Στην Ελλάδα υπάρχει μέλλον, για το οποίο όμως πρέπει να αγωνισθεί κανείς τόσο με το εγχώριο, σαθρό κατεστημένο, όσο και με τους Γερμανούς εισβολείς – αφού πρόκειται για μία πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη χώρα, με τρεις σημαντικότατους οικονομικούς πυλώνες: την ποιοτική γεωργία, τη ναυτιλία, καθώς επίσης τον τουρισμό.
Επικαιρότητα
Ακούγεται πολύ συχνά ότι, δεν μπορεί κανείς να συμβουλεύσει τους νέους να μείνουν στην Ελλάδα, εργαζόμενοι για 300 € το μήνα που δεν φτάνουν καν για να πληρώσουν το ενοίκιο τους – πόσο μάλλον όταν δεν βρίσκουν δουλειά, αδυνατώντας να αξιοποιήσουν τις δεξιότητες τους, χάνοντας την αυτοπεποίθηση τους, καθώς επίσης τη διάθεση τους να εξελιχθούν, αποκτώντας εργασιακές εμπειρίες και προσφέροντας τόσο στον εαυτό τους, όσο και στην πατρίδα τους.
Ακόμη χειρότερα πως δεν μπορεί να τους συμβουλεύει μία γενιά που οδήγησε τη χώρα της στη χρεοκοπία, ενώ δεν αντιστέκεται καθόλου στα μαρτύρια, στα οποία την υποβάλλουν οι δανειστές – σιωπώντας όπως τα πρόβατα που οδηγούνται στη σφαγή.
Βέβαια πρόκειται για τη μισή αλήθεια, όσον αφορά τις ευθύνες των Ελλήνων για την πτώχευση – οι οποίες είναι ασφαλώς υπαρκτές, αφού αρκετοί ξόδευαν χρήματα δανειζόμενοι, ορισμένοι εκμεταλλεύονταν το δημόσιο με κάθε τρόπο, κάποιοι άλλοι σπαταλούσαν τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις αγοράζοντας αυτοκίνητα αντί να επενδύουν στην παραγωγή, ενώ οι περισσότεροι εξέλεγαν διεφθαρμένους ή/και ανίκανους πολιτικούς που τελικά τους πούλησαν.
Η άλλη μισή αλήθεια είναι η πολιτική της φτωχοποίησης του γείτονα που ακολούθησε η Γερμανία πριν από την κρίση με συνεργό της την ΕΚΤ, η παγίδα του χρέους στην οποία οδηγήθηκε η Ελλάδα μετά την κρίση του 2009, το εκ προμελέτης έγκλημα των μνημονίων, η ενδοτική υπογραφή του PSI, καθώς επίσης η προδοσία της τελευταίας ελπίδας τους από την κυβέρνηση που, λέγοντας χιλιάδες ψέματα προεκλογικά, δεν σεβάσθηκε την απόφαση τους το 2015, καταδικάζοντας τους στο χειρότερο μνημόνιο της παγκοσμίου ιστορίας.
Όσον αφορά την εκκωφαντική σιωπή τους, δεν είναι καθόλου αδικαιολόγητη (ανάλυση), όσο αυστηρά και αν τους κρίνει κανείς – ενώ είναι γεγονός πως αποτελούν τα θύματα ενός άθλιου πειράματος, από το οποίο σήμερα πολύ δύσκολα μπορούν να ξεφύγουν. Τέλος, φυσικά γνωρίζουν πως οι δυνάστες τους δεν θα φύγουν εάν δεν τους διώξουν, καθώς επίσης πως δεν θα σταματήσουν εάν δεν τους σταματήσουν οι ίδιοι οι Έλληνες – κάτι που όμως δεν είναι καθόλου εύκολο να συμβεί, αφού είναι πλέον δεμένοι χειροπόδαρα.
Όπως και να έχουν όμως τα πράγματα, πώς είναι δυνατόν να προτείνει κανείς στους νέους να μείνουν σε μία χώρα που καταρρέει; Που οι Πολίτες της έχουν μετατραπεί σε φορολογικά υποζύγια, που το μέλλον της διαγράφεται πολύ πιο ζοφερό από το παρόν, που έχει προδοθεί από το σύνολο σχεδόν της πολιτικής της ηγεσίας, ενώ είναι αντικείμενο διεθνούς εξευτελισμού;
Είναι πράγματι πολύ δύσκολο, εκτός εάν οι ίδιοι οι νέοι καταλάβουν πως είναι η σειρά τους να αγωνιστούν για την πατρίδα τους – όπως πολλοί από τους προγόνους τους στα χιλιάδες χρόνια που έζησαν Έλληνες σε αυτήν τη χώρα. Ότι μπορούν να το κάνουν έχοντας αποκτήσει την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση ενώ, εάν επιλέξουν τη φυγή, όπως οι 700.000 που εγκατέλειψαν ήδη την Ελλάδα (γράφημα), η πατρίδα τους θα πάψει κάποια στιγμή να υπάρχει – αφού δεν είναι δυνατόν να περιμένουν να διασωθεί από τους ηλικιωμένους, από αυτούς που τη χρεοκόπησαν ή από τους λίγους νέους που τελικά θα παραμείνουν.
Πως στη ζωή δεν χαρίζεται τίποτα, ενώ υπάρχουν εποχές που καλείται κανείς να κάνει θυσίες – όπως άλλωστε σχετικά πρόσφατα οι πρόγονοι τους, όταν οι Γερμανοί που έχουν εισβάλλει σήμερα χρησιμοποιώντας οικονομικά όπλα, εισέβαλαν με στρατιωτικά (ενώ εμείς, όπως δυστυχώς συνέβη μετά τι δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο που ως μετανάστες συμβάλαμε στην ανοικοδόμηση της χώρας που δολοφόνησε χιλιάδες Έλληνες, κατέστρεψε τα πάντα και λεηλάτησε τη χώρα μας, επιλέγουμε ξανά κυρίως στη Γερμανία, γράφημα). Οι ίδιοι που αρνούνται να πληρώσουν τα χρέη τους απέναντι μας από την κλοπή του χρυσού, καθώς επίσης από τις τεράστιες καταστροφές που μας προκάλεσαν – με την άθλια δικαιολογία πως δεν το έκαναν οι ίδιοι, αλλά κάποιοι ναζί που ούτε καν τους γνωρίζουν.
Πως στις χώρες που μεταναστεύουν για να εργαστούν, δεν θα αισθανθούν ποτέ ότι είναι πατρίδες τους, αφού άλλωστε δεν είναι – ενώ κάποια στιγμή θα νοιώθουν τόσο εκεί ξένοι, όσο και στην Ελλάδα. Πως τα παιδιά τους δεν θα μεγαλώσουν ποτέ σωστά χωρίς πατρίδα, ειδικά σε μία εποχή που κλιμακώνεται ο εθνικισμός – που οι ξένοι στην Ευρώπη θα αντιμετωπίζουν όλο και μεγαλύτερες δυσκολίες αφομοίωσης τους με τον εγχώριο πληθυσμό, νοιώθοντας όλο και περισσότερο Πολίτες δεύτερης «κατηγορίας». Πως το παν στη ζωή δεν είναι η κατανάλωση, τα υλικά αγαθά, αλλά υπάρχουν πολύ σημαντικότερες αξίες.
Τέλος πως στην Ελλάδα υπάρχει μέλλον, για το οποίο όμως πρέπει να αγωνισθεί κανείς τόσο με το εγχώριο, σαθρό κατεστημένο, όσο και με τους εισβολείς – αφού πρόκειται για μία πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη χώρα, με τρεις σημαντικότατους οικονομικούς πυλώνες: την ποιοτική γεωργία, τη ναυτιλία που αποτελεί την πρώτη δύναμη στον πλανήτη, καθώς επίσης τον τουρισμό που είναι ασυναγώνιστος, με κριτήριο τα δεκάδες πανέμορφα νησιά μας, τον πολιτισμό και την ιστορία μας.
Εάν λοιπόν οι νέοι Έλληνες επικεντρωθούν σε αυτούς τους τρεις τομείς, καθώς επίσης στις παράπλευρες δραστηριότητες που τους στηρίζουν, χωρίς να φοβηθούν τίποτα, καθώς επίσης εργαζόμενοι τόσο σκληρά, όσο όταν βρίσκονται σε ξένες χώρες, η Ελλάδα θα λάμψει παρά το σκοτάδι, στο οποίο είναι βυθισμένη σήμερα. Εάν όχι, οι μεγάλοι χαμένοι θα είναι οι ίδιοι οι νέοι – ενώ δεν θα τους βοηθήσει σε τίποτα το να κατηγορούν τις προηγούμενες γενιές, για τα προβλήματα που πράγματι τους δημιούργησαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου