(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Γέροντα, πως η μητέρα σας που ήταν τόσο ευαίσθητη και σας αγαπούσε, σας έδωσε από τα πρώτα παιδικά χρόνια αυστηρή αγωγή;
Από μικρός μπορεί ο άνθρωπος να βοηθηθή, για να συλλάβη το βαθύτερο νόημα της ζωής και να χαίρεται σωστά. Όταν ήμουν μικρός, τα περνούσα τα παιδιά στο τρέξιμο. Εκείνα δεν με άφηναν να τρέξω, με έδιωχναν. «Προσφυγόπουλο» με έλεγαν. Πήγαινα μετά στην μάνα μου με κλάματα.
– Τι έχεις και κλαις; μου έλεγε εκείνη.
– Δεν μʹ αφήνουν τα παιδιά να τρέξω, της έλεγα.
– Θέλεις να τρέξης; Να αυλή, τρέξε. Γιατί θέλεις να τρέχης εκεί, για να σε βλέπουν οι άλλοι και να σου λένε μπράβο; Αυτό έχει υπερηφάνεια.
Άλλη φορά ήθελα να παίξω με το τόπι και δεν με άφηναν τα παιδιά. Πήγαινα πάλι στην μάνα μου κλαίγοντας.
– Τι έγινε, γιατί κλαις πάλι; με ρωτούσε.
– Δεν μʹ αφήνουν τα παιδιά να παίξω με το τόπι!, της έλεγα.
– Αυλή μεγάλη έχουμε, τόπι έχεις, παίξε εδώ. Τι θέλεις να σε βλέπουν οι άλλοι, για να σε καμαρώνουν; Αυτό έχει υπερηφάνεια.
Τότε σκέφθηκα: «Δίκαιο έχει η μητέρα».
Έτσι σιγά‐σιγά δεν ήθελα ούτε να τρέχω ούτε να παίζω το τόπι μπροστά στον κόσμο, γιατί κατάλαβα ότι αυτό είχε μέσα υπερηφάνεια και έλεγα: «Πράγματι, τι χαμένα πράγματα! Δίκαιο έχει».
Ύστερα τόσο πολύ δεν με πείραζε, που, όταν έβλεπα τα άλλα παιδιά να τρέχουν, να χτυπούν το τόπι και να καμαρώνουν, γελούσα και έλεγα «τι κάνουν;», και ήμουν μικρό παιδί· τρίτη Δημοτικού πήγαινα.
Μετά ζούσα μια φυσιολογική ζωή. Έτσι τώρα, αν μου πουν «τι προτιμάς, να ανεβής Αύγουστο μήνα ξυπόλυτος στον Άθωνα μέσα στα πουρναρόφυλλα ή να πας σε μια τελετή που θα σου φορέσουν μανδύα κ.λπ.;», θα πω ότι προτιμώ να πάω ξυπόλυτος στον Άθωνα. Όχι από ταπείνωση, αλλά γιατί αυτό με αναπαύει.
Οι άνθρωποι που έχουν υπερηφάνεια δεν βοηθήθηκαν μικροί από το σπίτι.
Το κοσμικό φρόνημα βασανίζει τον άνθρωπο.
Και αν δεν προσεχθή αυτό και οι γονείς δεν βοηθήσουν τα παιδιά, όταν είναι μικρά, γίνεται μετά κατάσταση αυτό.
Άλλο είναι ένα παιδί να το επαινέσης λίγο, για να μην απογοητευθή, και άλλο να του φουσκώνης τον εγωισμό. Π.χ. είπε ένα ποίημα και δεν το είπε καλά και απογοητεύεται.
Τότε θα του πη η μάνα: «Ε, καλά το είπες». Αν το πη όμως καλά το ποίημα και αρχίση η μάνα μπροστά στους άλλους «μπράβο, εσύ το είπες από όλα τα παιδιά καλύτερα! Το δικό
μου παιδί είναι το καλύτερο!», εκείνο είναι κακό. Και έτσι οι γονείς καλλιεργούν πολλές φορές στα παιδιά την υπερηφάνεια.
Ή κάνει λ.χ. το παιδί μια αταξία στο σχολείο και ο δάσκαλος το μαλώνει. Πάει μετά το παιδί στο σπίτι και λέει στους γονείς του:
– Ο δάσκαλος με μάλωσε άδικα.
Όταν ο πατέρας ή η μάνα υποστηρίζη το παιδί και λέη μάλιστα μπροστά του «θα του δείξω εγώ, το παιδί το δικό μου είναι…», μετά εκείνο θεωρεί καλό αυτό που έκανε, και τελικά βασανίζεται από χαμένα πράγματα.
Όλη η βάση είναι να καταλάβη το παιδί μερικά πράγματα από το σπίτι του. Αν ο άνθρωπος από μικρός συλλάβη το βαθύτερο νόημα της ζωής, ύστερα πάνε όλα κανονικά.
Αλλιώς ευχαριστιέται με τα γήινα, με τους επαίνους των ανθρώπων -που στην πραγματικότητα δεν αναπαύουν- και παραμένει γήινος άνθρωπος.
Από το βιβλίο του Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου [νυν οσίου Παϊσίου], «Πνευματική Αφύπνιση, Λόγοι Β’» έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου