Συνέχεια από: Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2016
Προλεγόμενα σε μία φιλοσοφική Χριστολογία !
του Xavier Tilliette.
4. Η "Εορτή των Χριστουγέννων", του Σλαϊερμάχερ.
Ο Edoardo, ο τελευταίος ομιλητής, εκθέτει με την βοήθεια τού Προλόγου τήν μυστικιστική άποψη για την εορτή. Η πυκνή ομιλία του συγκεντρώνεται στους στίχους 1,4 (η ζωή και το φώ)ς και στον 14 (η ενσάρκωση). Η εορτή είναι η ιερουργία τής ανθρώπινης φύσεως (πεπερασμένης, αισθητής) καθότι ενωμένη στην θεία αρχή. Αλλά γιατί να ανάγουμε σε έναν μόνο την αντιπροσωπία του ανθρωπίνου, ενωμένου με το Θείο;-ένα πρόβλημα που θα φανεί άλυτο στον D.F. Strauss, ορκισμένο εχθρό τού Σλαϊερμάχερ; "Αυτό θα εξηγηθεί στην συνέχεια", μετά απο μία ανθρωπολογική παρένθεση! Διότι στην πραγματικότητα ο άνθρωπος καθ'αυτός είναι το "πνεύμα τής Γής", γνωρίζει την γή στο αιώνιο είναι της και στο μεταβαλλόμενο γίγνεσθαι-δύσκολο να αξιολογήσουμε πόσο υπεισέρχονται αναμνήσεις του Φάουστ. Αυτός ο πρωτογενής και καθολικός άνθρωπος, είναι ακέραιος, αδιάφθορος, απαλλαγμένος απο την σωτηρία. Το άτομο απο την δική του μεριά, κατευθυνόμενο πρός τα πράγματα και αγνοώντας την "γνωστική" υποκειμενικότητά του, δέν είναι παρά γίγνεσθαι, εκτεθειμένο στην πτώση και στην δυσαρμονία! Βρίσκει την σωτηρία του μόνον στον άνθρωπο εις εαυτόν, μία σωτηρία όλη διανοητική η οποία παραπέμπει στον Σπινόζα. Τότε το άτομο δοκιμάζει στον εαυτό του την αδιαφορία, Einerleiheit, του είναι και του αιωνίου γίγνεσθαι του πνεύματος τής Γής, αγαπά και διαλογίζεται το γίγνεσθαι και τον εαυτό του, μόνον στο αιώνιο Είναι, στο δικό του γίγνεσθαι δέν θέλει να είναι άλλο παρά μία σκέψη του αιωνίου είναι θεμελιωμένου σε ένα αιώνιο Είναι το οποίο είναι ένα με το γίγνεσθαι. Η ανθρωπότης ή ο άνθρωπος καθαυτός φέρει αιωνίως αυτή τήν αδιαφορία γιά το Είναι και το γίγνεσθαι, για τα οποία όμως το άτομο πρέπει να αποκτήσει την ιδέα τους, την ιδέα μίας πράξεως και μίας κοινοτικής ζωής, όπου η γνώση της Γής είναι στο γίγνεσθαι χωρίς να πάψει όμως επίσης να είναι. Μόνον όταν το άτομο κυττάζει και οικοδομεί την ανθρωπότητα σαν μία κοινότητα ζωντανή αποτελούμενη απο άτομα και φέρει μέσα του το πνεύμα τους και την συνείδησή τους, κατέχει την ανώτερη ζωή και την ειρήνη του Θεού. Αυτή ή κοινότης που είναι ικανή να αντιπροσωπεύσει και να επανεδραιώσει τον Άνθρωπο καθαυτό είναι η Εκκλησία.
Αλλά η Εκκλησία, στην οποία καθένας
ξαναρχίζει ενεργητικά και αναγεννάται στην ανθρωπότητα, έχει και αυτή η ίδια
ένα σημείο εκκινήσεως στο οποίο παραπέμπουν το γίγνεσθαι και η παράδοσή της η
κοινοτική. Η πρώτη κοινότης ελευθέρου και ενεργού αισθήματος, η οποία
χαρακτηρίζει την γέννηση της εκκλησίας, προϋποθέτει αναγκαίως στο σημείο
εκκίνησης εναν ήδη γεννημένο, τον καθαυτό Άνθρωπο, τον Άνθρωπο-Θεό. Είναι
αναγκαίο αυτή η καταγωγή να είναι εξ'αρχής η αυτοσυνειδησία και το Φώς των
ανθρώπων.
Εμείς αναγεννώμεθα με την ενέργεια του
πνεύματος τής Εκκλησίας, αλλά το πνεύμα το ίδιο προοδεύει μόνον απο τον Υιό ο
οποίος δέν έχει την ανάγκη αναγεννήσεως καθώς είναι ο πρωτογενής. Αυτός είναι ο
Υιός του Ανθρώπου. Είχε προεννοήσει το πάν, θεώσει ο,τιδήποτε αναφερόταν
σ'αυτόν, σ'αυτόν εορτάζουμε και όλους εκείνους που θα έλθουν. Στον Χριστό το
πνεύμα της Γής σχηματίζεται κατ'αρχάς στην συνείδηση ενός ατόμου. Σ'αυτόν
κατοικούν στο ίδιο μέτρο ο Πατήρ και οι αδελφοί, η αγάπη και η αφοσίωση είναι η ουσία του. Γι'αυτό κάθε μητέρα, η
οποία λόγω ενός ουρανίου μηνύματος γνωρίζει ότι το Άγιο Πνεύμα της Εκκλησίας
κατοικεί σ'αυτή και διαισθάνεται αμέσως το νεογεννηθέν στην καρδιά της
εκκλησίας απαιτώντας το δικαίωμα, βλέπει τον Χριστό στο μωρό της! Εξίσου
καθένας απο μας διαλογίζεται στην γέννηση του Χριστού την δική του ανώτερη
γέννηση (στην χάρη), μία ζωή αφιερώσεως και αγάπης, μία επιφάνεια σ'αυτόν τού Υιού τού Θεού τού αιωνίου. Έτσι η ξεχωριστή εορτή λάμπει σαν ένα ουράνιο φώς
στην νύχτα, ένας καθολικός χτύπος χαράς διατρέχει ολόκληρο τον κόσμο, ο οποίος
αναγεννάται, και μόνον τα μέλη τα οποία είναι προσωρινώς κολασμένα ή παράλυτα
δέν την αισθάνονται. Τόση είναι η λαμπρότης της εορτής.
Το εγκώμιο των Χριστουγέννων του Edoardo επιμένει
στην "μυστικιστική" και "γνωστική" πλευρά, στο θέμα τής
αναγεννήσεως, στην γέννηση του Χριστού στον εσωτερικό άνθρωπο. Μ'αυτό
προηγείται απο πολλές σελίδες τού Ευαγγελίου τού Ιωάννη αλλά όχι του Προλόγου,
καθώς η υιοθεσία και η αναγέννηση εμφανίζονται στους στίχους 12 και 13. Αλλά
πέραν του Ιωάννη εμφανίζονται ο μυστικισμός του Ρήνου, ο Μάϊστερ Έκαρτ, ο
Άγγελος Σιλέσιος. Πέραν του Κριτικού μυστικισμού, ένας εκκλησιαστικός
μυστικισμός όπως και βαπτισματικός αναδύεται απο τον σχολιασμό του Eduardo. Αυτός
ο Τριπλός μυστικισμός, παρμένος άμεσα απο το "πνευματικό Ευαγγέλιο",
το οποίο θα είναι η πηγή η "κανονική" της "Ζωής του
Ιησού"-συνεπάγεται την λήθη του ιστορικού στοιχείου; Λίγο πολύ
προϋποτίθεται. Η εορτή των Χριστουγέννων δέν είναι παρά η αλληγορία τής νέας
γεννήσεως, υπάρχει ένα σημείο ιστορικού ξεκινήματος, μία εμπειρική γέννηση τής
Εκκλησίας, η Πεντηκοστή, και απο αυτή την γέννηση αναβαίνουμε στην
"σύλληψη" Αυτού ο οποίος είναι η καθολική ατομικότης και ο Υιός του
ανθρώπου, ένα σημείο άλφα το οποίο έχει την θέση σημαδεμένη στην ιστορία,
καθότι είχε προφητέψει τα πάντα και αυτός κατέχει το μέλλον όλων: είχε
αναγγελθεί, τον είχαν προαισθανθεί και συνεχίζει παρατεινόμενος (στην
κοινότητα). Παρ'όλα αυτά όμως λείπει σ'αυτές τις θέσεις η δύναμις και η
ακρίβεια του αγαθού Λόγου, ακόμη και στο μυστικιστικό επίπεδο που είναι το
επίπεδο του συγγραφέως, φοβόμαστε ότι ο ρεαλισμός του Υιού του Ανθρώπου,
χάνεται στην παραβολή της ανθρωπότητος. Η γυναίκα που γεννά, γνωρίζει όπως η
Παρθένος του Ευαγγελισμού, ότι το Άγιο Πνεύμα την σκεπάζει με την σκιά του. Η
γέννηση του Χριστού συμπίπτει με την γέννηση στον καθένα τού αιωνίου Υιού τού Θεού, μία φυσική γενεαλογία, παρά μία υιοθεσία. Η "απαγωγή" τής
Γεννήσεως απο το άτομο της κοινότητος ή απο την Εκκλησιαστική κοινωνία, μειώνει
το κύρος της κενώσεως και τείνει να δοξάσει τον Αιώνιο Άνθρωπο, τον "Λόγο
που ενσαρκώθηκε, που ήταν Θεός και κοντά στον Θεό". Συλλαμβάνει την
μαρτυρία η οποία είναι εξαιρετικά μοναδική του πνεύματος της Γής, μία μακρυνή
ανάμνηση του καθολικού ή κοσμικού πνεύματος. Παραμένει όμως η ίδια
απολογητική πρόθεση: να μιλήσουμε στους ανθρώπους της εποχής την γλώσσα που
τους αρέσει. Η αρχετυπική ανθρωπότης, ο καθαυτός Άνθρωπος, είναι το αληθινό
ξυλοπόδαρο της ενσαρκώσεως του Λόγου. Ο μυστικισμός γίνεται στοχασμός. Ο
Χριστός σύμφωνα με την έκφραση του Dilthey, είναι "η πλατωνική ιδέα της ανθρωπότητος" ή με
τον Heimann " η υπερβατική ανθρωπότης", η "ανώτερη
δύναμις της ανθρωπότητος", ο "αντικατοπτρισμός του ανθρώπου".
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου