της Μαρίας Κορνάρου
Σαν σώμα και μέλη Χριστού, που είμαστε στην Εκκλησία, πράξη ποιούμε την ενότητα της Αγίας Τριάδος. Είμαστε, δηλαδή, ένα. Αυτός είναι ο στόχος μας, να υπάρχουμε εν αγάπη και τέλεια κοινωνία ο καθένας με τον πλησίον και όλοι μαζί με το Θεό. Για αυτό, η μυστική ενότητα της Εκκλησίας ποτέ δεν διασπάται ούτε αλλοιώνεται, ούτε από τα φυσικά φαινόμενα και τους πειρασμούς του κόσμου. Έτσι γράφει ο Ευάγριος ο Ποντικός για τους μοναχούς, που ο κόσμος θεωρεί αντικοινωνικούς: «μοναχός εστι ο πάντων χωρισθείς και πάσι συνηρμοσμένος». Ο ερημίτης που έχει χρόνια να δει άνθρωπο, βρίσκεται ενωμένος καρδιακά με τους αδελφούς του, η προσευχή του για εκείνους είναι αληθινή κοινωνία. Θαυμαστά δείχνει ο Θεός την πλάνη της κοσμικής λογικής, αποκαλύπτοντας ότι στο πλήθος μέσα οι άνθρωποι είναι πιο μόνοι τους και ξένοι από τους διπλανούς τους, παρά οι αποχωρισμένοι σωματικά απ’ τον κόσμο, που κοινωνούν με τους αδελφούς, με την πικρία και τον πόνο των ανθρώπων, αλλά και με τους αγίους και τους αγγέλους! Γιατί η αληθινή κοινωνία υπάρχει εν Χριστώ.
Εκείνες τις ημέρες που πέρασαν, νιώσαμε αληθινά την ανάγκη του ανθρώπου για τη συντροφιά των αδελφών. Μακριά απ’ τους ενορίτες μας, δεν είμαστε οι ίδιοι. Σχεδόν, δεν είναι ο ίδιος ο Χριστός! Διότι τον Θεό τον γνωρίζουμε και μέσω των αδελφών μας. Κάναμε όμως υπομονή, και βιώσαμε σήμερα τη μεγάλη χαρά και συγκίνηση, να δούμε τους αδελφούς μας εν σαρκί. Τα πρόσωπά τους και τις φωνές τους να έχουμε εμπρός μας. Μεγάλο πράγμα η κοινωνία με τον αδελφό και μ’ όλους τους πιστούς της περιοχής. Ακόμα και όσους μόνο κατ’ όψιν γνωρίζαμε, κι εκείνοι ακόμα μας έλειψαν και χαρήκαμε τη θωριά τους. Μόνο που μαζί λειτουργούμασταν τόσο καιρό, ο Θεός δεν το είχε αφήσει να περνά χωρίς νόημα, αλλά μας συνέδεσε με μία πνευματική σχέση βαθύτερη απ’ αυτή που έχουμε και μ’ ανθρώπους πιο γνωστούς μας, όπου δεν ενωνόμαστε όμως απ’ την μοιρασιά του Χριστού και της ουρανίου βασιλείας Του. Χαρά λοιπόν, μεγάλη η συνάντηση. Πριν ακόμη μπορέσουμε να συναντηθούμε στις εκκλησίες μας, ο Θεός δε μας άφησε χωριστά, αλλά ανταμώναμε στην προσευχή και στη λαχτάρα μας για Εκείνον. Όσοι ακόμη κατάφεραν και είχαν μετοχή στα Μυστήρια τις ημέρες των διωγμών που περάσαμε, ούτε αυτό το άφησε αναξιοποίητο ο Θεός, αλλά οικονόμησε ώστε η χάρις να διαμοιραστεί και να ενισχυθούν και τα άτομα εκείνα που στερήθηκαν. Έτσι πάντοτε διαμοιράζει ο Θεός το καλό που κάνουμε ώστε να απολαύουν της χάριτος και οι κλονισμένοι αδελφοί και όσοι δεν είναι κοντά Του. Αντιθέτως, το κακό που κάνουμε φροντίζει ο Θεός να το προλάβει πριν μολύνει και την υπόλοιπη Εκκλησία, για αυτό και αποκόπτονται από το σώμα της οι αιρετικοί και κακόδοξοι. Αποκαλύπτεται η ενότητα της Εκκλησίας η πνευματική, σύμφωνα με την οποία όλοι υπάρχουμε «εν ενί στόματι και μια καρδία». Ένα σώμα συλλογικό, αποτελούμενο από πολλά και ετερόκλητα συχνά μέλη.
Ένα είμαστε στην Εκκλησία και με τους αρχιερείς και ιερείς μας, ώστε δεν κάνει διάκριση ο Θεός καμία, από τους πιο αγιασμένους και άξιους του σώματος έως και τον φαινομενικά άσημο πιστό. Σε αυτή τη ρίζα της ενότητας στερεωμένο, επιβίωσε στην Εκκλησία και το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας όπως το παρέδωσαν οι Απόστολοι, όπου κλήρος και λαός μεταλαμβάνουν από ένα Άγιο Ποτήριο, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Η φοβερή αυτή πράξη που αποκαλύπτει την ουσία της εκκλησιαστικής ζωής και δίνει μαρτυρία για την ενότητα της Αγίας Τριάδας, τόσο πολεμείται στις ημέρες μας, από τα όργανα του διαβόλου που επιζητεί την απομόνωση των ανθρώπων και την διάλυση της Εκκλησίας του Χριστού, στην οποία ουδείς είναι μόνος. Η μυστηριακή κοινωνία των πιστών, όμως, είναι στην εξουσία του Θεού και μόνο. Δεν θα μας στερήσει ποτέ την ενότητα, εφόσον προθυμοποιούμαστε να την κάνουμε πράξη.
Σημασία αποκτά σήμερα η ενθύμηση της ενότητας του εκκλησιαστικού σώματος, διότι παρατηρείται απομάκρυνση του φρονήματος του κλήρου και του λαϊκού αισθήματος. Φτάνουν να έρχονται σε ρήξη. Βέβαια, η διχόνοια δεν είναι έργο του Θεού, και εάν αφήνει και δρα στην Εκκλησία Του, αυτό ασφαλώς θα σημαίνει ότι υπάρχουν προβλήματα στην εκκλησιαστική πορεία μας για τα οποία δεν έχουμε μετανοήσει, και μέσα από την αντιπαράθεση και την ένταση έρχονται στο φως για να τα λύσουμε. Εάν δεν ήταν έτσι τα πράγματα, κανείς πιστός δε θα επιθυμούσε την ανυπακοή στους αρχιερείς ούτε τον ψόγο που αποδίδεται σε ορισμένες δηλώσεις. Στο παρελθόν, σε δύσκολες περιόδους όπου ο πειρασμός του κόσμου κλόνιζε συθέμελα την πορεία της Εκκλησίας, οι πιστοί κράτησαν το ορθόδοξο φρόνημα παρά τις ατασθαλίες του ανώτερου κλήρου. Μάλιστα και το διέσωσαν, επηρεάζοντας τελικά εκείνοι τους αρχιερείς, ώστε να επιστρέψουν στις εντολές των Αποστόλων. Κάτι τέτοιο συνέβη με τη Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, όπου παρ’ ολίγον και θα χάναμε την πίστη μας προς ένωσιν με τους ετερόδοξους. Όμως, όταν επέστρεψαν οι ορθόδοξοι κληρικοί στην Πόλη από τη Σύνοδο, οι πιστοί τους απεδοκίμασαν έντονα και εξέφρασαν τη θλίψη τους και την αντίθεσή τους με την ένωση. Έτσι σώθηκε τελικά ολάκερη η Εκκλησία, και σωζόμαστε και εμείς μέσα από αυτήν, τόσους αιώνες αργότερα!
Έτσι και σήμερα, οι πιστοί κρατούμε το φρόνημα πάντοτε. Όχι όμως με την αποτείχιση, όχι με την ασέβεια και τις ακρότητες που φέρνουν όνειδος στην Εκκλησία του Χριστού. Μονάχα με την αυτοθυσία και την πίστη, που εκφράζονται με τον ταπεινό αλλά συλλογικό έλεγχο των κακώς πραττομένων, μπορούμε και οι πιστοί να οδηγήσουμε το καράβι της Εκκλησίας, στους ταραχώδεις τούτους καιρούς, προς τον ασφαλή λιμένα.
Η ενότητα της Εκκλησίας - Ενωμένη Ρωμηοσύνη (enromiosini.gr)
Στο ξεκίνημα του De Trinitate, o Αυγουστίνος αναγγέλλει την ισότητα και την ενότητα της ουσίας (substanzia ή essentia) και μόνον σε μια δεύτερη στιγμή την διάκριση των προσώπων στον Θεό. Στο τέλος δε του ιδίου βιβλίου, το οποίο ξεχειλίζει από θρησκευτικό πάθος, στρέφεται και προσεύχεται στην Αγία Τριάδα σαν σε ένα μοναδικό «υποκείμενο», ένα μοναδικό και ανεπανάληπτο «εσύ»!
Ο «εννοιολογικός κόπος» θα συγκεντρωθεί γύρω από την εναρμόνιση της ενότητος της ουσίας με την τριάδα των προσώπων. Η ερώτηση γύρω από την οποία γυρίζει ολόκληρο το De Trinitate είναι η εξής: Πώς είναι δυνατόν να ομολογήσουμε τη διάκριση χωρίς να εισάγουμε την πολλαπλότητα στον θεό;
Την ίδια στιγμή βεβαίως η «οικονομία» της Σωτηρίας και η «ιστορία» του Χριστού παραμένουν στην σκιά. Ο,τιδήποτε θα μπορούσε να μειώσει το δόγμα του ΕΝΟΣ εγκαταλείπεται. Προηγείται απολύτως κάθε προσπάθειας ο μονοθεϊσμός και η εξασφάλισή του.
Μέσα σε αυτή την πίεση ο Αυγουστίνος επινοεί την κατηγορία της σχέσης για να εξασφαλίσει την εσωτερική ζωή της Τριάδος. Η Σχέση αντισταθμίζει το απόλυτο της ουσίας με το σχετικό, το οποίο δείχνεται ήδη με τα ίδια τα ονόματα, δηλαδή του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙ ΕΠΑΡΚΩΣ ΟΤΙ Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΠΟΥ ΔΙΔΑΣΚΕΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΙΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΧΟΛΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΔΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟΝ ΛΑΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ. ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΑΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΤΟΙΜΑΖΕΤΑΙ Η ΕΝΩΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΑΠΙΚΟΥΣ. Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΣΩΜΑ ΑΓΙΩΝ, ΣΩΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥ. Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΔΕΝ ΣΤΑΜΑΤΑ ΣΤΟΝ ΜΥΣΤΙΚΟ ΔΕΙΠΝΟ. ΣΥΜΜΕΤΕΙΧΕ ΚΑΙ Ο ΙΟΥΔΑΣ.
Άγιος Συμεών ο Ν. Θεολόγος: «Θα σας φανερώσω τώρα, όσο είναι δυνατόν, και με ποιον τρόπο ενώνονται με τον Χριστό όλοι οι Άγιοι και γίνονται ένα με αυτόν. Όλοι οι Άγιοι είναι κατά αλήθειαν μέλη Χριστού του Θεού, και ως μέλη πρέπει να είναι κολλημένοι με αυτόν και ενωμένοι με το σώμα του Χριστού, δια να είναι ο Χριστός κεφαλή, και όλοι οι Άγιοι ένας άνθρωπος. Και άλλοι από αυτούς αποπληρούσι τάξιν χειρών εργαζόμενοι έως άρτι και κάνοντας το πανάγιόν του Θέλημα αναπλάττοντες εξ’ αναξίων αξίους και φέροντες αυτούς πάλιν εις αυτόν. Άλλοι δε είναι εις τάξιν ώμων του σώματος του Χριστού, και βαστάζουν ο ένας του άλλου τα βάρη ή σηκώνουν επάνω τους το χαμένο πρόβατο όταν βρεθεί, το οποίον περιτριγύριζε εδώ κι εκεί, εις όρη και βουνά και σε τόπους που δεν τους επισκέπτεται ο Κύριος, και με τούτον τον τρόπον εκπληρώνουν τον νόμον του Χριστού. Και άλλοι είναι εις τάξιν στήθους και αναβρύουν εις τους διψώντας και πεινώντας την δικαιοσύνην του Θεού, το καθαρώτατον ύδωρ του λόγου της απορρήτου σοφίας και γνώσεως, ήγουν τους διδάσκουν τον λόγον του Θεού και τους δίδουν τον άρτον τον νοητόν που τρώγουν οι Άγιοι οι Αγγέλοι, δηλ. την Θεολογία, καθώς είναι επιστήθιοι και αγαπημένοι του. Και άλλοι είναι εις τόπον κοιλίας και βάζουν μέσα εις τον κόλπον τους όλους τους ανθρώπους δια της αγάπης και δέχονται μέσα στα σπλάχνα τους πνεύμα σωτηρίας και έχουν διάθεσιν χωρητικήν των απορρήτων και κεκρυμμένων μυστηρίων αυτού. Άλλοι είναι ωσάν μηρία και έχουν μέσα εις τον εαυτόν τους το γεννητικόν των θείων νοημάτων της μυστικής θεολογίας και γεννούν πάνω στη γη πνεύμα σωτηρίας δηλ. τον καρπόν του Αγίου Πνεύματος και σπέρνουν τον σπόρο της ευσεβείας εις τας καρδίας των ανθρώπων με τον λόγον της διδασκαλίας των. Και άλλοι είναι ωσάν σκέλη και πόδια και δείχνουν ανδρείαν και υπομονήν εις τους πειρασμούς, σαν τον Ιώβ, και δεν σαλεύουν τελείως από την στάσιν που έχουν στα καλά, ούτε αποκάμουν αλλά βαστάζουν τα βάρη των χαρισμάτων αυτών, δηλ. των πειρασμών. Και τοιουτοτρόπως συναρμόζεται το σώμα της Εκκλησίας του Χριστού με τους απ’ αιώνος Αγίους του.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου