Τετάρτη 4 Μαΐου 2022

ΥΠΕΡΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΟΡΥΦΩΣΗ ΤΗΣ ΑΚΡΙΒΕΙΑΣ;

Φαίνεται πως η άνοδος των τιμών καταναλωτή ευρίσκεται μόνο στην αρχή της, αφού η άνοδος των τιμών παραγωγού είναι πολλαπλάσια – ενώ, χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, δεν υπάρχουν αποτελεσματικοί τρόποι καταπολέμησης της, είτε δημοσιονομικοί, είτε νομισματικοί. Ελπίζουμε βέβαια να κάνουμε λάθος, όσον αφορά τις προβλέψεις μας – χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως δεν πρέπει να λάβουν άμεσα μέτρα οι κυβερνήσεις, προτού ξεσπάσει η καταιγίδα των καταιγίδων για τις ανθρώπινες κοινωνίες.

. Βασίλης Βιλιάρδος

Άποψη

Η Ελλάδα αντιμετωπίζει σήμερα τεράστια προβλήματα – όσον αφορά την ενέργεια λόγω των λαθών στα θέματα της βίαιης απολιγνιτοποίησης και του ενεργειακού χρηματιστηρίου (ανάλυση), την εκτόξευση του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ) στο 9,4% τον Απρίλιο που μας προϊδεάζει για την άνοδο του εθνικού δείκτη άνω του 10% (δημοσιεύεται αργότερα από την ΕΛΣΤΑΤ), τα επιτόκια δανεισμού με το δεκαετές στο 3,41% σήμερα το πρωί κοκ.

Ειδικά όσον αφορά τα επιτόκια δανεισμού, είναι φανερό πως δεν πρόκειται να διατηρηθούν για πολύ κάτω από τον πληθωρισμό – ενώ ένας ακόμη σημαντικός κίνδυνος είναι η υποτίμηση του ευρώ στο 1,05 σε σχέση με το δολάριο, αφού υποδαυλίζει με τη σειρά της τον πληθωρισμό.

Είναι επίσης φανερό πως η ΕΚΤ θα αναγκασθεί να αυξήσει τα βασικά της επιτόκια, αν και δεν το θεωρούμε σωστό, δυσκολεύοντας έτσι τις επενδύσεις, το ρυθμό ανάπτυξης, την αποπληρωμή χρεών κοκ. – σε μία εποχή που η τρομακτική ακρίβεια μειώνει κατακόρυφα τα πραγματικά εισοδήματα των Ελλήνων και την κερδοφορία των επιχειρήσεων, ειδικά των τουριστικών που έχουν προπωλήσει πακέτα σε φθηνές τιμές.

Όλα αυτά είναι καταστροφικά για μία χώρα που έχει σπαταλήσει σχεδόν 44 δις € με δανεικά, για τα αχρείαστα lockdowns, οπότε δεν έχει τη δυνατότητα σήμερα να στηρίξει σωστά την οικονομία – ενώ η κυβερνητική αποτυχία συμπληρώνεται με τα ελλείμματα που έχει προκαλέσει στην ελληνική οικονομία, ύψους 16,8 δις € το 2020 και 13,6 δις € το 2021, αυξάνοντας αντίστοιχα το δημόσιο χρέος. Επίσης από το ότι, η Ελλάδα ανήκει σε εκείνες τις τέσσερις χώρες της ΕΕ που δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν το ΑΕΠ του 2019 το 2021 – παρά τα 44 δις €, με τα οποία στηρίχθηκε η κατανάλωση, πολύ περισσότερα αναλογικά από κάθε άλλη χώρα.


Η μεγάλη εικόνα

Συνεχίζοντας, το πλέον ανησυχητικό είναι το ότι, οι γενικότερες αυξήσεις των τιμών στον πλανήτη ίσως εξελιχθούν πολύ χειρότερα, από τον πληθωρισμό της δεκαετίας του 1970 – ενώ η Ελλάδα είναι πιθανότατα η πιο ανοχύρωτη χώρα της Δύσης. Η αιτία αυτής της ανησυχίας δεν είναι άλλη από τις τιμές παραγωγού – οι οποίες μέχρι στιγμής αυξάνονται πολλές φορές πιο γρήγορα, σχετικά με τότε.

Με δεδομένο δε το ότι, οι τιμές παραγωγού αποτελούν τον προάγγελο του πληθωρισμού σε επίπεδο καταναλωτή, οφείλει να υποθέσει κανείς πως οι τιμές καταναλωτή θα ακολουθήσουν το παράδειγμα τους – οπότε πως ο πληθωρισμός θα είναι πολύ υψηλότερος από τότε.

Στο γράφημα της γερμανικής στατιστικής υπηρεσίας που ακολουθεί, διαπιστώνεται καθαρά πόσο μεγάλη είναι η απόκλιση μεταξύ της δεκαετίας του 1970 και σήμερα, όσον αφορά τις αυξήσεις των τιμών παραγωγού στη (δυτική) Γερμανία (ανάλογα στην ΕΕ) – όπου με κόκκινο είναι οι τιμές καταναλωτή, με πράσινο ο στόχος πληθωρισμού της ΕΚΤ (2%) και με γαλάζιο οι τιμές παραγωγού που έχουν κυριολεκτικά εκτοξευθεί στα ύψη.

Ειδικότερα, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, η αύξηση των τιμών σε επίπεδο παραγωγού ήταν περίπου 9% – ενώ σήμερα, από τον Ιούλιο του 2021 και πριν από τον πόλεμο, η άνοδος των τιμών ήταν για πρώτη φορά διψήφια, φτάνοντας στο 31% έως το Μάρτιο του 2022.

Εκτός αυτού φαίνεται στο ίδιο γράφημα ξεκάθαρα ότι, καμία φορά από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 οι τιμές παραγωγού και οι τιμές καταναλωτή δεν είχαν τέτοια απόκλιση μεταξύ τους, όσο σήμερα – γεγονός που υποδηλώνει πως η διαδικασία σήμερα είναι εντελώς διαφορετική, σε σχέση με τότε. Επομένως τεκμηριώνεται πως οι συγκρίσεις σχετικά με την εξέλιξη του πληθωρισμού και με τη νομισματική πολιτική εκείνης της εποχής δεν βοηθούν – οπότε δεν έχει νόημα να το κάνουμε.

Φυσικά αυτές οι διαφορές έχουν τη λογική τους – αφού τότε ο βασικός λόγος της ανόδου των τιμών ήταν η πετρελαϊκή κρίση, ενώ σήμερα υπάρχουν πολλές διαφορετικές αιτίες: η κερδοσκοπία στις αγορές ενέργειας ήδη από το 2021, το λάθος της μετάβασης που αύξησε τη ζήτηση φυσικού αερίου οπότε τις τιμές (άρθρο), οι άλλες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις της κλιματικής αλλαγής, τα μεγάλα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας λόγω της πανδημίας και των lockdowns, η ακόμη μεγαλύτερη αύξηση της ποσότητας χρήματος από το 2020 σε επίπεδα μοναδικά στην παγκόσμια ιστορία, καθώς επίσης, μετά τις 24 Φεβρουαρίου, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η περαιτέρω άνοδος των τιμών της ενέργειας, από την οποία εξαρτάται το κόστος διαφόρων άλλων προϊόντων.

Τόσο η πανδημία,  όσο και ο πόλεμος που ελπίζουμε να μην εξελιχθεί σε παγκόσμιο ή/και σε πυρηνικό (ανάλυση, κάτι που δεν θα προκληθεί μόνο από την Ουκρανία αλλά, επίσης, από την πρόθεση εισόδου στο ΝΑΤΟ της Φινλανδίας), έχουν εντείνει την αποπαγκοσμιοποίηση που είχε ήδη ξεκινήσει με τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας το 2014 και της Κίνας αργότερα – γεγονός που έχει ασκήσει πιέσεις στις τιμές  που θα ενταθούν ακόμη περισσότερο.

Η διαδικασία δε αυτή θα κλιμακωθεί, όταν τεθεί σε λειτουργία το σπιράλ «μισθών τιμών» (ανάλυση) – το οποίο έχει ήδη ξεκινήσει σε μερικές χώρες. Πρόκειται εδώ για μία διαδικασία απότομης αύξησης των τιμών που δεν έχει πλέον ξεκάθαρα αναγνωρίσιμες αιτίες, με την έννοια πραγματικών ελλείψεων, αλλά που προκύπτει και συνεχίζεται μέσω αμοιβαίων αυξήσεων τιμών και μισθών, οι οποίες λειτουργούν πια ανεξέλεγκτα.

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, φαίνεται πως η άνοδος των τιμών καταναλωτή ευρίσκεται μόνο στην αρχή της – ενώ, χωρίς να επεκταθούμε σε λεπτομέρειες, δεν υπάρχουν αποτελεσματικοί τρόποι καταπολέμησης της, είτε δημοσιονομικοί, είτε νομισματικοί.

Ελπίζουμε βέβαια να κάνουμε λάθος, όσον αφορά τις προβλέψεις μας – χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως δεν πρέπει να λάβουν άμεσα μέτρα οι κυβερνήσεις, προτού ξεσπάσει η καταιγίδα των καταιγίδων για τις ανθρώπινες κοινωνίες.


Υπερπληθωρισμός και κορύφωση της ακρίβειας; – The Analyst

Δεν υπάρχουν σχόλια: