Συνέχεια από:Tρίτη 16 Ιουνίου 2020
(Συνεχίζεται)
Σημειώσεις
ΕΓΏ-Μέρος Πρώτο
Η βελτίωση της ζωής
Ο κάθε άνθρωπος γίνεται manager του εγώ του
Κυκλοφορία (του αίματος) β
Στο εσωτερικό μιας μηχανής μετατρέπονται σε νόμο της φύσης όλα όσα κάνει η μηχανή
Εν συντομία: το «νούμερο 2» είχε τέτοια επιτυχία, επειδή είχε την ικανότητα, μέχρι προσφάτως τουλάχιστον, κυρίως στα πλαίσια του χρηματιστηρίου, να κάνει αυτό, μπροστά στο οποίο παραιτούνταν όλοι: μπορούσε να κάνει εκπληκτικά ακριβείς προβλέψεις. Δούλευε σαν ρολόι, που δείχνει το μέλλον. Σαν να έλεγαν τα μαθηματικά, πως εδώ δεν λειτουργεί ένα μοντέλο, αλλά ένας νόμος της φύσης. Το «νούμερο 2» δεν είναι κάτι άλλο παρά ένα αυτόματο-εγώ, μια μηχανή η οποία μπορεί να προγραμματιστεί και να χρησιμοποιηθεί. Αυτό είναι που ξεγελά τους ανθρώπους. Είχε επιτυχία: τόσο στον Ψυχρό Πόλεμο όσο και στα χρηματιστήρια. Δεν χρειάζεται να κηρύξει κανείς τον εγωισμό. Το μόνο που χρειάζεται είναι να βάλεις τους ανθρώπους στο εσωτερικό μιας μηχανής, και να τους πείσεις, πως ότι βλέπουν είναι νόμος της φύσης.
Η αφηρημένη εικόνα του κόσμου που εισήγαγε ο Newton δεν έπειθε επειδή οι άνθρωποι ήταν σε θέση να δουν πως η γη κινείται γύρω από τον ήλιο, αλλά επειδή με το μοντέλο του ήταν δυνατόν να προβλεφθούν οι τροχιές των κομητών και πλανητών. Αυτό είχε συμβεί και στον κόσμο, στον οποίο κυριαρχούσε το «νούμερο 2».
Οι μαθηματικοί τύποι, οι οποίοι προβλέπουν τα αποτελέσματα οικονομικών χειρισμών, και από την άλλη επιβάλλουν συγκεκριμένους χειρισμούς, δεν είναι απλά υποθέσεις, ούτε καν περιγραφές των αγορών, αλλά αυτοί δημιουργούν τις αγορές. Οι νόμοι τους οποίους ακολουθούν τα ουράνια σώματα, δεν ενδιαφέρονται αν εμείς πιστεύουμε σε αυτούς ή όχι, όπως ορθά επισημαίνει ο Callon106. Τα πιο επιτυχημένα μοντέλα αναφέρονται στο μέλλον. Οι «Futures» και οι από τον καιρό του Newton «μοχλοί» τους: τα παράγωγα είχαν καθορίσει τις τιμές για πράγματα, τα οποία ακόμα δεν υπήρχαν.
Μπορούμε να αποδώσουμε και σε αριθμούς το μέγεθος αυτού του εγχειρήματος. Η αξία των παραγώγων σε παγκόσμιο επίπεδο, αυξήθηκε από το 0 που ήταν το 1970, σε 1200 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2010. Αυτός ο αριθμός είναι 20 φορές μεγαλύτερος από το ακαθάριστο εθνικό προϊόν όλων των χωρών της γης. Γι’ αυτό μιλούν σήμερα ακόμα και οι απογοητευμένοι νομπελίστες, περί «αλχημείας» των αγορών: είχε πραγματοποιηθεί το αρχαίο όνειρο, να δημιουργεί κανείς χρυσό μόνο με την σκέψη και το άγγιγμα. Και για τους ανθρώπους ισχύει πια η διδασκαλία των αλχημιστών, πως η «εργασία» πρέπει να είναι μια εργασία της ψυχής. Όποιος την κάνει σωστά, του ανήκουν τα πλούτη της γης.
Για να καταστεί αυτό δυνατό, έπρεπε να κυλίσει το ρεύμα μέσα από τις ηλεκτρονικές αρτηρίες των υπολογιστών, και οι άνθρωποι έπρεπε από μόνοι τους να συνδεθούν με την κυκλοφορία μέσω του PC και του κινητού τηλεφώνου. Ο υπολογιστής είχε γίνει και τα δυο: η αγορά αλλά και το σπίτι του οικονομικού πράκτορα. Από την στιγμή αυτή οι μαθηματικοί τύποι άρχισαν να λειτουργούν σαν τα γενετικά προγράμματα. Μπορεί οι άνθρωποι να ήταν μη λογικοί, όχι όμως και οι «αυτόματοι πράκτορες», οι οποίοι ενεργούσαν στην θέση των ανθρώπων στις οικονομικές και άλλες αγορές. Συνέβη αυτό που, σύμφωνα με τα αξεπέραστα λόγια του Hugh Kenner, συμβαίνει κάθε φορά που ο κόσμος εισέρχεται σε μια νέα εποχή: «επεξεργάστηκαν τα νέα συστήματα, και επινόησαν τον άνθρωπο που ταίριαζε σε αυτά.107»
Αυτό το μεγάλο κοινωνικό πείραμα με τον άνθρωπο μέσα στα πλαίσια της κοινωνίας (τον μη στρατιωτικό δηλαδή), είχε αρχίσει με την αυτοματοποίηση των χρηματιστηρίων.
Δεν πρέπει να συγχύσουμε την κριτική στην ψηφιακή οικονομία με τον σκεπτικισμό απέναντι στο αυτοκίνητο και τον σιδηρόδρομο. Στην περίπτωση της ψηφιακής οικονομίας δεν μιλούμε πια για τεχνολογία, αλλά για την κατασκευή μιας κοινωνικής μηχανής.
Στα trading pits (ανταλλακτήρια) των χρηματιστηρίων, οι έμποροι έγιναν πρώτα ένα με τους υπολογιστές τους και τα προγραμματισμένα πλήκτρα που υπολόγιζαν τους τόκους και τα options (τις επιλογές), και μετά μετακινήθηκαν στο εσωτερικό τής μηχανής και κατοίκησαν τα κλειστά δωμάτια των terminals (οθονών), όπως πριν από αυτούς το έκανε ο στρατός.
«Ο homo oeconomicus υπάρχει πια στην πραγματικότητα», αναφώνησε ο κοινωνιολόγος Michael Callon. «Τα προσθετικά μέρη του, που τον βοηθούν στους υπολογισμούς και που στο μεγαλύτερο μέρος τους προέρχονται από την οικονομία, τον διαμορφώνουν, τον πλαισιώνουν και τον τροφοδοτούν.108»
Από όλα τα προσθετικά, η θεωρία των παιγνίων είναι ένα από το πιο αγαπημένα. Μαθαίνουμε σήμερα στο σχολείο, πως όλες οι προσπάθειες δια μέσου των αιώνων, να περιγραφεί ο άνθρωπος με μερικούς οδοντωτούς τροχούς, υδραυλικές αντλίες ή τύπους της φυσικής, έχουν αποτύχει παταγωδώς. Και οι οικονομολόγοι το γνώριζαν για πολύ καιρό, και είχαν αναπτύξει ιδέες περί «περιορισμένης λογικής», οι οποίες διασαφήνιζαν πως οι άνθρωποι δεν λειτουργούν όπως ο Mr.Spock.
Το «νούμερο 2» όμως έδινε μόνο την εξής απάντηση: ο άνθρωπος μπορεί να κάνει ότι θέλει. Η ελευθερία είναι το χαρακτηριστικό του, όπως και το χαρακτηριστικό των μηχανών του. Αλλά: εάν δεν πράττει βάσει της θεωρίας των παιγνίων, τότε είναι πιθανόν πως η αγορά και η ιστορία και η λογική θα τον διαλύσουν.
Και χωρίς αυτή την απειλή όμως, ο ανθρώπινος παράγοντας δεν είχε καμιά ελπίδα έναντι της πρακτικής. Ο υπολογιστής είχε ενσωματώσει μέσα στο λογισμικό την μηχανή επιβίωσης, το «νούμερο 2», στον ρόλο του οικονομικού πράκτορα. Αυτός αναλαμβάνει τις συναλλαγές, κατευθύνει τις δημοπρασίες, προφητεύει και ερμηνεύει το παρελθόν. Εδώ και καιρό όχι μόνο στις αγορές, αλλά και στα κοινωνικά δίκτυα, στις αναλυτικές διαδικασίες που χρησιμοποιούνται για τα email, και σε όλες τις αγορές που προσδιορίζουν την τιμή ενός ανθρώπου βάσει του συνόλου των δεδομένων του και των ψηφιακών του επικοινωνιών.
Θα δούμε το «νούμερο 2» σε δράση, σε ένα επόμενο κεφάλαιο. Σε αυτό το σημείο μας ενδιαφέρει μόνο ο πράκτορας ως τεχνητός άνθρωπος, σε όλο το μεγαλείο των προτιμήσεων και προκαταλήψεων του.
Ωθούμενο από τον αυξανόμενο βαθμό δικτύωσης των ανθρώπων, που ήθελαν να συνεργαστούν και όχι να αγοράσουν ή να πουλήσουν (και κυρίως τους εαυτούς τους), το νούμερο 2 είχε ξεκινήσει για τα καλά, και μπήκε με επιτυχία στα πάντα. Και τώρα στην αυγή του εμπορικού ίντερνετ, ήταν η σειρά των ανθρώπων.
Γιατί όμως το δίκτυο και η κινητή τηλεφωνία και οι πανίσχυρες εταιρίες που βρίσκονται από πίσω, θέλουν να ξέρουν ποιο είναι το επόμενο βήμα μας και η επόμενη σκέψη μας; Επειδή οι πράξεις και οι σκέψεις μας είναι κινήσεις στα πλαίσια του παιχνιδιού. Ο άνθρωπος γίνεται user, οuser καταναλωτής και ο καταναλωτής καταλήγει «νούμερο 2»: αναζητά τις καλύτερες τιμές, τις καλύτερες κοινωνικές επαφές. Εν συντομία: τις καλύτερες πληροφορίες στα πλαίσια της νέας, υποτιθέμενης «οικονομίας της πληροφορίας».
Η επόμενη μεταμόρφωση βρίσκεται ήδη στο κατώφλι: το κράτος του μέλλοντος -ένα τεράστιο εμπορικό, πραγματικά υπάρχον ίντερνετ- θα κάνει «outsource πολλές λειτουργίες, θα στηριχθεί λιγότερο σε νόμους και κανονισμούς, και περισσότερο σε ερεθίσματα της αγοράς, και θα αντιδρά πολύ πιο συχνά στις διαρκώς μεταβαλλόμενες απαιτήσεις των καταναλωτών, και όχι τόσο στις σπάνια εκφραζόμενες προτιμήσεις των εκλεγόντων.109»
Σε αντίθεση προς την πραγματική ζωή, στα ψηφιακά συστήματα είναι δυνατή η διαρκής παρακολούθηση του σωσία του ανθρώπου. Η πρόβλεψη, τι πρόκειται ο άλλος να κάνει, να αγοράσει, να σκεφτεί, ώστε από την πρόβλεψη να προκύψει μια τιμή, είναι μια πρόθεση που ενώνει τον στρατό, την αστυνομία, τις αγορές, και όλους τους τομείς της ψηφιακής κοινωνικής επικοινωνίας.
Πρακτικά κάθε άνθρωπος, τουλάχιστον στο δυτικό ημισφαίριο, είναι τμήμα του παιχνιδιού του John Nash. Κάθε μέρα λαμβάνουμε μέρος σε δημοπρασίες, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε, με τον τρόπο που ο Ken Binmore τις έχει οργανώσει για τις κυβερνήσεις.
Ένα αθώο, αλλά για τον λόγο αυτό ισχυρότερο, παιχνίδι δημοπρασίας είναι το Google Awards. Ο φιλόσοφος της επιστήμης George Dyson, θεωρεί πως ο αλγόριθμος αυτός είναι ο ισχυρότερος που υπάρχει αυτή την στιγμή στον κόσμο. Είναι πιο πολύπλοκος και πιο ικανός από κάθε τύπο της θεωρίας των παιγνίων που χρησιμοποιήθηκε στον Ψυχρό Πόλεμο110. Αυτό το λογισμικό, που συνδέει την αναζήτηση με την διαφήμιση, και κάνει την Google πλούσια, έχει γίνει μια εργασία ρουτίνας για το «νούμερο 2».
Κάθε αναζήτηση που κάποιος άνθρωπος οπουδήποτε στον κόσμο κάνει, είναι στην πραγματικότητα μια δημοπρασία που ελέγχεται από το «νούμερο 2», στην οποία η απόφαση που παίρνεται αφορά το ποια διαφήμιση, με ποια τιμή θα εμφανιστεί στα δεξιά της οθόνης. Η δημοπρασία παίζεται με αλγόριθμους από την θεωρία των παιγνίων, που διαφέρουν πια από εκείνους που λειτουργούν στα Hedgefonds και την αγορά παραγώγων.
«Η πώληση αγγελιών δεν παράγει μόνο κέρδος. Παράγει επίσης ένα σωρό πληροφορίες για το γούστο και τις συνήθεις του χρήστη. Η Google κοσκινίζει και επεξεργάζεται αυτά τα δεδομένα, για να προβλέψει την μελλοντική καταναλωτική συμπεριφορά, για να βελτιώσει προϊόντα και για να πουλήσει περισσότερες αγγελίες. Αυτά είναι η καρδιά και η ψυχή του Googlenomics. Είναι ένα σύστημα διαρκούς αυτοανάλυσης: ένας αναδραστικός βρόχος που κινείται από τα δεδομένα. Αυτό το σύστημα δεν είναι μόνο το μέλλον της Google, αλλά και καθενός που κάνει συναλλαγές online.111»
Και το μέλλον τού καθενός που επικοινωνεί μέσα στην μοντέρνα κοινωνία. Ισχύει πως οι μικρές υπολογιστικές μηχανές είχαν αναλάβει τους υπολογισμούς που κάναμε παλιά με το κεφάλι. Η κριτική όμως που ακολούθησε πήρε λάθος δρόμο. Με το να μας πάρουν την ευθύνη των υπολογισμών, ο υπολογισμός του 1+1 δεν ήταν πια πιο δύσκολος από τον υπολογισμό του τύπου των Black –Scholes.
Ο Marcel Mauss είχε ήδη την δεκαετία του ’20 γράψει: «ο homo oeconomicus δεν είναι πίσω μας αλλά μπροστά μας - όπως και ο ηθικός άνθρωπος, ο άνθρωπος με αίσθηση της ευθύνης, ο επιστημονικός άνθρωπος και ο σώφρον άνθρωπος. Ο άνθρωπος ήταν για πολύ καιρό κάτι άλλο. Και δεν πέρασε πολύς καιρός από τότε που έγινε μηχανή - μάλιστα μια υπολογιστική μηχανή».112
Εκλογές, διαμόρφωση κοινής γνώμης, πολιτική, ακόμα και το σύνταγμα δυτικών δημοκρατιών, όλα αυτά πρόκειται να μετατραπούν σε αυτοματοποιημένες αγορές: από μηδέν σε μερικά δισεκατομμύρια μέλη. Αλλάζει η ουσία της ατομικής ζωής. Η ζωή αυτή, της οποίας έχουν κλέψει την ταυτότητα και την πορεία, καταλαμβάνεται από το «νούμερο 2», όπως ένας ιός καταλαμβάνει ένα πρόγραμμα στον υπολογιστή.
Για τον λόγο αυτό, όταν παρακολουθούμε την κρίση των αγορών, δεν παρακολουθούμε ούτε το πορτοφόλι, ούτε τις εκπομπές για το χρηματιστήριο. Αυτός που ρίχνει την ματιά του εκεί, όπου το μόνο πράγμα που γίνεται είναι η μετατροπή του μέλλοντος σε χρήμα, με την βοήθεια αυτόματων μηχανών, παρατηρεί το μέλλον των αυτοματοποιημένων αγορών, αυτό σημαίνει το μέλλον της αυτοματοποιημένης κοινωνίας.
Όποιος θέλει να δει φαντάσματα μπορεί να πάρει το τραινάκι του τρόμου στο λούνα παρκ. Όταν όμως ένα φάντασμα εμφανίζεται μέρα μεσημέρι, και μπορούν να το δουν όλοι, τότε το πράγμα αρχίζει να γίνεται ενδιαφέρον.
Υπάρχει η ελπίδα, πως ο σεβασμός προς το «νούμερο 2» μπορεί να ανταλλαγεί προς χάριν του σεβασμού για τις ιστορίες της ζωής, οι οποίες δεν μπορούν να μειωθούν σε ένα 1+1 κάποιου γενετικά προγραμματισμένου εγωισμού μέσα μας. Και λίγη ελπίδα, ότι στα πρόσωπα κυρίως Αμερικανών ειδικών και μαθηματικών προφητών, που χρησιμοποιούν την έννοια κοινωνικό κράτος μόνο ως κατηγορία (έγκλημα), θα ζωγραφιστεί ίσως κάτι άλλο από απλό μειδίαμα, όταν τους παρουσιάσουμε τα τέρατα από την λογοτεχνία.
Εκείνοι όμως που με τους τύπους τους μείωσαν την λογική τού ανθρώπου, και επιβάλλουν μια τέτοια λογική σε όλους (αυτοί είναι οι αντιπρόσωποι της οικονομικής επιστήμης που ασκούν και την μεγαλύτερη επιρροή), παράγουν ένα περίεργο θέατρο του παραλόγου.
Κάτω από την επιρροή της κρίσης, ο οικονομολόγος Paul de Grauwe, δημοσίευσε ένα άρθρο αυτοκριτικής, στο οποίο εκφράζει την αμφιβολία του για τον λογικό εγωισμό τού συνηθισμένου οικονομικού πράκτορα: «επειδή όλοι καταλαβαίνουν την ίδια "αλήθεια", λειτουργούν όλοι με τον ίδιο τρόπο. Για να προσομοιώσουμε λοιπόν το πόσο απρόβλεπτος είναι ο κόσμος, αρκεί να προσομοιώσουμε την συμπεριφορά ενός πράκτορα (ο αντιπροσωπευτικός καταναλωτής και ο αντιπροσωπευτικός παραγωγός). Σπάνια είχε γίνει αποδεκτή μια τόσο τρελή ιδέα, από τόσο πολλούς ακαδημαϊκούς.113»
Αυτό ήταν μια επιεικής έκφραση, γιατί ο Paul de Grauwe δεν θέτει ερωτήματα περί του ρόλου και της ηθικής του «νούμερο 2». Την επόμενη μόλις μέρα, ένας άλλος οικονομολόγος είχε δημοσιεύσει στην ίδια στήλη(Financial Times) μια απάντηση που αποδείκνυε ότι ο de Grauwe ήταν εντελώς λάθος. Μερικές βδομάδες αργότερα ένα άλλο άρθρο, τέλειωνε ως εξής: «Ο καθηγητής Wickens είχε δείξει πως ο κύριος de Grauwe ήταν λάθος, πράγμα που αποδεικνύει ότι ο κύριος de Grauwe ήταν σωστός.114»
Ας μη γελάσει πρόωρα όποιος, στην ως πράκτορας στην πραγματική ζωή, θα μπορούσε να είχε ξεπηδήσει από κάποια ιστορία του Κάφκα. Ίσως η λογοτεχνία και η τέχνη θα μπορέσουν να παίξουν πάλι ένα ρόλο, ώστε να θυμίσουν σε μεμονωμένα άτομα πως ο άνθρωπος είναι απρόβλεπτος. Δυο συγγραφείς από το ΔΝΤ, υπό την επιρροή της καταστροφής του 2010, είχαν γράψει μια αποδομητική ανάλυση περί της αποτυχίας του συστήματος, που στα μάτια τους ήταν αποτυχία όλων των συμμετεχόντων στα οικονομικά πράγματα. Ξέσκισαν κυριολεκτικά τον πράκτορα115. Και με ειρωνεία πρότειναν στον κλάδο να βάλει ένα νέο. Ως υποψήφιο πρότειναν μια λογοτεχνική μορφή. Την Mrs. Rose από το διήγημα του Faulkner «Ένα τριαντάφυλλο για την Emily». Μια ιστορία τρόμου.
(Συνεχίζεται)
ΑΥΤΟΣ Ο ΣΩΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΑΣ ΚΥΒΕΡΝΑ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ ΕΠΙΣΗΣ ΚΥΒΕΡΝΑΤΑΙ.
Σ' ΑΥΤΟΝ ΑΠΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΒΡΙΣΚΕΙ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΚΑΙ ΛΟΓΙΚΗ.
ΜΑΣ ΔΙΑΦΕΥΓΕΙ ΤΡΑΓΙΚΑ ΚΑΙ ΘΑΝΑΣΙΜΑ Η ΜΕΤΑΛΛΑΞΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ.
ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΜΑΣ ΑΔΙΑΓΝΩΣΤΟΣ.
Αμέθυστος
106. Callon, ‘What Does It Mean to Say That Economics Is Performative?’
107. Hugh Kenner, The Counterfeiters (Οι παραχαράκτες): An Historical Comedy, σ. 41.
108. Introduction: Machel Callon, ‘The Embeddedness of Economic Markets in Economics’, σ. 51.
115. Luc E. Leruth and Pierre J. Nicolas, The Crisis and Miss Emily’s Perceptions, σ. 2.
110. Dyson, ‘Conversation: Technology: A Universe of Self-Replicating
111. Steven Levy, ‘Secret of Googlenomics: Data-Fueled Recipe Brews Profitability’.
112. Marcel Mauss, The Gift: The Form and Reason for Exchange in Archaic Societies, σ. 98.
113. Paul De Grauwe, ‘Economics Is in Crisis: It Is Time for a Profound Revamp (βαθιά ανανέωση)’.
114. Luc E. Leruth and Pierre J. Nicolas, The Crisis and Miss Emily’s Perceptions, σ. 2.115. Luc E. Leruth and Pierre J. Nicolas, The Crisis and Miss Emily’s Perceptions, σ. 2.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου