Σάββατο 11 Μαΐου 2013

Ο ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΥ (12)

Συνέχεια απο Πέμπτη, 9 Μαΐου 2013

του HENRI DE LYBAC

ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΑΡΞ ΣΤΟΝ ΧΙΤΛΕΡ (2)

Στην συνέχεια ο Μάρξ δέν θα αισθανθεί πλέον την ανάγκη να διευκρινίσει περισσότερο αυτή την πρόοδο. Θα μπορέσει να υποκριθεί πώς την ξέχασε κιόλας. Πώς συγκεντρώθηκε στον εμπειρισμό της οικονομικής επιστήμης και της κοινωνικής στρατηγικής. Αλλά στην πραγματικότητα η σκέψη του, όπως και η πράξη του, θα παραμείνει κυριευμένη απο την μετάθεση του Χριστιανισμού απο τον Χέγκελ, την οποία ήταν πεισμένος πώς ολοκλήρωσε. Όχι σε μία ιδανική αφαίρεση, αλλά στην πραγματικότητα. Μπορούμε λοιπόν να συμφωνήσουμε με τον Fessard για την συνέχεια χωρίς καμμία διακοπή, στον Μάρξ, της αντιθρησκευτικής εμπνεύσεως που μετέφερε στην πράξη του τα προνόμια της Εγελιανής αρνητικότητος, στηριγμένης στην κένωση του Χριστού.

Ο Jaures, το είδε καθαρά και το κατέγραψε στην εισαγωγή του έργου Etudes Socialistes.

«Ο Μάρξ κατανοεί την σύγχρονη κίνηση της χειραφετήσεως κάτω απο την Χριστιανική μετάθεση που πραγματοποίησε ο Έγελος. Όπως ο Θεός των Χριστιανών χαμήλωσε στο πιό χαμηλό επίπεδο της ανθρωπότητος υποφέροντας, για να λύσει και να λυτρώσει απο την αμαρτία ολόκληρη την ανθρωπότητα. Όπως ο Κύριος, για να σώσει πραγματικά όλους τους ανθρώπους, χρειάστηκε να μειωθεί και να γυμνωθεί σ’ έναν τέτοιο βαθμό που έφτασε κοντά στην ζωώδη σχεδόν ύπαρξη, κάτω απο την οποία δέν μπορούσε να βρεθεί κανένας άνθρωπος. Όπως αυτή η τελική μείωση του Θεού ήταν η συνθήκη της απείρου ανορθώσεως του ανθρώπου, έτσι και στην διαλεκτική του Μάρξ το προλεταριάτο, ο μοντέρνος Σωτήρας, χρειάστηκε να υπάρξει χωρίς καμμία άμυνα, να του αφαιρεθεί κάθε δικαίωμα, να χαμηλώσει στο βάθος του ιστορικού και κοινωνικού μηδενός, για να ξανασηκώσει, καθώς επανα-υψωνόταν, όλη την ανθρωπότητα. Και όπως ο θεάνθρωπος, για να μείνει πιστός στην αποστολή του, χρειάστηκε να μείνει φτωχός, υποφέροντας ταπεινά μέχρι την θριαμβευτική ημέρα της αναστάσεως, μέχρι εκείνη την ειδική και ιδιαίτερη νίκη στον θάνατο, που ελευθέρωσε απο τον θάνατο όλη την ανθρωπότητα, έτσι και το προλεταριάτο παραμένει τόσο πιό πιστό στην διαλεκτική του αποστολή, όσο περισσότερο, μέχρι την τελική εξύψωση (αποθέωση), μέχρι την επαναστατική ανάσταση της ανθρωπότητος, φέρει σαν έναν σταυρό όλο και πιό βαρύ, τον ουσιώδη νόμο της καταστολής και καταπιέσεως του καπιταλισμού. Απο εδώ προέρχεται μία πρωτότυπη τάση στον Μάρξ, να δεχθεί με δυσκολία την ιδέα μίας μερικής επανορθώσεως του προλεταριάτου. Απο εκεί προέρχεται και ένα είδος χαράς, στην οποία εισέρχεται κάποιος διαλεκτικός μυστικισμός, όταν συνειδητοποιεί τις δυνάμεις που βαραίνουν, κομματιάζοντας το, το προλεταριάτο».

Στην ανάλυση του Jaures όμως λείπει ένα ουσιώδες στοιχείο. Ανάμεσα στον Χριστό και στο προλεταριάτο, σύμφωνα με τον Μάρξ δέν υπάρχει μόνον μία στενή αναλογία. Εάν το δεύτερο αντικαθιστά τον πρώτο τώρα, δέν το κατορθώνει χάρη σε μία απλή αντίθεση, αλλά λόγω ενός περάσματος απο το ένα στο άλλο, χάρη σε μία ιστορική διαλεκτική της οποίας η οικονομία δέν μπορούσε να θεμελιωθεί. Ο Χριστός, όπως κατανοήθηκε απο την Χριστιανική πηγή, δέν είναι μία απλή ψευδαίσθηση, την οποία μπορεί να αφαιρέσει η πραγματικότης του προλεταριάτου. Υπήρχε η ανάγκη του χρόνου, ώστε να κατορθώσει η ανθρωπότης να περάσει απο τον μύθο στην πραγματικότητα. Έπρεπε καταρχάς να διασχίσουμε τον σταθμό του ιουδαϊσμού, τον οποίο συνέχισε κάνοντας μία αναγκαία αλλαγή, αντιπροσωπεύοντας την αληθινή του ουσία. Όπως το μπουμπούκι, αφήνει την θέση του στο λουλούδι, μέχρις ότου κατανοηθεί το νόημα της Βασιλείας του Θεού. Η Βασιλεία του Χριστού, επηρεασμένη απο την μείωσή του στην σάρκα, προετοίμαζε, προεικονίζοντας την, την βασιλεία του ανθρώπου, η συνθήκη της οποίας σήμερα είναι η μιζέρια και η απόλυτη γύμνωση του προλεταριάτου. Έτσι ακριβώς και για τον Ιωακείμ ντα Φιόρε, υπήρξε η ανάγκη του χρόνου και θα υπάρξει στο τέλος και η ανάγκη ενός βίαιου σκουντήματος, για το πέρασμα από το δεύτερο στο τρίτο Βασίλειο, απο το γράμμα της Καινής Διαθήκης, στο πνεύμα της. Έτσι λοιπόν, παραμένει, μέσω των διαρκών μεταμορφώσεων του και παρά τις ριζικές μειώσεις που υφίσταται, το σταθερό σχήμα της γενεαλογίας του Ιωακείμ. Αυτή είναι η ρίζα της Χρονικής διαστάσεως του Μαρξισμού. [Ο Όχλος που σταύρωσε τον Κύριο, μαζί με τον Κλήρο, με Σατανικό πείσμα, προσπαθεί να πραγματοποιήσει την Βασιλεία που ήθελε και περίμενε απο τον Κύριο. Του κόσμου τούτου. Για την οποία συνεργάζονται, προσπαθώντας να ενωθούν, όλες οι Εκκλησίες, με την συμπαράσταση της θεολογίας].

Ο Μάρξ ήταν πεισμένος πώς είχε ανοίξει τελειωτικά, στο ανθρώπινο γένος το πέρασμα απο τον μύθο στην πραγματικότητα, υπερβαίνοντας τον ιδεαλιστικό σταθμό του Εγελιανού ονείρου. Απο την στιγμή που θα ολοκληρωνόταν αυτή η ιστορική αποστολή του προλεταριάτου, το φάντασμα μίας αλλοτριωτικής υπερβατικότητος, εξορκισμένο αλλά επανεμφανιζόμενο πάντοτε, θα χανόταν για πάντα.

Έχουμε το δικαίωμα, όμως σήμερα να αναρωτηθούμε μήπως αληθεύει ακριβώς το αντίθετο. Μήπως η ψευδολογία του Μαρξιστικού μύθου δέν μας καθιστά τυφλούς στο μοναδικό πραγματικό αντικείμενο της ανθρώπινης ελπίδος, και μήπως ο κοινός άνθρωπος του Παύλου δέν διαλύσει μία μέρα την Χίμαιρα του νέου ανθρώπου του Μαρξ.

Πιστός συνεργάτης του Μάρξ ο Engels, επιβεβαιώνει με την σειρά του την Εγελιανή καταγωγή της κοινής τους θεωρίας. «Εμείς οι Γερμανοί σοσιαλιστές, είμαστε υπερήφανοι που δέν καταγόμαστε μόνον απο τον Saint-Simon τον Fourier και τον Owen, αλλά και απο τον Κάντ, τον Φίχτε και τον Χέγκελ», αλλά παρ’όλα αυτά πλησιάζει την σκέψη του Μαρξ μόνον μέσω ενός Hegel μετριασμένου απο τον Φώϋερμπάχ και τον Στράους και γι’ αυτό απογυμνωμένο απο τό μυστικιστικό του κάλυμα. Επανασυνδέεται όμως και αυτός στην διαδοχή του Ιωακείμ, όχι τόσο λόγω της Εγελιανής διαλεκτικής, την οποία ξανακατασκεύασε ο Μάρξ, όσο λόγω του θαυμασμού του για τον Thomas Munzer. Η μελέτη την οποία αφιέρωσε στα 1850 στον πόλεμο των Χωρικών στην Γερμανία, κυριαρχείται απο την ανησυχία του να αποδείξει την στενή αναλογία ανάμεσα στις δύο γερμανικές επαναστάσεις του 1525 και του 1848-1849, οι οποίες ήταν καταδικασμένες στην αποτυχία, η πρώτη υπέρ των πριγκίπων και η άλλη υπέρ των διοικούντων, διότι η οικονομική κατάσταση δέν ήταν ακόμη ώριμη. Παρ’όλα αυτά ο Munzer είχε προβλέψει τον κομμουνισμό με μία προκαταβολική έμπνευση και ο επαναστατικός του φανατισμός είχε αντλήσει δύναμη. Ο Engels φροντίζει να υπογραμμίσει πώς είχε μελετήσει με ιδιαίτερη προσοχή τα Χιλιαστικά γραπτά του Ιωακείμ του Καλαβρού. Αλλά πιό δόγμα είχε αντλήσει;

«Δίδασκε, κάτω απο Χριστιανικές μορφές, έναν πανθεϊσμό που μερικές φορές καταλήγει αθεϊσμός. Απέρριπτε την βίβλο σαν αλάθητη αποκάλυψη. Η μόνη αληθινή και ζωντανή αποκάλυψη, έλεγε είναι η λογική. Η Βίβλος σκοτώνει το πνεύμα με το γράμμα. Και πράγματι το πνεύμα το Άγιο για το οποίο μιλά η Βίβλος δέν υπάρχει έξω απο εμάς. Είναι η ίδια η λογική. Ο Munzer χρησιμοποιούσε συνήθως την Χριστιανική φρασεολογία αλλά η αιρετική σκέψη ξεπηδά απο παντού στα γραπτά του, και κατανοούμε πώς η βιβλική μάσκα έχει γι’αυτόν λιγότερη πραγματική σπουδαιότητα απο όση για τους περισσότερους μαθητές του Χέγκελ σήμερα».

Ο Ένγκελς δέν ενδιαφέρεται και τόσο πολύ για τον πρόχειρο παραλληλισμό που έκανε ανάμεσα στον Munzer και τον Ιωακείμ. Του φτάνει η γενική αξιολόγηση πώς για τον Munzer το βασίλειο του Θεού έπρεπε να είχε εγκατασταθεί κοινωνικά πάνω στην γή και να οικοδομηθεί μία νέα Εκκλησία, όπως είχαν ανακοινώσει οι προφήτες.

Ο Ένγκελς όμως έδωσε ζωή, ξεκίνησε, στον μαρξισμό, ένα είδος παραδόσεως, η οποία ξαναπαίρνοντας την αναλογία, προσπαθεί να την ξεκαθαρίσει. Έτσι για τον Ρώσσο Smirin, o Munzer είχε δανειστεί απο τον Ιωακείμ την ιδέα μίας επικείμενης χρονικής επαναστάσεως: μία ιδέα η οποία ήρθε στην ύπαρξη μέσω μία πρωτότυπης εξηγήσεως που επέτρεπε να μεταφέρουμε τις προφητείες της Αποκαλύψεως στην παρούσα και στην μέλλουσα ιστορία. Μόνον αυτός μπόρεσε να εγκαταλείψει την καθαρή αντικειμενοποίηση που είχε σαν αποτέλεσμα μία παθητική αναμονή, για να προσφέρει στον λαό και στην ανθρώπινη λογική έναν ενεργητικό ρόλο στην μεταμόρφωση που αναμένει.

Η ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΜΟΡΦΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ!

Αυτή είναι η πιό επαναστατική ένωση των αντιθέτων που οδηγεί τις σύγχρονες θεολογίες του Οικουμενισμού, σε μία σύνθεση καταγωγής και εξελίξεως, που σβύνει την πίστη μας.

Στην συνέχεια, με την βοήθεια του Lubac πάντοτε, θα επισκεφθούμε τις περιθωριακές γειτονιές των Ρώσων Θεολογούντων που διέλυσαν τα μυαλά μας, σαν Δάσκαλοι των σύγχρονων Ελλήνων φιλοσοφούντων. Καί θά επιστρέψουμε στόν Κομμουνισμό στήν συνέχεια.

(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: