ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΝΓ΄
Οἱ ὠφέλειες ποὺ μποροῦμε νὰ δεχθοῦμε ἀπὸ τὴν μελέτη τοῦ Ἐσταυρωμένου καὶ ἡ μίμησις τῶν ἀρετῶν του
Κοντὰ στὶς ἄλλες ὠφέλειες ποὺ μπορεῖς νὰ δεχθῇς ἀπὸ τὴν ἁγία μελέτη αὐτὴ τοῦ Ἐσταυρωμένου εἶναι: Α´) Τὸ νὰ λυπᾶσαι καὶ νὰ πονᾷς ὄχι μόνο γιὰ τὶς περασμένες σου ἁμαρτίες, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὰ πάθη ποὺ ζοῦν ἀκόμη μέσα σου, τὰ ὁποῖα ἔβαλαν τὸν Κύριό σου στὸ σταυρό. Β´) Τὸ νὰ τοῦ ζητήσῃς συγχώρεσι γιὰ τὰ πταίσματά σου καὶ χάρι νὰ μισήσῃς τέλεια τὸν ἑαυτό σου· γιὰ νὰ μὴ τὸν λυπήσῃς πλέον. Μάλιστα γιὰ ἀνταμοιβὴ τῶν τόσων παθημάτων του νὰ τὸν ἀγαπᾷς καὶ νὰ τὸν ὑπηρετῇς στὸ ἑξῆς τέλεια, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο δὲν μπορεῖ νὰ γίνῃ χωρὶς αὐτὸ τὸ ἅγιο μῖσος τῶν ἁμαρτιῶν σου. Γ´) Νὰ διώχνῃς ἀπὸ μέσα σου κάθε κακὴ κλίσι, ὅσο μικρὴ κι ἂν εἶναι. Δ´) Νὰ ἀγωνίζεσαι μὲ ὅλη σου τὴν δύναμι νὰ μιμῆσαι τὶς ἀρετὲς τοῦ λυτρωτῆ σου, ποὺ ἔπαθε ὄχι μόνο γιὰ νὰ μᾶς σώσῃ πληρώνοντας γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μᾶς δώσῃ παράδειγμα γιὰ νὰ ἀκολουθήσουμε στὰ ἅγια ἴχνη του: «Ὁ Χριστὸς ἔπαθε γιὰ χάρι μας, ἀφήνοντάς σας ὑπόδειγμα γιὰ νὰ βαδίσετε στ᾿ ἀχνάρια του» (Α´ Πέτρου 2,21).
Κι ἐδῶ σοῦ δείχνω ἕναν τρόπο μελέτης, τὸν ὁποῖον θὰ μεταχειρισθῇς γιὰ νὰ μιμῆσαι τὶς ἀρετὲς τοῦ Κυρίου καὶ νὰ τὶς διακηρύττῃς, ὅπως ἀναφέρεται: «Νὰ διακηρύξετε τὰ μεγαλεῖα ἐκείνου ποὺ σᾶς ὡδήγησε ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ θαυμαστό του φῶς» (Α´ Πέτρου 2,9).
Λοιπόν, γιὰ νὰ ἀποκτήσῃς τὴν ἀρετὴ τῆς ἀμνησικακίας καὶ νὰ μὴν ἔχῃς μῖσος πρὸς τοὺς ἐχθρούς σου καὶ μνησικακία, ἀλλὰ νὰ τοὺς ἀγαπᾷς, νὰ τοὺς συγχωρῇς καὶ ὁλόψυχα νὰ παρακαλᾷς γι᾿ αὐτοὺς τὸν Θεὸ γιὰ νὰ τοὺς συγχωρέσῃ κι ἐκεῖνος, κι ἂν ἀκόμη σὲ ἔβρισαν, κι ἂν σὲ ζημίωσαν, καὶ ἂν κινδύνεψε ἡ ζωή σου μέχρι θανάτου, κοίταξε τότε μία φορὰ τὸν Κύριό σου καρφωμένο πάνω στὸ σταυρὸ καὶ γεμάτον ἀπὸ αἵματα. Πρόσεξέ τον πῶς μὲ τὸ ἀκάνθινο στεφάνι στὴν κεφαλή, μὲ πρόσωπο ταπεινωμένο καὶ φτυμμένο καὶ μὲ ξηραμένα χείλη, φωνάζει καὶ παρακαλεῖ τὸν Πατέρα του, γιὰ νὰ συγχωρέσῃ τοὺς σταυρωτές του: «Πάτερ, ἅφες» (Λουκ. 23,34)· μολονότι μποροῦσε νὰ νὰ διατάξη τὴν γῆ καὶ νὰ τοὺς καταπιῇ αὐτοστιγμεί! καὶ λοιπὸν ἀπὸ αὐτὸ νὰ σκεφθῇς τὸ ἑξῆς: Ἂν ἐκεῖνος ὁ Παντοδύναμος Δεσπότης συγχώρεσε τὴν ἁμαρτία τῶν τόσο θανατηφόρων ἐχθρῶν του, ποιὸ σπουδαῖο πρᾶγμα εἶναι, ἂν ἐσὺ ὁ τιποτένιος, ἂν ἐσὺ ὁ βρωμερὸς καὶ τὸ τιποτένιο σκουλῆκι τῆς γῆς, μιμηθῇς ἐκεῖνον καὶ συγχωρέσῃς τοὺς ἐχθρούς σου ἀπὸ τὴν καρδιά σου!
Γιὰ νὰ ἀποκτήσῃς τὴν ἀρετὴ τῆς ὑπακοῆς στοὺς πνευματικούς σου πατέρες καὶ γιὰ νὰ ἔχῃς ταπείνωσι στὴν καρδιά σου, σκέψου αὐτὸν τὸν προαιώνιο καὶ ὁμοούσιο Λόγο τοῦ Πατρός, ποὺ μὲ μόνο τὸ νεῦμα του ἔκτισε τὰ πάντα, πὼς ἔγινε τόσο ὑπήκοος στὸ πατρικὸ θέλημα καὶ τόσο ταπεινώθηκε, ὥστε καταδέχθηκε θάνατο, καὶ μάλιστα θάνατο σταυρικό, ὅπως εἶπε ὁ Παῦλος: «Ταπεινώθηκε θεληματικὰ ὑπακούοντας μέχρι θανάτου, καὶ μάλιστα θανάτου σταυρικοῦ» (Φιλιπ. 2,8). Μὲ τὴν λέξι τοῦ σταυροῦ δείχνει τὸν πιὸ ἄτιμο καὶ τὸν πιὸ κατάδικο καὶ τὸν πιὸ καταραμένο θάνατο, ποὺ δέχθηκε ὁ Κύριος. «Ὅποιος κρεμιέται εἶναι καταραμένος ἀπὸ τὸν Θεό» (Δευτερ. 21,23). Θάνατος τὸν ὁποῖο δὲν δέχθηκε ποτὲ ἄνθρωπος στὴν ἱστορία τοῦ κόσμου. Καὶ ἐν συντομίᾳ, πρόσεξε τὶς ἀτιμίες ποὺ ὑπέστη στὰ ἑξῆς περιστατικά: Προδίνεται ἀπὸ ἕνα μαθητή του· ὁ ἄλλος τὸν ἀρνεῖται· οἱ ὑπόλοιποι μαθητὲς καὶ ἀπόστολοι φεύγουν καὶ τὸν ἐγκαταλείπουν μόνο του! Αὐτὰ ἔγιναν γιὰ τὸν Κύριό μας αἴτια πάρα πολὺ μεγάλης ἀτιμίας. Διότι ὅλος ὁ κόσμος μιλοῦσε ἐναντίον του, ὅτι δηλαδὴ ἦταν ἄνθρωπος τόσο κακοῦ χαρακτῆρα, ὥστε καὶ αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ μαθητής του τὸν μίσησε γιὰ τὶς κακίες του καὶ τὸν πρόδωσε· καὶ ὁ ἄλλος τὸν ἀπαρνήθηκε ὡς ἀπατεῶνα καὶ ψεύτη. Καὶ κατόπιν ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι μαθητές, ἐπειδὴ δὲν τὸν ἀγαποῦσαν μὲ ἀληθινὴ ἀγάπη, ἀλλὰ ὑποκριτικά, ὕστερα τὸν μίσησαν καὶ τὸν ἐγκατέλειψαν καὶ ἔφυγαν. Στέκεται μπροστὰ σὲ πολλὰ καὶ διάφορα κριτήρια τοῦ Ἄννα, τοῦ Καϊάφα, τοῦ Πιλάτου καὶ τοῦ Ἡρῴδη! Ὁ ἀρχιλῃστὴς Βαρραβᾶς θεωρεῖται καλλίτερος ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ καὶ προτιμᾶται ἀπὸ τὸν λαό! καὶ ὅλα αὐτὰ ἀποτελοῦν πάρα πολὺ μεγάλη ἀτιμία! Περιπαίζεται ἀπὸ τὸν Ἡρῴδη, ἀφοῦ τὸν ἔντυσε λαμπρὸ φόρεμα καὶ ἀποστέλλεται συνοδευόμενος ἀπὸ τὰ βασιλικά του στρατεύματα! Περιπαίζεται ἀπὸ τὸν Πιλᾶτο μὲ τὸ ντύσιμο τῆς πορφύρας, μὲ τὸ ἀκάνθινο στεφάνι καὶ μὲ τὸ καλάμι στὸ δεξὶ τὸ χέρι καὶ προσκυνεῖται δῆθεν ὡς βασιλιὰς ψεύτικος! Φτύνεται! Σκεπάζεται τὸ πρόσωπό του καὶ ἔτσι χαστουκίζεται καὶ δέχεται χτυπήματα! Κάθε ἕνας βλέπει ὅλα αὐτὰ πόσο ἀτιμωτικὰ εἶναι. Σηκώνει μόνος του τὸ σταυρό του στοὺς ὤμους του (93) καὶ τρέχει διὰ μέσου τῆς Ἱερουσαλὴμ στὸν τόπο τοῦ Κρανίου! Ξεγυμνώνεται καὶ σταυρώνεται ὡς λῃστὴς μὲ τοὺς λῃστές, ὄχι χωρὶς καρφιά (94), ἀλλὰ μὲ καρφιά, γιὰ νὰ νομίζουν ἐκεῖνοι ποὺ θὰ τὸν βλέπουν ὅτι ἦταν ἕνας κακοποιὸς ἄνθρωπος καὶ ἀποστάτης καὶ στασιαστής! Χλευάζεται πάνω στὸ σταυρό, ὄντας ἀπὸ μία τόσο πολυάνθρωπη πόλι, ποὺ μποροῦσε τότε ἡ Ἱερουσαλὴμ νὰ ἔχῃ πάνω ἀπὸ δυὸ ἑκατομμύρια ἀνθρώπους! Μπροστὰ σ᾿ αὐτοὺς θεατρίσθηκε μάλιστα καὶ διαπομπεύθηκε μὲ τὸν τρίγλωσσο τίτλο (95) ποὺ ἦταν ἐπάνω στὸ σταυρό, καὶ ἀντὶ νὰ ποτισθῇ μὲ νερὸ στὴν δίψα του, ποτίσθηκε χολὴ καὶ ξύδι. Δὲν τέλειωσαν μέχρις ἐδῶ οἱ ἀτιμώσεις του. Καὶ μετὰ τὸν θάνατό του δέχεται λόγχη στὴν πλευρά, κηρύττεται πλάνος, καὶ ὁ Τάφος του σφραγίζεται δῆθεν γιὰ νὰ μὴν κλαπῆ! Θὰ μποροῦσε βέβαια νὰ μείνη καὶ ἄταφος ἀπὸ ἐκείνους τοὺς ἄσπλαγχνους, ἂν ὁ εὐλογημένος ἐκεῖνος Ἰωσὴφ ὁ Ἀριμαθαῖος δὲν τὸν συμπονοῦσε καὶ δὲν τολμοῦσε νὰ τὸν ζητήσῃ γιὰ νὰ τὸν ἐνταφιάσῃ.
Ἂς ντραπῆς, λοιπόν, τώρα, ἂς ντραπῆς καὶ σὺ ἀδελφὲ καὶ νὰ μὴν ὑπερηφανεύεσαι πλέον, ἀλλὰ γενικὰ νὰ μὴν ἀφήνῃς οὔτε ψιλὸς λογισμὸς ὑπερηφανείας νὰ μπαίνῃ στὴν ψυχή σου, σκεπτόμενος τὴν τόση μεγάλη ταπείνωσι τοῦ Θεοῦ σου.
Τέλος πάντων γιὰ νὰ ἀποκτήσῃς τὴν ἀρετὴ τῆς ὑπομονῆς καὶ νὰ μιμηθῇς τὸν Χριστό σου σκέψου:
Α´) Ὅτι ἡ ψυχὴ τοῦ Χριστοῦ ἔχοντας ὅλη της τὴν προσοχὴ στὸν Θεὸ Λόγο αἰσθανόταν ἔκπληξι ὅταν ἔβλεπε ἐκείνη τὴν ἀκατανόητη καὶ ἄπειρη μεγαλειότητα, μπροστὰ στὴν ὁποία ὅλα τὰ πράγματα τοῦ κόσμου εἶναι σὰν ἕνα μηδέν, νὰ ὑποφέρῃ πάνω στὴ γῆ τόσες ἀτιμίες γιὰ τὸν ἄνθρωπο (καὶ αὐτὴ μένει ἀκίνητη στὴν δόξα της), ἀπὸ τὸν ὁποῖον δὲν δέχθηκε κάτι ἄλλο, παρὰ ἀπιστίες καὶ ὕβρεις. Γιατὶ ὅσες ἀτιμίες καὶ ὕβρεις προξένησε ὁ ἄνθρωπος στὴν ἀνθρωπότητα τοῦ Χριστοῦ, τὶς ἔκανε σὲ αὐτὸν τὸν Θεὸ Λόγο, μὲ τὸν ὁποῖον ἦταν ἑνωμένη κατὰ τὴν ὑπόστασι.
Β´) Σκέψου ὅτι ὁ Θεὸς καὶ Πατὴρ θέλησε καὶ παρεκίνησε τὴν ψυχὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ τοῦ Υἱοῦ του, νὰ ὑποφέρῃ γιὰ μᾶς τὰ παρόμοια πάθη· δηλαδὴ ραπίσματα, βλασφημίες, μαστιγώσεις, ἀγκάθια καὶ στὸ τέλος τὸν σταυρικὸ θάνατο, φανερώνοντας σ᾿ αὐτήν, ὅτι τοῦ ἀρέσει νὰ τὴν βλέπῃ γεμάτη ἀπὸ κάθε εἴδους ὀνειδισμοὺς καὶ θλίψεις.
Γ´) Σκέψου βλέποντας μὲ τὸν φωτεινότατο νοῦ της, πόσο πολὺ ἀρεστὸ εἶναι αὐτὸ στὸν Θεὸ καὶ ἀγαπώντας μὲ ἀπόλυτη ἀγάπη τὴν θεϊκή του μεγαλειότητα, μόλις δέχθηκε τὴν πρόσκλησι νὰ πάθη γιὰ τὴν δική μας τὴν ἀγάπη καὶ γιὰ τὸ δικό μας παράδειγμα, δέχθηκε μὲ χαρὰ καὶ θέλησε πρόθυμα νὰ ὑπακούσῃ στὸ ἅγιο θέλημά του· καὶ ποιὸς μπορεῖ νὰ περάσῃ μὲ τὸν λογισμό του μέσα σ᾿ ἐκεῖνες τὶς βαθύτατες ἐπιθυμίες ποὺ εἶχε γι᾿ αὐτὸ ἐκείνη ἡ ψυχή, ἡ πιὸ ἀγαθὴ καὶ πιὸ καθαρὴ ἀπὸ ὅλες (96)! Αὐτὴ βρισκόταν ἐκεῖ σὰν νὰ εἶναι μέσα σὲ ἕναν λαβύρινθο ἀπὸ βάσανα, ζητώντας πάντοτε καὶ δὲν εὕρισκε (ὅπως ἤθελε) νέους τρόπους καὶ νέους ὁδοὺς παθημάτων. Καὶ γι᾿ αὐτὸ ἔδωσε ἐλεύθερα ὅλο της τὸν ἑαυτὸ καὶ τὶς ἀθωότατες σάρκες στὴν σφαγὴ καὶ τὸν κατασπαραγμὸ τῶν παρανόμων ἀνθρώπων καὶ τῶν δυνάμεων τοῦ ᾅδη, γιὰ νὰ κάνουν ἐκεῖνο ποὺ θέλουν.
Δ´) Ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ κοίταξε τὸν Ἰησοῦ σου, ποὺ μὲ ἥμερα καὶ σπλαγχνικὰ μάτια στρέφεται πρὸς ἐσένα καὶ λέγει· «Νά, παιδί μου, ποὺ γιὰ νὰ μὴ θελήσῃς νὰ ἀντισταθῇς λίγο στὰ πάθη σου, ποῦ μὲ ἔκαναν νὰ καταντήσω οἱ ἄτακτες ἐπιθυμίες σου, δὲς πόσο ὑποφέρω καὶ μὲ πόση χαρὰ γιὰ τὴν ἀγάπη σου, γιὰ νὰ σοῦ δώσω παράδειγμα ἀληθινῆς ὑπομονῆς! Σὲ παρακαλῶ, λοιπόν, παιδί μου γιὰ ὅλους μου τοὺς πόνους καὶ σὺ θεληματικὰ νὰ σηκώσῃς αὐτὸν τὸν σταυρὸ καὶ κάθε ἄλλος ποὺ θέλω, ἀφήνοντας τὸν ἑαυτό σου στὰ χέρια ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων ποὺ σὲ καταδιώκουν, στοὺς ὁποίους ἐγὼ θὰ ἀνταποδώσω σύμφωνα μὲ τὴν τιμή σου καὶ κατὰ τοῦ σώματός σου. Ὢ καὶ νὰ γνώριζες πόσο θὰ χαιρόμουνα μὲ αὐτό! καὶ αὐτὸ μπορεῖς νὰ τὸ δῇς στὶς πληγὲς αὐτὲς τὶς ὁποῖες δέχθηκα μὲ ὑπερβολικὴ χαρά, σὰν πολύτιμα καὶ ἀγαπητὰ πράγματα γιὰ νὰ στολίσω μὲ πολύτιμες ἀρετὲς τὴν φτωχή σου ψυχή, ποὺ εἶναι ἀγαπημένη ἀπὸ ἐμένα, περισσότερο ἀπὸ ὅλο ἐκεῖνο, ποὺ δὲν μπορεῖς νὰ ἐννοήσῃς! καὶ ἂν ἐγὼ κατάντησα γιὰ σένα σὲ τόσα πάθη, γιατὶ καὶ σύ, ἀγαπητή μου νύφη, νὰ μὴ θέλῃς νὰ πάθης κάτι, γιὰ νὰ θεραπεύσῃς τὴν καρδιά μου καὶ νὰ γλυκάνης τὶς πληγὲς ποὺ μοῦ προξένησε ἡ ἀνυπομονησία σου, ποὺ ἔδωσε μεγαλύτερη πίκρα ἀπὸ τὶς δικές μου πληγές;».
Ε´) Σκέψου καλὰ ποιὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ μιλάει μαζί σου μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ καὶ θὰ ἰδῆς ὅτι εἶναι Αὐτὸς ὁ Βασιλιὰς τῆς Δόξης, Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος! Σκέψου καὶ τὸ μέγεθος τῶν βασάνων καὶ τῶν ὕβρεων ποὺ δὲν ἄξιζε νὰ γίνουν ἀκόμη καὶ στὸν χειρότερο λῃστὴ τοῦ κόσμου! Δὲς τὸν Κύριό σου νὰ στέκεται ἀνάμεσα σὲ τόσα βάσανα, ὄχι μόνο ἀκίνητος καὶ μὲ θαυμάσια ὑπομονή, ἀλλὰ καὶ νὰ χαίρεται σὰν νὰ ἦταν στοὺς γάμους του! καὶ ὅπως μὲ λίγο νερὸ ἀνάβει περισσότερο ἡ φωτιά, ἔτσι μὲ τὴν αὔξησι τῶν βασάνων, ποὺ ἦταν μικρὰ μπροστὰ στὴν τόσο πλούσια ἀγάπη του, περίσσευε ὅλο καὶ περισσότερο ἡ χαρὰ καὶ ἡ ἐπιθυμία νὰ ὑποφέρῃ μεγαλύτερα!
ΣΤ´) Σκέψου κατόπιν ὅλο ἐκεῖνο τὸ αἴτιο, γιὰ τὸ ὁποῖο ἔπαθε αὐτὰ ὁ σπλαγχνικώτατος Κύριος, (ὄχι χωρὶς τὴν θέλησί του, ἀλλὰ θεληματικὰ καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη του πρὸς ἐσένα)· ἦταν γιὰ νὰ γυμνάζεσαι καὶ σύ, μιμούμενος ἐκεῖνον, στὴν ἀρετὴ τῆς ὑπομονῆς, γιὰ νὰ περνᾷς πιὸ μέσα σε ἐκεῖνο ποὺ αὐτὸς θέλει ἀπὸ σένα καὶ στὴ χαρὰ ποὺ θὰ σοῦ δώσῃ, ἂν ἀγωνίζεσαι στὴν ἀρετὴ αὐτή, γιὰ νὰ σηκώσῃς ὄχι μόνο μὲ ὑπομονή, ἀλλὰ καὶ μὲ χαρὰ καὶ μὲ θερμότατη ἀγάπη τὸ σταυρό σου καὶ κάθε ἄλλη θλίψι, γιὰ νὰ μιμηθῇς καλύτερα τὸν Θεό σου, γιὰ νὰ τὸν ἀναπαύσῃς περισσότερο. Ἔτσι βάζοντας μπροστὰ στὰ μάτια σου τοὺς ὀνειδισμοὺς καὶ τὶς πικρίες ποὺ γεύθηκε γιὰ σένα ὁ Κύριός σου καὶ τὴν καρτερία καὶ τὴν ὑπομονή του, πρέπει νὰ αἰσθανθῇς αἰσχύνη καὶ ντροπὴ γιατὶ ὅλοι σου οἱ πόνοι καὶ οἱ θλίψεις καὶ καταφρονήσεις καὶ ὅλη σου ἡ ὑπομονή, μὲ σύγκρισι ἐκείνων, δὲν εἶναι ἀληθινὴ ὑπομονή, ἀλλὰ μία σκιὰ ὑπομονῆς· καὶ νὰ φοβηθῇς καὶ νὰ τρομάξης ποὺ ἀκόμη ὑπάρχει μέσα στὴν καρδιά σου ἕνας μικρὸς λογισμὸς νὰ μὴ θέλῃς νὰ ὑποφέρῃς γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Κυρίου σου.
Αὐτὸς ὁ σταυρωμένος Κύριος, εἶναι, παιδί μου, τὸ βιβλίο ποὺ σοῦ δίνω νὰ μελετᾷς συνέχεια, ἀπὸ τὸ ὁποῖο μπορεῖς νὰ μάθης τὴν ἀληθινὴ εἰκόνα κάθε ἀρετῆς. Γιατὶ αὐτὸς μὲ τὸ νὰ εἶναι βίβλος ζωῆς, ὄχι μόνο διδάσκει τὸν νοῦ μὲ λόγια, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ ζωντανό του παράδειγμα ζεσταίνει τὴν θέλησι. Ἀπὸ βιβλία εἶναι γεμάτος ὅλος ὁ κόσμος. Ἀλλὰ παρὰ ταῦτα, δὲν μποροῦν ὅλα μαζὶ τὰ βιβλία τόσο τέλεια νὰ σοῦ διδάξουν τὸν τρόπο γιὰ νὰ μπορέσῃς νὰ ἀποκτήσῃς ὅλες τὶς ἀρετές, ὅπως σὲ διδάσκει ὁ Ἰησοῦς.
Σ᾿ αὐτὸν τὸν σταυρωμένο σὲ συμβουλεύω, παιδί μου, νὰ προστρέχῃς καὶ νὰ τὸν καταφιλῇς μὲ δάκρυα καὶ νὰ τὸν ἀγκαλιάζῃς μὲ θέρμη κάθε φορὰ ποὺ θὰ σὲ δαγκάσουν τὰ νοητὰ φίδια τῶν δαιμονικῶν καὶ τῶν ἀνθρώπινων πειρασμῶν, καὶ σίγουρα θὰ γιατρευθῇς ἀπὸ τὶς πληγές σου, ὅπως κάποτε καὶ οἱ Ἑβραῖοι γιατρεύονταν ἀπὸ τὰ δαγκώματα τῶν ἀληθινῶν φιδιῶν, ὅταν ἔβλεπαν πάνω στὸ ξύλο νὰ εἶναι κρεμασμένο τὸ χάλκινο φίδι, ποὺ προτύπωνε τὸν Κύριό μας, ὅπως ἔλεγε ὁ ἴδιος: «Καὶ ὅπως ὁ Μωυσῆς ὕψωσε στὴν ἔρημο τὸ χάλκινο φίδι, ἔτσι πρέπει νὰ ὑψωθῇ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε καθένας ποὺ πιστεύει σ᾿ αὐτὸν νὰ μὴ χάνεται, ἀλλὰ νὰ ἔχῃ ζωὴ αἰώνια» (Ἰω. 3,14).
Γνώριζε καὶ αὐτό, παιδί μου, ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ ξοδεύουν πολλὲς ὧρες κλαίοντας κάθε πάθος τοῦ Κυρίου μας καὶ ἀναλογίζονται τὴν ὑπομονή του καὶ κατόπιν στὶς δυστυχίες καὶ ἀσθένειες καὶ δοκιμασίες καὶ ἀτιμίες καὶ ὕβρεις ποὺ τοὺς συμβαίνουν φαίνονται ἀνυπόμονοι, αὐτοὶ μοιάζουν μὲ τοὺς δειλοὺς στρατιῶτες τοῦ κόσμου, ποὺ πρὶν ἀπὸ τὴν μάχη κάτω ἀπὸ τὰ ἀντίσκηνα ὑπόσχονται μεγάλα πράγματα καὶ πολεμοῦν καὶ νικοῦν μόνοι τους· ὅταν ὅμως φανοῦν οἱ ἐχθροί, ἐγκαταλείπουν τὰ ὅπλα καὶ τρέπονται σὲ φυγή. Ποιὸ πρᾶγμα μπορεῖ νὰ εἶναι πιὸ ἀνόητο καὶ χωρὶς φρόνησι καὶ πιὸ καταγέλαστο, ἀπὸ τὸ νὰ ἀναλογίζεται κανεὶς τὶς ἀρετὲς τοῦ Κυρίου καὶ νὰ τὶς ἀγαπᾷ καὶ νὰ τὶς θαυμάζῃ καὶ κατόπιν νὰ τὶς λησμονῇ ἐντελῶς ἢ νὰ μὴ τὶς τιμᾷ, ὅταν ἔλθη καιρὸς νὰ τὶς ἐξασκήσῃ;
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
93. Τὸ μέγεθος τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἦταν στὸ μῆκος τοῦ δεκαπέντε ποδῶν, στὸ πλάτος του, δηλαδὴ στὸ πλάγιο ξύλο, ὀκτὼ ποδῶν, ὅπως εἶναι παλιὰ παράδοσις. Γι᾿ αὐτὸ ἑπόμενο ἦταν, ἀπὸ τὸ πολὺ βάρος τοῦ Σταυροῦ νὰ μὴν μποροῦσε πλέον ὁ Ἰησοῦς νὰ τὸν σηκώσῃ, ὡς ἀποκαμωμένος ἀπὸ τὰ προηγούμενα βασανιστήρια. Γι᾿ αὐτὸ καὶ στὸ δρόμο πολὺ συχνὰ γονάτιζε, πράγμα τὸ ὁποῖο βλέποντάς το οἱ στρατιῶτες ἀγγάρεψαν τὸν Σίμωνα γιὰ νὰ τὸν σηκώσῃ, ὄχι ἐπειδὴ τὸν σπλαγχνίσθηκαν, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἐφοβοῦντο μήπως πεθάνη στὸν δρόμο, πρὶν δεχθῇ τὸν ἀτιμωτικὸ θάνατο τοῦ Σταυροῦ.
94. Ἡ σταύρωσις μὲ τὰ καρφιὰ συνηθίζονταν στοὺς Ρωμαίους ὄχι γιὰ κάθε ἄνθρωπο, ἀλλὰ στοὺς πιὸ ὑπόδικους καὶ κακοποιούς, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν ἀπόφασι τοῦ Πιλάτου κατὰ τοῦ Χριστοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ πολλοὶ ἔχουν τὴν γνώμη ὅτι οἱ δυὸ λῃστὲς δὲν σταυρώθηκαν μὲ καρφιά, ὅπως ὁ Ἰησοῦς, ἀλλὰ δέθηκαν σφιχτὰ μὲ σχοινιά.
95. Ὁ τίτλος γράφτηκε σὲ τρεῖς γλῶσες, γιὰ νὰ καταλάβουν ὅλοι, Ρωμαῖοι, Ἕλληνες καὶ Ἑβραῖοι ὅτι τάχα ὁ Ἰησοῦς ἦταν ἀποστάτης τῆς βασιλείας καὶ μόνος του θέλησε νὰ κάνῃ τὸν ἑαυτό του βασιλιά. Γιὰ χάρι τῶν φιλολόγων προσθέτουμε καὶ τὰ λόγια τῶν τριῶν γλωσσῶν. Τὰ Ἑβραϊκὰ ἦταν τὰ ἑξῆς: «Γιεσουὰ Ναζωρὶ μέλεχ Γεχουντίμ», τὰ Ἑλληνικὰ « Ἰησοῦς Ναζωραῖος Βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων», καὶ τὰ Ρωμαϊκὰ «Γιέζους Ναζαρέννους ρὲξ Γιουνταιόουμ».
96. Ὅπως ἀπὸ τὸν καπνὸ γνωρίζουμε τὴν φωτιά, ἔτσι ἀπὸ κάποια ἐξωτερικὰ σημεῖα μποροῦμε νὰ καταλάβουμε ταπεινὰ τὴν ἐσωτερικὴ φωτιὰ τῆς ἀμέτρητης ἐπιθυμίας ποὺ εἶχε ὁ Κύριος γιὰ νὰ πάθη· αὐτὰ ἐν συντομίᾳ εἶναι: τὸ νὰ ἐλέγχῃ τὸν Πέτρο καὶ νὰ τὸν ὀνομάζῃ Σατανᾶ, διότι τὸν ἐμπόδιζε νὰ πάῃ στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ νὰ μὴν πάθη: «Πήγαινε πίσω μου Σατανᾶ, διότι δὲν φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων» (Ματθ. 16,23)· ἡ ὑπερβολικὴ στενοχώρια τοῦ πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος, πότε δηλαδὴ νὰ ἔλθη ἡ ὥρα γιὰ νὰ πάθη· διότι αὐτὸ φανερώνει τὸ «ἔχω βάπτισμα γιὰ νὰ βαπτισθῶ, καὶ μὲ κατέχει μία ἀνυπομονησία μέχρις ὅτου τελειώσει» (Λουκ. 12,50)· τὸ νὰ ὀνομάζῃ τὸ πάθος καὶ τὸν θάνατο ποτήριο, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο, κατὰ τὸν ἱερὸ Θεοφύλακτο δείχνει χαρὰ καὶ ἡδονὴ καὶ γιορτή, τὴν ὁποία δέχονται αὐτοὶ ποὺ πίνουν τὸ κρασί. «Τὸ ποτήριο ποὺ μοῦ ὤρισε ὁ Πατέρας δὲν θὰ τὸ πιῶ;» (Ἰω. 18,11)· τὸ νὰ τρέχῃ τὰ μεσάνυχτα νὰ περνάῃ τὸν χείμαρρο τῶν Κέδρων καὶ νὰ φροντίζῃ νὰ ἔλθη στὸν Κῆπο, τὸν ὁποῖο γνώριζε ὁ Ἰούδας καὶ νὰ δείχνῃ μὲ αὐτὸ ὅτι θεληματικὰ ἔρχεται στὸ πάθος, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· «Ἀφοῦ εἶπε αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, βγῆκε μαζὶ μὲ τοὺς μαθητές του καὶ πῆγαν στὴν ἀπέναντι πλευρὰ τοῦ χειμάρρου τῶν Κέδρων. Ἐκεῖ ἦταν ἕνας κῆπος, ὅπου μπῆκε ὁ Ἰησοῦς καὶ οἱ μαθητές του. Αὐτὸν τὸν τόπο τὸν γνώριζε καὶ ὁ Ἰούδας» (Ἰω. 18,1-2)· τὸ νὰ βγαίνῃ μόνος του νὰ λέῃ στοὺς στρατιῶτες ὅτι αὐτὸς εἶναι γιὰ νὰ τὸν πιάσουν «ἐγὼ εἶμαι» (Ἰω. 18,5), ὅπως ἑρμηνεύει καὶ ὁ Σολομώντας στὸ ᾆσμα τὸ ἐθελούσιο πάθος τοῦ Κυρίου καὶ εἶπε ἐκ μέρους του: «Θὰ πορευθῶ στὸ βουνὸ τῆς σμύρνης» (4,6), δηλαδὴ τοῦ θανάτου καὶ τῆς νεκρώσεως, γιατὶ τέτοιο ἔγινε τὸ ὄρος τοῦ Γολγοθᾶ σύμφωνα μὲ τὴν ἑρμηνεία τοῦ Νύσσης, τοῦ Μαξίμου καὶ τοῦ Νείλου· τὸ νὰ ἔχῃ χαρούμενα τὰ μάτια ὅταν κρεμόταν πάνω στὸ σταυρό, σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο τοῦ Ἰακώβ· «Χαρούμενα εἶναι τὰ μάτια του ἀπὸ τὸ κρασί» (Γεν. 49,12) κατὰ τὴν ἑρμηνεία τοῦ Κυρίλλου. Μὲ ἰδιαίτερο ὅμως τρόπο καὶ ἔμφασί μας δείχνουν τὴν ἄπειρη ἀγάπη καὶ ἐπιθυμία ποὺ εἶχε ὁ Χριστὸς νὰ πάθη καὶ νὰ παθαίνῃ πάντοτε γιὰ μᾶς αὐτὰ τὰ δυό· α) ἡ παράδοσις τῶν θείων μυστηρίων, στὰ ὁποῖα μυστηριακὰ καὶ πνευματικὰ πεθαίνει πάντοτε καὶ παθαίνει ἀλλὰ καὶ ἀνασταίνεται ὁ Χριστός· β´) ἡ ἱστορία ποὺ ἀναφέρει ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης στὴν ἐπιστολή του πρὸς Δημόφιλο· διότι λέγει ὅτι ὁ ἀπόστολος Κάρπος ὄντας στὴν Κρήτη, λυπόταν καὶ παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ κολάσῃ ἕναν ἀσεβῆ, ποὺ ἕναν χριστιανὸ τὸν ὡδήγησε στὴν πλάνη καὶ τὴν ἀσέβεια. Ἐκεῖ λοιπὸν ποὺ προσευχόταν κατέβηκε ὁ Κύριος μὲ πλῆθος ἀπὸ ἀγγέλους καὶ ἀφοῦ τοῦ ἅπλωσε τὸ δεξί του χέρι, τοῦ εἶπε νὰ τὸν χτυπᾷ· γιατὶ παρόλο ποὺ οἱ ἄνθρωποι τὸν σταυρώνουν καὶ γι᾿ αὐτὸ κολάζονται, αὐτὸς εἶναι ἕτοιμος νὰ πεθάνη γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων πολλὲς φορές· «χτύπησέ με λοιπὸν διότι καὶ πάλι εἶμαι ἕτοιμος νὰ πεθάνω γιὰ ἀνθρώπους ποὺ πάλι θέλουν νὰ σωθοῦν, καὶ αὐτό μου εἶναι ἀγαπητό, ἀφοῦ δὲν θὰ ὑπάρχουν ἄλλοι ἄνθρωποι νὰ ἁμαρτάνουν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου