Τα υπουργεία Οικονομικών της Γαλλίας και της Ιταλίας αντιδρούν σε πρόταση για πιο αυστηρούς τραπεζικούς κανονισμούς. Θέτουν ζήτημα ανταγωνιστικότητας με τις ΗΠΑ. Τι απαντούν Γερμανοί αξιωματούχοι. Ποια είναι τα ενδεχόμενα ρίσκα για τους φορολογούμενους.
Η Γαλλία και η Ιταλία έχουν αναλάβει δράση για να αντιμετωπίσουν την προώθηση από την Ε.Ε. πιο σκληρών
κανονισμών για τις μεγαλύτερες τράπεζες τoυ μπλοκ των 28. Πρόκειται για μια ακόμα ένδειξη ότι σε ορισμένες πρωτεύουσες αυξάνονται οι φόβοι πως οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές μπορεί να παίρνουν υπερβολικά μέτρα καθώς προσπαθούν να αποτρέψουν μια νέα χρηματοπιστωτική κρίση.
Οι ανησυχίες στην Ρώμη και στο Παρίσι αφορούν ένα πλέγμα ευρωπαϊκών και παγκόσμιων κανονισμών που έχουν σαν στόχο να διασφαλίσουν ότι οι τράπεζες εκδίδουν αρκετό χρέος μειωμένης εξασφάλισης που θα μπορεί να διαγραφεί σε περίπτωση που ξεσπάσει μια χρηματοπιστωτική κρίση.
Η Έλκε Κένινγκ, επικεφαλής του Ενιαίου Συμβουλίου Εκκαθάρισης (SBR), της υπηρεσίας που έχει αναλάβει την διαχείριση των τραπεζικών κρίσεων στην ευρωζώνη, έχει δηλώσει ότι το Συμβούλιο μπορεί να αναγκάσει κάποιες τράπεζες να έχουν «μαξιλάρι» απορρόφησης ζημιών «αρκετά πάνω» από το 8% των υποχρεώσεων τους, επίπεδο που προηγουμένως θεωρούνταν το όριο στην Ε.Ε.
Η δήλωση αυτή έχει δημιουργήσει φόβους στην Γαλλία και στην Ιταλία πως οι μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα αναγκαστούν ουσιαστικά να υπερβούν τα διεθνή κριτήρια που συμφωνήθηκαν πέρυσι στην G20.
Σε κοινό έγγραφο που έχουν δει οι Financial Times, τα υπουργεία Οικονομικών των δύο χωρών ζητούν να μπει όριο στο πόσο μπορούν να υπερβούν οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές τα ελάχιστα διεθνή κριτήρια, γνωστά και ως συνολική ικανότητα απορρόφησης ζημιών (TLAC).
Τους κανονισμούς TLAC έχει καλωσορίσει ο Μαρκ Κάρνει, ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, ως προμήνυμα του τέλους της εποχής των «πολύ μεγάλων για να αποτύχουν» τραπεζών. Απαιτούν από τις τράπεζες να διαρθρώσουν τους ισολογισμούς τους με τέτοιο τρόπο ώστε ένα μεγάλο μέρος των υποχρεώσεων τους να μπορεί εύκολα να διαγραφεί ή να μετατραπεί σε μετοχικό κεφάλαιο, σε περίπτωση που αντιμετωπίσουν οικονομικές δυσκολίες.
Στο έγγραφο, που στάλθηκε στις άλλες πρωτεύουσες και στην Ευρωπαϊκή το Μάιο, οι δύο χώρες ζητούν η οποιαδήποτε κίνηση που θα αναγκάζει τις τράπεζες να υπερβαίνουν τα διεθνή κριτήρια να ισχύει μόνο σε «έκτακτες» περιπτώσεις.
Επίσης, υποστηρίζουν, οι τράπεζες δεν χρειάζεται υπό οποιεσδήποτε συνθήκες να έχουν πάνω από 8% TLAC, έναντι του 6,75% που είναι το μίνιμουμ που ισχύει διεθνώς.
Αλλά κάποιοι από τους αρχιτέκτονες των πιο σκληρών τραπεζικών κανονισμών που υιοθετήθηκαν μετά την κρίση λένε πως η γαλλο-ιταλική στάση είναι λανθασμένη. Ο Γερμανός Σβεν Γκίεγκολντ, μέλος της επιτροπής οικονομικών και νομισματικών υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δήλωσε στους F.T. ότι η πρόταση σημαίνει απλά ότι η Γαλλία και η Ιταλία κάνουν τα στραβά μάτια για τις «πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν» τράπεζες τους. «Αυτό είναι ένα αδικαιολόγητο ρίσκο για τους Ευρωπαίους φορολογουμένους» σημείωσε.
Η Ιταλία και η Γαλλία λένε πως ενώ υποστηρίζουν τα διεθνή κριτήρια, τα ρίσκα της υπέρβασης τους είναι πολλά. Σύμφωνα με το έγγραφο, η υπέρβαση της απαίτησης του 8% «θα οδηγούσε σε επιπρόσθετο χρηματοδοτικό κόστος για τις τράπεζες και θα μπορούσε να προκαλέσει δυσκολίες σε ένα περιβάλλον που είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς το βάθος της αγοράς του χρέους μειωμένης εξασφάλισης των ευρωπαϊκών τραπεζών».
Προσθέτουν πως με βάση τα σχέδια της Fed, οι αμερικάνικες τράπεζες θα αντιμετωπίσουν «πολύ μικρές» επιπρόσθετες απαιτήσεις πέρα από το διεθνές μίνιμουμ, αφήνοντας δυνητικά τις τράπεζες της Ε.Ε. σε δυσμενή θέση σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους.
Το κριτήριο TLAC, το οποίο προβλέπεται να τεθεί πλήρως σε ισχύ το 2022, θα καλύπτει μια λίστα από τράπεζες που σύμφωνα με τις διεθνείς ρυθμιστικές αρχές θα αποτελέσουν απειλή για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα σε περίπτωση που καταρρεύσουν. Στην τελευταία εκδοχή της λίστας, που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο, περιλαμβάνονται 30 τράπεζες, μεταξύ των οποίων οι γαλλικές BNP Paribas, Groupe BPCE, Groupe Credit Agricole και Societe Generale, καθώς και την ιταλική UniCredit.
H Γαλλία έχει τις περισσότερες τράπεζες στην λίστα από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ε.Ε. πλην του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η αντίδραση στους υπερβολικά αυστηρούς κανόνες είναι μέρος των αυξανόμενων εντάσεων για το πόσο πιο μακριά πρέπει να φτάσει η Ε.Ε. στην διαμόρφωση των τραπεζικών κανονισμών.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, έχει συγκρουστεί με την Ιταλία σχετικά με τις πιέσεις που έχει ασκήσει για να λαμβάνουν οι τράπεζες περισσότερο υπόψη το ρίσκο των απωλειών όταν αγοράζουν κρατικά ομόλογα, κάτι που η Ρώμη φοβάται πως θα αυξήσει το κόστος χρηματοδότησης του ιταλικού ελλείμματος. Την ίδια στιγμή, η Γερμανία αντιστέκεται σθεναρά στα σχέδια των Βρυξελλών για ενιαία εγγύηση καταθέσεων στην ευρωζώνη.
Πηγή: euro2day.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου