἔκφραση τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὅλα τα Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας βασίζονται στὴν ὅλη προσπάθεια τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν νὰ ἀνέβουν τὰ σκαλοπάτια τῆς τελειότητος. Καὶ αὐτὰ συνοψίζονται ἀπὸ τοὺς Πατέρες σὲ αὐτὰ ποὺ λέγαμε τόσες φορές: κάθαρση, φωτισμὸ καὶ θέωση. Αὐτὸς εἶναι ὁ πυρήνας τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως.
Καὶ ὅλες οἱ μυστηριακὲς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, ὅλες οἱ προσευχὲς τῆς Ἐκκλησίας, ὅλη ἡ προσπάθεια τῆς νηστείας καὶ τὰ πάντα, ἔχουν αὐτὸν τὸν μοναδικὸ σκοπό: νὰ συμβαδίζουν ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ μαζὶ στὸν φωτισμό, καὶ μέσω τοῦ φωτισμοῦ πρὸς τὴν θέωση».
Στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας τὸ Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος συνδέεται στενὰ μὲ τὸ Μυστήριο τοῦ Χρίσματος καὶ δὶ' αὐτῶν ὁ ἄνθρωπος ἀπελευθερώνεται ἀπὸ τὴν καταδυναστεία τοῦ διαβόλου καὶ λαμβάνει τὴν υἱοθεσία τοῦ Πνεύματος.
«Ἡ πορεία διὰ τῆς ὁποίας ἐλευθερώνεται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τόνδιαβολο εἶναι πολὺ δύσκολη καὶ ἀπαιτεῖ μακρὰ περίοδο προσευχῆς, νηστείας καὶ ἐκπαιδεύσεως στὶς διδασκαλίες τῶν Προφητῶν καὶ τοῦ Χριστοῦ. Ἡ καρδιὰ πρέπει νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ νὰ στραφεῖ πρὸς τὸν Χριστό. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ πληρωθεῖ ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία νὰ πεθάνει μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ στὸ Βάπτισμα.
Τοῦ Βαπτίσματος πρέπει νὰ προηγηθεῖ πνευματικὴ πρόοδος σὲ μιὰ προπαρασκευή, κατὰ στάδια, γιὰ τὴν σταύρωση καὶ τὸν θάνατο στὰ ὕδατα τοῦ Βαπτίσματος καὶ γιὰ τὴν υἱοθεσία μὲ τὴν σφραγίδα τοῦ Πνεύματος».
Πρὶν τὸ Βάπτισμα ὁ ἄνθρωπος βρισκόταν μέσα στὴν ζωὴ τῆς πτώσεως, κάτω ἀπὸ τὴν κυριαρχία τοῦ διαβόλου, ζοῦσε μέσα στὸν θάνατο καὶ τὴν φθορά. Μὲ τὸ Βάπτισμα καὶ τὸ Χρίσμα ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τὴν κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Ὅμως, τὸ Βάπτισμα καὶ τὸ Χρίσμα πρέπει νὰ συνδεθοῦν μὲ τὴν κοινωνία τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, τὸ ὁποῖο λαμβάνεται κατὰ τὸ Μυστήριο τῆς θείας Λειτουργίας, Ἔτσι συνδέονται στενά τα τρία αὐτὰ Μυστήρια, δηλαδὴ τοῦ Βαπτίσματος, τοῦ Χρίσματος καὶ τῆς θείας εὐχαριστίας,
«Ἡ προηγούμενη κοινωνία μὲ τὸν θάνατο καὶ τὴν φθορὰ πρέπει νὰ μεταμορφωθεῖ σὲ κοινωνία μὲ τὴν ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν θάνατο στὸ Βάπτισμα ἀνίσταται σὲ νέα ζωή, διὰ τῆς ζωοποιοῦ σφραγίδος τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία κατοχυρώνει τὴν υἱοθεσία τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό. Ἡ ἐνοίκιση τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν ἄνθρωπο διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καθιστᾶ τὸν ἄνθρωπο ἱκανὸ νὰ συμμετάσχη στὴν σύσσωμη ζωὴ τῆς εὐχαριστίας».
Ἡ συμμετοχὴ τοῦ ἀνθρώπου στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι τυπικὴ οὔτε μαγική, δηλαδὴ δὲν λαμβάνει τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ ἀνεξάρτητα καὶ ἀπὸ τὴν προσπάθειά του. Βέβαια, ὁ Θεὸς εἶναι ἐνεργῶν, ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος εἶναι συνεργῶν. Καὶ μετὰ τὰ Μυστήρια ἀπαιτεῖται ἀγώνας ἐναντίον τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους.
«Ἡ ἀποκατάσταση τῆς κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον διὰ τοῦ θανάτου στὸ Βάπτισμα καὶ διὰ τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δὲν ἀποτελεῖ μιὰ μαγικὴ ἐγγύηση ἐναντίον τοῦ ἐνδεχομένου νὰ γίνει καὶ πάλι δοῦλος τοῦ διαβόλου καὶ νὰ ἀποκοπεῖ ἀπὸ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Στὸ Βάπτισμα διακηρύσσεται ἀμείλικτος πόλεμος ἐναντίον τοῦ διαβόλου καὶ τῶν δυνάμεων τῆς διαιρέσεως καὶ τῆς φθορᾶς. Αὐτὸς ὁ πόλεμος συνεχίζεται στὴν σύσσωμη ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ παραίτηση ἀπὸ τὸν ἀγώνα αὐτὸ συνεπάγεται καταδίκη».
Ἡ ἑνότητα τῶν τριῶν σταδίων τῆς πνευματικῆς ζωῆς (κάθαρση-φωτισμὸς-θέωση) μὲ τὰ τρία βασικὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας (Βάπτισμα-Χρίσμα-Θεία Εὐχαριστία) εἶναι ἀδιάσπαστη. Ὅπως, ἐπίσης, καὶ ἡ ὅλη μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας συνδέεται ἀναπόσπαστα μὲ τὴν ἡσυχαστικὴ ζωὴ τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως.
«Μέσα στὰ πλαίσια τῆς Πεντηκοστῆς ζεῖ ἡ Ἐκκλησία. Καὶ ὁ φωτισμός, ποὺ εἶναι ὁ σκοπὸς τοῦ Βαπτίσματος καὶ ὑποτίθεται ὅτι ταυτίζεται μὲ τὸ Χρίσμα, διότι τὸ Χρίσμα εἶναι ὁ φωτισμός, ὁ φωτισμὸς εἶναι ἡ καρδιὰ τῶν Μυστηρίων καὶ ἡ Πεντηκοστὴ εἶναι ἡ καρδιὰ τῆς καρδιᾶς. Αὐτὰ τὰ δύο πᾶνε μαζί. Διότι ἐκεῖνος ποὺ πάει στὸν φωτισμό, ὅταν καὶ ἂν θέλει ὁ Θεός, φθάνει στὴν θέωση. Ἀλλά, ἡ θέωση δὲν εἶναι διαρκὴς κατάσταση, ὁπότε ἐπανέρχεται πάλι στὸν φωτισμό. Ἡ θέωση δὲν εἶναι μόνιμη κατάσταση σὲ αὐτὴ τὴν ζωή. Ἄρα, ὁ φωτισμὸς ὑποτίθεται ὅτι εἶναι μόνιμη κατάσταση. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ δὲν βρίσκεται στὸν φωτισμό, σημαίνει κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ἐξέπεσε. Καὶ μὲ τὸ Μυστήριο τῆς μετάνοιας ἐπανέρχεται στὸν φωτισμό.
Ὁπότε, ἔχουμε τὸ πρῶτο Βάπτισμα. Ἔχουμε τὸ Χρίσμα καὶ μετὰ ἔχουμε τὸ δεύτερο Βάπτισμα. Τὸ δεύτερο Βάπτισμα μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ μετάνοια τοῦ μοναχοῦ γιὰ νὰ πάει στὸν φωτισμό, ποὺ δὲν βρῆκε μὲ τὸ Βάπτισμα ἢ τὸ μυστήριο τῆς μετάνοιας, ποὺ μερικὲς φορὲς συνοδεύεται καὶ ἀπὸ τὸ Χρίσμα, ὅταν πρόκειται περὶ ἀνθρώπων ποὺ ἔχουν ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό.
Μέσα σὲ αὐτὰ τὰ πλαίσια βλέπει κανεὶς πόσο ἡ λεγομένη ἡσυχαστικὴ παράδοση εἶναι συγκεντρωμένη στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν ὑπάρχει στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μυστικισμός, ποὺ νὰ μὴν εἶναι μέσα στὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν ὑπάρχει τέτοιο πράγμα.
Καὶ ἐμεῖς, στὴν Ὀρθόδοξη θεολογία, δὲν μιλᾶμε γιὰ μυστικισμό. Μιλᾶμε γιὰ μυστικὴ θεολογία καὶ γιὰ μυσταγωγία. Ὑπάρχει μυσταγωγία. Ἡ μυσταγωγία περνάει ἀπὸ στάδια: κάθαρση, φωτισμός, θέωση. Λέμε μυσταγωγία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ἡ μύηση ποὺ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὴν θέωση. Διότι ὁ σκοπὸς ὅλης αὐτῆς τῆς θεωρίας εἶναι ἡ θέωση».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου