Μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι για το 2024, γνωρίζοντας όμως πως τίποτα δεν χαρίζεται, αλλά όλα κερδίζονται – με σκληρή δουλειά, χωρίς το σκύψιμο του κεφαλιού και με πολύ μυαλό, χωρίς τα οποία δεν πετυχαίνει ποτέ κανείς τίποτα. Ευχόμαστε λοιπόν Καλή Χρονιά σε όλους, με υγεία και ευτυχία – ελπίζοντας πως το 2024 θα είναι πράγματι τ έτος που θα αλλάξουμε πορεία, συνειδητοποιώντας πως η προηγούμενη μας έχει ήδη οδηγήσει στοην άκρη του γκρεμού και στα πρόθυρα του χάους.
Καλή Χρονιά, Χρόνια Πολλά!Οφείλουμε να είμαστε αισιόδοξοι, ακόμη και όταν δεν βλέπουμε φως στο τούνελ, ειδικά στο ξεκίνημα ενός νέου έτους – με την ελπίδα πως επιτέλους θα κάνουμε το σωστό, αφού η Ελλάδα έχει όλες τις δυνατότητες να τα καταφέρει, καταπολεμώντας πριν από όλα τη διχόνοια που επικρατεί ανάμεσα μας.Τον κοινωνικό αυτοματισμό, τον οποίο μας έχουν εμφυτεύσει οι κυβερνώντες, για να μπορούν να νέμονται ανενόχλητοι την εξουσία – ενώ αντιμετωπίζουν ως λάφυρο την Ελλάδα, αδιαφορώντας εντελώς για την πατρίδα μας και για τα παιδιά μας.
Είναι απαράδεκτο δε το ότι, έχουμε επιτρέψει να εκφυλισθεί η «προεδρευομένη δημοκρατία» μας, σε «προεδρευομένη πλουτοκρατία» και σε μία «ενός ανδρός Αρχή» – σημειώνοντας πως όταν εκφυλίζονται οι ανώτατοι άρχοντες ενός κράτους, δεν υφίσταται πλέον η ανομία, αλλά προΐσταται.
Από την άλλη πλευρά, οι Γερμανοί μας οφείλουν πάνω από 300 δις € όπως οι ίδιοι αποδέχονται και θα έπρεπε επιτέλους να διεκδικήσουμε, τα ενεργειακά μας αποθέματα αξίζουν πολύ περισσότερα και ο υπόλοιπος υπόγειος πλούτος μας επίσης – ενώ η γεωπολιτική μας θέση είναι κορυφαία, οπότε μπορεί και πρέπει να «εξαργυρωθεί».
Εκτός αυτών, ο πρωτογενής μας τομέας έχει τεράστιες δυνατότητες, στη βιομηχανία θα μπορούσαμε να πετύχουμε θαύματα, ιδίως στην αμυντική, στην υψηλή τεχνολογία επίσης, ο τουρισμός μας θα μπορούσε να είναι μεγάλη πηγή πλούτου και ευημερίας εάν συνδεόταν με την εγχώρια παραγωγή, η πολιτιστική μας κληρονομιά είναι κρυμμένος θησαυρός και στη ναυτιλία είμαστε το νούμερο ένα στον πλανήτη – χωρίς δυστυχώς να το εκμεταλλευόμαστε
Ασφαλώς όμως θα πρέπει να σταματήσουμε να παράγουμε μόνο ελλείμματα και χρέη, να ξεπουλάμε τις κοινωφελείς και τις στρατηγικές μας επιχειρήσεις, να πλειστηριάζουμε τα σπίτια των Ελλήνων, να αυξάνουμε συνεχώς τους φόρους και να αφήνουμε απροστάτευτα τα σύνορα μας – καθώς επίσης να νομοθετούμε υπέρ της παράνομης μετανάστευσης και του εκφυλισμού της κοινωνίας.
Σε κάθε περίπτωση, μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι για το 2024, γνωρίζοντας όμως πως τίποτα δεν χαρίζεται, αλλά όλα κερδίζονται – με σκληρή δουλειά, χωρίς το σκύψιμο του κεφαλιού και με πολύ μυαλό, χωρίς τα οποία δεν πετυχαίνει ποτέ κανείς τίποτα.
Ευχόμαστε λοιπόν Καλή Χρονιά σε όλους, με υγεία και ευτυχία – ελπίζοντας πως το 2024 θα είναι πράγματι το έτος που θα αλλάξουμε πορεία, συνειδητοποιώντας πως η προηγούμενη μας έχει ήδη οδηγήσει στην άκρη του γκρεμού και στα πρόθυρα του χάους. Θα κλείσουμε με τα παρακάτω λόγια του Οδυσσέα Ελύτη που είναι πάντοτε επίκαιρα:
«Ήδη, σας το είπα. Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να ‘ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου (του Έλληνα).
Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωσή του. Οπότε αναρωτιέται κανείς: Γιατί παλεύουμε νύχτα μέρα κλεισμένοι στα εργαστήριά μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν. Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που όλα δείχνουν ότι δεν θ’ αντέξουν για πολύ.
Είναι η ποιότητα, που γι’ αυτή δεν δίνει κανείς πεντάρα. Είναι η οντότητα του ατόμου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη. Είναι η ανεξαρτησία των μικρών λαών, που έχει καταντήσει ήδη ένα γράμμα νεκρό. Είναι η αμάθεια και το σκότος. Ότι οι λεγόμενοι «πρακτικοί άνθρωποι», κατά πλειονότητα, οι σημερινοί αστοί, μας κοροϊδεύουν, είναι χαρακτηριστικό. Εκείνοι βλέπουν το τίποτα. Εμείς το πάν. Που βρίσκεται η αλήθεια, θα φανεί μια μέρα, όταν δεν θα είμαστε πια εδώ. Θα είναι, όμως, εάν αξίζει, το έργο κάποιου απ’ όλους εμάς. Και αυτό θα σώσει την τιμή όλων μας – και της εποχής μας».
Ακολουθούν διάφορα μικρά κείμενα από άλλες αναρτήσεις μας:
Το κατάντημα της πάμπλουτης πατρίδας μας
Αυτό που αναρωτιόμαστε τέλη του 2023 είναι γιατί οι ελληνικές κυβερνήσεις, τα κόμματα που χρωστούν πάνω από 800 εκ. €, λένε τόσες πολλές αναλήθειες στους Πολίτες – γιατί διασπείρουν τόσα ψεύδη και για ποιο λόγο θριαμβολογούν (για τα ίδια βέβαια όλα καλά, αφού το 2022 αυξήθηκαν οι επιχορηγήσεις τους κατά 25%, χωρίς να το γνωρίζει κανένας).
Είμαστε οι χειρότεροι στην Ευρώπη, σε όλους τους οικονομικούς δείκτες – όπως στο δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ, στο κόκκινο ιδιωτικό, στο συνολικό ιδιωτικό και στο εξωτερικό. Εκτός αυτού, έχουμε τους χαμηλότερους μέσους μισθούς στην ΕΕ, το χαμηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ (με μοναδική εξαίρεση τη Βουλγαρία), έναν από τους υψηλότερους πληθωρισμούς τροφίμων, τις περισσότερες κατασχέσεις και πλειστηριασμούς και το υψηλότερο κόστος ζωής, σε σχέση με τους μισθούς – όπως επίσης το ακριβότερο ηλεκτρικό ρεύμα πάντα συγκριτικά με τους μισθούς, την ακριβότερη βενζίνη, τα ακριβότερα ενοίκια ελέω του AirBnb, το χαμηλότερο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου, τις μικρότερες εξαγωγές, τεράστια ελλείμματα κοκ.
Μόνο στο ρυθμό ανάπτυξης είμαστε πάνω από το μέσον όρο της ΕΕ πρόσφατα, αλλά μόνο επειδή το ΑΕΠ μας έχει καταρρεύσει όλα τα προηγούμενα χρόνια, με την απόσταση μας από τις άλλες χώρες να έχει διευρυνθεί πάνω από 30 μονάδες – ενώ η πτώση του δείκτη χρέους/ΑΕΠ, ο οποίος όμως παραμένει πολύ υψηλότερος από το 2009, οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στον πληθωρισμό.
Την ίδια στιγμή, είμαστε η μοναδική χώρα που δώρισε στις τράπεζες πάνω από 70 δις €, χωρίς καν να συμπεριλαμβάνουμε τα τρία προγράμματα Ηρακλής – ενώ η μόνη με κρυφά χρέη, όπως τα 25 δις € των παγωμένων τόκων του EFSF που θα προστεθούν στο δημόσιο χρέος μας το 2033 και η μοναδική που εκδίδει ομόλογα με όρους αγγλικού δικαίου.
Είμαστε επίσης η μοναδική στη θέσπιση ακαταδίωκτων για τους τραπεζίτες, για τους γιατρούς κλπ. – ενώ έχουμε κάνει το Σύνταγμα μας κουρελόχαρτο, όπως για τα μνημόνια ή για τις ανεμογεννήτριες στα καμένα («επιτεύγματα» της προέδρου μας). Tο δημογραφικό μας πρόβλημα δε οξύνεται συνεχώς, αφού έχουν εγκαταλείψει τη χώρα πάνω από 700.000 Έλληνες για να επιβιώσουν (αντικαθίστανται με παράνομους, αλλά ασφαλώς δεν είναι αυτή η λύση) – ενώ οι μισθοί και το ανύπαρκτο κράτος προνοίας, δεν επιτρέπουν τη δημιουργία οικογένειας στους νέους μας.
Παράλληλα, οι Έλληνες ληστεύονται από τους πάντες: από τις τράπεζες, από τα καρτέλ και από το ίδιο τους το κράτος που τους υπερφορολογεί χωρίς να παρέχει αντίστοιχες υπηρεσίες, με τελικό αποτέλεσμα να χάσουν ότι έχουν και δεν έχουν – με τη χώρα να μετατρέπεται σταδιακά σε περιοχή δορυφόρο της Τουρκίας, με μία πολυπολιτισμική κοινωνία, στην οποία θα κλιμακώνεται συνεχώς η εγκληματικότητα.
Αυτό όμως που μας στενοχωρεί ακόμη περισσότερο είναι το κατάντημα μας, σε σχέση με τις πρώην κομμουνιστικές χώρες – με αυτές της Ανατολικής Ευρώπης που μας έχουν ξεπεράσει σχεδόν όλες. Δεν μας στενοχωρεί απλά, αλλά μας προκαλεί ντροπή – μεγάλη ντροπή!
Αυτό που αναρωτιόμαστε τέλη του 2023 είναι γιατί οι ελληνικές κυβερνήσεις, τα κόμματα που χρωστούν πάνω από 800 εκ. €, λένε τόσες πολλές αναλήθειες στους Πολίτες – γιατί διασπείρουν τόσα ψεύδη και για ποιο λόγο θριαμβολογούν (για τα ίδια βέβαια όλα καλά, αφού το 2022 αυξήθηκαν οι επιχορηγήσεις τους κατά 25%, χωρίς να το γνωρίζει κανένας).
Είμαστε οι χειρότεροι στην Ευρώπη, σε όλους τους οικονομικούς δείκτες – όπως στο δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ, στο κόκκινο ιδιωτικό, στο συνολικό ιδιωτικό και στο εξωτερικό. Εκτός αυτού, έχουμε τους χαμηλότερους μέσους μισθούς στην ΕΕ, το χαμηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ (με μοναδική εξαίρεση τη Βουλγαρία), έναν από τους υψηλότερους πληθωρισμούς τροφίμων, τις περισσότερες κατασχέσεις και πλειστηριασμούς και το υψηλότερο κόστος ζωής, σε σχέση με τους μισθούς – όπως επίσης το ακριβότερο ηλεκτρικό ρεύμα πάντα συγκριτικά με τους μισθούς, την ακριβότερη βενζίνη, τα ακριβότερα ενοίκια ελέω του AirBnb, το χαμηλότερο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου, τις μικρότερες εξαγωγές, τεράστια ελλείμματα κοκ.
Μόνο στο ρυθμό ανάπτυξης είμαστε πάνω από το μέσον όρο της ΕΕ πρόσφατα, αλλά μόνο επειδή το ΑΕΠ μας έχει καταρρεύσει όλα τα προηγούμενα χρόνια, με την απόσταση μας από τις άλλες χώρες να έχει διευρυνθεί πάνω από 30 μονάδες – ενώ η πτώση του δείκτη χρέους/ΑΕΠ, ο οποίος όμως παραμένει πολύ υψηλότερος από το 2009, οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στον πληθωρισμό.
Την ίδια στιγμή, είμαστε η μοναδική χώρα που δώρισε στις τράπεζες πάνω από 70 δις €, χωρίς καν να συμπεριλαμβάνουμε τα τρία προγράμματα Ηρακλής – ενώ η μόνη με κρυφά χρέη, όπως τα 25 δις € των παγωμένων τόκων του EFSF που θα προστεθούν στο δημόσιο χρέος μας το 2033 και η μοναδική που εκδίδει ομόλογα με όρους αγγλικού δικαίου.
Είμαστε επίσης η μοναδική στη θέσπιση ακαταδίωκτων για τους τραπεζίτες, για τους γιατρούς κλπ. – ενώ έχουμε κάνει το Σύνταγμα μας κουρελόχαρτο, όπως για τα μνημόνια ή για τις ανεμογεννήτριες στα καμένα («επιτεύγματα» της προέδρου μας). Tο δημογραφικό μας πρόβλημα δε οξύνεται συνεχώς, αφού έχουν εγκαταλείψει τη χώρα πάνω από 700.000 Έλληνες για να επιβιώσουν (αντικαθίστανται με παράνομους, αλλά ασφαλώς δεν είναι αυτή η λύση) – ενώ οι μισθοί και το ανύπαρκτο κράτος προνοίας, δεν επιτρέπουν τη δημιουργία οικογένειας στους νέους μας.
Παράλληλα, οι Έλληνες ληστεύονται από τους πάντες: από τις τράπεζες, από τα καρτέλ και από το ίδιο τους το κράτος που τους υπερφορολογεί χωρίς να παρέχει αντίστοιχες υπηρεσίες, με τελικό αποτέλεσμα να χάσουν ότι έχουν και δεν έχουν – με τη χώρα να μετατρέπεται σταδιακά σε περιοχή δορυφόρο της Τουρκίας, με μία πολυπολιτισμική κοινωνία, στην οποία θα κλιμακώνεται συνεχώς η εγκληματικότητα.
Αυτό όμως που μας στενοχωρεί ακόμη περισσότερο είναι το κατάντημα μας, σε σχέση με τις πρώην κομμουνιστικές χώρες – με αυτές της Ανατολικής Ευρώπης που μας έχουν ξεπεράσει σχεδόν όλες. Δεν μας στενοχωρεί απλά, αλλά μας προκαλεί ντροπή – μεγάλη ντροπή!
Πατριωτισμός
Προφανώς όλοι οι Έλληνες είναι πατριώτες, όπως άλλωστε και οι Πολίτες άλλων χωρών – αφού η πατρίδα είναι το σπίτι, καθώς επίσης η οικογένεια μας, ενώ όλοι οι άνθρωποι αγαπούν και τα δύο. Υπάρχουν φυσικά εξαιρέσεις που, ως συνήθως, επιβεβαιώνουν τον κανόνα – όλοι όσοι τοποθετούν τα ιδιοτελή τους συμφέροντα πάνω από την πατρίδα, κάτι που συναντάται κυρίως στις οικονομικές και πολιτικές ελίτ.
Υπάρχουν τώρα διαφορές ως προς τον πατριωτισμό – όπως ο δικός μας που τον τοποθετεί εντός ενός δημοκρατικού καθεστώτος, σε συνθήκες μίας πραγματικά ελεύθερης αγοράς. Δηλαδή, μη κεντρικά κατευθυνόμενης σοβιετικού τύπου και μη ολιγοπωλιακής – όπως δυστυχώς συμβαίνει στις χώρες που επικρατεί ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός και η υπερσυγκέντρωση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, σε συνεχώς λιγότερες εταιρείες και άτομα.
Σε εκείνες που το 1% κυριαρχεί στο 99% του πληθυσμού και προσπαθεί με κάθε τρόπο να το «απομυζήσει – με αποτέλεσμα να γίνονται οι πλούσιοι πλουσιότεροι και λιγότεροι, ενώ οι φτωχοί φτωχότεροι και περισσότεροι.
Παρεμπιπτόντως εδώ, η πολιτική των επιδομάτων και των πάσης φύσεως pass, της ελεημοσύνης ουσιαστικά, είναι καταστροφική για την οικονομία – ενώ εφαρμόζεται παντού όπου επικρατεί ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός. Ειδικότερα, εάν δίνονταν όλες αυτές οι στηρίξεις στην παραγωγή και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τα οφέλη της μεσοπρόθεσμα θα ήταν κατά πολύ μεγαλύτερα.
Περαιτέρω, το βασικό θέμα είναι το πώς αντιλαμβάνεται κανείς τον πατριωτισμό – εν πρώτοις με την έννοια πως δεν είναι πατριωτισμός η παράδοση εθνικής ή λαϊκής κυριαρχίας, ακόμη και αν θεωρηθεί συμφέρουσα. Για παράδειγμα, δεν ήταν πατριωτισμός η παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας (ιθαγένεια, γλώσσα κλπ.) στα Σκόπια, άρα εθνικής κυριαρχίας, με την επίκληση πως ήταν συμφέρουσα για την Ελλάδα – επειδή διαφορετικά θα προσέγγιζε η Τουρκία τα Σκόπια, είναι καλύτερα να αποκαλείται Βόρεια Μακεδονία αντί Μακεδονία που την αποκαλούσαν όλοι κλπ.
Με ένα δεύτερο παράδειγμα, δεν ήταν πατριωτισμός η συμφωνία ΑΟΖ με την Ιταλία, με την προϋπόθεση πως θα αλιεύει στα 6 μίλια από την Ελλάδα, ούτε η μειωμένη ΑΟΖ με την Αίγυπτο – αφού επρόκειτο επίσης για παράδοση εθνικής κυριαρχίας. Η επίκληση του ότι ήταν συμφέρουσα ως «προετοιμασία» σχετικά με την Τουρκία, είναι ασφαλώς αίολη – αστήρικτη, αβάσιμη και αναξιόπιστη.
Με ένα τρίτο παράδειγμα, δεν θα είναι πατριωτισμός η υφέρπουσα συνεκμετάλλευση του Αιγαίου με τους Τούρκους – αφού θα ήταν μία κατ’ εξοχήν παράδοση εθνικής κυριαρχίας. Το επιχείρημα εδώ είναι η «καλή γειτνίαση» ή η εκμετάλλευση του υπογείου πλούτου μας που διαφορετικά είναι ανέφικτη – όπου όμως έτσι θα τοποθετούταν ξανά το συμφέρον που στην ουσία είναι βέβαια ανύπαρκτο, πριν την πατρίδα.
Με ένα οικονομικό παράδειγμα τώρα, δεν ήταν πατριωτισμός η υπογραφή του PSI, αφού επρόκειτο ξανά για παράδοση εθνικής κυριαρχίας – επειδή η Ελλάδα υποθηκεύθηκε για 99 χρόνια, υποχρεώθηκε να ξεπουλήσει τα πάντα, καταδικάσθηκε στη χειρότερη μορφή χρεοκοπίας, στην κυλιόμενη, δρομολογήθηκε η σταδιακή αλλαγή του ιδιοκτησιακού της καθεστώτος, μετατράπηκε σε μία εξαθλιωμένη αποικία χρέους κοκ.
Τέλος, με ένα κοινωνικό παράδειγμα, δεν είναι πατριωτισμός η μη παρεμπόδιση της παράνομης μετανάστευσης – ενώ δεν έχει καμία σχέση με τον αριστερό διεθνισμό. Εδώ πρόκειται για παράδοση λαϊκής κυριαρχίας που δεν διαφέρει από την εθνική κυριαρχία – αφού αυτοί οι παράνομοι μετανάστες δημιουργούν πολυπολιτισμικές, εύκολα ελεγχόμενες κοινωνίες από τις ελίτ εις βάρος των Πολιτών, πιέζουν προς τα κάτω τους μισθούς των εγχωρίων εργαζομένων, αυξάνουν την εγκληματικότητα κοκ.
Δεν πρόκειται φυσικά για ρατσισμό, αλλά για κοινή λογική – ενώ ο ρατσισμός χρησιμοποιείται χειριστικά από τις ελίτ που προωθούν την παράνομη μετανάστευση, για λόγους δικού τους συμφέροντος. Η επίκληση εδώ της ανάγκης για περισσότερα εργατικά χέρια, λόγω έλλειψης, είναι επίσης αίολη – αφού στην ουσία αντικαθίσταται ο πληθυσμός, με αποτέλεσμα να προκαλούνται προβλήματα όπως στη Σουηδία, στο Βέλγιο, στη Γαλλία, στη Γερμανία κοκ. Εν προκειμένω, εάν μία χώρα δεν έχει αρκετά εργατικά χέρια, τότε το σωστό είναι
(α) είτε να προσπαθήσει να τα καλύψει με τη διενέργεια επενδύσεων που αυξάνουν σημαντικά την παραγωγικότητα των υφισταμένων εργαζομένων,
(β) είτε να προσαρμόσει την οικονομική της παραγωγή (ΑΕΠ) στους εργαζομένους που διαθέτει,
(γ) είτε να στηρίξει τον πληθυσμό της, παρέχοντας κίνητρα γεννήσεων, κίνητρα επιστροφής των δικών της Πολιτών που έχουν μεταναστεύσει για να επιβιώσουν κλπ.
Ένας αληθινός πατριώτης πάντως δεν μπορεί παρά να είναι αντίθετος με τη σημερινή ασύμμετρη παγκοσμιοποίηση και υπέρ ενός εθνικού κράτους – αφού διαφορετικά οι κοινωνίες αλλοτριώνονται, οι μικρές οικονομίες δεν μπορούν να επιβιώσουν και οι Δημοκρατίες καταλύονται.
Αυτό δεν σημαίνει πως τα εθνικά κράτη δεν πρέπει να συνεργάζονται όσο περισσότερο και καλύτερα μπορούν μεταξύ τους – αλλά ακριβώς το αντίθετο. Συμπερασματικά λοιπόν, ο «πατριωτισμός» έχει μία βασική αντίληψη: την εθνική και λαϊκή κυριαρχία.
Πρόκειται για μία στάση ζωής που βασίζεται στην κοινή λογική του Πολίτη – επίσης, στην ανιδιοτελή αγάπη της πατρίδας και των συμπολιτών του, με την τοποθέτηση τους πάνω από κάθε είδους συμφέροντα που σχεδόν πάντοτε είναι αίολα. Η απαρχή του πατριωτισμού δε, τοποθετείται περί τα 2.000 χρόνια πριν – οπότε δεν πρόκειται για κάτι παροδικό.
Προφανώς όλοι οι Έλληνες είναι πατριώτες, όπως άλλωστε και οι Πολίτες άλλων χωρών – αφού η πατρίδα είναι το σπίτι, καθώς επίσης η οικογένεια μας, ενώ όλοι οι άνθρωποι αγαπούν και τα δύο. Υπάρχουν φυσικά εξαιρέσεις που, ως συνήθως, επιβεβαιώνουν τον κανόνα – όλοι όσοι τοποθετούν τα ιδιοτελή τους συμφέροντα πάνω από την πατρίδα, κάτι που συναντάται κυρίως στις οικονομικές και πολιτικές ελίτ.
Υπάρχουν τώρα διαφορές ως προς τον πατριωτισμό – όπως ο δικός μας που τον τοποθετεί εντός ενός δημοκρατικού καθεστώτος, σε συνθήκες μίας πραγματικά ελεύθερης αγοράς. Δηλαδή, μη κεντρικά κατευθυνόμενης σοβιετικού τύπου και μη ολιγοπωλιακής – όπως δυστυχώς συμβαίνει στις χώρες που επικρατεί ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός και η υπερσυγκέντρωση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, σε συνεχώς λιγότερες εταιρείες και άτομα.
Σε εκείνες που το 1% κυριαρχεί στο 99% του πληθυσμού και προσπαθεί με κάθε τρόπο να το «απομυζήσει – με αποτέλεσμα να γίνονται οι πλούσιοι πλουσιότεροι και λιγότεροι, ενώ οι φτωχοί φτωχότεροι και περισσότεροι.
Παρεμπιπτόντως εδώ, η πολιτική των επιδομάτων και των πάσης φύσεως pass, της ελεημοσύνης ουσιαστικά, είναι καταστροφική για την οικονομία – ενώ εφαρμόζεται παντού όπου επικρατεί ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός. Ειδικότερα, εάν δίνονταν όλες αυτές οι στηρίξεις στην παραγωγή και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τα οφέλη της μεσοπρόθεσμα θα ήταν κατά πολύ μεγαλύτερα.
Περαιτέρω, το βασικό θέμα είναι το πώς αντιλαμβάνεται κανείς τον πατριωτισμό – εν πρώτοις με την έννοια πως δεν είναι πατριωτισμός η παράδοση εθνικής ή λαϊκής κυριαρχίας, ακόμη και αν θεωρηθεί συμφέρουσα. Για παράδειγμα, δεν ήταν πατριωτισμός η παράδοση του ονόματος της Μακεδονίας (ιθαγένεια, γλώσσα κλπ.) στα Σκόπια, άρα εθνικής κυριαρχίας, με την επίκληση πως ήταν συμφέρουσα για την Ελλάδα – επειδή διαφορετικά θα προσέγγιζε η Τουρκία τα Σκόπια, είναι καλύτερα να αποκαλείται Βόρεια Μακεδονία αντί Μακεδονία που την αποκαλούσαν όλοι κλπ.
Με ένα δεύτερο παράδειγμα, δεν ήταν πατριωτισμός η συμφωνία ΑΟΖ με την Ιταλία, με την προϋπόθεση πως θα αλιεύει στα 6 μίλια από την Ελλάδα, ούτε η μειωμένη ΑΟΖ με την Αίγυπτο – αφού επρόκειτο επίσης για παράδοση εθνικής κυριαρχίας. Η επίκληση του ότι ήταν συμφέρουσα ως «προετοιμασία» σχετικά με την Τουρκία, είναι ασφαλώς αίολη – αστήρικτη, αβάσιμη και αναξιόπιστη.
Με ένα τρίτο παράδειγμα, δεν θα είναι πατριωτισμός η υφέρπουσα συνεκμετάλλευση του Αιγαίου με τους Τούρκους – αφού θα ήταν μία κατ’ εξοχήν παράδοση εθνικής κυριαρχίας. Το επιχείρημα εδώ είναι η «καλή γειτνίαση» ή η εκμετάλλευση του υπογείου πλούτου μας που διαφορετικά είναι ανέφικτη – όπου όμως έτσι θα τοποθετούταν ξανά το συμφέρον που στην ουσία είναι βέβαια ανύπαρκτο, πριν την πατρίδα.
Με ένα οικονομικό παράδειγμα τώρα, δεν ήταν πατριωτισμός η υπογραφή του PSI, αφού επρόκειτο ξανά για παράδοση εθνικής κυριαρχίας – επειδή η Ελλάδα υποθηκεύθηκε για 99 χρόνια, υποχρεώθηκε να ξεπουλήσει τα πάντα, καταδικάσθηκε στη χειρότερη μορφή χρεοκοπίας, στην κυλιόμενη, δρομολογήθηκε η σταδιακή αλλαγή του ιδιοκτησιακού της καθεστώτος, μετατράπηκε σε μία εξαθλιωμένη αποικία χρέους κοκ.
Τέλος, με ένα κοινωνικό παράδειγμα, δεν είναι πατριωτισμός η μη παρεμπόδιση της παράνομης μετανάστευσης – ενώ δεν έχει καμία σχέση με τον αριστερό διεθνισμό. Εδώ πρόκειται για παράδοση λαϊκής κυριαρχίας που δεν διαφέρει από την εθνική κυριαρχία – αφού αυτοί οι παράνομοι μετανάστες δημιουργούν πολυπολιτισμικές, εύκολα ελεγχόμενες κοινωνίες από τις ελίτ εις βάρος των Πολιτών, πιέζουν προς τα κάτω τους μισθούς των εγχωρίων εργαζομένων, αυξάνουν την εγκληματικότητα κοκ.
Δεν πρόκειται φυσικά για ρατσισμό, αλλά για κοινή λογική – ενώ ο ρατσισμός χρησιμοποιείται χειριστικά από τις ελίτ που προωθούν την παράνομη μετανάστευση, για λόγους δικού τους συμφέροντος. Η επίκληση εδώ της ανάγκης για περισσότερα εργατικά χέρια, λόγω έλλειψης, είναι επίσης αίολη – αφού στην ουσία αντικαθίσταται ο πληθυσμός, με αποτέλεσμα να προκαλούνται προβλήματα όπως στη Σουηδία, στο Βέλγιο, στη Γαλλία, στη Γερμανία κοκ. Εν προκειμένω, εάν μία χώρα δεν έχει αρκετά εργατικά χέρια, τότε το σωστό είναι
(α) είτε να προσπαθήσει να τα καλύψει με τη διενέργεια επενδύσεων που αυξάνουν σημαντικά την παραγωγικότητα των υφισταμένων εργαζομένων,
(β) είτε να προσαρμόσει την οικονομική της παραγωγή (ΑΕΠ) στους εργαζομένους που διαθέτει,
(γ) είτε να στηρίξει τον πληθυσμό της, παρέχοντας κίνητρα γεννήσεων, κίνητρα επιστροφής των δικών της Πολιτών που έχουν μεταναστεύσει για να επιβιώσουν κλπ.
Ένας αληθινός πατριώτης πάντως δεν μπορεί παρά να είναι αντίθετος με τη σημερινή ασύμμετρη παγκοσμιοποίηση και υπέρ ενός εθνικού κράτους – αφού διαφορετικά οι κοινωνίες αλλοτριώνονται, οι μικρές οικονομίες δεν μπορούν να επιβιώσουν και οι Δημοκρατίες καταλύονται.
Αυτό δεν σημαίνει πως τα εθνικά κράτη δεν πρέπει να συνεργάζονται όσο περισσότερο και καλύτερα μπορούν μεταξύ τους – αλλά ακριβώς το αντίθετο. Συμπερασματικά λοιπόν, ο «πατριωτισμός» έχει μία βασική αντίληψη: την εθνική και λαϊκή κυριαρχία.
Πρόκειται για μία στάση ζωής που βασίζεται στην κοινή λογική του Πολίτη – επίσης, στην ανιδιοτελή αγάπη της πατρίδας και των συμπολιτών του, με την τοποθέτηση τους πάνω από κάθε είδους συμφέροντα που σχεδόν πάντοτε είναι αίολα. Η απαρχή του πατριωτισμού δε, τοποθετείται περί τα 2.000 χρόνια πριν – οπότε δεν πρόκειται για κάτι παροδικό.
Η ΕΕ στη στροφή του διαβόλου
Η κατάσταση της Γερμανίας επιδεινώνεται συνεχώς – λόγω του πολέμου της Ουκρανίας και της έλλειψης φθηνής ρωσικής ενέργειας/πρώτων υλών. Όπως γράφεται όμως στα δικά της ΜΜΕ, «ο καγκελάριος Scholz φοβάται περισσότερο να εξοργίσει τους Αμερικανούς, παρά τους ψηφοφόρους του».
Το σίγουρο είναι πάντως πως η Γερμανία αποβιομηχανοποιείται, το βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού της καταρρέει, ενώ η δυσαρέσκεια των Πολιτών της για την κατάσταση και την πολιτική φαίνεται καθαρά στα νούμερα των δημοσκοπήσεων – όπου το AfD πλησιάζει το 25%, ενώ η SPD του καγκελαρίου βυθίζεται στο 12%. Εν τούτοις, η κυβέρνηση της συνεχίζει όπως πριν – ενώ ασφαλώς η κατάσταση της Γερμανίας θα επηρεάσει ολόκληρη την ήπειρο μας.
Από την άλλη πλευρά, ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, ο D. Cameron, ταξίδεψε προσωπικά στην Ευρώπη για να εμψυχώσει τους συναδέλφους του – οι οποίοι είχαν αποθαρρυνθεί σε σχέση με τη Ρωσία.
Ο Cameron τους περιέγραψε την κατάσταση στην Ουκρανία ως ένα παιχνίδι τεσσάρων πράξεων, όπου στις δύο πρώτες η Ρωσία ηττήθηκε: Όπως ο ίδιος συμπλήρωσε, «Φυσικά η τρίτη πράξη αποδείχτηκε δύσκολη στο πεδίο της μάχης, αλλά η τέταρτη πράξη πρέπει ακόμη να γραφτεί. Και πρέπει να βεβαιωθούμε ότι θα γραφτεί με το σωστό τρόπο από φίλους, εταίρους και το δυτικό κόσμο».
Αντίθετα, ο πρωθυπουργός της Σλοβακίας είπε ότι, «Μπορούμε να ρίξουμε όλα τα όπλα του κόσμου στην Ουκρανία, όλα τα χρήματα, αλλά η Ρωσία δεν θα ηττηθεί ποτέ στρατιωτικά. Μεταβαίνοντας από το 2023 στο 2024, θα διαπιστώσουμε ότι η Ρωσία θα αρχίσει να υπαγορεύει τους όρους αυτής της σύγκρουσης».
Πραγματικά δύσκολη η συγκυρία για την ΕΕ – ενώ αυτά που συμβαίνουν στο Σουέζ, όπου έχει αποκλεισθεί από μία μικρή ομάδα όπως οι Houthi, τεκμηριώνουν πως οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον σε θέση να κυριαρχήσουν στρατιωτικά στον πλανήτη. Έτσι οι προβλέψεις για το 2024 δεν είναι καθόλου ρόδινες – τουλάχιστον όσον αφορά την Ευρώπη.
Το σίγουρο είναι πάντως πως η Γερμανία αποβιομηχανοποιείται, το βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού της καταρρέει, ενώ η δυσαρέσκεια των Πολιτών της για την κατάσταση και την πολιτική φαίνεται καθαρά στα νούμερα των δημοσκοπήσεων – όπου το AfD πλησιάζει το 25%, ενώ η SPD του καγκελαρίου βυθίζεται στο 12%. Εν τούτοις, η κυβέρνηση της συνεχίζει όπως πριν – ενώ ασφαλώς η κατάσταση της Γερμανίας θα επηρεάσει ολόκληρη την ήπειρο μας.
Από την άλλη πλευρά, ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, ο D. Cameron, ταξίδεψε προσωπικά στην Ευρώπη για να εμψυχώσει τους συναδέλφους του – οι οποίοι είχαν αποθαρρυνθεί σε σχέση με τη Ρωσία.
Ο Cameron τους περιέγραψε την κατάσταση στην Ουκρανία ως ένα παιχνίδι τεσσάρων πράξεων, όπου στις δύο πρώτες η Ρωσία ηττήθηκε: Όπως ο ίδιος συμπλήρωσε, «Φυσικά η τρίτη πράξη αποδείχτηκε δύσκολη στο πεδίο της μάχης, αλλά η τέταρτη πράξη πρέπει ακόμη να γραφτεί. Και πρέπει να βεβαιωθούμε ότι θα γραφτεί με το σωστό τρόπο από φίλους, εταίρους και το δυτικό κόσμο».
Αντίθετα, ο πρωθυπουργός της Σλοβακίας είπε ότι, «Μπορούμε να ρίξουμε όλα τα όπλα του κόσμου στην Ουκρανία, όλα τα χρήματα, αλλά η Ρωσία δεν θα ηττηθεί ποτέ στρατιωτικά. Μεταβαίνοντας από το 2023 στο 2024, θα διαπιστώσουμε ότι η Ρωσία θα αρχίσει να υπαγορεύει τους όρους αυτής της σύγκρουσης».
Πραγματικά δύσκολη η συγκυρία για την ΕΕ – ενώ αυτά που συμβαίνουν στο Σουέζ, όπου έχει αποκλεισθεί από μία μικρή ομάδα όπως οι Houthi, τεκμηριώνουν πως οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον σε θέση να κυριαρχήσουν στρατιωτικά στον πλανήτη. Έτσι οι προβλέψεις για το 2024 δεν είναι καθόλου ρόδινες – τουλάχιστον όσον αφορά την Ευρώπη.
Σόιμπλε
Ο κ. Σόιμπλε, ως πρόεδρος της ομοσπονδιακής Βουλής της Γερμανίας τότε, είχε δηλώσει σε συνέντευξη του τα εξής: «Δεν είναι με απόλυτο τρόπο ορθός ο ισχυρισμός ότι όλα υποχωρούν μπροστά στην προστασία της ζωής. Τα θεμελιώδη δικαιώματα περιορίζονται αμοιβαία. Αν υπάρχει μία απόλυτη αξία στο Σύνταγμά μας, αυτή είναι η αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Αυτή είναι απαραβίαστη. Αλλά δεν αποκλείει το ότι, θα πρέπει (κάποτε) να πεθάνουμε».
Με απλά λόγια ο πολιτικός που θεωρούμε τεκμηριωμένα υπεύθυνο για όλα τα δεινά της Ελλάδας, αμετανόητο Γερμανό, υποστήριξε κάτι εντελώς σωστό: πως ακόμη πιο πολύτιμο αγαθό από τη ζωή, είναι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια – μία απόλυτη αξία που προστατεύεται από το γερμανικό Σύνταγμα.
Εύλογα φυσικά και απόλυτα σεβαστό από τους Έλληνες πριν από μερικές δεκαετίες, όπως στο παράδειγμα του πολέμου του 1940 απέναντι στην Ιταλία πρώτα και μετά στη Γερμανία – όπου η ήττα από την τελευταία σηματοδότησε την αντίσταση των Ελλήνων στη διάρκεια της κατοχής. Τότε οι περισσότεροι Έλληνες θυσίασαν τη ζωή τους στο βωμό της εθνικής τους αξιοπρέπειας και της ελευθερίας – τεκμηριώνοντας με τον τρόπο αυτό πως είναι σημαντικότερα.
Εν τούτοις, ο ίδιος κ. Σόιμπλε που θεωρούσε απαραβίαστη αξία την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, απαίτησε από εμάς τους Έλληνες το 2010 να τη θυσιάσουμε στο βωμό της Τρόικας και των μνημονίων – απλά και μόνο για να διασωθούν οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες. Ο ίδιος αυτός «άνθρωπος» απαίτησε να παραδώσουμε την εθνική μας κυριαρχία, έναντι μίας αμελητέας διαγραφής μέρους του δημοσίου χρέους μας το 2012 με την υπογραφή του PSI – με την ενδοτική τότε συνεργασία της κυβέρνησης. Ο ίδιος αυτός Γερμανός μας «υποχρέωσε» να αντιστρέψουμε το δημοψήφισμα του 2015 παραβιάζοντας το Σύνταγμα μας, καθώς επίσης να υπογράψουμε το τρίτο μνημόνιο – με τη βοήθεια μίας άλλης ενδοτικής κυβέρνησης.
Το ίδιο αυτό άτομο τώρα που μας στέρησε την ελευθερία μας, μας εξευτέλιζε και μας λοιδορούσε όπου και όπως μπορούσε, μαζί με τα ΜΜΕ της χώρας του, καταρρακώνοντας τόσο την εθνική, όσο και την ατομική μας αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια μας, τη θεωρούσε απαραβίαστη για τη χώρα του – σημαντικότερη από τη ζωή! Εμείς; Θα συνεχίζουμε να σκύβουμε το κεφάλι, όπως ο κ. Γεραπετρίτης στον Τούρκο δικτάτορα;
Ο κ. Σόιμπλε, ως πρόεδρος της ομοσπονδιακής Βουλής της Γερμανίας τότε, είχε δηλώσει σε συνέντευξη του τα εξής: «Δεν είναι με απόλυτο τρόπο ορθός ο ισχυρισμός ότι όλα υποχωρούν μπροστά στην προστασία της ζωής. Τα θεμελιώδη δικαιώματα περιορίζονται αμοιβαία. Αν υπάρχει μία απόλυτη αξία στο Σύνταγμά μας, αυτή είναι η αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Αυτή είναι απαραβίαστη. Αλλά δεν αποκλείει το ότι, θα πρέπει (κάποτε) να πεθάνουμε».
Με απλά λόγια ο πολιτικός που θεωρούμε τεκμηριωμένα υπεύθυνο για όλα τα δεινά της Ελλάδας, αμετανόητο Γερμανό, υποστήριξε κάτι εντελώς σωστό: πως ακόμη πιο πολύτιμο αγαθό από τη ζωή, είναι η ανθρώπινη αξιοπρέπεια – μία απόλυτη αξία που προστατεύεται από το γερμανικό Σύνταγμα.
Εύλογα φυσικά και απόλυτα σεβαστό από τους Έλληνες πριν από μερικές δεκαετίες, όπως στο παράδειγμα του πολέμου του 1940 απέναντι στην Ιταλία πρώτα και μετά στη Γερμανία – όπου η ήττα από την τελευταία σηματοδότησε την αντίσταση των Ελλήνων στη διάρκεια της κατοχής. Τότε οι περισσότεροι Έλληνες θυσίασαν τη ζωή τους στο βωμό της εθνικής τους αξιοπρέπειας και της ελευθερίας – τεκμηριώνοντας με τον τρόπο αυτό πως είναι σημαντικότερα.
Εν τούτοις, ο ίδιος κ. Σόιμπλε που θεωρούσε απαραβίαστη αξία την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, απαίτησε από εμάς τους Έλληνες το 2010 να τη θυσιάσουμε στο βωμό της Τρόικας και των μνημονίων – απλά και μόνο για να διασωθούν οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες. Ο ίδιος αυτός «άνθρωπος» απαίτησε να παραδώσουμε την εθνική μας κυριαρχία, έναντι μίας αμελητέας διαγραφής μέρους του δημοσίου χρέους μας το 2012 με την υπογραφή του PSI – με την ενδοτική τότε συνεργασία της κυβέρνησης. Ο ίδιος αυτός Γερμανός μας «υποχρέωσε» να αντιστρέψουμε το δημοψήφισμα του 2015 παραβιάζοντας το Σύνταγμα μας, καθώς επίσης να υπογράψουμε το τρίτο μνημόνιο – με τη βοήθεια μίας άλλης ενδοτικής κυβέρνησης.
Το ίδιο αυτό άτομο τώρα που μας στέρησε την ελευθερία μας, μας εξευτέλιζε και μας λοιδορούσε όπου και όπως μπορούσε, μαζί με τα ΜΜΕ της χώρας του, καταρρακώνοντας τόσο την εθνική, όσο και την ατομική μας αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια μας, τη θεωρούσε απαραβίαστη για τη χώρα του – σημαντικότερη από τη ζωή! Εμείς; Θα συνεχίζουμε να σκύβουμε το κεφάλι, όπως ο κ. Γεραπετρίτης στον Τούρκο δικτάτορα;
Τα τραπεζικά υπερκέρδη πρέπει να φορολογηθούν!
Στην αρχή ξέσπασε ο πόλεμος – με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Όπως λοιπόν σε κάθε πόλεμο, υπάρχουν νικητές – όπου οι μεγαλύτεροι ήταν, εκτός από τις ενεργειακές εταιρίες, οι τράπεζες, αν και με μικρή καθυστέρηση. Ειδικότερα, ο πόλεμος επανέφερε τον πληθωρισμό που είχε ήδη αρχίσει να κάνει δειλά την εμφάνιση του στα τέλη της πανδημίας – κυρίως λόγω των προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Ως απάντηση στον πληθωρισμό, η ΕΚΤ αύξησε τα βασικά της επιτόκια – κάτι που εκμεταλλεύθηκαν αμέσως οι εμπορικές τράπεζες, επιτυγχάνοντας κέρδη ρεκόρ. Οι τέσσερις συστημικές ελληνικές περί τα 3,2 δις € το 2022 – με προβλέψεις 4 δις € το 2023. Τα κέρδη αυτά προέρχονται από την «ψαλίδα» μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων – η οποία στην Ελλάδα πλησιάζει το 6%. Επίσης από τις θηριώδεις προμήθειες που χρεώνουν οι τράπεζες σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά – με τη στήριξη του κράτους που επιβάλλει όπου μπορεί τις πληρωμές μέσω τραπεζών (POS, μετρητά κάτω των 500 € κλπ.).
Από την άλλη πλευρά, οι τράπεζες δεν έχουν καμία ανάγκη δανεισμού της πραγματικής οικονομίας – αφού μπορούν να τοποθετούν τα χρήματα που διαθέτουν από τις καταθέσεις κλπ. στην ΕΚΤ, λαμβάνοντας σήμερα επιτόκιο 4%, όταν στους καταθέτες τους πληρώνουν μηδαμινά ποσά. Εισπράττουν λοιπόν ονειρεμένο επιτόκιο, για καταθέσεις ταμιευτηρίου! Την ίδια στιγμή, οι καταθέσεις των πελατών τους, περί τα 195 δις €, χάνουν συνεχώς σε αγοραστική αξία – περί το 18% από τις αρχές του 2021. Επομένως, όταν θα κληθούν να τις επιστρέψουν στους καταθέτες, θα είναι στην ουσία πάνω από 18% χαμηλότερες – κέρδος κυριολεκτικά εξ ουρανού.
Δεν υποφέρουν όμως μόνο οι αποταμιευτές αλλά, επίσης, η Πολιτεία – αφού τα κράτη της Ευρωζώνης είναι συνιδιοκτήτες της ΕΚΤ. Επομένως, κάθε «επιδότηση» των τραπεζών από την ΕΚΤ, όπως το 4% στις καταθέσεις τους, σημαίνει έμμεση απώλεια για την εκάστοτε χώρα (χωρίς να αναφέρουμε τα κέρδη τους από τα έντοκα γραμμάτια του δημοσίου που χρεώνουν θηριώδη επιτόκια, από τα ομόλογα κλπ.)
Όταν χρεοκόπησαν τώρα οι τράπεζες το κράτος, δηλαδή οι Πολίτες, τις διέσωσαν – με κόστος πάνω από 70 δις € για τις ελληνικές, (επιστολή του ΟΔΔΗΧ παρακάτω, αναβαλλόμενος φόρος 19,6 δις €), χωρίς καν να συμπεριλάβουμε τα προγράμματα Ηρακλής.
Δεν είναι σωστό όμως να κοινωνικοποιούν οι τράπεζες τις ζημίες και να ιδιωτικοποιούν τα κέρδη – οπότε το κράτος δικαιούται να πάρει πίσω τα υπερβάλλοντα κέρδη τους, μέσω ενός ειδικού φόρου. Όποιος τυχόν απορρίπτει αυτόν το φόρο για τις τράπεζες ως λαϊκισμό, αυθαιρεσία ή μη φιλελεύθερη πολιτική, απλά δεν γνωρίζει ιστορία – αφού ανέκαθεν οι ειδικοί φόροι, ως αποτέλεσμα πολέμων, ήταν φυσιολογικοί.
Παράδειγμα η νεοφιλελεύθερη πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας, η M. Thatcher, η οποία αποφάσισε να επιβάλει ειδικό φόρο στις τράπεζες ήδη από τη δεκαετία του 1980 – γνωρίζοντας πως δεν υπήρχε εναλλακτική.
Κλείνοντας, ο υψηλός πληθωρισμός προέρχεται από τις ανατιμήσεις των επιχειρήσεων – ενώ τότε, όπως και σήμερα, λαμβάνει χώρα η μεγαλύτερη αναδιανομή εισοδήματος της γενιάς της.Εάν λοιπόν η κυβέρνηση θέλει να βοηθήσει τους ηττημένους του πληθωρισμού, πρέπει να απαιτήσει επίσης τη συνεισφορά των νικητών – είναι εύλογο και απαραίτητο. Η Ουγγαρία, η Τσεχία, η Λιθουανία, η Ισπανία κλπ. το έχουν ήδη τολμήσει – η Ελλάδα δεν πρέπει να φανεί ανακόλουθη.
Στην αρχή ξέσπασε ο πόλεμος – με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Όπως λοιπόν σε κάθε πόλεμο, υπάρχουν νικητές – όπου οι μεγαλύτεροι ήταν, εκτός από τις ενεργειακές εταιρίες, οι τράπεζες, αν και με μικρή καθυστέρηση. Ειδικότερα, ο πόλεμος επανέφερε τον πληθωρισμό που είχε ήδη αρχίσει να κάνει δειλά την εμφάνιση του στα τέλη της πανδημίας – κυρίως λόγω των προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας.
Ως απάντηση στον πληθωρισμό, η ΕΚΤ αύξησε τα βασικά της επιτόκια – κάτι που εκμεταλλεύθηκαν αμέσως οι εμπορικές τράπεζες, επιτυγχάνοντας κέρδη ρεκόρ. Οι τέσσερις συστημικές ελληνικές περί τα 3,2 δις € το 2022 – με προβλέψεις 4 δις € το 2023. Τα κέρδη αυτά προέρχονται από την «ψαλίδα» μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων – η οποία στην Ελλάδα πλησιάζει το 6%. Επίσης από τις θηριώδεις προμήθειες που χρεώνουν οι τράπεζες σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά – με τη στήριξη του κράτους που επιβάλλει όπου μπορεί τις πληρωμές μέσω τραπεζών (POS, μετρητά κάτω των 500 € κλπ.).
Από την άλλη πλευρά, οι τράπεζες δεν έχουν καμία ανάγκη δανεισμού της πραγματικής οικονομίας – αφού μπορούν να τοποθετούν τα χρήματα που διαθέτουν από τις καταθέσεις κλπ. στην ΕΚΤ, λαμβάνοντας σήμερα επιτόκιο 4%, όταν στους καταθέτες τους πληρώνουν μηδαμινά ποσά. Εισπράττουν λοιπόν ονειρεμένο επιτόκιο, για καταθέσεις ταμιευτηρίου! Την ίδια στιγμή, οι καταθέσεις των πελατών τους, περί τα 195 δις €, χάνουν συνεχώς σε αγοραστική αξία – περί το 18% από τις αρχές του 2021. Επομένως, όταν θα κληθούν να τις επιστρέψουν στους καταθέτες, θα είναι στην ουσία πάνω από 18% χαμηλότερες – κέρδος κυριολεκτικά εξ ουρανού.
Δεν υποφέρουν όμως μόνο οι αποταμιευτές αλλά, επίσης, η Πολιτεία – αφού τα κράτη της Ευρωζώνης είναι συνιδιοκτήτες της ΕΚΤ. Επομένως, κάθε «επιδότηση» των τραπεζών από την ΕΚΤ, όπως το 4% στις καταθέσεις τους, σημαίνει έμμεση απώλεια για την εκάστοτε χώρα (χωρίς να αναφέρουμε τα κέρδη τους από τα έντοκα γραμμάτια του δημοσίου που χρεώνουν θηριώδη επιτόκια, από τα ομόλογα κλπ.)
Όταν χρεοκόπησαν τώρα οι τράπεζες το κράτος, δηλαδή οι Πολίτες, τις διέσωσαν – με κόστος πάνω από 70 δις € για τις ελληνικές, (επιστολή του ΟΔΔΗΧ παρακάτω, αναβαλλόμενος φόρος 19,6 δις €), χωρίς καν να συμπεριλάβουμε τα προγράμματα Ηρακλής.
Δεν είναι σωστό όμως να κοινωνικοποιούν οι τράπεζες τις ζημίες και να ιδιωτικοποιούν τα κέρδη – οπότε το κράτος δικαιούται να πάρει πίσω τα υπερβάλλοντα κέρδη τους, μέσω ενός ειδικού φόρου. Όποιος τυχόν απορρίπτει αυτόν το φόρο για τις τράπεζες ως λαϊκισμό, αυθαιρεσία ή μη φιλελεύθερη πολιτική, απλά δεν γνωρίζει ιστορία – αφού ανέκαθεν οι ειδικοί φόροι, ως αποτέλεσμα πολέμων, ήταν φυσιολογικοί.
Παράδειγμα η νεοφιλελεύθερη πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας, η M. Thatcher, η οποία αποφάσισε να επιβάλει ειδικό φόρο στις τράπεζες ήδη από τη δεκαετία του 1980 – γνωρίζοντας πως δεν υπήρχε εναλλακτική.
Κλείνοντας, ο υψηλός πληθωρισμός προέρχεται από τις ανατιμήσεις των επιχειρήσεων – ενώ τότε, όπως και σήμερα, λαμβάνει χώρα η μεγαλύτερη αναδιανομή εισοδήματος της γενιάς της.Εάν λοιπόν η κυβέρνηση θέλει να βοηθήσει τους ηττημένους του πληθωρισμού, πρέπει να απαιτήσει επίσης τη συνεισφορά των νικητών – είναι εύλογο και απαραίτητο. Η Ουγγαρία, η Τσεχία, η Λιθουανία, η Ισπανία κλπ. το έχουν ήδη τολμήσει – η Ελλάδα δεν πρέπει να φανεί ανακόλουθη.
Ο φόβος του φόβου
«J. Borrell: Φοβάμαι το φόβο, φοβάμαι ότι οι Ευρωπαίοι ψηφίζουν επειδή φοβούνται. Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι, ο φόβος μπροστά στο άγνωστο και την αβεβαιότητα, παράγει μια ορμόνη που απαιτεί απόκριση ασφαλείας. Αυτό είναι γεγονός. Δεν βλέπω κανένα σημάδι ότι, ο Ρώσος πρόεδρος θα ήταν πρόθυμος να σταματήσει – ή ακόμη και να συμβιβαστεί με μια συμφωνία που θα επέτρεπε στη Ρωσία να διατηρήσει την ανατολική Ουκρανία.
Η Ρωσία δεν κατάφερε ποτέ να γίνει έθνος. Πάντα ήταν μια αυτοκρατορία, με τον Τσάρο, με τους Σοβιετικούς και τώρα με τον Πούτιν. Αυτή είναι μια σταθερά της Ρωσίας και της πολιτικής της ταυτότητας. Ως εκ τούτου αποτελεί απειλή για τους γείτονές της – ειδικά για εμάς.
Σχετικά με τη Γάζα, η Χαμας δεν είναι απλώς μια στρατιωτική δύναμη, αλλά μια ιδέα – ως εκ τούτου, θα μπορούσε να νικηθεί μόνο με καλύτερες ιδέες, όχι με βόμβες. Έχουμε υποστεί εισβολή από έναν μιντιακό κόσμο διασποράς απειλών – όποικών υποθέσεων της ΕΕ στην Guardian, είχαν ως βασικές αιτίες αφενός μεν τους δύο πολέμους, αφετέρου την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων σε ολόκληρη την ήπειρο μας – προφανώς λόγω ανησυχιών για τη μετανάστευση και το συμπιεσμένο βιοτικό επίπεδο των Ευρωπαίων. Φαίνεται δε καθαρά πως η κατάσταση στην Ευρώπη δεν είναι καθόλου καλή – γεγονός που οφείλει να μας προβληματίσει όλους.
«J. Borrell: Φοβάμαι το φόβο, φοβάμαι ότι οι Ευρωπαίοι ψηφίζουν επειδή φοβούνται. Είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι, ο φόβος μπροστά στο άγνωστο και την αβεβαιότητα, παράγει μια ορμόνη που απαιτεί απόκριση ασφαλείας. Αυτό είναι γεγονός. Δεν βλέπω κανένα σημάδι ότι, ο Ρώσος πρόεδρος θα ήταν πρόθυμος να σταματήσει – ή ακόμη και να συμβιβαστεί με μια συμφωνία που θα επέτρεπε στη Ρωσία να διατηρήσει την ανατολική Ουκρανία.
Η Ρωσία δεν κατάφερε ποτέ να γίνει έθνος. Πάντα ήταν μια αυτοκρατορία, με τον Τσάρο, με τους Σοβιετικούς και τώρα με τον Πούτιν. Αυτή είναι μια σταθερά της Ρωσίας και της πολιτικής της ταυτότητας. Ως εκ τούτου αποτελεί απειλή για τους γείτονές της – ειδικά για εμάς.
Σχετικά με τη Γάζα, η Χαμας δεν είναι απλώς μια στρατιωτική δύναμη, αλλά μια ιδέα – ως εκ τούτου, θα μπορούσε να νικηθεί μόνο με καλύτερες ιδέες, όχι με βόμβες. Έχουμε υποστεί εισβολή από έναν μιντιακό κόσμο διασποράς απειλών – όποικών υποθέσεων της ΕΕ στην Guardian, είχαν ως βασικές αιτίες αφενός μεν τους δύο πολέμους, αφετέρου την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων σε ολόκληρη την ήπειρο μας – προφανώς λόγω ανησυχιών για τη μετανάστευση και το συμπιεσμένο βιοτικό επίπεδο των Ευρωπαίων. Φαίνεται δε καθαρά πως η κατάσταση στην Ευρώπη δεν είναι καθόλου καλή – γεγονός που οφείλει να μας προβληματίσει όλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου