Δευτέρα 28 Μαΐου 2018

Η προφητεία του Νίτσε για έναν πιθανό κόσμο

Είναι δυνατόν ένας φιλόσοφος την ώρα που ατενίζει την άβυσσο να δει εικόνες από το μέλλον; Μπορεί ναι, μπορεί όχι. Δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί, ακόμα κι αν ισχύει
Eδώ 'ναι η μεγάλη πολιτεία, ω Ζαρατούστρα: εδώ δεν έχεις να ζητήσεις τίποτα κ’ έχεις πολλά να χάσεις. Γιατί θέλεις να τσαλαβουτήσεις μέσα σε τούτη τη λάσπη; Λυπήσου, αλήθεια, τα πόδια σου! Φτύσε καλύτερα στην πύλη της πολιτείας και - γύρισε τα μπρος πίσω! 
Εδώ είναι η κόλαση για τη σκέψη των ερημιτών: εδώ ψήνονται ζωντανές οι μεγάλες σκέψεις και κομματιάζονται σε μικρά κομμάτια. Εδώ σαπίζουν όλα τα μεγάλα αισθήματα: εδώ μόνο κροταλιστά, ξερά αισθήματα μπορούν να κροταλίζουν! […] Δεν βλέπεις τις ψυχές να κρέμονται σαν μουλιασμένα βρώμικα κουρέλια; - Και τα κουρέλια αυτά τα κάνουν εφημερίδες! Δεν ακούς το πνεύμα που γίνεται λογοπαίγνιο εδώ πέρα; Ξεσπά σε αηδιαστικά καλαμπούρια! - Και τα καλαμπούρια αυτά ακόμη τα κάνουν εφημερίδες!»
Φρ. Νίτσε «Ετσι μίλησεν ο Ζαρατούστρα (τάδε έφη Ζαρατούστρα)», εισαγωγές, μετάφραση Αρη Δικταίου, Β΄ Εκδοση, Αθήνα - Γιάννινα: 1983, εκδόσεις Δωδώνη, σ. 243-244.
«Ενα βιβλίο για όλους και για κανέναν». Αυτή η φράση είναι μέρος του τίτλου του βιβλίου, του πρωτοποριακού νιτσεϊκού οράματος που αποτυπώθηκε γραπτά. Κι είναι αλήθεια. Σ’ αυτό το έργο υπάρχει αλήθεια για όλους, αλλά αναφέρεται κι ένα ενδεχόμενο που ίσως να μην έλθει ποτέ. Το ενδεχόμενο αυτό δύναται να πραγματωθεί εάν η ανθρωπότητα ακολουθήσει τον δρόμο που τώρα, στη μεγάλη πολιτεία, φαντάζει όχι απλά άχαρος κι ανώφελος, αλλά ηλίθιος, ξεπερασμένος, εγκληματικός.

Στο χωρίο που παρατέθηκε αρχικά ο Ζαρατούστρα φτάνει μπροστά στο κατώφλι το δικό μας. Εχει προσεγγίσει τη μεγάλη πολιτεία όπου σαπίζουν όλα τα μεγάλα αισθήματα, οι ψυχές κρέμονται σαν μουλιασμένα βρόμικα κουρέλια, το πνεύμα γίνεται λογοπαίγνιο, και το λογοπαίγνιο μαζί και τα λερά κουρέλια γίνονται εφημερίδες, κυρίαρχη άποψη!
Ολα αυτά τα αποκαλύπτει ένας τρελός. Τούτος ο παραφρονημένος μιλάει μιμούμενος τον τόνο της φωνής του Ζαρατούστρα και φαίνεται να έχει «δανειστεί» πολλές από τις γνώσεις του.
Ουσιαστικά, ο τρελός είναι ο ίδιος ο Νίτσε που απευθύνεται στον Ζαρατούστρα, τον προφήτη όσων μπορούν να έρθουν. Κι ο Ζαρατούστρα, αντί να υπακούσει στον τρελό αλλά αληθινό εαυτό του, να γυρίσει την πλάτη και να φύγει από την πόλη, αρχίζει να μιλάει για το «μεγάλο μεσημέρι», εκείνη την καθαρτήρια στιγμή όπου μια «μεγάλη πύρινη στήλη» (μια εικόνα που παραπέμπει σε πυρηνική έκρηξη) θα κάψει τη μεγάλη πολιτεία: «Μ’ αηδίασε και τούτη η μεγάλη πολιτεία και όχι μόνον αυτός ο τρελός. Και σ’ αυτήν και σ’ εκείνον δεν υπάρχει τίποτα για να καλυτερέψει, τίποτα για να χειροτερέψει. Αλλοίμονο σ’ αυτή τη μεγάλη πολιτεία! – Και θα 'θελα να δω τη μεγάλη πύρινη στήλη που θα την κάψει!
Γιατί, πριν από το Μεγάλο Μεσημέρι θα έρθουνε τέτοιες πύρινες στήλες. Αλλ’ αυτό θα γίνει στην ώρα του, γιατί έχει τον δικό του χρόνο και τη δική του μοίρα! Σου δίνω, όμως, τρελέ, τη διδασκαλία τούτη γι’ αποχαιρετισμό: εκεί που δεν μπορεί να αγαπά κανείς, δε μένει - περνά. Ετσι μίλησεν ο Ζαρατούστρα και πέρασε μπροστά από τον τρελό κι από τη μεγάλη πολιτεία».

Κάποιοι που έχουν αυξημένες ευαισθησίες σε ζητήματα που υπερβαίνουν το επιστητό μπορεί να επικεντρωθούν στο ζήτημα της προορατικής ικανότητας του Γερμανού φιλοσόφου. Ο Φρίντριχ Βίλχελμ Νίτσε γεννήθηκε στο Ρέκεν το 1844 και πέθανε στη Βαϊμάρη το 1900, πολύ πριν δύο μεγάλες πύρινες στήλες, αυτές στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι, σηματοδοτήσουν το πέρασμα στη σημερινή κατάσταση. Είναι δυνατόν ένας φιλόσοφος την ώρα που ατενίζει την άβυσσο να δει εικόνες από το μέλλον; Μπορεί ναι, μπορεί όχι. Δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί, ακόμα κι αν ισχύει. Επίσης δεν μπορεί να αποδειχθεί, παρά μόνο αν και όποτε προκύψει, ότι η απόδρασή μας από τη σημερινή σήψη θα οδηγήσει στον υπεράνθρωπο, όπως αναφέρει στο ίδιο βιβλίο, στο κεφάλαιο «δωρίζουσα αρετή» (σ.σ.: 123-124): «Και το μεγάλο μεσημέρι θα 'ναι, όταν ο άνθρωπος θα στέκεται στη μέση της πορείας του, αναμεσής ζώου κι υπερανθρώπου, και θα γιορτάσει τον δρόμο του προς τη δύση, σαν την υψηλότερη ελπίδα του: γιατί 'ναι ο δρόμος προς ένα καινούριο πρωί».
Παναγιώτης Λιάκος

Δεν υπάρχουν σχόλια: