Freddie Sayers
Η γνώμη του Johan Giesecke ή του Neil Ferguson είναι κάτι περισσότερο από μια απλή εκτίμηση των γεγονότων.
Την περασμένη εβδομάδα καταγράφτηκε η ιστορία δύο επιδημιολόγων. Προηγήθηκε ο Σουηδός καθηγητής Johan Giesecke, του οποίου η συνέντευξη στο UnHerd, προκάλεσε μεγάλη αναταραχή. Εξαιρετικά οξύς, χωρίς να ενδιαφέρεται για ποσοστιαίες μονάδες, ο Giesecke προσέγγισε την πανδημία του κορωνοϊού με λέξεις που ερέθισαν τους σκεπτικιστές και προκάλεσαν πανικό στους επικριτές του. «Δεν νομίζω ότι μπορούμε να τον σταματήσουμε», είπε, «είναι σαν ένα τσουνάμι που σαρώνει όλη την Ευρώπη». Ο πραγματικός αριθμός των θανάτων, προέβλεψε, θα είναι στο επίπεδο μιας σοβαρής εποχικής γρίπης, ίσως να φτάσει το πολύ στο διπλάσιο. Οπότε πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να την επιβραδύνουμε. Έτσι ώστε οι υπηρεσίες υγείας να μπορούν να να την αντιμετωπίσουν, αλλά και να την αφήσουμε να περάσει.
Στη συνέχεια, αυτό το Σαββατοκύριακο, ήταν η σειρά του καθηγητή Neil Ferguson να απαντήσει στην κριτική του Σουηδού, ότι οι υπερβολικά απαισιόδοξες προβλέψεις του έστρεψαν την κυβερνητική προσέγγιση από την ήπια αρχική αντιμετώπιση, προς την κινεζική σκληρή αντίδραση. Παρουσιάστηκε ως μία διαφορετική φιγούρα – πιο προσεκτικός, πιο εκπαιδευμένος στα μέσα ενημέρωσης, χωρίς το χαρισματικό ύψος του ομότιμου καθηγητή, αλλά αντισταθμίζοντάς το με την ακριβή ανάπτυξη των γεγονότων και των αριθμών. Αν και θα ήθελε να αποδειχθεί λάθος, όπως είπε, το ποσοστό θνησιμότητας του Covid-19 στο Ηνωμένο Βασίλειο, είναι πιθανό να είναι 0,8 με 0,9%, πράγμα που σημαίνει ότι ακόμη και αν επιτραπεί η έξοδος από το lockdown μόνο τους νέους και τους υγιείς, θα οδηγηθούμε σε περισσότερους από 100.000 θανάτους κατά τη διάρκεια του έτους. Πρέπει λοιπόν να προετοιμαστούμε για έναν μακρύ αγώνα, μία κοινωνικά αποστασιοποιημένη ζωή, πιθανώς για τα επόμενα χρόνια.
Θεωρητικά, η διαφωνία τους είναι καθαρά επιστημονική, και οφείλεται στην Αναλογία Θνησιμότητας των Λοιμώξεων, στις δοκιμές οροεπιτήρησης και στους αριθμούς R0. Ο ένας από τους δύο, θα αποδειχθεί τελικά σωστός. Αλλά κατά κάποιο τρόπο, υποψιάζομαι ότι θα υπάρχει πάντα η διαμάχη σχετικά με τον τρόπο καταμέτρησης των θανάτων και τις οικονομικές και υγειονομικές επιπτώσεις του lockdown, ώστε θα αναβάλλεται η απόφαση της άρσης των μέτρων επ‘ αόριστον. Είναι επίσης πολύ πιθανό ένας από τους δύο να βρεθεί να έχει σωστό πνεύμα, αλλά με λάθος αριθμούς.
Παράλληλα με όλες τις μετρήσεις, τις σημαντικές εκτιμήσεις του ανθρώπινου κόστους και των διαφορετικών σχεδίων δράσης, το πως θα σταθείτε απέναντι σε αυτόν τον άθλιο ιό, έχει να κάνει επίσης με τη συνολική στάση και την θεώρηση που έχετε για τον κόσμο. Είστε περισσότερο Giesecke ή Ferguson; Η αντιμετώπιση που θα σας κερδίσει περισσότερο, είναι απίθανο να εξαρτάται μόνο από την αξιολόγηση των επιστημονικών θέσεων. Πιθανότατα θα είναι ένας περίπλοκος συνδυασμός της πολιτικής σας γνώμης, της εμπειρίας σας από την ζωή, της στάσης σας απέναντι στον κίνδυνο και τον θάνατο, και της σχέσης σας με την εξουσία. Ίσως ο καθένας μας έχει μέσα του στοιχεία και των δύο αντιθέτων στάσεων, αλλά τι αντιπροσωπεύουν αυτές πραγματικά;
Αυτό που σίγουρα δεν αντιπροσωπεύουν, είναι το καλό ή το κακό. Παρά τις προσπάθειες ορισμένων φωνών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, να μας πείσουν για κάτι τέτοιο. Είναι σαφές ότι και οι δύο εμπειρογνώμονες είναι εξαιρετικά επιτυχημένοι επιστήμονες, που κάνουν ό,τι μπορούν για να κατανοήσουν μια περίπλοκη απειλή. Παρόμοια, η ευρύτερη συζήτηση γύρω από τον κοινωνικό αποκλεισμό (lockdown), δεν είναι ένας ανταγωνισμός μεταξύ ενός λογικού καλού ανθρώπου που εκτιμά τη ζωή, και ενός υπεροπτικού και κυνικού που ενδιαφέρεται μόνο για τα οικονομικά, ή για τον εαυτό του. Εάν η στάση αυτών που θεωρούν ότι θέλουν το καλό, προσπαθήσει να προωθήσει μια τέτοια αφήγηση, πολύ απλά δεν πρόκειται να το πετύχει.
Κατ᾽ αρχήν δεν υπάρχει κάποια διαφωνία σχετικά με την ιερότητα της κάθε ανθρώπινης ζωής, παρά τις προσπάθειες ορισμένων να χαρακτηρίσουν όσους τοποθετούνται υπέρ ενός ταχύτερου χρονοδιαγράμματος λήξης του lockdown, ως «υποστηρικτές του θανάτου». Η θέση, ότι κάποιο επίπεδο αύξησης της λοίμωξης, και επομένως περισσότεροι θάνατοι είναι ανεκτοί για το ευρύτερο καλό, δεν αναφέρεται συχνά δημοσίως. Αλλά είναι ήδη αποδεκτή και από τις δύο πλευρές των διαφωνούντων. Η Δανία θεωρείται χώρα-πρότυπο για το πρόωρο και αυστηρό lockdown. Πρόσφατα όμως πρόσθεσε και πάλι τα σχολεία της μέσης εκπαίδευσης στα δημόσια μοντέλα που δείχνουν τον αναμενόμενο βαθμό αυξημένων λοιμώξεων (και συνεπώς θανάτων). Κανείς δεν αντέδρασε, γιατί η εκπαίδευση των παιδιών είναι προφανώς ένα γενικό καλό. Το ερώτημα τελικά, αφορά στο πού στεκόμαστε απέναντι στον συγκεκριμένο συσχετισμό: πόσους θανάτους μπορούμε δηλαδή να ανεχθούμε, και για ποια σπουδαία αγαθά που θα κερδίσουμε ως αντίκρισμα;
Σύμφωνα με τους όρους της πολιτικής του Ηνωμένου Βασιλείου, η «ζώνη προσγείωσης» βρίσκεται στο διάστημα μεταξύ αυτών των δύο εμπειρογνωμόνων. Από την πλευρά του Giesecke θα ορίζαμε την επιτυχία, ως προς τη διασφάλιση ότι το NHS (ΣτΜ. το ΕΣΥ του Ην.Βασ.) δεν θα επιβαρυνθεί υπερβολικά. Αυτό σημαίνει επιβράδυνση της εξάπλωσης και κατά το δυνατόν προστασία των ευάλωτων ατόμων, αλλά και άρση των μέτρων του lockdown, και επαναφορά τους μόνο εάν κινδυνεύσει το σύστημα υγείας. Από την πλευρά του Ferguson, επιτυχία είναι να προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε την έξαρση της λοίμωξης σε τόσο χαμηλά επίπεδα ώστε να μπορέσουμε μακροπρόθεσμα να την καταστείλουμε. Με τεστ, παρακολούθηση και ιχνηλάτηση του ιού, καθώς και με στοιχεία κοινωνικής απόστασης για την ελαχιστοποίηση της μετάδοσης, μέχρις ότου βρεθεί ένα εμβόλιο.
Η πρώτη από αυτές τις επιλογές έχει ένα σαφές σκεπτικό και ένα τελικό στόχο, όπου ο ιός θα έχει περάσει και η ζωή θα μπορεί να επιστρέψει στο φυσιολογικό. Αλλά επίσης πάσχει, γιατί δείχνει σκληρή και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ποσοστό των θανάτων. Εάν υποθέσουμε ότι θα έχουμε 100.000 επιπλέον θανάτους Covid εντός του έτους, όπως προειδοποίησε ο καθηγητής Ferguson, και μπορούσαμε μετά να επανέλθουμε στο πλήρως φυσιολογικό επίπεδο ζωής, θα γινόταν κάτι τέτοιο αποδεκτό; Στα δύο άτομα σε κάθε χίλια, οι περισσότεροι άνθρωποι θα γνώριζαν κάποιον που θα είχε πεθάνει. Τι θα γινόταν όμως αν οι θάνατοι ήταν μόνο 20.000 επί πλέον; Ή 200.000 επιπλέον; (ΣτΜ ο πληθυσμός του Ηνωμένου Βασιλείου κατά το το 2019, υπολογίζεται σε 66,65 εκατομμύρια)
Η δεύτερη επιλογή πιθανότατα είναι πιο ελκυστική για τους πολιτικούς, καθώς, παραλείποντας το προηγούμενο δύσκολο ερώτημα, έχει μια σαφέστερη αίσθηση αρετής και δράσης. Όπως λέει συχνά ο Κυβερνήτης Cuomo της Νέας Υόρκης, «δεν πρόκειται να δεχτούμε την σκέψη ότι η ανθρώπινη ζωή είναι αναλώσιμη». Υπάρχει μια έντονη έκκληση προς την κοινωνία να συνεργαστεί, για να προστατεύσουμε τους πιο ευάλωτους μεταξύ μας. Από τις δημοσκοπήσεις γνωρίζουμε ότι το κοινό συνεχίζει να την υποστηρίζει. Είναι όμως μια επικίνδυνη επιλογή, διότι δεν έχει σαφές μέτρο επιτυχίας και δεν προβλέπεται διέξοδος: εάν ο στόχος είναι απλώς να “διατηρηθεί η μετάδοση του ιού χαμηλή”, πόσο χαμηλά πρέπει να φτάσει για να θεωρηθεί αρκετό; Οποιαδήποτε απομάκρυνση από το γενικό lockdown θα οδηγήσει ενδεχομένως μακριά από τον στόχο, και την επιστροφή σε έναν αδιάκοπο φόβο για κρούσματα που θα αρχίσουν να αναδύονται για μια ακόμη φορά.
Στην κοσμοθεωρία «Giesecke», αυτό δεν ισοδυναμεί με νίκη αλλά με παραίτηση. Ο κόσμος γίνεται ένας τόπος αόριστου άγχους, με τη συνεχή απειλή περιστολής των δικαιωμάτων να αιωρείται πάνω από ό,τι είναι καλύτερο και πιο όμορφο στη ζωή. Οικογενειακές συναντήσεις, θρησκευτική λατρεία, παιδιά που παίζουν, ερωτευμένοι νέοι, σχέδια για το μέλλον, δημιουργικά έργα. Και κινδυνεύει να γίνει ένας περιγεγραμμένος, μικρότερος, πιο φοβισμένος κόσμος. Στην πιο ακραία του κατάσταση, ένα μακροπρόθεσμο «κράτος καταστολής» θα μπορούσε πραγματικά να αρχίσει να μοιάζει με ένα ακόμη από τα καταπιεστικά καθεστώτα της ιστορίας. Από τους Πουριτανούς έως τους Κομουνιστές, που προσπάθησαν λανθασμένα να αναδιαμορφώσουν ολόκληρη τη φυσική τάξη, αναζητώντας έναν μόνο ορισμό της αρετής. Οι άνθρωποι που αντιδρούν σε οποιαδήποτε κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση, δεν μπορούν να παραθεωρούνται ούτε να αποκαλούνται ανήθικοι.
Κάπου ανάμεσα σε αυτές τις δύο αντίθετες πλευρές, βρίσκεται ένας σοφός δρόμος προς τα εμπρός. Αυτός ο δρόμος πρέπει να βρεθεί, όχι μόνο μεταξύ των διαφορετικών εκτιμήσεων των γεγονότων, αλλά και των διαφορετικών αντιλήψεων για τον κόσμο.
Ανάμεσα στα προσεκτικά λόγια του Neil Ferguson -του νεότερου από τους δύο επιστήμονες- διέκρινα έναν ιδεαλιστή που ήθελε να ανοίξει νέο έδαφος και να κερδίσει μια μάχη. «Είμαστε σε ένα φρικτό μέρος, έτσι δεν είναι», είπα, περιμένοντας να συμφωνήσει. Αλλά αμέσως απάντησε ότι, αντίθετα, ο κόσμος έχει πετύχει αυτό που ποτέ δεν πίστευε ότι θα δει σε αυτόν τον αιώνα, σταματώντας συλλογικά την πορεία ενός εξαιρετικά μολυσματικού αναπνευστικού ιού. Το μοντέλο της Νότιας Κορέας προσφέρει ελπίδα για μια άνευ προηγουμένου νέα τεχνολογική αντίδραση σε μια επιδημία. Για έναν εμπειρογνώμονα που έχει περάσει χρόνια εξετάζοντας ποσοστά θνησιμότητας και μοντέλα, αυτό πρέπει να τον κάνει να αισθάνεται μία τεράστια πρόοδο: ολόκληρος ο κόσμος ενωμένος ενάντια σε μια ασθένεια.
Εν τω μεταξύ, κάπως ειρωνικά ως προς την εξαιρετικά συγκεκριμένη απειλή αυτής της ασθένειας προς στους ηλικιωμένους και ευάλωτους, η πιο φιλοσοφική προσέγγιση Giesecke φαίνεται διαποτισμένη με τη συντηρητική προοπτική της ζωής των υπερηλίκων. Ο κόσμος είναι μεγάλος και είναι πολύ παλιός. Είναι γεμάτος με απειλές και κινδύνους. Πρέπει να νιώθουμε ικανοποιημένοι και να τον δεχόμαστε με ταπείνωση. Μπορώ να φανταστώ πολλά άτομα πάνω από την ηλικία των 80 ετών, αβέβαιους για το πόσα χρόνια τους έχουν απομείνει, που θα προτιμούσαν να δουν τα εγγόνια τους και να ζήσουν μια πλήρη ζωή, γνωρίζοντας ακόμη και τους κινδύνους.
Είτε είστε περισσότερο Giesecke ή Ferguson, ήρθε η ώρα να σταματήσετε να προσποιείστε ότι η απάντησή σας σε αυτήν την απειλή είναι απλώς ένα επιστημονικό ζήτημα ή ακόμα και μια εύκολη ηθική επιλογή μεταξύ του σωστού και του λάθους. Είναι ένα ερώτημα για το είδος του κόσμου στον οποίο θέλουμε να ζήσουμε, και με ποιο κόστος.
Στη συνέχεια, αυτό το Σαββατοκύριακο, ήταν η σειρά του καθηγητή Neil Ferguson να απαντήσει στην κριτική του Σουηδού, ότι οι υπερβολικά απαισιόδοξες προβλέψεις του έστρεψαν την κυβερνητική προσέγγιση από την ήπια αρχική αντιμετώπιση, προς την κινεζική σκληρή αντίδραση. Παρουσιάστηκε ως μία διαφορετική φιγούρα – πιο προσεκτικός, πιο εκπαιδευμένος στα μέσα ενημέρωσης, χωρίς το χαρισματικό ύψος του ομότιμου καθηγητή, αλλά αντισταθμίζοντάς το με την ακριβή ανάπτυξη των γεγονότων και των αριθμών. Αν και θα ήθελε να αποδειχθεί λάθος, όπως είπε, το ποσοστό θνησιμότητας του Covid-19 στο Ηνωμένο Βασίλειο, είναι πιθανό να είναι 0,8 με 0,9%, πράγμα που σημαίνει ότι ακόμη και αν επιτραπεί η έξοδος από το lockdown μόνο τους νέους και τους υγιείς, θα οδηγηθούμε σε περισσότερους από 100.000 θανάτους κατά τη διάρκεια του έτους. Πρέπει λοιπόν να προετοιμαστούμε για έναν μακρύ αγώνα, μία κοινωνικά αποστασιοποιημένη ζωή, πιθανώς για τα επόμενα χρόνια.
Θεωρητικά, η διαφωνία τους είναι καθαρά επιστημονική, και οφείλεται στην Αναλογία Θνησιμότητας των Λοιμώξεων, στις δοκιμές οροεπιτήρησης και στους αριθμούς R0. Ο ένας από τους δύο, θα αποδειχθεί τελικά σωστός. Αλλά κατά κάποιο τρόπο, υποψιάζομαι ότι θα υπάρχει πάντα η διαμάχη σχετικά με τον τρόπο καταμέτρησης των θανάτων και τις οικονομικές και υγειονομικές επιπτώσεις του lockdown, ώστε θα αναβάλλεται η απόφαση της άρσης των μέτρων επ‘ αόριστον. Είναι επίσης πολύ πιθανό ένας από τους δύο να βρεθεί να έχει σωστό πνεύμα, αλλά με λάθος αριθμούς.
Παράλληλα με όλες τις μετρήσεις, τις σημαντικές εκτιμήσεις του ανθρώπινου κόστους και των διαφορετικών σχεδίων δράσης, το πως θα σταθείτε απέναντι σε αυτόν τον άθλιο ιό, έχει να κάνει επίσης με τη συνολική στάση και την θεώρηση που έχετε για τον κόσμο. Είστε περισσότερο Giesecke ή Ferguson; Η αντιμετώπιση που θα σας κερδίσει περισσότερο, είναι απίθανο να εξαρτάται μόνο από την αξιολόγηση των επιστημονικών θέσεων. Πιθανότατα θα είναι ένας περίπλοκος συνδυασμός της πολιτικής σας γνώμης, της εμπειρίας σας από την ζωή, της στάσης σας απέναντι στον κίνδυνο και τον θάνατο, και της σχέσης σας με την εξουσία. Ίσως ο καθένας μας έχει μέσα του στοιχεία και των δύο αντιθέτων στάσεων, αλλά τι αντιπροσωπεύουν αυτές πραγματικά;
Αυτό που σίγουρα δεν αντιπροσωπεύουν, είναι το καλό ή το κακό. Παρά τις προσπάθειες ορισμένων φωνών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, να μας πείσουν για κάτι τέτοιο. Είναι σαφές ότι και οι δύο εμπειρογνώμονες είναι εξαιρετικά επιτυχημένοι επιστήμονες, που κάνουν ό,τι μπορούν για να κατανοήσουν μια περίπλοκη απειλή. Παρόμοια, η ευρύτερη συζήτηση γύρω από τον κοινωνικό αποκλεισμό (lockdown), δεν είναι ένας ανταγωνισμός μεταξύ ενός λογικού καλού ανθρώπου που εκτιμά τη ζωή, και ενός υπεροπτικού και κυνικού που ενδιαφέρεται μόνο για τα οικονομικά, ή για τον εαυτό του. Εάν η στάση αυτών που θεωρούν ότι θέλουν το καλό, προσπαθήσει να προωθήσει μια τέτοια αφήγηση, πολύ απλά δεν πρόκειται να το πετύχει.
Κατ᾽ αρχήν δεν υπάρχει κάποια διαφωνία σχετικά με την ιερότητα της κάθε ανθρώπινης ζωής, παρά τις προσπάθειες ορισμένων να χαρακτηρίσουν όσους τοποθετούνται υπέρ ενός ταχύτερου χρονοδιαγράμματος λήξης του lockdown, ως «υποστηρικτές του θανάτου». Η θέση, ότι κάποιο επίπεδο αύξησης της λοίμωξης, και επομένως περισσότεροι θάνατοι είναι ανεκτοί για το ευρύτερο καλό, δεν αναφέρεται συχνά δημοσίως. Αλλά είναι ήδη αποδεκτή και από τις δύο πλευρές των διαφωνούντων. Η Δανία θεωρείται χώρα-πρότυπο για το πρόωρο και αυστηρό lockdown. Πρόσφατα όμως πρόσθεσε και πάλι τα σχολεία της μέσης εκπαίδευσης στα δημόσια μοντέλα που δείχνουν τον αναμενόμενο βαθμό αυξημένων λοιμώξεων (και συνεπώς θανάτων). Κανείς δεν αντέδρασε, γιατί η εκπαίδευση των παιδιών είναι προφανώς ένα γενικό καλό. Το ερώτημα τελικά, αφορά στο πού στεκόμαστε απέναντι στον συγκεκριμένο συσχετισμό: πόσους θανάτους μπορούμε δηλαδή να ανεχθούμε, και για ποια σπουδαία αγαθά που θα κερδίσουμε ως αντίκρισμα;
Σύμφωνα με τους όρους της πολιτικής του Ηνωμένου Βασιλείου, η «ζώνη προσγείωσης» βρίσκεται στο διάστημα μεταξύ αυτών των δύο εμπειρογνωμόνων. Από την πλευρά του Giesecke θα ορίζαμε την επιτυχία, ως προς τη διασφάλιση ότι το NHS (ΣτΜ. το ΕΣΥ του Ην.Βασ.) δεν θα επιβαρυνθεί υπερβολικά. Αυτό σημαίνει επιβράδυνση της εξάπλωσης και κατά το δυνατόν προστασία των ευάλωτων ατόμων, αλλά και άρση των μέτρων του lockdown, και επαναφορά τους μόνο εάν κινδυνεύσει το σύστημα υγείας. Από την πλευρά του Ferguson, επιτυχία είναι να προσπαθήσουμε να διατηρήσουμε την έξαρση της λοίμωξης σε τόσο χαμηλά επίπεδα ώστε να μπορέσουμε μακροπρόθεσμα να την καταστείλουμε. Με τεστ, παρακολούθηση και ιχνηλάτηση του ιού, καθώς και με στοιχεία κοινωνικής απόστασης για την ελαχιστοποίηση της μετάδοσης, μέχρις ότου βρεθεί ένα εμβόλιο.
Η πρώτη από αυτές τις επιλογές έχει ένα σαφές σκεπτικό και ένα τελικό στόχο, όπου ο ιός θα έχει περάσει και η ζωή θα μπορεί να επιστρέψει στο φυσιολογικό. Αλλά επίσης πάσχει, γιατί δείχνει σκληρή και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ποσοστό των θανάτων. Εάν υποθέσουμε ότι θα έχουμε 100.000 επιπλέον θανάτους Covid εντός του έτους, όπως προειδοποίησε ο καθηγητής Ferguson, και μπορούσαμε μετά να επανέλθουμε στο πλήρως φυσιολογικό επίπεδο ζωής, θα γινόταν κάτι τέτοιο αποδεκτό; Στα δύο άτομα σε κάθε χίλια, οι περισσότεροι άνθρωποι θα γνώριζαν κάποιον που θα είχε πεθάνει. Τι θα γινόταν όμως αν οι θάνατοι ήταν μόνο 20.000 επί πλέον; Ή 200.000 επιπλέον; (ΣτΜ ο πληθυσμός του Ηνωμένου Βασιλείου κατά το το 2019, υπολογίζεται σε 66,65 εκατομμύρια)
Η δεύτερη επιλογή πιθανότατα είναι πιο ελκυστική για τους πολιτικούς, καθώς, παραλείποντας το προηγούμενο δύσκολο ερώτημα, έχει μια σαφέστερη αίσθηση αρετής και δράσης. Όπως λέει συχνά ο Κυβερνήτης Cuomo της Νέας Υόρκης, «δεν πρόκειται να δεχτούμε την σκέψη ότι η ανθρώπινη ζωή είναι αναλώσιμη». Υπάρχει μια έντονη έκκληση προς την κοινωνία να συνεργαστεί, για να προστατεύσουμε τους πιο ευάλωτους μεταξύ μας. Από τις δημοσκοπήσεις γνωρίζουμε ότι το κοινό συνεχίζει να την υποστηρίζει. Είναι όμως μια επικίνδυνη επιλογή, διότι δεν έχει σαφές μέτρο επιτυχίας και δεν προβλέπεται διέξοδος: εάν ο στόχος είναι απλώς να “διατηρηθεί η μετάδοση του ιού χαμηλή”, πόσο χαμηλά πρέπει να φτάσει για να θεωρηθεί αρκετό; Οποιαδήποτε απομάκρυνση από το γενικό lockdown θα οδηγήσει ενδεχομένως μακριά από τον στόχο, και την επιστροφή σε έναν αδιάκοπο φόβο για κρούσματα που θα αρχίσουν να αναδύονται για μια ακόμη φορά.
Στην κοσμοθεωρία «Giesecke», αυτό δεν ισοδυναμεί με νίκη αλλά με παραίτηση. Ο κόσμος γίνεται ένας τόπος αόριστου άγχους, με τη συνεχή απειλή περιστολής των δικαιωμάτων να αιωρείται πάνω από ό,τι είναι καλύτερο και πιο όμορφο στη ζωή. Οικογενειακές συναντήσεις, θρησκευτική λατρεία, παιδιά που παίζουν, ερωτευμένοι νέοι, σχέδια για το μέλλον, δημιουργικά έργα. Και κινδυνεύει να γίνει ένας περιγεγραμμένος, μικρότερος, πιο φοβισμένος κόσμος. Στην πιο ακραία του κατάσταση, ένα μακροπρόθεσμο «κράτος καταστολής» θα μπορούσε πραγματικά να αρχίσει να μοιάζει με ένα ακόμη από τα καταπιεστικά καθεστώτα της ιστορίας. Από τους Πουριτανούς έως τους Κομουνιστές, που προσπάθησαν λανθασμένα να αναδιαμορφώσουν ολόκληρη τη φυσική τάξη, αναζητώντας έναν μόνο ορισμό της αρετής. Οι άνθρωποι που αντιδρούν σε οποιαδήποτε κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση, δεν μπορούν να παραθεωρούνται ούτε να αποκαλούνται ανήθικοι.
Κάπου ανάμεσα σε αυτές τις δύο αντίθετες πλευρές, βρίσκεται ένας σοφός δρόμος προς τα εμπρός. Αυτός ο δρόμος πρέπει να βρεθεί, όχι μόνο μεταξύ των διαφορετικών εκτιμήσεων των γεγονότων, αλλά και των διαφορετικών αντιλήψεων για τον κόσμο.
Ανάμεσα στα προσεκτικά λόγια του Neil Ferguson -του νεότερου από τους δύο επιστήμονες- διέκρινα έναν ιδεαλιστή που ήθελε να ανοίξει νέο έδαφος και να κερδίσει μια μάχη. «Είμαστε σε ένα φρικτό μέρος, έτσι δεν είναι», είπα, περιμένοντας να συμφωνήσει. Αλλά αμέσως απάντησε ότι, αντίθετα, ο κόσμος έχει πετύχει αυτό που ποτέ δεν πίστευε ότι θα δει σε αυτόν τον αιώνα, σταματώντας συλλογικά την πορεία ενός εξαιρετικά μολυσματικού αναπνευστικού ιού. Το μοντέλο της Νότιας Κορέας προσφέρει ελπίδα για μια άνευ προηγουμένου νέα τεχνολογική αντίδραση σε μια επιδημία. Για έναν εμπειρογνώμονα που έχει περάσει χρόνια εξετάζοντας ποσοστά θνησιμότητας και μοντέλα, αυτό πρέπει να τον κάνει να αισθάνεται μία τεράστια πρόοδο: ολόκληρος ο κόσμος ενωμένος ενάντια σε μια ασθένεια.
Εν τω μεταξύ, κάπως ειρωνικά ως προς την εξαιρετικά συγκεκριμένη απειλή αυτής της ασθένειας προς στους ηλικιωμένους και ευάλωτους, η πιο φιλοσοφική προσέγγιση Giesecke φαίνεται διαποτισμένη με τη συντηρητική προοπτική της ζωής των υπερηλίκων. Ο κόσμος είναι μεγάλος και είναι πολύ παλιός. Είναι γεμάτος με απειλές και κινδύνους. Πρέπει να νιώθουμε ικανοποιημένοι και να τον δεχόμαστε με ταπείνωση. Μπορώ να φανταστώ πολλά άτομα πάνω από την ηλικία των 80 ετών, αβέβαιους για το πόσα χρόνια τους έχουν απομείνει, που θα προτιμούσαν να δουν τα εγγόνια τους και να ζήσουν μια πλήρη ζωή, γνωρίζοντας ακόμη και τους κινδύνους.
Είτε είστε περισσότερο Giesecke ή Ferguson, ήρθε η ώρα να σταματήσετε να προσποιείστε ότι η απάντησή σας σε αυτήν την απειλή είναι απλώς ένα επιστημονικό ζήτημα ή ακόμα και μια εύκολη ηθική επιλογή μεταξύ του σωστού και του λάθους. Είναι ένα ερώτημα για το είδος του κόσμου στον οποίο θέλουμε να ζήσουμε, και με ποιο κόστος.
Μετάφραση: Κωνσταντίνος Σταυρόπουλος
Στην εικαστική πλαισίωση της σελίδας, πίνακας του Λεονάρντο Ντα Βίντσι, φιλοτεχνημένος γύρω στο 1485.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου