Δευτέρα 1 Ιουνίου 2020

Διαστροφή το «Ταμείο Ανασυγκρότησης» για τους Ολλανδούς

Οι αντιδράσεις των βορείων χωρών σε σχέση με την πρόθεση επιδότησης των νοτίων ξεκίνησαν – ενώ η Ολλανδία φοβάται μήπως αποτελέσει την αιτία να έλθουν στην επιφάνεια τα δικά της οικονομικά προβλήματα, τα οποία είναι πράγματι τεράστια, αφού έχει το μεγαλύτερο συνολικό χρέος της Ευρώπης που θα μπορούσε να εκραγεί ξαφνικά, εάν έσπαζε η φούσκα των ακινήτων και των τραπεζών της.

Επικαιρότητα

Οι πρώτες αντιδράσεις για την πρόταση της επιδότησης των χωρών της ΕΕ της Κομισιόν, με τη σύσταση του «Ταμείου Ανασυγκρότησης», είναι έντονες από τα κράτη της «Frugal Four» – των «τεσσάρων λιτοδίαιτων», δηλαδή της Αυστρίας, της Ολλανδίας, της Δανίας και της Σουηδίας. Ενώ λοιπόν η ελληνική κυβέρνηση τη θεωρεί δεδομένη, αναζητώντας τους τρόπους που θα διαχειριστεί τα χρήματα (όπως έχουμε γράψει, έχει βαφτίσει το παιδί σε «Σχέδιο Μάρσαλ» πριν καν την εγκυμοσύνη), οι Ολλανδοί αντιδρούν έντονα – αναφέροντας πως οι χώρες της Νότιας Ευρώπης δεν είναι καθόλου φτωχές, αφού διαθέτουν αρκετά χρήματα ή πρόσβαση σε κεφάλαια (πηγή). Τονίζουν δε πως μπορούν να βελτιώσουν εύκολα την κερδοφορία των οικονομιών τους, με την υιοθέτηση μεταρρυθμίσεων όπως ο Βοράς.
Στη συνέχεια, οι Ολλανδοί θεωρούν πως είναι μύθος τα περί φτώχειας των Νοτίων – με κριτήριο τα συνολικά τους χρέη και τα συνολικά τους περιουσιακά στοιχεία, δημόσια και ιδιωτικά. Χρησιμοποιώντας λοιπόν την ετήσια έκθεση της Credit Suisse που εξετάζει κάθε χρόνο τα ιδιωτικά περιουσιακά στοιχεία, αναφέρουν πως εάν διαιρεθούν με τον αριθμό των ενήλικων κατοίκων, ο μέσος Γάλλος κατέχει 276.121 €, ο μέσος Ιταλός 234.139 €, ο μέσος Ολλανδός 279.097 € και ο μέσος Γερμανός μόλις 216.654 €. Επομένως, οι Γερμανοί είναι φτωχότεροι από τους Γάλλους (κατατάσσουν τη Γαλλία στο Νότο) και από τους Ιταλούς – ενώ οι ίδιοι λίγο πλουσιότεροι.
Περαιτέρω, το δημόσιο χρέος της Βόρειας Ευρώπης είναι μεν χαμηλότερο, αλλά το ιδιωτικό (=των νοικοκυριών) είναι πολύ υψηλότερο. Η Γαλλία δηλαδή έχει δημόσιο χρέος στο 100% του ΑΕΠ της, αλλά ιδιωτικό στο 148% – οπότε συνολικό 248%. Η Ιταλία έχει δημόσιο χρέος στο 137% του ΑΕΠ της και ιδιωτικό 107% – οπότε συνολικό 244%. Η Γερμανία δημόσιο 62,6% και ιδιωτικό 102% – άρα συνολικό 164,6%.
Τέλος η Ολλανδία δημόσιο 59,4% και ιδιωτικό 241,6% – οπότε συνολικό 301%, γεγονός που σημαίνει πως έχει το μεγαλύτερο χρέος όλων (η Δανία και η Σουηδία περί το 250%). Έχουμε αναφερθεί στο θέμα της Ολλανδίας στο παρελθόν (2014), τεκμηριώνοντας πως πρόκειται για μία πραγματική τραγωδία, από την οποία έχει μέχρι στιγμής  ξεφύγει – γράφοντας μεταξύ άλλων τα εξής:

Η Ολλανδική τραγωδία

Η Ολλανδία αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα – ειδικά στον τομέα της ακίνητης περιουσίας, όπως έχουμε αναφέρει ήδη από το 2012. Αναλυτικότερα, στα τέλη του 2000 το συνολικό χρέος των νοικοκυριών της ήταν της τάξης των 440 δις € – φτάνοντας μερικά χρόνια αργότερα, τέλη του 2008, στα 770 δις €.
Η μέση ετήσια αύξηση του συγκεκριμένου χρέους υπολογίζεται στο 7% – ενώ η σχέση του με το ΑΕΠ της χώρας εκτοξεύτηκε στο 121%. Για σύγκριση, στη Γερμανία την ίδια χρονική περίοδο αντιστοιχούσε στο 62% του ΑΕΠ – ενώ στην Ελλάδα ήταν σχετικά ανάλογα χαμηλό. Στον πίνακα που ακολουθεί φαίνεται η εξέλιξη του χρέους των ολλανδικών νοικοκυριών, με αφετηρία το 2001 (πηγή: Στατιστική υπηρεσία της Ολλανδίας).
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Εξέλιξη του χρέους των νοικοκυριών της Ολλανδίας
ΈτοςΧρέος των νοικοκυριών σε δις €
2001474.473
2003562.196
2005647.426
2007720.934
2009796.546
2011824.508
2013821.549
2014823.109
Σε γενικές γραμμές τώρα, τα προβλήματα της Ολλανδίας είναι η αύξηση της ανεργίας, καθώς επίσης οι κλιμακούμενες επισφάλειες των τραπεζών της, σε συνδυασμό με το σπάσιμο της φούσκας των ακινήτων – οι τιμές των οποίων είχαν ακολουθήσει έντονα ανοδική πορεία μετά το 2001, όπου, σύμφωνα με το νέο τότε νόμο, οι Ολλανδοί επιτρεπόταν να εκπίπτουν από τις φορολογικές τους δηλώσεις, τους τόκους από τις υποθήκες.
Η αφαίρεση των τόκων από τη φορολογία, η οποία εκείνη την εποχή είχε υιοθετηθεί με στόχο την πιστωτική διευκόλυνση για την ανέγερση νέων κατοικιών, λειτούργησε τελικά ως κίνητρο για τη δημιουργία συνεχώς αυξανομένων χρεών – εκ μέρους των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.
Ειδικότερα, όπως συνέβη και σε άλλες χώρες (Η.Π.Α., Ιρλανδία, Ισπανία), οι Ολλανδοί δεν δανείζονταν μόνο για να αγοράζουν δική τους κατοικία. Χρεώνονταν επίσης για να καταναλώνουν με τα δανεικά χρήματα, τα οποία αποκτούσαν με εγγύηση τα σπίτια τους – έτσι ώστε να επωφελούνται από τις κρατικές επιδοτήσεις (φοροαπαλλαγές) ακόμη και εκείνοι, οι οποίοι είχαν ήδη δική τους κατοικία.
Ο επίλογος αυτής της δεκαετούς μέχρι το 2011 διαδικασίας, ήταν ο υπερβολικός δανεισμός των Ολλανδών – με αποτέλεσμα καμία άλλη χώρα της Ευρωζώνης να μην έχει τόσο χρεωμένα νοικοκυριά, σε σχέση με τα εισοδήματα τους, όσο η Ολλανδία. Ακόμη περισσότερο, τα ενυπόθηκα χρέη των Ολλανδών, σε σχέση με το ΑΕΠ της χώρας, είναι τα υψηλότερα παγκοσμίως – γεγονός που αποτελεί μία οδυνηρή πρωτοπορία. Ο Πίνακας ΙΙ που ακολουθεί είναι χαρακτηριστικός:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Ιδιωτικό (νοικοκυριά) κατά κεφαλήν χρέος
ΧώραΚατά κεφαλήν χρέος των νοικοκυριών
Ολλανδία38.010
Γερμανία14.090
Μέσος Ευρωζώνης12.900
Πηγή: FOL
Όπως φαίνεται από τον Πίνακα ΙΙ, το μέσο ολλανδικό νοικοκυριό χρωστάει το τριπλάσιο ποσόν από ότι το γερμανικό ή/και το μέσο της Ευρωζώνης – γεγονός που θα έχει μεγάλες επιπτώσεις στο τραπεζικό σύστημα της χώρας και στη συνέχεια στο δημόσιο.
Τα νοικοκυριά
Αναλυτικότερα, ενώ τα χρέη των νοικοκυριών αυξάνονταν μετά το 2001, ο τομέας των ακινήτων υπερθερμάνθηκε – με αποτέλεσμα να μεγεθύνονται συνεχώς οι τιμές. Για παράδειγμα, η τιμή ενός ακινήτου το έτος 2000 βρισκόταν στα 172.000 €, ενώ το 2008 είχε φτάσει στα 259.000 €.
Μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης όμως, εν μέσω φόβων ύφεσης και αύξησης της ανεργίας, οι τιμές έπεσαν κατά 8% μέσα σε ένα μόλις έτος – ενώ ο αριθμός των νέων οικοδομικών αδειών ήταν πλέον ο χαμηλότερος μετά το 1953. Παράλληλα, οι χρεοκοπίες των κατασκευαστικών επιχειρήσεων εκτοξεύτηκαν στο 44%, μόνο για το πρώτο εξάμηνο του 2012.
Περαιτέρω, οι πωλήσεις οικιών το 2008 ήταν της τάξης των 48.000 ετήσια – ενώ πέντε χρόνια αργότερα περιορίσθηκαν στις 22.000 (με τις τιμές να μειώνονται κατά -19%). Τα προς πώληση ακίνητα το 2012 υπολογίζονταν στα 221.000, όταν μερικά χρόνια πριν ήταν μόλις 150.000 – με τις τιμές σε ορισμένες περιοχές να έχουν μειωθεί πάνω από 20%.
Σε γενικές γραμμές, τα ακίνητα προς πώληση στην Ολλανδία είναι δύο φορές περισσότερα (ανά κάτοικο), από όσο αυτά στις Η.Π.Α. – οι οποίες αντιμετωπίζουν από πολύ καιρό τώρα μία μεγάλη κρίση ακινήτων.
Σήμερα βέβαια, οι πωλήσεις οικιών άρχισαν ξανά να αυξάνονται, στις 34.000, λόγω της συνεχιζόμενης πολιτικής χαμηλών επιτοκίων της ΕΚΤ – ενώ οι τιμές τους σταθεροποιήθηκαν.
Εν τούτοις, ο συνολικός δανεισμός των Ολλανδών, ύψους 823 δις € (όταν το δημόσιο χρέος της Ελλάδας είναι περί τα 330 δις €) παραμένει τρομακτικός – έναντι του οποίοι οι ιδιωτικές καταθέσεις των Ολλανδών υπολογίζονται στα 332 δις €.
Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι, οι ολλανδικές τράπεζες θα πρέπει να χρηματοδοτούν τη διαφορά (491 δις €) από το εξωτερικό – οπότε η εξάρτηση τους από τις διεθνείς χρηματαγορές είναι τεράστια. Με το ΑΕΠ της χώρας στα 800 δις $ (περί τα 600 δις €), ο δανεισμός των νοικοκυριών είναι σήμερα ίσος με το 137% του ΑΕΠ – όταν δεν πρέπει να ξεπερνάει σε μία χώρα το 85%, το οποίο θεωρείται ως το ανώτατο βιώσιμο επίπεδο χρέους.
Ολλανδία – η εξέλιξη του ΑΕΠ της χώρας (σε δις δολάρια Αμερικής).
Σύμφωνα τώρα με έναν καθηγητή χρηματοοικονομικών, “Η κατάσταση στην Ολλανδία θυμίζει ανησυχητικά την Ιρλανδία και την Ισπανία. Αντιμετωπίζουμε ένα εξτρεμιστικά μεγάλο ιδιωτικό χρέος, μία τρομακτική φούσκα ακινήτων και γιγαντιαίες τραπεζικές επισφάλειες, για την καταπολέμηση των οποίων δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα”.
Συνεχίζοντας, εάν σπάσει η φούσκα ακινήτων, θα έχει μεγάλες επιπτώσεις στα μέχρι στιγμής λογικά δημόσια χρέη – αφού τα τέσσερα από τα πέντε ενυπόθηκα δάνεια (80%) είναι εγγυημένα από ένα κρατικό εργαλείο ανάπτυξης (εθνική εγγύηση υποθηκών). Με βάση το συγκεκριμένο «εργαλείο», εάν τυχόν οι πολίτες δεν πληρώνουν τις δόσεις των δανείων τους, τότε είναι υποχρεωμένο το κράτος να τις αναλάβει – μία πραγματική βόμβα μεγατόνων στα θεμέλια του ολλανδικού δημοσίου.
Κατά την άποψη ενός ειδικού, υπήρχε η (ουτοπική) εντύπωση ότι, το κράτος θα μπορούσε να εξασφαλίσει με νόμο τη σταθερότητα των τιμών των ακινήτων! Ή εντύπωση αυτή είχε δημιουργηθεί από το ότι, η εγγύηση του δημοσίου εξασφάλιζε στους κατασκευαστές ακινήτων, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, χαμηλά επιτόκια δανεισμού – ενώ σήμερα θέτει σε μεγάλο κίνδυνο την πιστοληπτική αξιολόγηση ολόκληρης της χώρας.
Η κυβέρνηση της Ολλανδίας, πάντοτε κατά την FOL, ήθελε να αποφύγει τον κίνδυνο, καταργώντας τις επιδοτήσεις – κάτι που όμως θα μπορούσε να αποδειχθεί καταστροφικό για τον ήδη βαριά ασθενή κλάδο των ακινήτων. Πόσο μάλλον όταν το συνολικό εξωτερικό χρέος της Ολλανδίας (Debt-external) είναι της τάξης των 2,347 τρις $ (2013, πηγή: CIA), ενώ είναι σχεδόν απόλυτα εξαρτημένη από τις εξαγωγές στη Γερμανία (26,2% του συνόλου).
Ολοκληρώνοντας, η πρόσφατη αναθέρμανση της αγοράς ακινήτων θα μπορούσε να είναι τεχνητή – μία «φυγή προς τα εμπρός» της χώρας, το δημόσιο της οποίας δεν θα ήθελε σε καμία περίπτωση να επιβαρυνθεί με τις τυχόν απλήρωτες δόσεις των νοικοκυριών.
Το μέλλον φυσικά θα δείξει εάν η κατάσταση θα επιδεινωθεί ή θα καλυτερεύσει, από τη χρήση της συγκεκριμένης στρατηγικής της κυβέρνησης – αν και πιθανότατα το ιδιωτικό χρέος θα συνεχίσει να αυξάνεται, έως ότου «εκραγεί».

Δεν υπάρχουν σχόλια: