Συνέχεια από Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2021
3. Τo oν εν δυνάμει και το ον εν ενεργεία.
Η αισθητή ουσία χαρακτηρίζεται, κατ’ αρχήν, από τη μεταβολή (1069 b 3-4), μια μεταβολή που συμβαίνει ανάμεσα στα ἀντικειμένα ἢ τὰ μεταξὺ (1069 b 4-8). Τα ενάντια δεν μεταβάλλονται, αλλά το ένα εμφανίζεται και το άλλο εξαφανίζεται. Γι’ αυτό και χρειάζεται ένα τρίτο που παραμένει στη μεταβολή, κι αυτό είναι η ύλη. Υπάρχουν τέσσερα είδη μεταβολής από το μη ον στο ον : κατὰ τὸ τί ἢ κατὰ τὸ ποῖον ἢ πόσον ἢ ποῦ (1069 b 10-11), δηλαδή μεταβολή κατά την ουσία, την ποιότητα, την ποσότητα και τον τόπο. Η μεταβολή κατά την ουσία είναι η γένεσις και φθορὰ (1069 b 11 έπ.), η ποσοτική μεταβολή είναι η αὔξησις ή η φθίσις, η ποιοτική είναι η ἀλλοίωσις κατὰ τὸ πάθος και η κατά τόπο μεταβολή η φορὰ. Όλες αυτές οι κινήσεις είναι μεταβολές από μη ον στο ον. Αλλά πώς είναι δυνατή η μεταβολή από το μη ον στο ον; Γιατί αν το γίγνεσθαι προϋποθέτη ένα υποκείμενο, πώς μπορεί να είναι η μεταβολή από το μη ον στο ον με τη σημασία του ὄντως ᾖ ὅν;
Στη λύση του προβλήματος αυτού ο Αριστοτέλης οδηγείται μέσα από μια βασική οντολογική διάκριση ανάμεσα στο δυνάμει ὂν και το ἐνεργείᾳ ὂν (1069 b 15-20). Το δυνάμει ὂν είναι η ύλη και το ἐνεργείᾳ ὂν είναι το είδος. Αναλύοντας την οντολογική δομή του γίγνεσθαι αποκαλύπτομε τον τριπλό χαρακτήρα της : εἶδος, στέρησις και ὕλη, η οποία περνάει από τη στέρηση στο είδος (1069 b 34-36).
Στην περιοχή του όντος, καθώς είδαμε, η ουσία είναι το πρώτο, γιατί όλα τα άλλα οφείλουν την ύπαρξή τους στην ουσία. Αν λοιπόν οι ουσίες ήταν φθαρτές, τότε τα πάντα θα ήταν φθαρτά (1071 b 6-7). Είναι γι’ αυτό ανάγκη να υπάρχη μια αΐδιος ακίνητη ουσία (1071 b 5). Υπάρχει άραγε κάτι μέσα στη φύση που να έχη το χαρακτήρα του ἀϊδίου; Ο Αριστοτέλης βρίσκει πως υπάρχει, κι αυτό είναι η κίνηση, γιατί η γένεση και φθορά της κίνησης είναι αδύνατη, αλλιώς δεν θα υπήρχε καν φύση (1071 b 7-8). Η κίνηση είναι πάντα κίνηση ενός όντος, γι’ αυτό και αν υπάρχη ἀΐδιος κίνηση, θα υπάρχη επίσης και αΐδιο ον. Είναι όμως η κίνηση πράγματι ἀΐδιος; Βέβαια παντού στη φύση διαπιστώνομε ότι υπάρχει κίνηση, αλλά η εμπειρική αυτή διαπίστωση δεν αρκεί, γιατί δεν έχει αναγκαιότητα. Ο Αριστοτέλης αποδεικνύει την ύπαρξη ἀϊδίου κινήσεως μέσα από τη σχέση κίνησης και χρόνου. Ο χρόνος ούτε γίνεται ούτε φθείρεται, είναι πάντα, γιατί αλλιώς δεν θα υπήρχε πρότερο και ύστερο. Αλλά ο χρόνος χωρίς κίνηση δεν μπορεί να είναι. Αν ο χρόνος είναι πάντα, τότε και η κίνηση είναι αΐδιος. Εφ’ όσον λοιπόν υπάρχει αΐδιος κίνηση, θα υπάρχη και ἀΐδιον ὄν.
Αλλά και η κίνηση είναι αδύνατη χωρίς το εν κινήσει ον : κίνηση είναι η μετάβαση από το ἐν δυνάμει ὂν στο ἐν ἐνεργείᾳ ὂν. Για να υπάρχη όμως κίνηση, παρατηρεί ο Αριστοτέλης, πρέπει το ον να μη έχη απλώς κινητική δυνατότητα, γιατί μπορεί αυτό που έχει μόνον δύναμη να μη ενεργή (1071 b 13-14). Δεν αρκεί γι’ αυτό να πλάσωμε «αΐδιες ουσίες», όπως είναι οι πλατωνικές ιδέες, πρέπει μέσα στις ουσίες αυτές να υπάρχη αρχή ικανή να προκαλή μεταβολή (1071 b 14-15). Ακόμη πρέπει η αρχή αυτή να ενεργή για να υπάρξη κίνηση, επομένως η ουσία της πρέπει να είναι ενέργεια (1070 b 20-21). Εφ’ όσον τώρα το δυνάμει ον είναι η ύλη, η αρχή της ἀϊδίου κινήσεως, πρέπει να μη έχη ύλη, πρέπει δηλαδή να είναι καθαρή ενέργεια. Υπάρχει όμως εδώ μια δυσκολία : σύμφωνα με μιαν άποψη ό,τι ενεργεί έχει δύναμη, καθετί όμως που έχει δύναμη δεν ενεργεί. Επομένως, η δύναμη προηγείται της ενέργειας. Αν αυτό συνέβαινε, συμπεραίνει ο Αριστοτέλης, όλα θα ήταν στην κατάσταση του δυνάμει και δεν θα υπήρχαν όντα. Γι’ αυτό όσο δύσκολο κι αν είναι να το σκεφτούμε, η αρχή της ἀϊδίου κινήσεως πρέπει να είναι αιώνια ενέργεια (1071 b 23 έπ.). Η αρχή τώρα αυτή ως αρχή είναι η ίδια αΐδιος και δεν χρειάζεται γι’ αυτό άλλη αιτία, αφού η ίδια είναι η πρώτη και τελευταία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου