Ο Άγιος Δημήτριος, από τους ενδοξότερους και δημοφιλέστερους Αγίους της Ορθοδοξίας, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 280 μ.Χ., κατά τους χρόνους που βασίλευε ο μεγάλος διώκτης του Χριστιανισμού, ο Διοκλητιανός. Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, σε νεαρή ηλικία κατατάχθηκε στο ρωμαϊκό στρατό και έφτασε μέχρι το βαθμό του χιλιάρχου, δηλαδή συνταγματάρχης, σε ηλικία 22 μόλις ετών. Ήταν από τη φύση του φιλομαθής, ερευνητικός άνθρωπος που έψαχνε το υψηλό και αληθινό, το οποίο βρήκε στη χριστιανική πίστη, στην Ορθοδοξία.
Έγινε διαπρύσιος κήρυκας του Ευαγγελίου σχηματίζοντας ένα κύκλο νεαρών μαθητών, τους οποίους δίδασκε την Αγία Γραφή (Παλαιά και Καινή Διαθήκη), στις υπόγειες κατακόμβες πλησίον των δημοσίων λουτρών της πόλεως. Κατά τη διάρκεια μιας από αυτές τις συναθροίσεις (303 μ.Χ.), συνέλαβαν τον «μακαριότατο Δημήτριο εκ γένους των περιδόξων» οι στρατιώτες του Γαλέριου, με την κατηγορία ότι συμμετέχει ενεργά στις χριστιανικές συγκεντρώσεις και τον οδήγησαν ενώπιον του αυτοκράτορος Μαξιμιανού, ο οποίος παρεπιδημούσε στη Θεσσαλονίκη.
Όταν ο Άγιος πλησίασε τον αυτοκράτορα, αυτός του ζήτησε να απαρνηθεί την πίστη του. Ο θαρραλέος μάρτυρας και ακλόνητος τη πίστη ομολόγησε «Τω Χριστώ μου πιστεύω μόνον». Εξοργισμένος ο λυσσαλέος και μανιώδης Μαξιμιανός από τη στάση του μάρτυρος, διέταξε τη φυλάκισή του.
Στη φυλακή βρισκόταν και ένας νεαρός Χριστιανός, ο Νέστορας (είναι Άγιος και τιμάται στις 27 Οκτωβρίου), ο οποίος θα αντιμετώπιζε σε μονομαχία τον φοβερό μονομάχο της εποχής, το Λυαίο. Πριν να διεξαχθεί η μάχη, ο Νέστορας πλησίασε το Δημήτριο και του ζήτησε τη βοήθειά του. Ο Δημήτριος του έδωσε την ευχή του, με αποτέλεσμα ο Νέστορας να νικήσει το φοβερό Λυαίο, που κανένας δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα μαζί του. Αυτό όμως προκάλεσε την οργή του αυτοκράτορος. Έτσι, διέταξε όπως θανατωθούν και οι δύο, ο Δημήτριος και ο Νέστορας.
Ο Άγιος είναι ο πολιούχος της Θεσσαλονίκης.
Ένα από τα πολλά θαύματα του Αγίου είναι και το ακόλουθο. Το 1823 μ.Χ. οι Τούρκοι, οι οποίο βρίσκονταν αμπαρωμένοι στην Ακρόπολη της Αθήνας ετοίμαζαν τα πυρομαχικά τους για να χτυπήσουν με τα κανόνια τους, τους Έλληνες που βρίσκονταν στο ναό του Αγίου Δημητρίου. Τότε ο Άγιος Δημήτριος έκανε το θαύμα του για να σωθούν οι Χριστιανοί. Η πυρίτιδα έσκασε στα χέρια των Τούρκων καταστρέφοντας και τμήμα του μνημείου του Παρθενώνα. Για να θυμούνται αυτό το θαύμα, ο ναός ονομάστηκε από τότε Άγιος Δημήτριος Λουμπαρδιάρης, από την λουμπάρδα δηλαδή το κανόνι των Τούρκων που καταστράφηκε.
Απολυτίκιο Αγίου Δημητρίου
Μέγαν εύρατο εv τοις κιvδύvοις, σε υπέρμαχοv, η οικουμένη, Αθλοφόρε τα έθνη τροπούμενον. Ως ουν Λυαίου καθείλες την έπαρσιν, εν τω σταδίω θαρρύvας τον Νέστορα, ούτως Άγιε, Μεγαλομάρτυς Δημήτριε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος
Το Εγκώμιο του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά στον Άγιο Δημήτριο τον Μυροβλύτη
«Εμοί δε λίαν ετιμήθησαν οι φίλοι σου ο Θεός, λίαν εκραταιώθησαν αι αρχαί αυτών».
Με αυτόν τον στίχον του Δαβίδ αρχίζει ο Εν Αγίοις Πατήρ ημών Γρηγόριος ο Παλαμάς το εγκώμιο του στον Μυροβλύτη άγιο, που σαν Μεγαλομάρτυς ανήκει και αυτός στις «αρχές», δηλαδή στην ηγεσία των Άγιων και Φίλων του Θεού.
«Εγώ με πολλή τιμή περιβάλλω τους φίλους σου, Θεέ μου· μεγάλη εξουσία και παρρησία έχουν εκείνοι που προεξάρχουν μεταξύ τους», θα λέγαμε κι εμείς σήμερα, δίνοντας όμως στα ίδια αυτά λόγια του Προφητάνακτος πολύ πιο ευρύ περιεχόμενο. Διότι για μας Φίλοι του Θεού είναι και οι δύο Άγιοι, και ο Εγκωμιάζων και ο Εγκωμιαζόμενος· αλλά ακόμη και οι φίλοι των Φίλων του Θεού, ο φιλάγιος και Παναγιώτατος Ποιμενάρχης κύριος Παντελεήμων με το ευλαβές του ποίμνιο, που με τον θείο ζήλο τους για την τιμή και τον έπαινο των όντως μεγάλων Αγίων της Αποστολικής Μητροπόλεως δεν παύουν από του να επισύρουν άθελα επάνω τους τον δίκαιο έπαινο και την αγάπη της στρατευόμενης αλλά και της θριαμβευούσης Εκκλησίας του Χριστού.
Ο λόγος του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, τον οποίο πρέπει σήμερα να παρουσιάσουμε ανταποκρινόμενοι σε τιμητική πρόσκληση του Παναγιωτάτου, πρέπει, σύμφωνα με εσωτερικά τεκμήρια, να εκφωνήθηκε από τον Άγιο σε ένα από τα έτη της αρχιερατείας του στην Θεσσαλονίκη, κατά την ημέρα της εορτής του Αγίου Δημητρίου και μάλιστα μετά το Ευαγγέλιο της πανηγυρικής Θείας Λειτουργίας μέσα στον πάνσεπτο τούτο ναό, και αποτελεί άριστο δείγμα του εορτα-στικού εγκωμιαστικού λόγου, στο οποίο ανήκει.
«Ο μεν πόθος μας παρακινεί να μιλήσουμε ανάλογα με τη δύναμη μας, και η περίσταση απαιτεί τον επίκαιρο λόγο, και το οφειλόμενο χρέος βιάζοντας μας δεν μας αφήνει να θαυμάσουμε άνευ λόγων το υπέρ λόγον μεγαλείο του Μάρτυρος», λέγει κάπου στην αρχή του λόγου του ο Άγιος. Η μακρά παράδοση του εορτασμού της μνήμης του Αγίου Δημητρίου στην Θεσσαλονίκη φαίνεται ότι είχε δημιουργήσει ένα Ιδιαίτερο τυπικό, το οποίο εγνώριζε καλά ο Άγιος Γρηγόριος, μια και είχε ζήσει αρκετό διάστημα σ’ αυτήν, ακόμη και πριν αρχιερατεύσει. Αυτό το τυπικό φαίνεται ότι καθώριζε το περιεχόμενο της ομιλίας του, και αυτό τον κάνει να αισθάνεται λίγο περιωρισμένος. Θα ήθελε ίσως, παίρνοντας μόνον αφορμή από τον Μάρτυρα, να επιμείνει σε πνευματικά θέματα, όμως είναι υποχρεωμένος να αναφέρει, όπως κάθε χρόνο, τα απαραίτητα, μα πασίγνωστα πια μαρτυρολογικά στοιχεία, πράγμα που τον κάνει να σκεφθεί λίγο και την δυνατότητα της σιωπής. Τελικά όμως, όπως φαίνεται στην συνέχεια, καταφέρνει να τα συγκεράσει όλα, και αγιολογία και ηθική διδασκαλία και θεολογία και ρητορεία και ερμηνευτική, σε έναν αριστοτεχνικό εγκωμιαστικό λόγο, απόλυτα Ισορροπημένο και απαλλαγμένο από το πολύ σύνηθες σε τέτοια έργα στοιχείο της υπερβολής.
Θα ήταν μάταιο, νομίζουμε, μέσα στα πλαίσια μιας σύντομης ομιλίας να επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε έστω και εν περιλήψει ολόκληρο τον ειρμό και το περιεχόμενο του λόγου. Όσο για λογοτεχνική ανάλυση και αξιολόγηση, που οπωσδήποτε ξεφεύγει τις δυνατότητές μας, αρκούμεθα να εκφράσουμε ευλαβικά τον θαυμασμό μας για τα «κάλλη του φθέγματος» του θείου Γρηγορίου του Παλαμά που του προσετέθησαν από την θεία Πρόνοια, για να διατύπωση επάξια «τα βάθη του Πνεύματος» που «εξεζήτησε» και αυτός, όπως ακριβώς και ο συνώνυμος του θεολόγος. Ας μας επιτραπεί λοιπόν να μεταφέρουμε κατ’ εκλογήν ωρισμένες μόνο από τις βασικές τοποθετήσεις του λόγου παρατρέχοντας τα πάμπολλα ευρήματα και τους βιβλικούς παραλληλισμούς, που ίσως μόνο μια δόκιμη μετάφραση θα μπορούσε να αποδώσει.
Ήδη εκ προοιμίων, αλλά και πολύ συχνά στη μετέπειτα ροή του λόγου, ο Άγιος Γρηγόριος επιμένει στα πολλαπλά χαρίσματα της αγιότητος του Δημητρίου. Η μετά ευχαριστίας αποστέρηση τής κατά κόσμον ευτυχίας και δόξης τον κατατάσσουν μεταξύ των δικαίων, με τους οποίους όμως συγκρινόμενος —και μάλιστα με τον Ιώβ— βρίσκεται πολύ ανώτερος. Αξιώθηκε και προφητικής χάριτος, όπως φαίνεται από τους λόγους του προς τον Νέστορα, που ευλαβικά μας διέσωσε η παράδοση: «Και τον Λυαίον νικήσεις και υπέρ Χριστού μαρτυρήσεις». Η προ του μαρτυρίου ιεραποστολική του δράσις στην Θεσσαλονίκη από την επίσημη μάλιστα θέση του υπάτου, αλλά και η μετά θάνατον διά των Θαυμάτων του Αγίου μεταστροφή ολοκλήρου της πόλεως στον Χριστιανισμό είναι μάρτυρες της αποστολικής χάριτος και αξίας που του εδόθη. Η παρθενία του και η άμεμπτη προ του μαρτυρίου ζωή του τον κατατάσσουν αυτοδικαίως και στις τάξεις των οσίων. Η «σπουδή τής σοφίας» και «η περί λόγους παιδεία», που τον κοσμούσαν σαν ανώτατο αξιωματούχο του κράτους, του δίδουν το χρίσμα του διδασκάλου. Μάλιστα στον «ωρατίωνα», τον κοντό εκείνο αγορευτικό μανδύα που φορούσαν ατούς ώμους οι Ρωμαίοι αξιωματούχοι, και στον υπατικό δακτύλιό του, που μετά το μαρτύριό του άρχισαν να θαυματουργούν στα χέρια του Λούπου, ο Άγιος Γρηγόριος δεν κρύβει πως βλέπει κάποιο συμβολισμό της «μυστικώς δεδομένης διδασκαλικής αξίας και προεδρίας». Μόνη η ορατή ιερωσύνη του λείπει, όπως φαίνεται να υπονοεί η φράση: «…μόνος ή πάνυ μετ’ ολίγων τα πάντα τελεί». Ιδιαίτερα στο θέμα της παρθενίας του Αγίου Δημητρίου επανέρχεται πολλές φορές ο παρθένος και μοναχός Παλαμάς, το ειδικό όμως αυτό θέμα έχει εξαντλήσει ολόκληρο συνέδριο που διωργανώθηκε μέσα στον ιερό τούτο χώρο.
Με τη σειρά μας θα λέγαμε πως η συνάντηση αυτή όλων των γνωρισμάτων της αγιότητας σε ένα και το αυτό πρόσωπο είναι χαρακτηριστικό όλων των μεγάλων Αγίων της Εκκλησίας μας. Και για να μην πάμε πολύ μακριά, ο βίος αυτού του ιδίου του μεγάλου Παλαμά, τον αποδεικνύει όχι μόνον όσιο και διδάσκαλο και Ιεράρχη, αλλά και προφήτη και απόστολο και μάρτυρα τη προαιρέσει. Έτσι επαληθεύεται και πάλι το ότι μόνον ένας μεγάλος μπορεί να καταλάβει και να επαινέσει επάξια έναν μεγάλο.
Ένα άλλο κεντρικό σημείο του λόγου είναι ο παραλληλισμός του Αγίου Δημητρίου με τον Χριστό, η επισήμανση δηλαδή στο πρόσωπο του Μεγαλομάρτυρος ενός «τύπου Χριστού μετά Χριστόν», αν είναι δυνατόν να λεχθή κάτι τέτοιο. Το στοιχείο αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο. Βέβαια για κάθε άγιο Ισχύει το του Αποστόλου Παύλου: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Στον Άγιο Δημήτριο όμως όλα τα βιογραφικά στοιχεία με αφορμή και αφετηρία την λόγχευση της πλευράς συντείνουν σε μία όχι μόνο μυστική, αλλά και εξωτερική εξεικόνιση του Χριστού στο πρόσωπό του: Το νεανικό τής ηλικίας, η παρθενία, η διδασκαλική δράσις που επιστεγάζεται από το εκούσιο μαρτύριο, η τετρωμένη πλευρά που γίνεται πηγή μύρου και Ιάσεων, ο εξιλαστικός χαρακτήρας που παίρνει το μαρτύριο του Αγίου υπέρ μιας ολοκλήρου πόλεως είναι στοιχεία που πολύ νωρίς επεσημάνθησαν και ίσως πήραν τις ανάλογες λατρευτικές προεκτάσεις. Ενώ μεταγενέστερα επί του αγίου Συμεών αποκρυσταλλώνονται πλέον λειτουργικά και υμνογραφικά σε ακολουθίες και ύμνους σαν αυτούς που ακούγονται Ιδιαίτερα κατά τους όρθρους όλης αυτής της εβδομάδος μέσα στον εφέστιο τούτο ναό του Μεγαλομάρτυρος.
Ειδικά, ο Άγιος Γρηγόριος, εκτός από την εφαρμογή ορισμένων χριστολογικών χωρίων και τύπων της Παλαιάς Διαθήκης που κάνει στον Άγιο Δημήτριο, αναφερόμενος και στην πολλαπλή λόγχευση της πλευράς του, την θεωρεί αναπλήρωση των «υστερημάτων των θλίψεων του Χριστού» κατά τον Απόστολο Παύλο, η οποία γίνεται από τους Αγίους υπέρ του Σώματός Του που είναι η Εκκλησία.
«Τελειωθείς εν ολίγω επλήρωσε χρόνους μακρούς». Τα ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία του μάρτυρος και το σύντομο μαρτύριό του θέτουν πάντοτε σε δοκιμασία την φιλοπράγμονα διάθεση των περί τα συναξαριακά ενασχολούμενων ευλαβών, όπως ακριβώς και εκείνου του Αγιορείτη ασκητή Βιταλίου, που αναφέρεται στις διηγήσεις των θαυμάτων του Αγίου. Να η απορία του, όπως την συνοψίζει ο αφηγητής του θαύματος Σταυράκιος «Αφού τόσο σύντομος ήταν ο μαρτυρικός αγώνας του και ακαριαίο το μαρτύριό του και μόνη η πλευρά του επλήγη, τί ήταν αυτό που του προξένησε την τόση αφθονία των μύρων;» Υπάρχουν πολλοί μάρτυρες που και περισσότερα και δριμύτερα και πιο μακροχρόνια βάσανα υπέμειναν και παρθένοι ήσαν και ίσως να ετελειώθησαν και με λόγχευση της πλευράς κατά μίμηση του Χριστού. Τί είναι εκείνο που ανέδειξε μεγαλομάρτυρα και οικουμενικό θαυματουργό τον Δημήτριο;
«Επί τω Δημητρίω ακραιφνώς τα πάντα συνέδραμον» σπεύδει να απαντήσει ο ρητορικώτατος Σταυράκιος, προτού διηγηθεί το σχετικό θαύμα που έπεισε τελικά στην πράξη τον Βιτάλιο. Στο σημείο αυτό ο θείος Γρηγόριος αισθάνεται ότι έχει να πει περισσότερα. Και εδώ μόνος αυτός μπορεί να καταλάβει και να ερμηνεύσει τον Μάρτυρα βάσει της δικής του εμπειρίας. Να λοιπόν πως εξηγεί αυτός εκείνο το «ακραιφνώς» του Σταυρακίου: «Γιατί ούτε στον νου του, λέγει, δεν καταδέχθηκε ποτέ να βάλει (ο Άγιος) κάτι από τα μη θεοσεβή, ούτε ξεκίνησε να κάνει καμμιά πράξη όχι θεάρεστη. Αλλά αφού φύλαξε αμίαντη στον εαυτό του την Θεία Χάρη του κατά Χριστόν βαπτίσματος, είχε πάντοτε το θέλημά του σύμφωνο με τον νόμο του Κυρίου». Και λίγο πιό κάτω: «(Ο Δημήτριος) ήταν ωραίος, όχι μόνον κατά τον έξω αισθητό άνθρωπο, αλλά πολύ περισσότερο κατά τον εσωτερικό και αόρατο, τον οποίο βλέποντας ο καρδιογνώστης Θεός τόσο αιχμαλωτίσθηκε από το νοερό κάλλος του, ώστε να ευδοκήσει να σκηνώσει μέσα σ’ αυτόν και να αποτελέσει ένα πνεύμα με αυτόν, και ξεκινώντας από εκεί να τον κάνει ολόκληρο θείο».
Ο Δημήτριος δηλαδή είχε φθάσει διά της νήψεως ήδη και προ του μαρτυρίου στην τελειότητα και στη θέωση και έτσι, κατά την ανεξερεύνητη βουλή του Θεού, δεν χρειαζόταν παρά ένα σύντομο μαρτύριο, με το οποίο σαν άλλος πνευματικός στάχυς θα θεριζόταν, για να συναχθεί στις ουράνιες αποθήκες. Τα φοβερά βασανιστήρια από τα οποία έπρεπε να περάσουν άλλοι μάρτυρες υποβασταζόμενοι από την Χάρη του Θεού, για να δοκιμασθεί έτσι και να ατσαλωθεί η προαίρεσή τους, δεν χρειαζόταν στον Δημήτριο, γιατί αυτός, όπως λέγει ο θείος Παλαμάς, «πριν ή γνώναι το κακόν, εξελέξατο το αγαθόν». Με την νηπτική εργασία, στην οποία ήταν θεοδίδακτος, είχε καταστεί τόσο τέλειος κατά την προαίρεση, ώστε ο πειράζων, μη βλέποντας καμμιά πιθανότητα επιτυχίας, μετά τον πρώτο ανιχνευτικό πειρασμό του σκορπιού, δεν τόλμησε να επιστρέψει από φόβο μήπως πολλαπλασιάσει τους στεφάνους του Μάρτυρος.
Όλα αυτά βέβαια δεν αναφέρονται επί λέξει στο εγκώμιο και ας μας συγχωρήσει ο Άγιος Γρηγόριος! Πιστεύουμε όμως πως διερμηνεύουμε εκείνα στα οποία αυτός δεν μπόρεσε να επεκταθεί περιωρισμένος από την περίσταση και το «σχήμα του λόγου», όπως λέγει. Στον περίφημο όμως δεύτερο λόγο του στα Εισόδια, που συνέγραψε μέσα στο οικείο περιβάλλον της ησυχίας του Αγίου Όρους, μας δίνει ένα άλλο πιο εκτεταμένο παράδειγμα αυτού του είδους της «νηπτικής ερμηνείας». Εξηγεί δηλαδή ο μύστης της Θεοτόκου Γρηγόριος ότι εκείνο που έκανε την Παρθένο άξια να γίνει Μητέρα του Θεού ήταν η τελειότητα τής προαιρέσεώς της, στην οποία έφθασε διά της νήψεως και της ιεράς ησυχίας στο διάστημα της παραμονής της μέσα στον Ναό.
«Πολιά δε έστιν φρόνησις ανθρώποις και ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος». Ένα πολύ χαρακτηριστικό γνώρισμα της αγιότητος του Δημητρίου, το οποίο φαίνεται να υπογραμμίζει ιδιαίτερα ο Άγιος Γρηγόριος, είναι το νεαρόν της ηλικίας του. Τον ονομάζει «νεανίαν απαλόν», «νέον έτι κομιδή» και «στεφανίτην εκ νέου». Το γεροντικό του φρόνημα όμως τον έκανε διδάσκαλο και εμψυχωτή όχι μόνον του Νέστορος, του οποίου την νεότητα και ο ίδιος ο Μαξιμιανός λυπήθηκε, αλλά και πάντων των «ευσεβείν αιρουμένων», οι οποίοι ασχέτως ηλικίας κατέφευγαν στην υπόγεια εκείνη στοά, όπου δίδασκε ο Μάρτυς και η οποία γι’ αυτόν τον λόγο, όπως υποστηρίζει ο Άγιος, έδωσε το όνομα «Καταφυγή» στον ναό της Θεοτόκου που αργότερα κτίστηκε επάνω της.
«Αγαθόν ανδρί όταν άρη τον ζυγόν αυτού εκ νεότητος αυτού». Απόδειξη: ο Δημήτριος, ο Νέστωρ, ο ίδιος ο Παλαμάς. Η νεότητα έχει λαμπρά παραδείγματα προς μίμηση. Οι μεγαλύτεροι ας μην σπεύδουμε πάντοτε να προδικάζουμε τον νεανικό ενθουσιασμό. Χρειάζονται ισχυρά αντίδοτα, για να καταπολεμηθεί η σημερινή γενική δηλητηρίαση. Η αγιότητα, η θυσία, το μαρτύριο είναι τα μόνα ικανά να μεταμορφώσουν τον κόσμο. Η Εκκλησία θεμελιώθηκε με το αίμα του Χριστού πάνω στους τάφους και τα λείψανα των Μαρτύρων. Χωρίς θυσία, αδύνατη η αλλαγή και η μεταμόρφωση.
Αλλά ας επανέλθουμε στα λόγια του Παλαμά: «Μου έρχεται, λέγει, να πω για τον Δημήτριο εκείνο που λέγει ο θειος Παύλος για τον Χριστό: Αποδεικνύει την αγάπη του σ’ εμάς ο Μέγας Δημήτριος με το ότι ενώ ήμασταν ακόμη ασεβείς, αυτός «κατά καιρόν υπέρ άσεβων απέθανε», κατά χάριν βέβαια και μίμησιν του Αδέσποτου του. Και, ολόκληρη η πόλις αυτή «κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου αυτού». Και συνεχίζει αντιδιαστέλλοντας την πρώην ειδωλολατρική και ασεβή Θεσσαλονίκη με το περίφημο κέντρο της Βυζαντινής ευσεβείας που αυτός γνώριζε, τους μεγάλους και περικαλλείς ναούς του, την πολυθρύλητη ευλάβεια των κατοίκων του, τα μύρα και τα θαύματα του Αγίου Δημητρίου που σαν ποταμός πλημμύριζαν την οικουμένη.
Ιερή νοσταλγία καταλαμβάνει την κάθε ευλαβική ψυχή διαβάζοντας αυτές τις γραμμές του θείου Γρηγορίου. Άδειες σήμερα οι μαρμάρινες μυροδόχες λεκάνες στην κρύπτη του μαρτυρίου του… Τα θραυσμένα πήλινα «κουτρούβια» του μύρου, αρχαιολογικά ευρήματα μέσα στις βιτρίνες… Αποξενωμένος από την θεία λατρεία ο αρχικός χώρος του μαρτυρίου και του τάφου του… Ισχνή η ακοή των θαυμάτων του… Αναμφίβολα, πολλούς Δημητρίους χρειάζεται σήμερα η Θεσσαλονίκη, για να την «καταλλάξουν» πάλι με τον Θεό. Ένα νέο είδος ειδωλολατρείας την καταδυναστεύει.
Τί φταίει; Ας μας επιτραπεί λίγη ακόμη αγιολογική φιλοπραγμοσύνη. Γιατί στην Αίγινα, στα νησιά του Ιονίου και αλλού διαλαλούνται καθημερινά τόσα θαύματα; Σε τί υστερεί ο δικός μας άγιος; Η αιτία πρέπει να βρίσκεται σε μας. Εκείνος έκανε και συνεχίζει να κάνει ό,τι υπαγορεύει η αγάπη της θείας ψυχής του διά της υπέρ των Θεσσαλονικέων ικεσίας του προς Θεόν. Εκείνος επέτυχε να του δοθεί η άδεια να επιστρέψει στους συμπατριώτες του. Μοναχικός μας περιμένει ώρες ατελείωτες κάθε μέρα στην λάρνακά του να έλθουμε να του εκμυστηρευθούμε ευλαβικά τους πόνους και τα αιτήματά μας. Ο σεπτός ποιμενάρχης κάνει κι αυτός το χρέος του. Ακολουθώντας την προτροπή που κάνει στο τέλος του λόγου του ο εν αγίοις προκάτοχός του Γρηγόριος και μιμούμενος τον επίσης προκάτοχό του Άγιο Συμεών «πολυπλασιάζει» την πανηγύρι στον Μεγαλομάρτυρα και προσπαθεί με κάθε μέσο να ενισχύσει την ευλάβεια του ποιμνίου του προς αυτόν. Σε μας απομένει να τον ακολουθήσουμε.
Και διά να καταλήξουμε την ομιλία μας πάλι με τους λόγους του Αγίου Γρηγορίου, ας παρακαλέσουμε να αξιωθούμε, με την προς Θεόν ικεσία και πρεσβεία του αγίου ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, και «της ατελεύτητου των σωζόμενων πανηγύρεως εν ουρανοίς, ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν χάριτι και φιλανθρωπία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ω πρέπει δόξα, κράτος, τιμή και προσκύνησις συν τω ανάρχω αυτού Πατρί και τω Παναγίω Πνεύματι νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν».
(Ομιλία που εκφωνήθηκε στον Ι. Ναό του Αγίου Δημητρίου στη Θεσ/νίκη στις 23/10/1984)
Πηγή: «Αγιορείτικη Μαρτυρία», τευχ. 5, σ.233-238
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου