Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2024

Χρήστος Γιανναράς - ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (5)

 Συνέχεια από: Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ

§ 4. Ἡ αἵρεση - ἀναίρεση τῆς ἑνότητας

῾Η ἀνθρώπινη ἀποτυχία καὶ ἁμαρτία δὲν ἀποκλείεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, οὔτε εἶναι κίνδυνος γιὰ τὴν ἀλήθεια της. ᾿Αντίθετα, ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ πρόσληψη τῆς ἁμαρτίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ μεταμόρφωσή της σὲ ζωὴ κοινωνίας καὶ ἑνότητας.

       Το Άγιο Πνεύμα απο το ένα μέρος, είναι οπωσδήποτε το πνεύμα το οποίο ενεργεί, είναι ενεργό, ανάμεσα στον Χριστό και την Εκκλησία. Αλλά απο το άλλο μέρος Αυτό είναι το Άγιο Πνεύμα που

πέμπεται απο την ενότητα Χριστός Εκκλησία (όπως απο την αιώνια ενότητα τού Πατρός με τον Υιό

και επομένως είναι άνοιγμα το οποίο η ένωση αγάπης ανάμεσα στην Νύμφη και τον Νυμφίο δοκιμάζει πρός το νέο, πρός τον Υιό, πρός τον κόσμο τής δημιουργίας, και σήμερα ακριβώς προς τον "εκκοσμικευμένο"  μή-Χριστιανικό κόσμο.

του Hans Urs Von Balthasar.

Μόνο μὲ τὴν ἐλεύθερη θέλησή του μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ αὐτοαποκλειστῆ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὅταν ἀπορρίψη τὴν ἀλήθεια της ἢ ὅταν θελήση νὰ τὴν ὑποτάξη στὰ μέτρα καὶ τὰ κριτήρια τῆς ἀτομικῆς του ὕπαρξης21. Ἡ ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου ὑπονομεύει τὴν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας μόνο ὅταν ζητάη νὰ τὴν ὑποκαταστήση μὲ μιὰ ἀνθρωποκεντρική θεώρησή της, μόνο ὅταν στὴ θέση τοῦ χαρίσματος καὶ τῆς ἀποκάλυψης θέλη νὰ τοποθετήση ὁ ἄνθρωπος τὴ δική του προσπάθεια προσδιορισμοῦ καὶ βιώσεως τῆς ἀλήθειας. Αὐτὴ ἡ ἐπιβουλὴ ὀνομάστηκε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία αἵρεση, ποὺ σημαίνει ἐκλογὴ - ἐπιλογὴ ἑνὸς τρόπου έρμηνείας καὶ βιώσεως τοῦ γεγονότος τῆς σωτηρίας ἄλλου ἀπὸ αὐτὸν ποὺ φανερώνει ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας.

Συνήθως ἡ αἵρεση εἶναι ἐπιλογὴ καὶ προτίμηση ἑνὸς μέρους τῆς ἀλήθειας, στὸ ὁποῖο δίνεται ἀπόλυτη προτεραιότητα σὲ βάρος τῆς ὁλόκληρης ἀλήθειας: Μιὰ ἀπολυτοποίηση τοῦ σχετικοῦ ποὺ ἀναπόφευκτα σχετικοποιεῖ τὸ ἀπόλυτο22. Ἡ ἄρνηση ἢ ἀμφισβήτηση τῆς σύνολης ἀλήθειας τῆς Ἐκκλησίας δὲν μπορεῖ νὰ ὑποκαταστήση, ἀλλὰ μόνο νὰ ἀντικαταστήση αὐτὴ τὴν ἀλήθεια μὲ μιὰν ἄλλη διαφορετικὴ ἀντίληψη καὶ στάση, μὲ μιὰν ἄλλη ὀντολογία ἢ θρησκεία. Ἐνῶ ἡ ἐπιλογὴ ἑνὸς μέρους τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀλήθειας καὶ ἡ ἀπολυτοποίηση αὐτοῦ τοῦ μέρους, ἡ ἀναγωγή του στις διαστάσεις τοῦ ὅλου, διεκδικεῖ τὴν ὀρθὴ ἑρμηνεία καὶ ἐκπροσώπηση τῆς χριστιανικῆς ἀποκάλυψης, ἀλλοιώνοντας καὶ διαστρέφοντας τὴ σύνολη αλήθεια τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀναιρώντας τὴ δυνατότητα τῆς σωτηρίας.

Μιλᾶμε γιὰ ἐκλογὴ - ἐπιλογὴ καὶ ἀπολυτοποίηση ἑνὸς μέρους τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀλήθειας, περιγράφοντας τὴ φαινομενολογία τῆς αἰρεσης, χωρίς να κυριολεκτοῦμε. Στὴν πραγματικότητα ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μιὰ καθολικὴ ἑνοείδεια καὶ ἑνότητα ζωῆς, ἀμέριστη καὶ ἀδιαίρετη 23. Κάθε ἀπομόνωση καὶ ἀπολυτοποίηση ἐπιμέρους ὄψεων καὶ διατυπώσεων αὐτῆς τῆς καθολικότητας ἀναιρεῖ τὴ σύνολη ἀλήθεια καὶ τὴν πληρότητα τῆς ζωῆς, εἶναι ψεῦδος ζωῆς καὶ πλάνη ζωῆς, εἶναι ἁμαρτία, ἀποτυχία καὶ ἔκπτωση ἀπὸ τὴ ζωή, εἶναι ὁ θάνατος τῆς ἀποκαλυπτικῆς ὁρολογίας. 

Η αἵρεση θέλει νὰ ὑποτάξη τὴν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ τὴν ἑνότητα τῆς ζωῆς, στὸν τεμαχισμένο τρόπο ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου τῆς πτώσης. Εμφανίζεται συνήθως ἡ αἵρεση σὰν θεωρητική διαφωνία, διαφωνία στη διατύπωση τῆς ἀλήθειας, ἐνῶ στὴν πραγματικότητα ἐπιχειρεῖ μιὰ ἀποσπασματική κατανόηση καὶ βίωση της αλήθειας: Απολυτοποιεῖ τὴ διανοητική κατανόηση ἢ τὴ συναισθηματική βίωση ἢ τὴν ἠθικὴ ἐφαρμογὴ τῆς ἀλήθειας – ἂν καὶ ἀρκεῖ ἔστω καὶ μόνο ἡ ἔμπρακτη διάκριση σὲ διανοητική κατανόηση, συναισθηματική βίωση καὶ ἠθικὴ ἐφαρμογὴ γιὰ νὰ ἀναιρεθῆ ἡ καθολικότητα καὶ ἐνοείδεια τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ζωῆς, νὰ διατηρηθῆ ὁ τεμαχισμός τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἀντίσταση τῶν ἀτομικῶν ἰδιωμάτων καὶ ἀπαιτήσεων που κατακερματίζει τὴ ζωή.

Μὲ ἄλλα λόγια: ἡ αἵρεση εἶναι μια στάση ζωῆς στοὺς ἀντίποδες τῆς εὐχαριστιακῆς ἑνότητας τῆς ζωῆς. Ὁ ἄνθρωπος δὲν δέχεται τὸ χάρισμα τῆς ἑνότητας ἀντιπροσφέροντας τὴν ἁμαρτία καὶ ἀποτυχία του στὴν προσφερόμενη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ· ἀρνεῖται νὰ ἐντάξη τὴν ἀτομική του ὕπαρξη στη σάρκα κοινωνίας τοῦ Χριστοῦ, στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. ᾿Αντίθετα, προσπαθεῖ μὲ τὶς ἀτομικές του δυνατότητες – διανοητικές, συναισθηματικές, ἠθικὲς δυνατότητες – νὰ γεφυρώση τὸ χάσμα ποὺ χωρίζει τὴ ζωή του ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Γι' αὐτὸ καὶ ἡ αἵρεση ἔχει πάντοτε ὅλα τὰ γνωρίσματα τῆς ἀνθρωποκεντρικῆς θρησκευτικότητας, εἶναι ἕνα θρησκευτικὸ «κομμάτι» τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, μιὰ προσπάθεια νὰ καλυφθοῦν καὶ οἱ «θρησκευτικὲς ἀνάγκες» τοῦ ἀτόμου, δίπλα σε ἄλλες προσπάθειες γιὰ τὴν κάλυψη άλλων άτομικῶν ἀναγκῶν.

Καὶ κάτι ἀκόμα: Ἡ καθολικότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀλήθειας δὲν εἶναι μιὰ ἀφηρημένη γενικότητα, ἀλλὰ ἡ ἀλήθεια τῆς προσωπικής καθολικότητας καὶ τῆς κοινωνίας τῶν προσώπων. Η πραγματικότητα τοῦ προσώπου συγκεφαλαιώνει τὸ ὑπαρκτικό γεγονός, τὸν καθολικό τρόπο τῆς ὑπάρξεως. Μὲ τὴ δυνατότητα τῶν «συστηματικῶν» διατυπώσεων που προσφέρει ὁ ἀνθρώπινος λόγος, ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀλήθεια (ἡ ἀλήθεια ποὺ ἀποκαλύπτει ὁ Χριστὸς καὶ ἐνσαρκώνει ἡ Ἐκκλησία) εἶναι πρὶν ἀπ' ὅλα μιὰ ὀντολογία, ἡ σύνοψη τοῦ νοήματος τῆς ὕπαρξης, τοῦ κόσμου καὶ τῆς Ἱστορίας σὲ μιὰ ἑνοειδὴ θεώρηση καὶ βιωματικὴ ἐμπειρία: Ἡ ἀλήθεια τοῦ Εἶναι, ἡ ἀλήθεια κάθε ὑπαρκτῆς καὶ ὑπαρκτικῆς πραγματικότητας, συγκεφαλαιώνεται σὲ ἕνα δυναμικό «γίγνεσθαι», στὸ γεγονὸς τῆς σχέσης τοῦ προσωπικοῦ Θεοῦ μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου.

Ἡ σχέση προϋποθέτει τὴν ὑπαρκτική συγκεφαλαίωση ἀλλὰ καὶ αὐθυπέρβαση τῆς θείας φύσης καὶ τῆς ἀνθρώπινης φύσης στὸ γεγονὸς τῆς προσωπικῆς ἑτερότητας: Η φύση ὑπάρχει μόνο «ἐν προσώποις» καὶ γνωρίζουμε τόσο τὴ φύση ὅσο καὶ τὰ πρόσωπα μόνο μέσῳ τῶν ἐνεργειῶν τῆς φύσεως ποὺ εἶναι πάντοτε προσωπικές. Τὸ πρόσωπο εἶναι ὁ φορέας τῶν ἐνεργειῶν τῆς φύσεως, ποὺ σημαίνει ὅτι ὁ τρόπος ὑπάρξεως τῆς φύσεως εἶναι ἡ προσωπικὴ ἑτερότητα, εἶναι τὰ πρόσωπα καὶ τὰ «πράγματα» (=πεπραγμένα) τοῦ προσώπου, ἀποτελέσματα τῶν ἐνεργειῶν τῆς φύσεως ποὺ εἶναι πάντοτε προσωπικές.

Ἡ γνώση τῶν προσώπων καὶ τῶν «πραγμάτων» ἀντιπροσωπεύει μιὰ προσωπική δυνατότητα, δηλαδὴ εἶναι δυνατὴ μόνο στὰ «ὅρια» τοῦ γεγονότος τῆς σχέσης, τῆς ἐμπειρικῆς – καθολικῆς μετοχῆς καὶ μέθεξης στὶς προσωπικές ἐνέργειες ἢ στὰ ἀποτελέσματα τῶν προσωπικῶν ἐνεργειῶν, στὸ λόγο τῆς προσωπικῆς ἑτερότητας τῶν «πραγμάτων». Οἱ ἐνέργειες κάνουν δυνατή τη μέθεξη - σχέση ὡς ὑπαρκτικὴ αὐθυπέρβαση καὶ ἀγαπητικὴ αὐτοπροσφορὰ καὶ ἐρωτικὴ κοινωνία, γι' αὐτὸ καὶ ὁ ἔρως εἶναι τὸ πλήρωμα τῶν δυνατοτήτων τῆς γνώσης τῶν προσώπων καὶ τῶν «πραγμάτων». Ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει τὸ Θεὸ στὰ ὅρια τῆς προσωπικῆς σχέσης μὲ τὸν Νυμφίο της τὸν Χριστὸ – τὸν ἐραστὴ τῶν ψυχῶν μας – σχέσης που πραγματοποιεῖται ὡς δυνατότητα ζωῆς μέσῳ τῶν ἐνεργειῶν τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος ποὺ ἀποκαλύπτουν τὸ θέλημα τῆς ἀγάπης τοῦ Πατρός. Καὶ γνωρίζει ἡ Ἐκκλησία τὸν κόσμο τὸ σύνολο τῶν πραγμάτων - πεπραγμένων τῆς θείας προσωπικῆς Ἐνέργειας – ὡς δυναμικά συντελούμενη καὶ ἐνεργούμενη ἐρωτικὴ κλήση τοῦ Θεοῦ γιὰ κοινωνία καὶ σχέση μὲ τὸν ἄνθρωπο[ΩΣ ΠΡΟΝΟΙΑ] 24.

Αὐτὴ τὴν ἑνοειδὴ θεώρηση καὶ βιωματικὴ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας ἀρνεῖται πάντοτε ἡ κάθε αἵρεση. ᾿Αρνεῖται τὴ δυναμικὴ καὶ χαρισματική ἑνοποίηση τῆς ὕπαρξης καὶ τῆς γνώσης στὸ γεγονὸς τῆς προσωπικῆς ἀγαπητικῆς σχέσης, καὶ ζητάει νὰ ὑποτάξη τὴ γνώση (ἀλήθεια καὶ σωτηρία) στὶς ἀποσπασματικές δυνατότητες τῆς τεμαχισμένης ἀτομικῆς ὕπαρξης: στὴ διανοητική κατανόηση, στη συναισθηματική βίωση καὶ στὴν ἠθικὴ ἐφαρμογή – ἐξαίροντας μία ἀπὸ αὐτὲς τὶς δυνατότητες ἢ καὶ τὶς τρεῖς μαζί. Γι' αὐτὸ καὶ κάθε αἵρεση ξεκινάει ὁπωσδήποτε ἀπὸ τὴν ἄμεση ἢ ἔμμεση ἄρνηση τῆς ἑνοείδειας τοῦ ὑπαρκτικοῦ γεγονότος, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν ἀμφισβήτηση, ἀλλοίωση ἢ ἀπόρριψη τῶν σχέσεων φύσεως καὶ προσώπου, φύσεως καὶ ἐνεργειῶν. Οἱ αἱρέσεις πάντοτε ἀπολυτοποιοῦν τὴ διανοητική κατανόηση τῆς οὐσίας ἢ φύσεως σὲ βάρος τῆς ἀλήθειας τῶν προσώπων καὶ τῆς ἐμπειρίας τῆς προσωπικῆς σχέσης. Ή ἀπολυτοποιοῦν τὴν ἀτομικὴ ἰδιαιτερότητα, ἠθικὴ καὶ ψυχολογική, σὲ βάρος τῆς κοινότητας τῆς φύσεως, δηλαδὴ τοῦ κοινοῦ τρόπου τῆς ὑπάρξεως.

Σημειώσεις

21. Ὁ τῆς σωζούσης πίστεως ἀποτμηθεὶς ἀκέφαλος ἂν εἴη κατὰ τὸν Γολιάθ, διὰ τῆς ἰδίας μαχαίρας, ἣν κατὰ τῆς ἀληθείας ἐθήξατο, τῆς ἀληθινῆς κεφαλῆς μεριζόμενος. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Κατὰ Εὐνομίου Π. 6 - Ἔκδοση Jaeger, τόμος 1, σελ. 228, 1-3.

22. Η διατύπωση εἶναι τοῦ Igor CARUSO: Ψυχανάλυσις καὶ σύνθεσις τῆς ὑπάρξεως, Μτφρ. Α. Π. Καραντώνη, ᾿Αθῆναι 1953, σελ. 76 - 77 : Η αίρεσις εἶναι μία ἀπολυτοποίησις ἐπὶ μέρους ἀληθειῶν καὶ συνακολουθεῖται ἀναγκαστικῶς ἀπὸ τὴν σχετικοποίησιν τοῦ ἀπολύτου. ... ᾿Ακόμη καὶ ὑπὸ τὴν θεολογικὴν ἔννοιαν τῆς λέξεως, μία δογματική αἵρεσις δὲν εἶναι μόνον μία ὀρθολογιστικὴ ὑπόθεσις. Μία αἱρετικὴ ἄποψις οὐδέποτε εἶναι μόνον ὑπόθεσις τῆς διανοίας… Επηρεάζει τὸ ὅλον κοσμοείδωλον, τὸ ὁποῖον διὰ τῆς αἰρέσεως «παραφρονεῖ»... Μία δογματική αἵρεσις δὲν ἔχει μόνον θρησκευτικὴν σημασίαν, ἀλλ' εἶναι μία ἐσφαλμένη στάσις εἰς ὅλα τὰ πεδία τῆς ζωῆς... Ἐνῶ ἡ ἀλήθεια εἶναι μία, ἡ αἵρεσις εἶναι μία διάσπασις τῆς ἀληθείας, μία ἐπὶ μέρους ἀλήθεια. - Στὸν ἴδιο ὁρισμὸ συμπίπτει καὶ ἡ κοινωνιολογική θεώρηση τῆς αἵρεσης ἀπὸ τὸν Cornelius CASTORIADIS: L' institution imaginaire de la société, Paris (Seuil) 1975, σελ. 16 : Le mot secte pour nous n'est pas un qualificatif, il a un sens sociologique et historique précis... Une secte est un groupement qui érige en absolu un seul côté, aspect ou phase du mouvement dont il est issu, en fait la vérité de la doctrine et la vérité tout court, lui subordonne tout le reste et, pour maintenir sa «fidélité» à cet aspect, se sépare radicalement du monde et vit désormais dans «son» monde à part. [Μια αίρεση είναι μια ομάδα που απολυτοποιεί μια μόνο πλευρά, άποψη ή φάση του κινήματος από το οποίο προέρχεται, την καθιστά την αλήθεια της διδασκαλίας και την αλήθεια γενικά, υποτάσσει σε αυτήν τα υπόλοιπα και, για να διατηρήσει την "πίστη" της σε αυτήν την άποψη, απομακρύνεται ριζικά από τον κόσμο και πλέον ζει στον "δικό της" ξεχωριστό κόσμο.»]

23. Πρβλ. Ιωάννου ΖΗΖΙΟΥΛΑ, Ἡ ἐνότης τῆς ᾿Εκκλησίας ἐν τῇ θεία Εὐχαριστίᾳ καὶ τῷ ᾿Επισκόπῳ κατὰ τοὺς τρεῖς πρώτους αἰῶνας, Ἐν ᾿Αθήναις 1965, Κεφ. Β΄ § 2, σελ. 110 κ.ε.

24. Βλ. Τὸ Πρόσωπο καὶ ὁ Έρως, σελ. 287.

Ανώνυμος είπε...

Βʹ Θεσ 2:1 – 12
Ἀδελφοί, ἐρωτῶμεν ὑμᾶς ὑπὲρ τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡμῶν ἐπισυναγωγῆς ἐπ᾽ αὐτόν, εἰς τὸ μὴ ταχέως σαλευθῆναι ὑμᾶς ἀπὸ τοῦ νοὸς μήτε θροεῖσθαι μήτε διὰ πνεύματος μήτε διὰ λόγου μήτε δι᾽ ἐπιστολῆς ὡς δι᾽ ἡμῶν, ὡς ὅτι ἐνέστηκεν ἡ ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ. μή τις ὑμᾶς ἐξαπατήσῃ κατὰ μηδένα τρόπον· ὅτι ἐὰν μὴ ἔλθῃ ἡ ἀποστασία πρῶτον καὶ ἀποκαλυφθῇ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ὁ ἀντικείμενος καὶ ὑπεραιρόμενος ἐπὶ πάντα λεγόμενον Θεὸν ἢ σέβασμα, ὥστε αὐτὸν εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ ὡς Θεὸν καθίσαι, ἀποδεικνύντα ἑαυτὸν ὅτι ἐστὶ Θεός. Οὐ μνημονεύετε ὅτι ἔτι ὢν πρὸς ὑμᾶς ταῦτα ἔλεγον ὑμῖν; καὶ νῦν τὸ κατέχον οἴδατε, εἰς τὸ ἀποκαλυφθῆναι αὐτὸν ἐν τῷ ἑαυτοῦ καιρῷ· τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας, μόνον ὁ κατέχων ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται· καὶ τότε ἀποκαλυφθήσεται ὁ ἄνομος, ὃν ὁ Κύριος ἀναλώσει τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ καταργήσει τῇ ἐπιφανείᾳ τῆς παρουσίας αὐτοῦ· οὗ ἐστιν ἡ παρουσία κατ᾽ ἐνέργειαν τοῦ σατανᾶ ἐν πάσῃ δυνάμει καὶ σημείοις καὶ τέρασι ψεύδους καὶ ἐν πάσῃ ἀπάτῃ τῆς ἀδικίας ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις, ἀνθ᾽ ὧν τὴν ἀγάπην τῆς ἀληθείας οὐκ ἐδέξαντο εἰς τὸ σωθῆναι αὐτούς· καὶ διὰ τοῦτο πέμψει αὐτοῖς ὁ Θεὸς ἐνέργειαν πλάνης εἰς τὸ πιστεῦσαι αὐτοὺς τῷ ψεύδει, ἵνα κριθῶσι πάντες οἱ μὴ πιστεύσαντες τῇ ἀληθείᾳ, ἀλλ᾽ εὐδοκήσαντες ἐν τῇ ἀδικίᾳ.

Τὸ Εὐαγγέλιον
Τῇ Τετάρτῃ τῆς ΙΓʹ Ἑβδομάδος τοῦ Λουκᾶ
Ἐκ τοῦ κατὰ Μᾶρκον ἁγίου Εὐαγγελίου τὸ ἀνάγνωσμα.

Μκ 8:30 – 34
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπετίμησεν ὁ Ἰησοῦς τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, ἵνα μηδενὶ λέγωσι περὶ αὐτοῦ. Καὶ ἤρξατο διδάσκειν αὐτοὺς ὅτι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου πολλὰ παθεῖν, καὶ ἀποδοκιμασθῆναι ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων καὶ τῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν γραμματέων, καὶ ἀποκτανθῆναι, καὶ μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἀναστῆναι· καὶ παρρησίᾳ τὸν λόγον ἐλάλει. καὶ προσλαβόμενος αὐτὸν ὁ Πέτρος ἤρξατο ἐπιτιμᾶν αὐτῷ. ὁ δὲ ἐπιστραφεὶς καὶ ἰδὼν τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐπετίμησε τῷ Πέτρῳ λέγων· ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων. Καὶ προσκαλεσάμενος τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι.

Τὰ Ἀναγνώσματα τοῦ Μηνολογίου


Ὁ Ἀπόστολος Τοῦ Ὁσίου.

Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ἀνάγνωσμα.

Γαλ 5:22 – 26; 6:1 – 2
Ἀδελφοί, ὁ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια· κατὰ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι νόμος. οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις. Εἰ ζῶμεν Πνεύματι, πνεύματι καὶ στοιχῶμεν. μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, ἀλλήλους προκαλούμενοι, ἀλλήλοις φθονοῦντες. Ἀδελφοί, ἐὰν καὶ προληφθῇ ἄνθρωπος ἔν τινι παραπτώματι, ὑμεῖς οἱ πνευματικοὶ καταρτίζετε τὸν τοιοῦτον ἐν πνεύματι πρᾳότητος, σκοπῶν σεαυτόν, μὴ καὶ σὺ πειρασθῇς. ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Βʹ Θεσ 2:1 – 12

Ἀδελφοί, ἐρωτῶμεν ὑμᾶς ὑπὲρ τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡμῶν ἐπισυναγωγῆς ἐπ᾽ αὐτόν, εἰς τὸ μὴ ταχέως σαλευθῆναι ὑμᾶς ἀπὸ τοῦ νοὸς μήτε θροεῖσθαι μήτε διὰ πνεύματος μήτε διὰ λόγου μήτε δι᾽ ἐπιστολῆς ὡς δι᾽ ἡμῶν, ὡς ὅτι ἐνέστηκεν ἡ ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ. μή τις ὑμᾶς ἐξαπατήσῃ κατὰ μηδένα τρόπον· ὅτι ἐὰν μὴ ἔλθῃ ἡ ἀποστασία πρῶτον καὶ ἀποκαλυφθῇ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ὁ ἀντικείμενος καὶ ὑπεραιρόμενος ἐπὶ πάντα λεγόμενον Θεὸν ἢ σέβασμα, ὥστε αὐτὸν εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ ὡς Θεὸν καθίσαι, ἀποδεικνύντα ἑαυτὸν ὅτι ἐστὶ Θεός. Οὐ μνημονεύετε ὅτι ἔτι ὢν πρὸς ὑμᾶς ταῦτα ἔλεγον ὑμῖν; καὶ νῦν τὸ κατέχον οἴδατε, εἰς τὸ ἀποκαλυφθῆναι αὐτὸν ἐν τῷ ἑαυτοῦ καιρῷ· τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας, μόνον ὁ κατέχων ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται· καὶ τότε ἀποκαλυφθήσεται ὁ ἄνομος, ὃν ὁ Κύριος ἀναλώσει τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ καταργήσει τῇ ἐπιφανείᾳ τῆς παρουσίας αὐτοῦ· οὗ ἐστιν ἡ παρουσία κατ᾽ ἐνέργειαν τοῦ σατανᾶ ἐν πάσῃ δυνάμει καὶ σημείοις καὶ τέρασι ψεύδους καὶ ἐν πάσῃ ἀπάτῃ τῆς ἀδικίας ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις, ἀνθ᾽ ὧν τὴν ἀγάπην τῆς ἀληθείας οὐκ ἐδέξαντο εἰς τὸ σωθῆναι αὐτούς· καὶ διὰ τοῦτο πέμψει αὐτοῖς ὁ Θεὸς ἐνέργειαν πλάνης εἰς τὸ πιστεῦσαι αὐτοὺς τῷ ψεύδει, ἵνα κριθῶσι πάντες οἱ μὴ πιστεύσαντες τῇ ἀληθείᾳ, ἀλλ᾽ εὐδοκήσαντες ἐν τῇ ἀδικίᾳ.

Τὸ Εὐαγγέλιον

Τῇ Τετάρτῃ τῆς ΙΓʹ Ἑβδομάδος τοῦ Λουκᾶ

Ἐκ τοῦ κατὰ Μᾶρκον ἁγίου Εὐαγγελίου τὸ ἀνάγνωσμα.

Μκ 8:30 – 34

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπετίμησεν ὁ Ἰησοῦς τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, ἵνα μηδενὶ λέγωσι περὶ αὐτοῦ. Καὶ ἤρξατο διδάσκειν αὐτοὺς ὅτι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου πολλὰ παθεῖν, καὶ ἀποδοκιμασθῆναι ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων καὶ τῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν γραμματέων, καὶ ἀποκτανθῆναι, καὶ μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἀναστῆναι· καὶ παρρησίᾳ τὸν λόγον ἐλάλει. καὶ προσλαβόμενος αὐτὸν ὁ Πέτρος ἤρξατο ἐπιτιμᾶν αὐτῷ. ὁ δὲ ἐπιστραφεὶς καὶ ἰδὼν τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐπετίμησε τῷ Πέτρῳ λέγων· ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων. Καὶ προσκαλεσάμενος τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι.

__________

Τὰ Ἀναγνώσματα τοῦ Μηνολογίου

Ὁ Ἀπόστολος

Τοῦ Ὁσίου.

Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ἀνάγνωσμα.

Γαλ 5:22 – 26; 6:1 – 2

Ἀδελφοί, ὁ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια· κατὰ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι νόμος. οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις. Εἰ ζῶμεν Πνεύματι, πνεύματι καὶ στοιχῶμεν. μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, ἀλλήλους προκαλούμενοι, ἀλλήλοις φθονοῦντες. Ἀδελφοί, ἐὰν καὶ προληφθῇ ἄνθρωπος ἔν τινι παραπτώματι, ὑμεῖς οἱ πνευματικοὶ καταρτίζετε τὸν τοιοῦτον ἐν πνεύματι πρᾳότητος, σκοπῶν σεαυτόν, μὴ καὶ σὺ πειρασθῇς. ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ.

Ανώνυμος είπε...

Βʹ Θεσ 2:1 – 12

Ἀδελφοί, ἐρωτῶμεν ὑμᾶς ὑπὲρ τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡμῶν ἐπισυναγωγῆς ἐπ᾽ αὐτόν, εἰς τὸ μὴ ταχέως σαλευθῆναι ὑμᾶς ἀπὸ τοῦ νοὸς μήτε θροεῖσθαι μήτε διὰ πνεύματος μήτε διὰ λόγου μήτε δι᾽ ἐπιστολῆς ὡς δι᾽ ἡμῶν, ὡς ὅτι ἐνέστηκεν ἡ ἡμέρα τοῦ Χριστοῦ. μή τις ὑμᾶς ἐξαπατήσῃ κατὰ μηδένα τρόπον· ὅτι ἐὰν μὴ ἔλθῃ ἡ ἀποστασία πρῶτον καὶ ἀποκαλυφθῇ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας, ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ὁ ἀντικείμενος καὶ ὑπεραιρόμενος ἐπὶ πάντα λεγόμενον Θεὸν ἢ σέβασμα, ὥστε αὐτὸν εἰς τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ ὡς Θεὸν καθίσαι, ἀποδεικνύντα ἑαυτὸν ὅτι ἐστὶ Θεός. Οὐ μνημονεύετε ὅτι ἔτι ὢν πρὸς ὑμᾶς ταῦτα ἔλεγον ὑμῖν; καὶ νῦν τὸ κατέχον οἴδατε, εἰς τὸ ἀποκαλυφθῆναι αὐτὸν ἐν τῷ ἑαυτοῦ καιρῷ· τὸ γὰρ μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας, μόνον ὁ κατέχων ἄρτι ἕως ἐκ μέσου γένηται· καὶ τότε ἀποκαλυφθήσεται ὁ ἄνομος, ὃν ὁ Κύριος ἀναλώσει τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ καὶ καταργήσει τῇ ἐπιφανείᾳ τῆς παρουσίας αὐτοῦ· οὗ ἐστιν ἡ παρουσία κατ᾽ ἐνέργειαν τοῦ σατανᾶ ἐν πάσῃ δυνάμει καὶ σημείοις καὶ τέρασι ψεύδους καὶ ἐν πάσῃ ἀπάτῃ τῆς ἀδικίας ἐν τοῖς ἀπολλυμένοις, ἀνθ᾽ ὧν τὴν ἀγάπην τῆς ἀληθείας οὐκ ἐδέξαντο εἰς τὸ σωθῆναι αὐτούς· καὶ διὰ τοῦτο πέμψει αὐτοῖς ὁ Θεὸς ἐνέργειαν πλάνης εἰς τὸ πιστεῦσαι αὐτοὺς τῷ ψεύδει, ἵνα κριθῶσι πάντες οἱ μὴ πιστεύσαντες τῇ ἀληθείᾳ, ἀλλ᾽ εὐδοκήσαντες ἐν τῇ ἀδικίᾳ.

Τὸ Εὐαγγέλιον

Τῇ Τετάρτῃ τῆς ΙΓʹ Ἑβδομάδος τοῦ Λουκᾶ

Ἐκ τοῦ κατὰ Μᾶρκον ἁγίου Εὐαγγελίου τὸ ἀνάγνωσμα.

Μκ 8:30 – 34

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐπετίμησεν ὁ Ἰησοῦς τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, ἵνα μηδενὶ λέγωσι περὶ αὐτοῦ. Καὶ ἤρξατο διδάσκειν αὐτοὺς ὅτι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου πολλὰ παθεῖν, καὶ ἀποδοκιμασθῆναι ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων καὶ τῶν ἀρχιερέων καὶ τῶν γραμματέων, καὶ ἀποκτανθῆναι, καὶ μετὰ τρεῖς ἡμέρας ἀναστῆναι· καὶ παρρησίᾳ τὸν λόγον ἐλάλει. καὶ προσλαβόμενος αὐτὸν ὁ Πέτρος ἤρξατο ἐπιτιμᾶν αὐτῷ. ὁ δὲ ἐπιστραφεὶς καὶ ἰδὼν τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐπετίμησε τῷ Πέτρῳ λέγων· ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων. Καὶ προσκαλεσάμενος τὸν ὄχλον σὺν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι.

__________

Τὰ Ἀναγνώσματα τοῦ Μηνολογίου

Ὁ Ἀπόστολος

Τοῦ Ὁσίου.

Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ἀνάγνωσμα.

Γαλ 5:22 – 26; 6:1 – 2

Ἀδελφοί, ὁ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια· κατὰ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι νόμος. οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις. Εἰ ζῶμεν Πνεύματι, πνεύματι καὶ στοιχῶμεν. μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, ἀλλήλους προκαλούμενοι, ἀλλήλοις φθονοῦντες. Ἀδελφοί, ἐὰν καὶ προληφθῇ ἄνθρωπος ἔν τινι παραπτώματι, ὑμεῖς οἱ πνευματικοὶ καταρτίζετε τὸν τοιοῦτον ἐν πνεύματι πρᾳότητος, σκοπῶν σεαυτόν, μὴ καὶ σὺ πειρασθῇς. ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ.