Πηγή : ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΣ
Οι άνθρωποι έχουν την συνήθεια να ελαχιστοποιούν και να ωραιοποιούν τα πράγματα και τα γεγονότα του παρελθόντος, ακόμα και αν τους πλήγωσαν αυτά, και να μεγιστοποιούν τα πράγματα και τα γεγονότα του παρόντος. Εν ολίγοις, με ελάχιστες εξαιρέσεις βέβαια,ότι ανήκει στο παρελθόν ήταν ρόδινο και καλά καμωμένο, ενώ αντίθετα είναι μαύρο και κακά καμωμένο, ότι ανήκει στο παρόν.
«Η ενεστώτα κατάστασις της Εκκλησίας»
Η ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Ποιοι είναι οι παράγοντες που έχουν μεταβάλλει την Εκκλησία στην Ελλάδα σε κοινωνικά ανίσχυρο και πολιτικά ουδέτερο «θρησκευτικό συμπλήρωμα» της ζωής του ανθρώπου; Από τη μια μεριά, η διοίκηση της Εκκλησίας μοιάζει απόλυτα ικανοποιημένη από τον διακοσμητικό ρόλο που της επιβάλει η κρατική της θεσμοποίηση. Τραγικά ανυποψίαστη για το τι ουσιαστικά αντιπροσωπεύει και ποια ριζοσπαστική αλήθεια ενσαρκώνει, αρκείται στη συμβατική αποστολή ενός κρατικού φορέα για την εξυπηρέτηση των «θρησκευτικών αναγκών του λαού». Σαν αντάλλαγμα γι’ αυτή την τόσο βολική αφασία της εισπράττει την οικονομική υποστήριξη και τις εθιμοτυπικές τιμές που της παρέχει το κράτος.
Οι άνθρωποι έχουν την συνήθεια να ελαχιστοποιούν και να ωραιοποιούν τα πράγματα και τα γεγονότα του παρελθόντος, ακόμα και αν τους πλήγωσαν αυτά, και να μεγιστοποιούν τα πράγματα και τα γεγονότα του παρόντος. Εν ολίγοις, με ελάχιστες εξαιρέσεις βέβαια,ότι ανήκει στο παρελθόν ήταν ρόδινο και καλά καμωμένο, ενώ αντίθετα είναι μαύρο και κακά καμωμένο, ότι ανήκει στο παρόν.
Από τον παραπάνω κανόνα βέβαια δεν εξαιρούνται και τα Εκκλησιαστικά πράγματα. Διαβάζουμε, ακούμε, βλέπουμε σχεδόν παντού, πως η Εκκλησία σήμερα έχει χάσει τον ορθό προσανατολισμό της και βαδίζει σε λάθος δρόμο, που αν τον συνεχίσει θα καταλήξει στον όλεθρο και τον παντελή αφανισμό της. Μερικοί βέβαια – υπερβολικοί ως συνήθως – βλέπουν την πορεία αυτή σαν τιμωρία από το Θεό για τις πολλές κατ’ αυτούς αμαρτίες μας. Και θυμούνται με νοσταλγία το παρελθόν της Εκκλησίας όπου πάλι κατ’ αυτούς ήταν όλα τέλεια μέσα σ’ αυτή. Και σαν πανάκεια στα Εκκλησιαστικά πράγματα προτείνουν επιστροφή στο παρελθόν.
Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Έχουν δίκαιο όλοι οι παραπάνω που τα υποστηρίζουν όλα αυτά;
Δεν θα απαντήσουμε εμείς – ποιοι είμαστε άλλωστε για να έχει κύρος η γνώμη μας σε τόσο σοβαρά ζητήματα – αλλά θα αφήσουμε άλλους ν’ απαντήσουν για μας.
Και αυτοί δεν είναι άλλοι, από δύο καταξιωμένα πρόσωπα που η γνώμη τους είναι αρκούντως βαρύνουσα. Πρόκειται για τον πρώην καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Αθανάσιο Γερομιχαλό και τον κ. Χρήστο Γιανναρά.
Ανασύραμε λοιπόν από το παρελθόν δύο κείμενα των προσώπων αυτών που ασχολούνται με τα τότε Εκκλησιαστικά πράγματα.
Το πρώτο ανήκει στον Αθανάσιο Γερομιχαλό και είναι από το βιβλίο του «Εκκλησιαστική Ιστορία της Ελλάδος» Τόμος Α΄,σελ. 235 – 6, που έχει γραφτεί το 1973. Επιγράφεται «Η ενεστώτα κατάστασις της Εκκλησίας» και αναφέρεται στην τελευταία εβδομηκονταετία, από το 1973 βεβαίως. Ασχολείται δηλαδή με τα Εκκλησιαστικά πράγματα από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ‘70.
Το δεύτερο ανήκει στον κ. Χρήστο Γιανναρά και είναι ένα συντομότατο μα όμως τόσο περιεκτικότατο απόσπασμα, από το άρθρο του «Η επικίνδυνη Εκκλησία» και δημοσιεύτηκε στο «Βήμα» στις 2 Οκτωβρίου 1976.Περιέχεται στο βιβλίο του « Η Νεοελληνική Ταυτότητα».
Για να δούμε λοιπόν. Τι γράφουν οι παραπάνω συγγραφείς για τα Εκκλησιαστικά πράγματα που λάμβαναν χώρα πριν 50 έως 100 χρόνια περίπου και παραπάνω από σήμερα. Ήταν όλα τέλεια και ρόδινα τότε;
«Η ενεστώτα κατάστασις της Εκκλησίας»
Ανέκαθεν, αλλά και σήμερα ο ελληνικός λαός θρησκεύει εντόνως, συνήθως όμως εξωτερικώς. Τούτο εν πολλοίς οφείλεται εις την έλλειψη πνευματικής καλλιέργειας και στην ανεπάρκεια πνευματικής ηγεσίας και κατευθύνσεως. Ο κλήρος συχνά ζει απομονωμένος, άνευ ψυχικής επαφής μετά του λαού, πράγμα το οποίο αποτελεί παρέκκλιση από την ορθόδοξο παράδοση. Ιδίως οι ανώτερες λεγόμενες τάξεις της κοινωνίας παραμένουν συνήθως ξένες σε κάθε θρησκευτική ζωή και αν αυτοί δεν ήταν, ως Έλληνες, υποχρεωμένοι εκ των κειμένων νόμων να τηρούν τον μετά της Εκκλησίας σύνδεσμο (βάπτιση, γάμος, κηδεία), μέγα μέρος αυτών θα απεκόπτετο αυτομάτως απ’ αυτής.
Το μεγάλο όπλο, το οποίο η ελληνική Εκκλησία έχει στα χέρια της προς διατήρηση του δεσμού της με τον λαό, και το οποίο δυστυχώς δεν θέλησε ν’ αναγνωρίσει, ούτε να εκμεταλλευτεί είναι το λαϊκό στοιχείο. Η ηγεσία της Εκκλησίας παραπονιέται ότι οι καθηγητές των Θεολογικών μας Σχολών δεν είναι όλοι κληρικοί, ούτε δε των γυμνασίων και των άλλων σχολών, εκκλησιαστικών και μη˙ το γεγονός όμως ότι τόσα πρόσωπα υπηρετούν την Εκκλησία και μάλιστα πολλές φορές με τις ποικίλες αντιδράσεις και με απροθυμία προς εκμετάλλευση από αυτή των ζωτικών τούτων στελεχών, αποτελεί ευλογία Θεού, διότι μπορούν αυτά τα πρόσωπα να αποτελέσουν τους άριστους κρίκους συνδέσεως της εκκλησιαστικής ηγεσίας με το περιφρονημένο ποίμνιο.
Η λατρεία στην Εκκλησία μας όπως και στις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, αποτελεί την ζωντανή εκδήλωση της πίστης μας. Πρέπει όμως να ομολογήσουμε πως οι πράγματι κατανυκτικές ακολουθίες της Εκκλησίας μας μέχρι τον ιδ΄ αιώνα είχαν ασματικό χαρακτήρα, ήταν λίγες, σύντομοι και διέφεραν στον χαρακτήρα από τις ακολουθίες των ιερών μονών. Από τότε όμως εισήχθησαν στον κόσμο, ως παρηγορία του δύστυχου υποδουλωμένου Έθνους μας, οι πολυάριθμες και μακρές ακολουθίες των μονών, οι οποίες συνήθως προορίζονταν να καλύψουν ολόκληρο το εικοσιτετράωρο κοινής προσευχής των μοναχών.
Οι ιερομόναχοι όμως που εγκατέλειψαν τον μοναστηριακό βίο τους, όταν ανέλαβαν εφημεριακές θέσεις στον κόσμο, έφεραν μαζί τους τις γνωστές σ’ αυτούς μακροσκελείς ακολουθίες, τις οποίες δίδαξαν αργότερα και στους έγγαμους κληρικούς. Αυτοί δε με την σειρά τους είτε επειδή υπολόγιζαν στις κρίσεις των προϊσταμένων τους, είτε διότι φοβόντουσαν, μήπως χαρακτηριστούν από αυτούς και τον λαό, πως υστερούν σε ευσέβεια και αγιότητα, κράτησαν τις ακολουθίες αυτές, με αποτέλεσμα οι περισσότερες ακολουθίες ή να τελούνται άνευ του λαού ή και να καταργηθούν με το πέρασμα του χρόνου σιωπηρά.
Ο λαός σήμερα αποτελεί στην λατρεία τον ψυχρό ακροατή. Και ενώ άλλοτε οι ύμνοι και οι ανταποκρίσεις ψάλλονταν από αυτόν, σήμερα δεν δικαιούται ούτε το σύμβολο της πίστεως, ούτε την Κυριακή προσευχή, ούτε και ένα απλό «κύριε ελέησον» να απαγγείλει. Βέβαια αυτό είναι αποτέλεσμα της αμάθειας του ελληνικού λαού κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας, ο οποίος τα δικαιώματά του τα παραχώρησε στον ψάλτη. Σήμερα όμως δεν μπορεί να συνεχίζεται κάτι ανάλογο, διότι η πνευματική στάθμη του λαού μας ανήλθε και ανέρχεται με ικανοποιητικό ρυθμό.
Το αυτό ισχύει και με τις νηστείες που επικρατούν μέσα στην Εκκλησία μας. Πολλές από αυτές προέρχονται από τις μονές και στην πραγματικότητα έχουν όλες σιωπηρά καταργηθεί, πλην αυτής της Μεγάλης Εβδομάδας. Συνεπώς επιβάλλεται η επίσημος από την Εκκλησία διαρρύθμιση αυτών, αν πράγματι επιθυμούμε να αποκτήσουν αυτές το ουσιαστικό τους περιεχόμενο.
Ποιοι είναι οι παράγοντες που έχουν μεταβάλλει την Εκκλησία στην Ελλάδα σε κοινωνικά ανίσχυρο και πολιτικά ουδέτερο «θρησκευτικό συμπλήρωμα» της ζωής του ανθρώπου; Από τη μια μεριά, η διοίκηση της Εκκλησίας μοιάζει απόλυτα ικανοποιημένη από τον διακοσμητικό ρόλο που της επιβάλει η κρατική της θεσμοποίηση. Τραγικά ανυποψίαστη για το τι ουσιαστικά αντιπροσωπεύει και ποια ριζοσπαστική αλήθεια ενσαρκώνει, αρκείται στη συμβατική αποστολή ενός κρατικού φορέα για την εξυπηρέτηση των «θρησκευτικών αναγκών του λαού». Σαν αντάλλαγμα γι’ αυτή την τόσο βολική αφασία της εισπράττει την οικονομική υποστήριξη και τις εθιμοτυπικές τιμές που της παρέχει το κράτος.
Φυσικά, τα προσόντα που απαιτούνται για την κάλυψη τόσο ασήμαντων στόχων είναι ελάχιστα, γι’αυτό και η αναρρίχηση στην εκκλησιαστική ηγεσία είναι κατορθωτή και σε ανθρώπους που μετά βίας θα επαρκούσαν στις πρώτες βαθμίδες της δημοσιοϋπαλληλικής ιεραρχίας. Η κοινωνιολογική εικόνα που εμφανίζει, εδώ και χρόνια, η διοίκηση της ελλαδικής Εκκλησίας είναι ένα πλέγμα μικροτήτων, πνευματικής υπανάπτυξης και κοινωνικής αναξιοπρέπειας.
6 σχόλια:
Ωραία λοιπον.
Μόλις διαβασα το άρθρο, συμφωνω.
ΠΟλυ καλα τα λενε οι δυο καθηγητες.
----------------------------
Πως βλέπεις ομως να ΑΛΛΑΖΕΙ η κατάσταση Αμέθυστε;
Πες οτι σε καλουσε η Ιεραρχια στην επομενη Ιερά Σύνοδο στην ΜΟνη Πετράκη, και σε ρωτουσε:
"Ως εδω ολα καλα, εχεις δικαιο. Απο εδω και περα τι κανουμε;
Τι προτεινεις; Πες μας...και θα το εφαρμοσουμε".
Λοιπον Αμέθυστε;
Μυρμιδόνας
Δέν υπάρχει πρόταση Μυρμιδόνα, όλα εξαρτώνται από τούς πιστούς.
Ε τοτε ας προσευχηθούμε να εχουμε καλους πιστούς; Συνετους και Σωφρονες.
Να ζουνε τον "αγώνα";
---------------------
Ομως Αμέθυστε, απο την μια λεμε οτι δεν υπαρχουνε πιστοί αφου οι ιερεις δεν κανουνε σωστα την δουλεια τους....
...και μετα λεμε: "Δεν πειραζει που οι ιερεις δεν ειναι και πολυ καλοι. Ολα εξαρτιωνται απο τους λαικους";
Δηλ μόνος του θα αλλαξει ο πιστός; Και αν ναι, τοτε τι χρειαζομαστε τους ιερεις;
Μυρμιδόνας
Μάλλον θέλεις να πεις Αμέθυστε οτι:
"Απο τους ιερεις να μην περιμενουμε Αλλαγές.
Μονο αν ενωθουμε εμεις οι Λαικοι, οι Πιστοι χριστιανοι, μονο εαν συσπειρωθουμε και ωριμασουμε πνευματικα" - μονον τοτε μπορουμε να "απαιτήσουμε" και αλλαγες στο "κατεστημενο" της Εκκλησιας...!
*****************
Εαν αυτο θελεις να πεις, οκ.
Ομως το ερωτημα παραμενει: ο πιστός πως θα 'ωριμασει πνευματικα' - αφου δεν εχει ιερεις οδηγους;!
Εαν παλι μπορει να ωριμασει και διχως τους Ιερεις, με την βοηθεια μονο των Πατερων και Γεροντων -
- τοτε γιατι ο κυριος καθηγητης σημειωνει στο κειμενο του οτι 'δεν εχουμε καλους ιερεις, γιαυτο δεν εχουμε και καλους πιστους';
Μυρμιδόνας
Πώς λέμε οτι έχουμε τους κυβερνήτες που αξίζουμε; Έτσι έχουμε και την Εκκλησία που αξίζουμε. Γιατί να δώσει ο Θεός δασκάλους εφόσον δέν υπάρχουν μαθητές, εφόσον δέν θα τους ζητήσει κανείς; Έτσι πορεύεται το πράγμα. Αιτείτε και δοθήσεται. Όπως ο Θεός μπορεί απο την πέτρα να φτιάξει ανθρώπους έτσι και απο το σίδερο μπορεί να φτιάξει χρυσό, δηλ. πνευματικούς δασκάλους εάν το ζητήσουμε.
ΜΥΡΜΙΔΟΝΑ ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ ΦΑΝΕΡΟ ΚΑΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΟΣΟΥΣ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΣΟΥ.
ΤΟ ΘΕΜΑ ΕΙΝΑΙ ΒΑΡΕΤΟ ΠΛΕΟΝ, ΘΑ ΤΟ ΚΟΨΟΥΜΕ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΠΟΝΗΡΟ ΑΠΟ ΜΕΡΟΥΣ ΣΟΥ. ΔΥΣΤYΧΩΣ ΔΕΝ ΚΑΘΑΡΙΣΕΣ ΤΗΝ ΘΕΣΗ ΣΟΥ. ΙΣΩΣ ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΔΥΝΑΤΟΝ.
ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ.
Δημοσίευση σχολίου