Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2016

Puer aeternus-Τρίτο μέρος(64)

Συνέχεια από:Δευτέρα, 25 Ιανουαρίου 2016

  Puer aeternus-Τρίτο μέρος
«Το βασίλειο άνευ χώρου» (Bruno Goetz)
8 Σύγκρουση και παράνοια η


Τα αγόρια χορεύουν σε ένα λιβάδι κάτω από το φως του φεγγαριού. Ένα από τα αγόρια σημαδεύει την καρδιά του Φο με ακόντιο από συγκεντρωμένες ακτίνες του φεγγαρόφωτος. Αυτός βγάζει το ακόντιο από το στήθος του. Ένα χλωμό ρεύμα ξεπηδά από την πληγή, ρέει προς την γη και εκεί φουσκώνει και γίνεται ρυάκι. Τα αγόρια γονατίζουν και πίνουν από αυτό. Ταυτόχρονα ο Φο μικραίνει και λεπταίνει, μέχρι που καταρρέει και το σώμα του διαλύεται στα κύματα. Το ρυάκι στερεύει, τα αγόρια έχουν κουραστεί και αποκοιμούνται με ανοικτά μάτια μέσα στα χόρτα. Αστραφτερή ομίχλη ανεβαίνει από από τα μέτωπα τους και σχηματίζει σφαίρες, οι οποίες ανεβαίνουν με κυκλική πορεία προς τα πάνω. «Εκατοντάδες φορές ανακατεύτηκαν, μέχρι που ενώθηκαν σε μια μεγάλη σφαίρα, η οποία στριφογύριζε γύρω από το φεγγάρι, κάνοντας όλα και στενότερους κύκλους γύρω από αυτό, μέχρι που ενώθηκε μαζί του. Το φεγγάρι μεγάλωσε και είχε μια δυσμορφία. Ένας σιωπηλός δισταγμός. Και το φεγγάρι ξεχύθηκε με ακτίνες σκόνης πάνω στη γη».
Ο Φο ξεπροβάλλει από τις ακτίνες και κινείται σαν άνεμος πάνω από το λιβάδι, αγγίζοντας τους κοιμώμενους ελαφρά. Τα αγόρια πηδάνε και ξεσπούν στα γέλια. Ο Μελχιόρ γελά μαζί τους, το τσούρμο τον περικυκλώνει και τον καλωσορίζει. Ήταν τόσο μακριά από αυτούς. Σιγά σιγά θυμάται αυτά που συνέβησαν, και νομίζει πως όλα έγιναν μόλις χθες. Ο Φο όμως τον παίρνει σε μια μικρή λίμνη. Ο Μελχιόρ αντικρίζει στα νερά το πρόσωπό του και τρομάζει. Τα μαλλιά του είναι άσπρα, το δέρμα του ρυτιδωμένο και τα μάτια του έχουν βυθιστεί στις κόγχες. Ο Φο όμως του λέει να μην φοβάται, γιατί βρίσκεται ανάμεσα στους δικούς του, και εάν έχει σταυρωθεί, ανήκει ολότελα σε αυτούς. Το παρελθόν βυθίζεται πάλι μέσα του κάτω από τα φιλιά του Φο. Ο Φο τον οδηγεί σε ένα τεράστιο σταυρό που βρίσκεται στην μέση του λιβαδιού. Τα αγόρια τον πιάνουν, ο ένας εμφανίζεται με ένα ακάνθινο στεφάνι, πλεγμένο από φως, και το τοποθετεί στο κεφάλι του Μελχιόρ. Οι ακτίνες χαράζουν το μέτωπο του, αίμα τρέχει στο πρόσωπο του. Τότε τον καρφώνουν πάνω στον σταυρό, αλλά τα καρφιά τα αισθάνεται σαν παγωμένη σκιά. Του φαίνεται πως το σώμα του είναι μια ελαφριά σκιά. «Έτσι κρεμόταν αυτός, μια σκιά πάνω στην σκιά του σταυρού, ψηλά, ανάμεσα στον ουρανό και την γη, έχοντας το κεφάλι στραμμένο προς τον ήλιο που ανέτελλε αργά. Δεν έβλεπε όμως τίποτα. Ο ουρανός και η γη βυθίστηκαν και έγιναν ένα».
Τον βρίσκει η πρώτη ηλιαχτίδα και ξεσκίζει το σώμα. Το αίμα του ξεπετάγεται σαν ένα ισχυρό ρεύμα. Το βλέπει πως διασκορπίζεται και εξαφανίζεται στην γη, σε χιλιάδες σημεία ξαναβγαίνει, περνά ανάμεσα σε βράχους και συνεχίζει να ρέει, μέχρι που χάνεται στο άπειρο. Ο ίδιος είχε γίνει ένα με τον σταυρό. Από την γη αναβλύζει μέσα του ένας αναβράζον χυμός. Τα απλωμένα του χέρια έγιναν διακλαδισμένα κλαδιά. Τα πράσινα μαλλιά του ανεμίζουν. Ο Φο κάθεται μέσα στην σκιά του και παίζει φλογέρα, τα αγόρια χορεύουν μεταβάλλοντας την μορφή τους σαν σε μια ταλάντωση, και αρχίζουν να πετούν σαν μεγάλα πουλιά. Έρχονται και άλλα ζώα. Λιοντάρια, τίγρεις, φίδια μαζεύονται γύρω από τον κορμό του. Ζαρκάδια και άλογα πίνουν από τις πηγές του. Όλο και περισσότερα ζώα μαζεύονται. Βόδια, ελάφια, αρκούδες, λύκοι, αλεπούδες. Και τότε ο Μελχιόρ ξεσπά σε ένα ουρλιαχτό. Και ενώ ουρλιάζει γίνεται ένα αγόρι όπως είναι και τα υπόλοιπα. Ο Φο παίζει φλογέρα και τα αγόρια τραγουδούν: «Όλα τα ζώα επιστρέφουν στον κήπο της Εδέμ...» Ο Φο τον ρωτά αν γνωρίζει ακόμα το όνομα του. Ο Μελχιόρ δεν μπορεί να θυμηθεί. Ο Φο του λέει πως όλοι τους πριν σταυρωθούν είχαν κάποιο διαφορετικό όνομα, το οποίο ξέχασαν. Όποιος γίνει δεκτός στο τσούρμο λαμβάνει ένα νέο όνομα, το οποίο όμως δεν είναι το αληθινό όνομα. Το αληθινό όνομα το μαθαίνεις στο «βασίλειο». Ο Μελχιόρ τον ρωτά ποιο βασίλειο εννοεί, και ο Φο του λέει πως μιλά για το βασίλειο όπου είναι το σπίτι τους. «Εκεί παίζουμε γύρω από τα παλιά πηγάδια και πίνουμε το άγιο νερό από αυτά. Εκεί βλέπουμε μέσα σε μαύρους καθρέφτες όλα όσα ήμαστε. Εκεί είμαστε για μια φορά ακόμα όλα όσα ζήσαμε. Από τις σκοτεινές, απαστράπτουσες επιφάνειες αναδύονται χιλιάδες μορφές, τις οποίες έπρεπε να αφήσουμε να φύγουν από μέσα μας πριν μπούμε στο βασίλειο. Και μπαίνουν πάλι μέσα μας για να μπορέσουμε να ξαναρχίσουμε την περιπλάνηση». Ο Μελχιόρ ρωτά για ποιο λόγο περιπλανιούνται. «Δεν θες να είσαι παντού;» αποκρίνεται ο Φο. «Δεν θες να είσαι άνεμος και βροχή; Δεν θες να είσαι δέντρο και χορτάρι; Δεν θες να πετάς με το λυκόφως και να γίνεσαι ένα με το φεγγάρι; Δεν θες να είσαι το κάθε ζώο και ο κάθε άνθρωπος;...Εμείς μπαίνουμε και βγαίνουμε από κάθε μορφή. Όπου εμφανιζόμαστε όλα γίνονται στρόβιλος και αλλαγή, και τίποτα δεν έχει διάρκεια».
Στην ερώτηση του Μελχιόρ, ο Φο λέει πως ο χρόνος δεν σημαίνει τίποτα γι’ αυτούς, πως κάποτε μπαίνουν μέσα στο βασίλειο, πως ο καθένας μπορεί να φτάσει οπουδήποτε στα όρια του, εντελώς ξαφνικά. Μέχρι τότε όμως πρέπει να περιπλανιούνται, δεν τους επιτρέπεται να μείνουν κάπου γιατί δεν θα φτάσουν εκεί. Ο Μελχιόρ όμως έπρεπε να έχει κάποιο όνομα. Θα του δοθεί από κάποιον συνοδοιπόρο, ο οποίος θα μείνει κοντά του όταν το τσούρμο θα έχει διασκορπιστεί. Ο Μελχιόρ κοιτάζει τον Φο και τον ρωτά αν θέλει να είναι ο συνοδοιπόρος του. «Ο ένας έσωσε τον άλλο, ας μείνουμε λοιπόν μαζί», απαντά ο Φο. Στον κύκλο των αγοριών του δίνει το όνομα Λι, το οποίο διαδίδεται πανηγυρικά από στόμα σε στόμα.
Ο Μελχιόρ λοιπόν εισήλθε στο βασίλειο του Φο, -που είναι ο μεγάλος εχθρός του Ulrich von Späth- μέσω μιας εναντιοδρομίας, ενός είδους αντικλίμακας. Το πρώτο μέρος του κεφαλαίου αποκαλύπτει ποιος είναι ο Φο: ως αρχηγός των αγοριών και ως φορέας ενός ονόματος του Βούδα, αντιπροσωπεύει την αιώνια περιπλάνηση με τις ενσαρκώσεις του κάρμα. Ο Βούδας όμως διδάσκει την διαφυγή από το κάρμα και από τον τροχό της επαναλαμβανόμενης γέννησης. Ο Φο αντιθέτως θεωρεί τις ατέλειωτες ενσαρκώσεις απόλαυση. Πέραν αυτού, είναι και ένας θεός του φεγγαριού, καθώς μεταμορφώνεται σε φεγγάρι και μετά την μεταμόρφωση του επιστρέφει στην γη. Είναι ένας θεός του φεγγαριού και του τρεχούμενου νερού. Τονίζεται ιδιαιτέρως πως από το στήθος του πηγάζει ένα άσπρο ρεύμα, το νερό του οποίου ζωοποιεί όσους πίνουν από αυτό. 

 Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια: