Η οποιαδήποτε στήριξη της Αρμενίας, ακόμη και αν πρόκειται για πολύ μικρές και ασήμαντες αλλαγές στην περιοχή, παρεμποδίζεται – παρά το ότι ο σημερινός της πρόεδρος τάσσεται υπέρ της πολιτικής προσέγγισης της χώρας του με τη Δύση. Λίγα χιλιόμετρα δε από την πρωτεύουσα της Αρμενίας, στα σύνορα της με την Τουρκία, στην πανέμορφη μονή Khor Virap κάτω από το όρος Αραράτ, ευρίσκεται το επίκεντρο της μεγάλης αυτής γεωπολιτικής σύγκρουσης – από την έκβαση της οποίας εξαρτάται η απόλυτη ηγεμονία του πλανήτη. Πρόκειται για σύνορα που είναι πιο αδιαπέραστα από τα εσωτερικά γερμανικά σύνορα του 1961-1989 της εποχής του ψυχρού πολέμου – με εντολή πυροβολισμού σε όποιον προσπαθήσει να τα διασχίσει, χωρίς καμία συνοριακή κυκλοφορία και με αμοιβαίο συνολικό αποκλεισμό τους. Εν προκειμένω, οι Αρμένιοι μπορούν μόνο να ατενίσουν το ιερό βουνό τους, το Αραράτ ή λίγο πιο βόρεια την παλαιά πρωτεύουσα τους, αφού ευρίσκονται και τα δύο σε τουρκικό έδαφος – χωρίς όμως να επιτρέπεται να τα επισκεφθούν, επειδή έτσι επιθυμεί πολιτικά η Δύση και θα παραμείνει, φοβούμενη πως διαφορετικά θα χάσει την κυριαρχία του πλανήτη. Από την άλλη πλευρά, δυστυχώς είναι ελάχιστοι αυτοί που καταλαβαίνουν πως ο Erntogan είναι το διεφθαρμένο πιόνι της Δύσης – επομένως πως όλες οι διεκδικήσεις του, από το Αιγαίο και την Κύπρο, έως το Ιράκ και τη Λιβύη, υποκινούνται από αυτήν και μόνο. Επίσης πως ο πραγματικός πλούτος του πλανήτη είναι οι φυσικοί πόροι του, τους οποίους διαθέτει κυρίως η Ρωσία – εκτός της ηγεμονικής της θέσης στην Ευρασία και το ρόλο της στη διεκδίκηση της Heartland, γεγονότα που την καθιστούν αυτόματα εχθρό της Δύσης. Όσον αφορά τη Γερμανία, η παντελής έλλειψη φυσικών πόρων επεξηγεί καλύτερα τη βρώμικη πολιτική της και τη στάση της απέναντι στην Ελλάδα – η οποία αυτή τη φορά έχει επιλέξει τις λάθος συμμαχίες, ερχόμενη σε αντίθεση ακόμη και με τη Γαλλία που αποτελεί τη μεγαλύτερη της ελπίδα για να αποφύγει μία μεγάλη εθνική καταστροφή.
Ανάλυση
Ξεκινώντας από τον πόλεμο στο Nagorno-Karabakh, μεταξύ της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν, με την ενεργό συμμετοχή της Τουρκίας, δεν πρόκειται για μία τοπική υπόθεση – αφού έχει μεγάλες γεωπολιτικές προεκτάσεις. Σε κάθε περίπτωση, παρά τα όσα λέγονται για το ότι, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο η περιοχή ανήκει στο Αζερμπαϊτζάν, οι Αρμένιοι, οι οποίοι έχασαν το 90% των εδαφών τους από την Τουρκία μετά τη γενοκτονία του 1915-1922, έχουν κάθε δικαίωμα να προστατεύσουν το ελάχιστο μέρος που τους απέμεινε στο Κάτω Καύκασο – στο οποίο ανήκει το Nagorno-Karabakh που κατοικείται από τους ίδιους περί τα 2.500 χρόνια. Από τότε δηλαδή που οι Τούρκοι, ως νομάδες από τη Μογγολία, γύριζαν στις στέπες της Κεντρικής Ασίας και λήστευαν τους πάντες – ενώ οι Γερμανοί ζούσαν σε πρωτόγονες ξύλινες καλύβες.
Τα υπέροχα μοναστήρια στην περιοχή (βίντεο), αποτελούν την πλέον εύγλωττη μαρτυρία της πανάρχαιας αρμενικής ιστορίας – ενώ, σε αντίθεση με το Κοσσυφοπέδιο ή με τους γειτονικούς θύλακες του Αζερμπαϊτζάν, στο Nagorno-Karabakh δεν υπήρξαν μαζικές μετατοπίσεις πληθυσμού προς όφελος της τουρκικής ή της μουσουλμανικής πλευράς, κατά τη διάρκεια των αιώνων.
Από την άποψη του Διεθνούς Δικαίου τώρα, η αφετηρία της σύγκρουσης του Karabakh δεν είναι η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης του 1990, με αποτέλεσμα τις σφαγές κυρίως Αρμενίων όπως το 1915-1917, ούτε ο πόλεμος του Nagorno-Karabakh που συνοδεύθηκε από έναν μεγάλο αριθμό εκτοπισμένων ανθρώπων και από τις δύο πλευρές, ούτε η διακήρυξη της ανεξαρτησίας της δημοκρατίας του Nagorno-Karabakh – αλλά οι αρχές της δεκαετίας του 1920 και κυρίως το 1923.
Το συγκεκριμένο έτος δρομολογήθηκε η προσάρτηση του Nagorno-Karabakh από το Αζερμπαϊτζάν, από τον τότε επίτροπο για τις εθνικότητες της Σοβιετικής Ένωσης – από τον Γεωργιανό J. Stalin. Στα κίνητρα του Stalin συμπεριλαμβάνονταν ύποπτες υποσχέσεις, καθώς επίσης ανέντιμες συμφωνίες με την Τουρκία – με την οποία η Ρωσία είχε προδώσει την Αρμενία ήδη από τον αρμενικό-τουρκικό πόλεμο του 1920, ο οποίος ακολούθησε την ειρήνη του Brest-Litovsk που επέβαλε η Γερμανία το 1917. Εκτός αυτού ο Stalin υπολόγιζε πως οι δύο δημοκρατίες, καθώς επίσης οι λαοί των Αρμενίων, των Αζέρων και των Τούρκων, λόγω του άλυτου προβλήματος θα πολεμούσαν μεταξύ τους για πάντα – οπότε θα διευκολυνόταν η διακυβέρνηση της Ρωσίας.
Η εν λόγω προσέγγιση του «διαίρει και βασίλευε», μέσω της παροχής επί μέρους περιοχών στον εκάστοτε θανάσιμο εχθρό, ακολουθήθηκε και σε άλλα μέρη της Σοβιετικής Ένωσης – όπως στην περίπτωση της Γεωργίας και της Οσσετίας που ανακήρυξε την ανεξαρτησία της το 1920 ή στην κοιλάδα της Fergana με την πόλη Osh που κατοικείται από Ουσμπεκιανούς, αλλά δόθηκε στην Κιργισία.
Συμπερασματικά λοιπόν, το Αζερμπαϊτζάν δεν μπορεί λόγω της προσάρτησης εκ μέρους του Stalin to 1923, να έχει απαίτηση στη βάση του διεθνούς δικαίου, όσον αφορά το Nagorno-Karabakh. Οι Αζέροι βέβαια που εκδιώχθηκαν από τα οχυρωμένα χωρία γύρω από την ορεινή περιοχή της Αρμενίας μετά τον πόλεμο του 1923, έχουν δικαίωμα επιστροφής – ενώ η ανταλλαγή εδαφών που δεν ανήκουν στο Nagorno-Karabakh αλλά καταλήφθηκαν από Αρμενίους, είναι σωστά αντικείμενο των διαπραγματεύσεων μεταξύ του Αζερμπαϊτζάν και της Αρμενίας.
Η επανένταξη όμως του Nagorno-Karabakh στο Αζερμπαϊτζάν δεν μπορεί από την πλευρά του Διεθνούς Δικαίου να αποτελεί θέμα διαπραγματεύσεων – κάτι που θα έπρεπε να γνωρίζει η Δύση, οι κυβερνήσεις της οποίας κυριαρχούνται από νομικούς. Δημιουργείται επομένως η απορία, γιατί δεν αναγνωρίζουν τη σαφή νομική θέση υπέρ της αρμενικής αξίωσης για το Nagorno-Karabakh; Γιατί δηλαδή υποστηρίζουν τη σταλινική αδικία;
Η απάντηση, όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα όταν παραβιάζεται αδίστακτα το Διεθνές Δίκαιο, είναι η γεωπολιτική. Με απλά λόγια, η πολιτική κατάσταση που προέκυψε από τη διάσπαση του Nagorno-Karabakh, χρησιμοποιείται τώρα από τις Η.Π.Α. και τη Μ. Βρετανία, καθώς επίσης από τη συνοδοιπόρο τους Γερμανία, για να διατηρήσουν γενικότερα τον αναβρασμό στον Καύκασο – με στόχο την επίθεση τους εναντίον της Ρωσίας, μέσω των αντιπροσώπων τους (proxy war): του Αζερμπαϊτζάν και της Τουρκίας, του νέου αστυνομικού υπαλλήλου της περιοχής.
Από την πλευρά της οικονομίας, ο στόχος είναι οι αγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου, βόρεια και νότια του ευρύτερου Καυκάσου. Πρόκειται για το μεγάλο γεωπολιτικό άξονα Ανατολής-Δύσης που διασχίζει την Τιφλίδα και το Μπακού, ευρισκόμενος στο κέντρο της γεωπολιτικής θεωρίας (πηγή) του πατέρα της Halford Mackinder’s, στην Κεντρική Ασία – ενώ τέμνεται εκεί με τον άξονα Βορά-Νότου, μεταξύ Μόσχας, Τεχεράνης και Βαγδάτης.
Στα πλαίσια αυτά η οποιαδήποτε στήριξη της Αρμενίας, ακόμη και αν πρόκειται για πολύ μικρές και ασήμαντες αλλαγές στην περιοχή, παρεμποδίζεται – παρά το ότι ο σημερινός της πρόεδρος τάσσεται υπέρ της πολιτικής προσέγγισης της χώρας του με τη Δύση. Λίγα χιλιόμετρα δε από την πρωτεύουσα της Αρμενίας, στα σύνορα της με την Τουρκία, στην πανέμορφη μονή Khor Virap κάτω από το όρος Αραράτ (πηγή), ευρίσκεται το επίκεντρο της μεγάλης αυτής γεωπολιτικής σύγκρουσης – από την έκβαση της οποίας εξαρτάται η απόλυτη ηγεμονία του πλανήτη. Πρόκειται για σύνορα που είναι πιο αδιαπέραστα από τα εσωτερικά γερμανικά σύνορα του 1961-1989 της εποχής του ψυχρού πολέμου – με εντολή πυροβολισμού σε όποιον προσπαθήσει να τα διασχίσει, χωρίς καμία συνοριακή κυκλοφορία και με αμοιβαίο συνολικό αποκλεισμό τους.
Εν προκειμένω, οι Αρμένιοι μπορούν μόνο να ατενίσουν το ιερό βουνό τους, το Αραράτ ή λίγο πιο βόρεια την παλαιά πρωτεύουσα τους, αφού ευρίσκονται και τα δύο σε τουρκικό έδαφος – χωρίς όμως να επιτρέπεται να τα επισκεφθούν, επειδή έτσι επιθυμεί πολιτικά η Δύση και θα παραμείνει, φοβούμενη πως διαφορετικά θα χάσει την κυριαρχία του πλανήτη.
Τέλος, η σύγκρουση του Αζερμπαϊτζάν με την Αρμενία θα μπορούσε να είχε επιλυθεί πριν από δεκαετίες, με απλά διπλωματικά μέσα – τα οποία είχε αναφέρει ήδη ο Bismarck στη διάσκεψη του Βερολίνου του 1878. Προφανώς όμως κανένας δεν το θέλει στη Δύση – ενώ τα θύματα είναι οι άνθρωποι στην Αρμενία και στο Αζερμπαϊτζάν που παραπλανώνται με ψευδείς μορφές διαμεσολάβησης, όπως αυτές της ομάδας Minsk. Οι ομάδες αυτές διαμεσολάβησης δεν έχουν πρόθεση να παράγουν πραγματικά ειρηνευτικές λύσεις – αφού στο παρασκήνιο συνεχίζουν να συζητούν για παραδόσεις όπλων, αλλά και για συναφείς πολιτικές συμμαχίες.
Ο παραλογισμός που επικρατεί φτάνει στο σημείο που το Ισραήλ, η χώρα δηλαδή που εγκαταστάθηκαν οι επιζώντες του Ολοκαυτώματος, να είναι σήμερα ο βασικός προμηθευτής όπλων του Αζερμπαϊτζάν – όταν την ίδια στιγμή ισχυρίζεται πως επιθυμεί τη συμμαχία του με την Αρμενία.
Ο ρόλος της Τουρκίας
Συνεχίζοντας, η υπό οικονομική κατάρρευση Τουρκία συντονίζει στρατιωτικά τις επιθέσεις του Αζερμπαϊτζάν στην Αρμενία – επεμβαίνοντας ενεργά, επειδή ο στρατός του Αζερμπαϊτζάν έχει αποδειχθεί ανίκανος στο παρελθόν, με κριτήριο τις συνεχείς ήττες του από τους Αρμενίους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε εδώ πως ο διεκδικητικός εθνικισμός και ειδικά ο φανατικός ισλαμισμός που οδηγούν το μουσουλμάνο Τούρκο πρόεδρο να επιτεθεί στη χριστιανική Αρμενία και στο Nagorno-Karabakh, είναι το αποτέλεσμα ενός γεωπολιτικού υπολογισμού – ενώ οι επιτιθέμενοι ενεργούν από το παρασκήνιο.
Από την άλλη πλευρά, πριν ακόμη από την ίδρυση του Ισραήλ το 1948, η Μ. Βρετανία ως αποικιακή δύναμη είχε χωρίσει με επιτυχία τον αραβικό κόσμο – ο οποίος βάδιζε στο μονοπάτι του σοσιαλισμού και του παναραβισμού. Τα κατάφερε δημιουργώντας το θρησκευτικά εξτρεμιστικό (Ουαχαμπισμός) Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας το 1924 – ενώ ακολούθησε η ανάληψη της κυριαρχίας με τη στήριξη των Η.Π.Α. του ισλαμιστή στρατιωτικού κυβερνήτη Zia ul-Haq το 1978, ο οποίος αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο του ισλαμισμού στην περιοχή του Πακιστάν.
Στη συνέχεια, η Σαουδική Αραβία και το Πακιστάν διενέργησαν από κοινού την επίθεση που σχεδίασαν οι Η.Π.Α. και η Μ. Βρετανία στην Κεντρική Ασία – στη γεωπολιτική «ενδοχώρα» (Heartland – εικόνα σύμφωνα με τη θεωρία του Halford Mackinder’s) του Αφγανιστάν, βυθίζοντας τη χώρα σε έναν πόλεμο που διαρκεί τα τελευταία σαράντα χρόνια.
Οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ πως μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η Σαουδική Αραβία είχε επίσης υποστηρίξει τη Δύση – στις συγκρούσεις σχετικά με τις διαδρομές πετρελαίου και φυσικού αερίου στον Καύκασο. Το γεγονός αυτό συνέβη ιδιαίτερα στους πολέμους της Τσετσενίας της δεκαετίας του 1990, με στόχο την κατάρρευση της Ρωσίας – του βασικού διεκδικητή δηλαδή της Heartland, από την οποία εξαρτάται η ηγεμονία του πλανήτη, επεξηγώντας τις συνεχείς επιθέσεις που δέχεται η Ρωσία από τη Δύση, σήμερα ο πρόεδρος Putin.
Σε αυτήν τη σύγκρουση τώρα εμφανίσθηκε ο νεαρός Τούρκος ισλαμιστής, ο Erntogan – ο οποίος κέρδισε τις πρώτες επιτυχίες του υπηρετώντας πιστά τα δυτικά συμφέροντα. Εν προκειμένω η μετατροπή της κοσμικής, κεμαλικής Τουρκίας από τον Erntogan και το κόμμα του (ΑΚΡ), σε μία όλο και πιο ριζοσπαστική ισλαμική δημοκρατία από το 2003 και μετά, η οποία διεξάγει πόλεμο ή απειλεί με πόλεμο όλα σχεδόν τα γειτονικά της κράτη, δεν είναι, εν όψει των προκατόχων της (του Πακιστάν και της Σαουδικής Αραβίας), σύμπτωση – αλλά ένας έξυπνος γεωστρατηγικός σχεδιασμός, όπως φαίνεται καθαρά από μία βρετανική γεωπολιτική ανάλυση (πηγή).
Το γεγονός αυτό, το να επιδιώκει δηλαδή ακριβώς αυτό που κάνει υπό τον Erntogan, είναι προς όφελος των εθνικών πολιτικών συμφερόντων της Τουρκίας – όσον αφορά τους γείτονες της από τη Συρία, έως το Ιράκ και την Αρμενία, σημειώνοντας πως η Σαουδική Αραβία έχασε πλέον την εμπιστοσύνη της Δύσης (ανάλυση). Το τελευταίο πάντως που θα ήθελε μία λογικά κυβερνώμενη Τουρκία, θα ήταν μία εθνοκάθαρση ακόμη περισσότερων Αρμενίων – μετά από μία «επιτυχημένη» επίθεση στο Nagorno-Karabakh. Η αιτία είναι το ότι, οι επιθέσεις στις πόλεις της βόρειας Συρίας, στις οποίες κατοικούσαν πρόσφυγες από τη γενοκτονία των Αρμενίων του 1915, από ισλαμικές τρομοκρατικές ομάδες το 2011, με αποτέλεσμα το θάνατο πολλών αμάχων, έχουν ήδη βλάψει σοβαρά τη φήμη της Τουρκίας – στον αραβικό κόσμο και σε μέρη της Δύσης.
Όσον αφορά δε τις τρέχουσες οικονομικές κυρώσεις της Σαουδικής Αραβίας εις βάρος της Τουρκίας, δεν έχουν μόνο σχέση με τη δολοφονία του J. Khashoggi – αλλά, επίσης, με τη συνεχιζόμενη κατοχή εδαφών από την Τουρκία. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν επίσης τοποθετηθεί με σαφήνεια εναντίον της Τουρκίας – ενώ οι αραβικές χώρες αντιμετωπίζουν με συμπάθεια τα συμφέροντα των Αρμενίων και των άλλων λαών που ευρίσκονται σε σύγκρουση με την Τουρκία. Άλλωστε στο παρελθόν είχαν φερθεί γενναιόδωρα σε χώρες όπως ο Λίβανος, η Συρία και η Ιορδανία.
Η αντικειμενικότητα και η δικαιοσύνη απαιτούν βέβαια να αναφερθεί πως η Τουρκία υποκινήθηκε από τη Δύση, όσον αφορά τη στήριξη της ισλαμικής τρομοκρατίας στον πόλεμο της Συρίας. Σε τελική ανάλυση δε, η Τουρκία πρέπει να παραδεχθεί πως δελεάσθηκε και οδηγήθηκε σε μία μεγάλη παγίδα: στη μόνιμη καταστροφή των σχέσεων της με τις γειτονικές της χώρες, καθώς επίσης στον περιορισμό του ρόλου της σε μία περιοχή που θα είχε τη δυνατότητα να αποτελέσει κεντρική οικονομική και ρυθμιστική δύναμη.
Ως εκ τούτου, η Τουρκία θα πρέπει να αποφύγει την επανάληψη των γεγονότων της Συρίας στην Αρμενία, με κάθε κόστος – πόσο μάλλον αφού οι συνέπειες μίας τυχόν εθνοκάθαρσης των Αρμενίων στο Nagorno-Karabakh στη φήμη της χώρας, θα ήταν πολύ χειρότερες από αυτά που συνέβησαν στη Συρία και αποσιωπήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από τα ΜΜΕ. Θα ήταν καταστροφικές και θα διαρκούσαν για πολλές γενιές – ενώ θα της έκλειναν ερμητικά την πόρτα, μία για πάντα, τόσο προς τον Αραβικό κόσμο, όσο και προς την Ευρώπη.
Εκτός αυτού οι οικονομικές κυρώσεις εναντίον της θα ήταν αναπόφευκτες – κάτι που θα οδηγούσε την ήδη χρεοκοπημένη οικονομία της στην απόλυτη κατάρρευση. Σε μία τέτοια περίπτωση, η γερμανική πολιτική θέση που είναι αντίθετη με την επιβολή κυρώσεων, θα ήταν αναγκασμένη υπό την πίεση της κοινής γνώμης, ανεξάρτητα από τους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς των Η.Π.Α. και της Μ. Βρετανίας, να προσεγγίσει αυτήν της Γαλλίας – η οποία έχει δηλώσει ξεκάθαρα πως θα υποστηρίξει τα εδάφη που απέμειναν στην Αρμενία.
Επομένως, το μεγάλο ερώτημα για την Τουρκία είναι εάν θα θελήσει (α) να σταθεί στην πλευρά εκείνων που θέλουν να συνεχίσουν τη σύγκρουση στο Nagorno-Karabakh, με στόχο να αποσταθεροποιήσουν περαιτέρω την περιοχή του Καυκάσου και να επιτεθούν στη Ρωσία ή (β) να επιλύσει τη σύγκρουση, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις ανάπτυξης του Καυκάσου και να συμβάλλει στη δημιουργία καλώς σχέσεων με όλους τους γείτονες της – ενισχύοντας έτσι το ρόλο της στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Εν προκειμένω, η Τουρκία έχει μία μοναδική ευκαιρία να κρατήσει μακριά τη Δύση και τα γεωπολιτικά παιχνίδια εξουσίας της, από τη σύγκρουση στο Nagorno-Karabakh – φροντίζοντας για την επικράτηση της ειρήνης σε ολόκληρη την περιοχή. Παράλληλα να βρει σε συνεργασία με τη Ρωσία μία κοινώς αποδεκτή λύση, στη βάση μίας λογικής ερμηνείας του Διεθνούς Δικαίου – συνεργαζόμενη με το Ρώσο υπουργό εξωτερικών, με τον ικανότατο κ. Lavrov, ο οποίος είναι κατά το ήμισυ Αρμένιος.
Η απορία εδώ είναι εάν θα τα καταφέρει με τον απίστευτα διεφθαρμένο υπηρέτη της Δύσης, με τον Erntogan ή με κάποιον άλλο – τονίζοντας πως μία τέτοια περιφερειακή λύση είναι σίγουρα προς το συμφέρον της Τουρκίας, αλλά και η τελευταία της ευκαιρία για να αποφύγει την επερχόμενη καταστροφή και το διαμελισμό της.
Επίλογος
Δυστυχώς είναι ελάχιστοι αυτοί που καταλαβαίνουν πως ο Erntogan είναι το διεφθαρμένο πιόνι της Δύσης (Η.Π.Α., Μ. Βρετανίας και Γαλλίας) – επομένως πως όλες οι διεκδικήσεις του, από το Αιγαίο και την Κύπρο, έως το Ιράκ και τη Λιβύη, υποκινούνται από αυτήν και μόνο. Επίσης πως ο πραγματικός πλούτος του πλανήτη είναι οι φυσικοί πόροι του, τους οποίους διαθέτει κυρίως η Ρωσία – εκτός της ηγεμονικής της θέσης στην Ευρασία και το ρόλο της στη διεκδίκηση της Heartland, γεγονότα που την καθιστούν αυτόματα εχθρό της Δύσης.
Όσον αφορά τη Γερμανία, η παντελής έλλειψη φυσικών πόρων επεξηγεί καλύτερα τη βρώμικη πολιτική της και τη στάση της απέναντι στην Ελλάδα – η κυβέρνηση της οποίας αυτή τη φορά έχει επιλέξει τις λάθος συμμαχίες, ερχόμενη σε αντίθεση ακόμη και με τη Γαλλία που αποτελεί τη μεγαλύτερη της ελπίδα για να αποφύγει μία μεγάλη εθνική καταστροφή.
(Βιβλιογραφία: M. Curtis, H. Dubel)
Τα δακτυλικά αποτυπώματα των οργανώσεων του Soros μπορούν να ανιχνευθούν σε όλες τις πτυχές της ευρωπαϊκής προσφυγικής κρίσης, ακόμη και στην περίπτωση της καγκελάριου Merkel - η οποία εξέπληξε πολλούς όταν δήλωσε: «Μπορούμε να τα καταφέρουμε». Όλα αυτά τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα δείχνουν ότι ο Soros συνεργάζεται με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, τόσο στην Τουρκία όσο και στη Λιβύη, προκειμένου να...
Η εκτίμηση της κυβέρνησης για το ρυθμό ανάπτυξης του 2021, για την άνοδο δηλαδή του ΑΕΠ, είναι αρκετά αισιόδοξη – στο 5,5% χωρίς την εισροή των ευρωπαϊκών πόρων και στο 7,5% με την εισροή. Μετά την κατάρρευση βέβαια του 2020, την ύφεση σχεδόν κατά 10%, όταν είχε υποσχεθεί ανάπτυξη 4%, δεν είναι καθόλου απίθανο το 5,5% - αν και ελλοχεύει ένας ακόμη κίνδυνος: ο αποπληθωρισμός (=η πτώση των τιμών)...
Η οποιαδήποτε επένδυση, ανεξάρτητα από το ύψος της, αντιμετωπίζεται με θριαμβολογίες και με ανόητες φωτογραφίες όπως η παραπάνω από την κυβέρνηση – κάτι που δεν πρέπει να μας ξενίζει, αφού είναι πλέον ορατή εκ μέρους όλων των Ελλήνων η απίστευτη οικονομική κακοδιαχείριση της, ενώ έχουν εγκαταλείψει τη χώρα δεκάδες ξένες επιχειρήσεις και μεγάλες ελληνικές τα τελευταία δέκα χρόνια. Βέβαια είναι...
από Βασίλης Βιλιάρδος10 Οκτωβρίου 2020
1 σχόλιο:
https://zcode-gr.blogspot.com/2020/10/trump.html
ΤΟΥΡΚΟΙΣΡΑΗΛ
Δημοσίευση σχολίου